Εισαγωγικό σημείωμα (Π. Ήφαιστος 24.4.2005):
Πολλοί στο παρελθόν αναρωτηθήκαμε κατά πόσο οι συχνές εναντίον μας «δολοφονικές» επιθέσεις που στόχευαν τον επιστημονικό μας χαρακτήρα και τις κοσμοθεωρητικές ή ιδεολογικές προεκτάσεις των επιστημονικών μας θεμελιώσεων, υπέκρυπταν άλλες σκοπιμότητες, μεθοδεύσεις και ίσως αδιαφανή αίτια. Συνεπείς στα πάγια κριτήρια επιστημονικής δεοντολογίας του πιο ευαίσθητου τομέα ανάλυσης των κοινωνικών επιστημών, δηλαδή της ανάλυσης των διεθνών σχέσεων, αποφύγαμε να διολισθήσουμε σε συνωμοτικές ερμηνείες των γεγονότων. Θα συνεχίσουμε να τηρούμε τα ίδια κριτήρια. Όμως, δεν μας εμποδίζει να παρακολουθούμε συγκλονιστικές αποκαλύψεις που έρχονται ολοένα και περισσότερο στην δημοσιότητα και που αφορούν ελάχιστα γνωστά γεγονότα της επέμβασης ηγεμονικών δυνάμεων σε ζητήματα εσωτερικής φύσης κρατών της Ανατολικής Μεσογείου.
Επειδή ο ΗΠΑ είναι μια μεγάλη δημοκρατία –γεγονός που αναμενόμενα, για όποιον γνωρίζει καλή θεωρία διεθνών σχέσεων, σε τίποτα δεν εμποδίζει τις κυβερνήσεις της να αναπτύσσουν ηγεμονικές συμπεριφορές–, πιστεύουμε ότι όλα ανεξαιρέτως τελικά θα φανερωθούν !!!. Αυτά που ήδη ήλθαν στην δημοσιότητα τους τελευταίους μήνες σίγουρα είναι από μόνα τους τεραστίας σημασίας (ακόμη και επιστημονικής). Οι διεθνολόγοι, όπως κάθε ακαδημαϊκός των κοινωνικών επιστημών, δεσμεύονται από την δεοντολογική υποχρέωση της αξιολογικής ελευθερίας. Δηλαδή, τουλάχιστον όσον αφορά κεκτημένα και θεσπισμένα του πολιτισμού των ανθρώπων στις διακρατικές σχέσεις οι αναλυτές είναι υποχρεωμένοι να μην (επί)στρατεύονται κατά της οντολογικού περιεχομένου ανθρώπινης ελευθερίας, να απαλλάσσουν τους στοχασμούς τους από τις δουλείες υποκειμενικών ή ιδιοτελών κριτηρίων, να περιγράφουν με τον κατά το δυνατό αντικειμενικότερο τρόπο τα διλήμματα και τα προβλήματα των διακρατικών σχέσεων και να πειθαρχούν την μεθοδολογία τους στην ανάγκη αυστηρής οριοθέτησης της επιστημονικής αλήθειας.
Ο διεθνοφασισμός-διεθνοσοβινισμός όπως ορίσθηκε από πολλούς ταγούς των διεθνών σχέσεων και ιδιαίτερα του Hans Morgenthau, δεν μπορεί να αποτελεί σοβαρό υπόβαθρο επιστημονικής συζήτησης. Όπως υποστήριξα και αλλού, επειδή scripta manent, όσοι διέπραξαν το ανεπίτρεπτο λάθος να υποστηρίξουν το ανελεύθερο-φασιστοειδές σχέδιο Αναν κατά κάποιο τρόπο συνέργησαν σε διεθνή εγκλήματα πολέμου και εκτέθηκαν ανεπανόρθωτα. Συνέργησαν με ανελεύθερες ιδέες και κατ’ αυτόν τον τρόπο υπονόμευσαν όλες ανεξαιρέτως τις κατακτήσεις του πολιτικού και νομικού πολιτισμού στις διακρατικές σχέσεις. Ρητά, γραπτά και ολοφάνερα το τερατούργημα που ονομάζεται «σχέδιο Αναν» αντιστρατεύεται και καταστρατηγεί το διεθνές δίκαιο, την