http://www.enet.gr/online/online_text?c=110&id=71122728
Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία 11.9.2005
Η ευρωπαϊκή λύση για το Κυπριακό
Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΑΣΙΜΑΤΗ*
Πριν από λίγες μέρες δόθηκε στη δημοσιότητα η έκθεση οκτώ εμπειρογνωμόνων καθηγητών από 7 χώρες (ένας από την Ελλάδα) και από τους επιστημονικούς κλάδους του Διεθνούς και του Συνταγματικού Δικαίου και της Πολιτικής Επιστήμης (1).
Η έκθεση αυτή, με τίτλο «Πλαίσιο αρχών για μια δίκαιη και βιώσιμη λύση του Κυπριακού με γνώμονα το Διεθνές και Ευρωπαϊκό Δίκαιο», συντάχθηκε στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων της Επιτροπής για Ευρωπαϊκή Λύση στην Κύπρο και εγχειρίσθηκε στις κυβερνήσεις και στους αρχηγούς των κομμάτων της Ελλάδας και της Κυπριακής Δημοκρατίας, καθώς και στον ηγέτη της Κοινότητας των Τουρκοκυπρίων.
Η έκθεση του Συμβουλίου Εμπειρογνωμόνων θα παρουσιασθεί στις Βρυξέλλες στις 12 Οκτωβρίου, σε αίθουσα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Η παρουσίαση θα συνοδευτεί με συνέντευξη τύπου και σειρά επαφών των εμπειρογνωμόνων και της Επιτροπής. Οι εμπειρογνώμονες συμφώνησαν να συνεχίσουν τη συνεργασία τους στην επεξεργασία εναλλακτικών προτάσεων για λύσεις σχετικά με τη διαδικασία εφαρμογής των αρχών της έκθεσης.
Η όλη εργασία έχει ως πολιτική αφετηρία και βάση δύο πολιτικά γεγονότα, που άλλαξαν τον ρουν του Κυπριακού:
Α την ακαταλληλότητα -σε πρωτοφανή, μάλιστα, βαθμό- του Σχεδίου Ανάν για την επίλυσή του και τη -σωτήρια για την Κύπρο- απόρριψή του από την συντριπτική πλειοψηφία (76%!) του ελληνοκυπριακού λαού,
Β την ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ε.Ε., ως ισότιμου προς τα άλλα κράτη-μέλη κυρίαρχου κράτους, η οποία δημιούργησε εντελώς νέα νομική και πολιτική βάση για την επίλυση του προβλήματος της Κύπρου.
Το πρωτοφανές στην παγκόσμια ιστορία πολιτειακό τερατούργημα που περιείχε το Σχέδιο Ανάν, το οποίο θα συνεπαγόταν την κατάλυση της κυριαρχίας της Κύπρου και όλων των αρχών της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου, καθώς και τη διαρκή και ανεξέλεγκτη κηδεμονία της Κύπρου από την Αγγλία και την Τουρκία, είναι πια ευρύτατα γνωστό και δεν θα επανέλθουμε σ’ αυτό2. Η απορία, βέβαια, θα παραμείνει εσαεί, πώς ο ύπατος φρουρός της διεθνούς νομιμότητας στον κόσμο υπέγραψε αυτό το κατασκεύασμα, παραπλανώντας με το κύρος του λειτουργήματός του την υφήλιο – αλλά και δείχνοντας, δυστυχώς, πού έχει φτάσει η πραγματική ισχύς του ΟΗΕ. Παρά το ότι το Σχέδιο Ανάν είναι νομικά, πολιτικά και ηθικά νεκρό, είναι χρήσιμο να μην το ξεχνούμε, γιατί η συζήτηση για ένα «βελτιωμένο» Σχέδιο Ανάν συνεχίζει να γίνεται δεκτή από τους πολιτικούς μας, ενώ είναι σαφές ότι δεν μπορεί να βελτιωθεί.