διεθνή νομιμότητα, τον Καστατικό Χάρτη του ΟΗΕ, τις Συμβάσεις Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, την Συνθήκη της Γενεύης για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, πάγιες δημοκρατικές αρχές, πάγιες συνταγματικές αρχές, την κυπριακή λαϊκή κυριαρχία και όλες ανεξαιρέτως τις νομικές και πολιτικές κατακτήσεις της διαδικασίας ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Περί αυτού δεν τίθεται ζήτημα ερμηνείας αλλά απλής ανάγνωσης του απίστευτου αυτού κειμένου το οποίο επί πολλές δεκαετίες θα αποτελεί «δεξαμενή» περιπτωσιολογικών διερευνήσεων για την πεισματική άρνηση των ηγεμονικών αξιώσεων να υποχωρήσουν και να συμμορφωθούν με τις μεγάλες νομικές και πολιτικές κατακτήσεις που ενσαρκώνουν οι θεμελιώδεις αρχές του διεθνούς δικαίου και ο Καταστατικός Χάρτης του ΟΗΕ. Το σχέδιο Αναν, επιπλέον, αποτέλεσε το «Βατερλό» πολλών αναλυτών επειδή έβγαλε το προσωπείο τους και φανέρωσε, πρώτον, πόσο ελάχιστα αντικειμενικοί είναι ως αναλυτές των διεθνών φαινομένων και δεύτερον, το πραγματικό περιεχόμενο των συλλογισμών τους όταν τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια βομβάρδιζαν την ελληνική και κυπριακή κοινή γνώμη με επιστημονικά ανερμήνευτα κείμενα. Αναμφίβολα, η δοκιμασία που πέρασε η κυπριακή κοινωνία τον Απρίλιο 2004 οφείλεται στο γεγονός ότι αυτά τα κείμενα απέκτησαν κυριαρχία στην, κατά την εκτίμησή μου, στοχαστικά παρακμάζουσα «κοινότητα» των κοινωνικών επιστημόνων της Ελλάδας και της Κύπρου. Τους σύντριψε, εν τούτοις, το ΟΧΙ της κυπριακής κοινωνίας στις 24 Απριλίου 2004. Μολαταύτα, ο κίνδυνος κατά της ελευθερίας των κυπρίων αλλά και άλλων κοινωνιών, ελλοχεύει.
Επειδή ακριβώς το «σχέδιο Αναν» αποτελεί την ύστερη μέγιστη-απροκάλυπτη ενσάρκωση οτιδήποτε οριοθετείται από τους όρους «διεθνοφασισμός-διεθνοσοβινισμός, εμείς υποσχόμαστε 1ον) να επεξεργαστούμε εξονυχιστικά τις αναλύσεις περί το σχέδιο Αναν (έχουμε ένα τεράστιο αρχείο το οποίο επεξεργαζόμαστε πυρετωδώς), 2ον) να συνεχίσουμε να εμπλουτίζουμε το ήδη υπάρχον πλούσιο αρχείο για το θέμα αυτό το οποίο και θα θέτουμε στην διάθεση κάθε καλόπιστου αναλυτή στον ακαδημαϊκό χώρο. 3ον) Να εμπλουτίζουμε το ηλεκτρονικό μας αρχείο και να το θέτουμε στην διάθεση όποιου επισκέπτεται αυτή την σελίδα ή όποιου το ζητήσει. Εμείς τονίζουμε με νόημα, ΑΝ ΚΑΙ ΔΕΝ ΕΙΣΠΡΑΤΤΟΥΜΕ ΜΥΘΙΚΑ ΠΟΣΑ ΓΙΑ «ΝΑ ΠΡΟΩΘΗΣΟΥΜΕ ΤΗΝ ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ» ΚΑΙ «ΤΟΝ ΕΚΔΗΜΟΚΡΑΤΙΣΜΟ», η διαφάνεια, η προσήλωση στις δημοκρατικές αρχές, η προσήλωση στις δεοντολογικές αρχές και ο σεβασμός των αρχών που θεμελιώνουν την ανθρώπινη ατομική και συλλογική ελευθερία, είναι τρόπος ζωής.