Μόνο νέο σχέδιο μπορεί να συνταχθεί με βάση τις αρχές του διεθνούς δικαίου και της ευρωπαϊκής νομιμότητας. Αυτό ακριβώς επιδιώκει να καταδείξει η έκθεση των εμπειρογνωμόνων, αντιπαραθέτοντας συχνά τις θέσεις της με ρυθμίσεις του Σχεδίου Ανάν.
Συχνά οι πολιτικοί, για να «περάσουν» κάτι που επιδιώκουν, έστω και αθέμιτο ή επιβλαβές στο κοινωνικό συμφέρον, αντιστρέφουν τις έννοιες και του ρεαλιστικού και του θεμιτού, ανατρέποντας, έτσι, κάθε βάση της ουσιαστικής νομιμότητας. Λένε λ.χ., ότι η άλφα πρόταση είναι μεν σωστή και θεμιτή, αλλά είναι «θεωρητική» και όχι «ρεαλιστική» – ως εάν μπορούσαμε να επιλέγουμε αθέμιτες λύσεις με το επιχείρημα ότι είναι ρεαλιστικές!
Λένε, επίσης -ακόμη και σε περιπτώσεις παραβίασης θεμελιωδών αρχών του δικαίου- ότι αυτά είναι «νομικίστικα» (μπερδεύοντας την έννοια του «νομικισμού») και όχι πολιτικά! Στην περίπτωσή μας, ακούστηκαν και οι δύο αντιστροφές: και ότι η έκθεση των εμπειρογνωμόνων είναι μεν σωστή, αλλά μη ρεαλιστική, και ότι τα επιχειρήματά της είναι νομικά σωστά, αλλά η πολιτική προσέγγιση είναι άλλη…
Βέβαια, πρέπει να παραδεχθούμε ότι το Σχέδιο Ανάν ήταν ρεαλιστικό για την επιδίωξη… άλλων συμφερόντων – όχι, όμως, για τη λύση του Κυπριακού.
Πράγματι, δεν μπορούσε να υπάρξει μεγαλύτερη ουτοπία για την επίλυση του Κυπριακού από το κατασκεύασμα αυτό, αφού θα διαιώνιζε τη μη λύση και θα επεξέτεινε την ξένη κηδεμόνευση σε ολόκληρο το νησί.
Η έκθεση των εμπειρογνωμόνων δεν προέρχεται από αιθεροβάμονες ιδεολόγους ή νεαρούς και άπειρους στην πράξη επιστήμονες, αλλά από έμπειρους γνώστες της πολιτικής πρακτικής του διεθνούς και του συνταγματικού δικαίου, καθώς και της πολιτικής και γενικά της πρακτικής σημασίας των θέσεών τους. Στις θέσεις αυτές κατέληξαν έπειτα από πολλές συναντήσεις, διαβουλεύσεις και ανταλλαγές απόψεων.
Το πλαίσιο αρχών για μια δίκαιη και βιώσιμη λύση του Κυπριακού δεν αποτελεί απλώς μια επιστημονική μελέτη. Είναι πολιτικό κείμενο επιστημονικά θεμελιωμένο και επιδώκει πολιτικούς σκοπούς. Αποτελεί τη ρεαλιστική βάση βιώσιμης λύσης – και όχι μη λύσης. Με αυτό το δεδομένο, επισημαίνω ορισμένα σημεία της πολιτικής σημασίας της επιστημονικής αυτής έκθεσης:
1 Πρέπει να συνειδητοποιηθεί από όλους ότι η έκθεση στοχεύει μεν στην Ε.Ε., στα μέλη της και στον γενικό γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, απευθύνεται, όμως, κυρίως στους πολιτικούς μας, τους πολιτικούς της Κύπρου και της Ελλάδας. Αυτοί είναι εκείνοι που οφείλουν να αξιοποιήσουν πολιτικά τα επιχειρήματα που περιλαμβάνονται στην έκθεση. Μέχρι σήμερα δεν έχει γίνει, από καμιά και προς καμιά κατεύθυνση, προβολή αυτών των επιχειρημάτων.
2 Η διεθνής πολιτική κινείται και «παίζεται» παντού και πάντοτε με επιχειρήματα διεθνούς δικαίου. Δηλαδή, με νομικάς επιχειρήματα. Στο παρασκήνιο της διεθνούς πολιτικής «παίζουν», βεβαίως, οι πολιτικές ηγεσίες με τα καθαρώς πολιτικά «ατού». Και εκεί, όμως, μάχονται για τη στήριξη των κανόνων του διεθνούς δικαίου, για τη στήριξη των σωστών νομικών λύσεων. Σήμερα, μετά την ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ενωση, το οπλοστάσιο των επιχειρημάτων για μια σωστή και βιώσιμη λύση του Κυπριακού έχει εμπλουτισθεί σε μεγάλο βαθμό με τα νομικά και πολιτικά όπλα που παρέχει η Ενωση.
3 Στόχος της έκθεσης είναι η πολιτική αξιοποίηση του στέρεου εδάφους της ένταξης της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Το στέρεο αυτό έδαφος δεν το έχουν πατήσει μέχρι σήμερα οι πολιτικές μας ηγεσίες. Το σημαντικότερο γεγονός της ιστορίας του Κυπριακού, που θα λαμπρύνει εσαεί τη μνήμη του αείμνηστου Γιάννου Κρανιδιώτη, θάφτηκε από την πρώτη στιγμή σε πλήρη λησμονιά, λόγω της πολιτικής αβελτηρίας.
Υποστηρίζουν οι πολιτικοί ότι η Ευρώπη δεν είναι εύκολο έδαφος.
-Πόσο αγωνίστηκαν όμως;
-Πότε έθεσαν στα όργανα και στα μέλη της Ευρ. Ενωσης τη νέα νομική και πολιτική βάση που δημιούργησε, μετά το Σχέδιο Ανάν, η ένταξη;
-Πότε επεσήμαναν ευθέως ή στο παρασκήνιο τις συνέπειες που θα είχε ένα σχέδιο επίλυσης του Κυπριακού, ανάλογο με το Σχέδιο Ανάν, για τη σχέση της Κύπρου ως κράτους-μέλους με την Ε.Ε. και για την ίδια την Ενωση;
-Εθεσαν προκαταρκτικά το απλό ερώτημα: Τι θα γίνει αν εφαρμοστεί σχέδιο που θα προκαλεί συνεχείς παραβάσεις των θεμελιωδών αρχών της ευρωπαϊκής νομιμότητας, για τις οποίες τόση ευαισθησία δείχνει καθημερινά η Ενωση; Θα βάζει καθημερινά πρόστιμα ή θα παγώσει -αν δεν ακυρώσει- την ένταξη, κάτι που θα είναι εξευτελιστικό για την ίδια και καταστροφικό για την Κύπρο;
Είναι σαφές ότι ο μέγιστος κίνδυνος από την εφαρμογή ενός σχεδίου τύπου Σχεδίου Ανάν, που θα παραβιάζει αυτομάτως την ευρωπαϊκή νομιμότητα, το δε νέο κρατικό μόρφωμα δεν θα μπορεί να λειτουργήσει σύμφωνα με τους κανόνες της, αποτελεί μέγα κίνδυνο για την ίδια την ένταξη – η οποιαδήποτε μορφής ακύρωση της οποίας επιδιώκεται, αναμφίβολα, από τις ΗΠΑ και την Τουρκία, ενώ θα αποτελέσει εξευτελισμό της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ενωσης και θανάσιμο πλήγμα για την Κύπρο.
Οι συνέπειες αυτές δεν φαίνεται να έχουν συνειδητοποιηθεί πολιτικά.