Πιο κάτω στην παρούσα σελίδα, θα παρακολουθούμε τα δημοσιεύματα για ζητήματα που δεν εμπίπτουν αμιγώς στην σφαίρα της ακαδημαϊκής ανάλυσης αλλά που την επηρεάζουν. Δείχνουν για παράδειγμα ότι κάποιοι αντί να ενασχολούνται με την επιστήμη στον όνομα τις οποίας μιλούν με το να παραθέτουν βαρύγδουπους τίτλους -το πρόβλημα δεν είναι ελληνικό ή κυπριακό αλλά παγκόσμιο και σχετίζεται με τον εγκλωβισμό πολλών κατ’ όνομα μονο αναλύσεων στον αδιέξοδο των ιδεολογικοπολιτικών εκλογικεύσεων-, επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους και σε άλλους τομείς μη αμιγώς ακαδημαϊκούς. Αμείβονται πέραν των παχυλών ακαδημαϊκών μισθών και οι δραστηριότητές τους αφορούν ελάχιστα ή καθόλου διαφανείς δραστηριότητες των ηγεμονικών δυνάμεων (στις ΗΠΑ υπάρχουν χιλιάδες «ινστιτούτα πολιτικής ανάλυσης» τα οποία εξ αντικειμένου παράγουν προπαγανδιστικές αναλύσεις και όχι επιστημονικά θεμελιωμένες θεωρήσεις). Στον αντίποδα αυτών των συνομαδώσεων, βρίσκονται όσοι ασκητικά υπηρετούν την επιστήμη και όσοι αγωνίζονται να επιβιώσουν με τα λίγα μέσα που διαθέτει το χειμαζόμενο ελληνικό πανεπιστημιακό σύστημα, με κυριότερο όπλο την συνεπή προσήλωσή τους στην επιστημονική αλήθεια, υπό συνθήκες μάλιστα διαρκούς διωγμού με «δολοφονίες του επιστημονικού τους χαρακτήρα» (που θυμίζουν ανάλογες μεθόδους των μυστικών υπηρεσιών των ΗΠΑ στις χειρότερες στιγμές της εξωτερικής πολιτικής αυτής της χώρας) (αλλά και τις χειρότερες στιγμές της εσωτερικής της πολιτικής την περίοδο του μακαρθισμού).
Στην Κύπρο, όπως διαπιστώνει κάποιος διαβάζοντας τα δημοσιεύματα που ακολουθούν, οι αποκαλύψεις συνοδεύονται από σχετικές αποδείξεις που δημοσιοποιήθηκαν στο διαδίκτυο όταν προς στιγμή και κατά λάθος η έκθεση των Nathan Associates Inc που αξιολογούσε τα λεφτά που ξόδεψε η αμερικανική πρεσβεία στην Λευκωσία αναρτήθηκε για μια μόνο ημέρα. Ακολούθησαν συνεντεύξεις των Weston και Boucher που αντί να απαντούν στα καταιγιστικά ερωτήματα των δημοσιογράφων δημιούργησαν περισσότερα ερωτήματα ιδιαίτερα για «κρυφές λίστες» που δεν έχουν ακόμη αποκαλυφτεί. Αν και μέχρι στιγμής όσον αφορά τον υποφαινόμενο δεν είναι σαφές ότι ελληνικά ιδρύματα ή μεμονωμένα άτομα πήραν ευθέως τέτοια κονδύλια, είναι ήδη σαφές -και ερωτήματα ή στοιχεία γίνονται ολοένα και περισσότερο γνωστά- ότι συμμετείχαν ενεργά στην εκπλήρωση των άνομων πολιτικών σκοπών της αμερικανικής πρεσβείας στην Λευκωσία, δηλαδή όπως δήλωσε ο Πρόεδρος Παπαδόπουλος, σε απαράδεκτες δραστηριότητες που σκοπό είχαν να υπονομεύσουν την κυριαρχία της Κυπριακής Δημοκρατίας κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου. Γίνεται επίσης ολοένα και πιο φανερός ο αναδιανεμητικός ρόλος των μη κυβερνητικών οργανισμών (ΜΚΟ) όταν αυτοί εμπλέκονται (όπως συχνά συμβαίνει) στην διακρατική διαμάχη χωρίς εν τούτοις οποιαδήποτε κοινωνία να επιτυγχάνει επαρκείς κοινωνικοπολιτικούς ελέγχους. Όταν συμβαίνει το τελευταίο, οι διανεμητικές ενέργειες τέτοιων μηχανισμών ωφελούν ισχυρότερα κράτη που τους υποκινούν, ενίοτε τους χρηματοδοτούν και ποικιλότροπα -συχνά ελάχιστα διαφανώς- τους ενισχύουν άλλοτε με τυπικά φανερά και άλλοτε με μυστικά κονδύλια. Στο σημείο αυτό απαιτείται να γίνουν δύο σχόλια: Πρώτον, αν αποκαλυφτούν και συναφή στοιχεία για ελλαδίτες δεν μπορεί να μην υπάρξουν συνέπειες (εκτός και αν ήμαστε πλέον κοινωνικοπολιτικά παχύδερμοι, γεγονός που θα υποδηλώσει ότι η δημοκρατία στην Κύπρο και στις ΗΠΑ είναι πολύ πιο αναπτυγμένη σε σύγκριση με την Ελλάδα και ότι τα συνέδρια … εκδημοκρατισμού των κυπρίων ήταν τουλάχιστον γελοία υπόθεση). Δεύτερον, ακόμη και αν δεν δημοσιοποιηθούν φωτοτυπίες επιταγών» και άλλες συναφείς αποδείξεις, για τους ακαδημαϊκούς παραμένουν μεγάλα ερωτήματα ως προς τα οποία κοινωνικά ευαίσθητα άτομα και έντυπα φαίνεται ότι αρχίζουν να θέτουν. Αναμένουμε στοιχεία, απαντήσεις και επεξεργασία αυτού του τεράστιου ζητήματος που αφορά την δημοκρατία μας, την εθνική στρατηγική των εμπλεκομένων κρατών, την ελληνική διπλωματία που «αξιοποιεί» θεσμούς ή άτομα ενεργά σ’ όλες αυτές τις δραστηριότητες και ασφαλώς την ελευθερία των κυπρίων (ελληνοκυπρίων και τουρκοκυπρίων).