4 Η έκθεση δεν περιορίζεται στα στενά όρια του όρου «ευρωπαϊκό κεκτημένο». Επεκτείνεται στο ευρύτερο και στο νομικά αδιαμφισβήτητο και πολιτικά στερεότερο πεδίο των θεμελιωδών αρχών, στις οποίες στηρίζεται ολόκληρο το οικοδόμημα της Ευρωπαϊκής Ενωσης: στις αρχές της κυριαρχίας του κράτους, της δημοκρατίας, του κράτους δικαίου και του σεβασμού των δικαιωμάτων του ανθρώπου. Ως ακρογωνιαίο λίθο για το σχέδιο επίλυσης του Κυπριακού θέτει η έκθεση των εμπειρογνωμόνων το σεβασμό της κυριαρχίας της Κυπριακής Δημοκρατίας ως κράτους ολοκλήρου του εδάφους της Μεγαλονήσου.
Αυτή τη σημασία έχει αντιληφθεί πολύ καλά η Τουρκία. Η άρνησή της να αναγνωρίσει την ενταγμένη κυρίαρχη Κύπρο στοχεύει, αναμφίβολα, στην ακύρωση ή στη μείωση της θεμελιώδους αυτής συνέπειας της ένταξης. Αυτό το ζωτικής σημασίας διεθνές και ευρωπαϊκό ζήτημα που δημιουργεί η Τουρκία, πώς αντιμετωπίζεται με τόση ανοχή;
5 Πολλά θα μπορούσαν να ειπωθούν, με βάση πάντοτε την έκθεση των εμπειρογνωμόνων, για αυτή την ανοχή όχι μόνο των πολιτικών, αλλά και των μέσων μαζικής ενημέρωσης, που διεκδικούν στο σύγχρονο κράτος τη μερίδα του λέοντος στο σχηματισμό της εξουσίας. Δυστυχώς, και αυτά στην Ελλάδα βρίσκονται, ως προς το Κυπριακό, σε κατάσταση πλήρους αφασίας.
Περιοριζόμαστε σε μια παρατήρηση: Ο παράνομος εποικισμός της Β. Κύπρου -που έχει εκδιώξει το μεγαλύτερο μέρος των Τουρκοκυπρίων- αποτελεί έγκλημα του διεθνούς ποινικού δικαίου και έχει δημιουργήσει την ακυρότητα του δημοψηφίσματος για το Σχέδιο Ανάν. Ακουσε κανείς κάποια διαμαρτυρία ή καταγγελία; Ετσι δεν δημιουργούνται τα τετελεσμένα του διεθνούς δικαίου;
*Σημείωση: Πριν από το κλείσιμο αυτού του άρθρου, πρέπει να διευκρινιστεί ξεκάθαρα -γιατί ασφαλώς θα ακουστεί μεταξύ άλλων, αν δεν έχει ακουστεί, και το ερώτημα «Πόσα πήρανε;»- ότι η έκθεση αυτή των εμπειρογνωμόνων δεν αποτελεί γνωμοδότηση έναντι αμοιβής όσο και αν αυτό ακούγεται παράξενα στην εποχή μας. Είναι μια προσφορά των οκτώ επιστημόνων για την τραγική υπόθεση του Κυπριακού, που διαδραματίζεται από χρόνια στην καρδιά της Ευρώπης -μια προσφορά της επιστήμης προς την πολιτική, που απευθύνεται στις πολιτικές ηγεσίες της Κύπρου, της Ελλάδας και της Ευρωπαϊκής Ενωσης, καθώς και στον γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών.
* Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΣΙΜΑΤΗΣ είναι ομότιμος καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών κι ένας από τους οκτώ που υπογράφουν την έκθεση των εμπειρογνωμόνων.
1. Βλ. «Ελευθεροτυπία», 1 Σεπτεμβρίου 2005.
2. Βλ. άρθρο μου στην «Ελευθεροτυπία», 17 Δεκεμβρίου 2004.