Ήδη δραστήριοι ερευνητές και δημοσιογράφοι ολοένα και περισσότερο ψάχνουν, συνδέουν και αποκαλύπτουν παρεμφερή ζητήματα που ούτως ή άλλως δημιουργούν τελικά μια συνολική εικόνα του γεγονότος ότι όταν η ελευθερία των κυπρίων βρέθηκε σε κίνδυνο με τον ένα ή άλλο τρόπο πολλοί συνέργησαν με αυτούς που την επιβουλεύονταν. Είναι αδιάφορο κατά πόσον αυτό έγινε συνειδητά ή ασυνείδητα ή εν γνώσει του ποιος κρύβεται πίσω από τις κουρτίνες των «συνεδρίων» και «συναντήσεων» ή χωρίς να το γνωρίζουν (και απλά παρασυρμένοι επειδή προσκλήθηκαν ή επειδή αποτελούν «οργανικούς διανοούμενους» του συστήματος). Είναι αδιάφορο επίσης του πως, πόσα και τι εισέπραξαν όσοι συνέργησαν. Παραμένει το εξαιρετικά σημαντικό γεγονός ότι συνέργησαν στην προσπάθεια να νομιμοποιηθούν διεθνή εγκλήματα πολέμου και να παραβιαστεί-καταστρατηγηθεί στο σύνολό του ο νομικός και πολιτικός πολιτισμός των ανθρώπων. Ποτέ δεν είναι αργά: όσοι απλά παρασύρθηκαν να ζητήσουν συγνώμη και να διαχωρίσουν την θέση τους.
Η παρούσα σελίδα θα αναδημοσιεύει σχετικά δημοσιοποιημένα στοιχεία, τις διαψεύσεις ή επιβεβαιώσεις όταν τις διαθέτουμε ή περιπίπτουν στην αντίληψή μας και σχετικά σύντομα σχόλια. Η αλήθεια, πιστεύουμε, τελικά θα θριαμβεύσει.
Ως ακαδημαϊκός στον ελληνικό και ευρωπαϊκό πανεπιστημιακό χώρο, πάντως, αισθάνομαι βαθύτατη θλίψη όχι τόσο για το γεγονός των συχνών αντιδεοντολογικών δολοφονικών κατά του επιστημονικού μου χαρακτήρα επιθέσεων (γεγονός για το οποίοι πολλοί συνάδελφοί μου στην Ελλάδα σφυρίζουν αδιάφορα …), όσο για το εξαιρετικά σημαντικό γεγονός ότι ενδέχεται ευρωπαίοι συνάδελφοί μου να έχουν εμπλακεί σε τέτοιες εξωεπιστημονικές δραστηριότητες που υπονομεύουν την αξιοπιστία του ακαδημαϊκού χώρου. Θλίβομαι επίσης και εκφράζω την απαισιοδοξία μου για το μέλλον των διεθνών σπουδών επιστημονικού χαρακτήρα στην Ελλάδα και στην υπόλοιπη Ευρώπη, για δύο τουλάχιστον λόγους: Πρώτον, θεσμικές χρηματοδοτήσεις –διαφανείς ή αδιαφανείς είναι αδιάφορο– διαφθείρουν τον επιστημονικό στοχασμό με ιδεολογικοπολιτικές εκλογικεύσεις, εκλογικεύσεις μάλιστα που υπονομεύουν την ανθρώπινη ατομική και συλλογική ελευθερίας (βλ. την σχετική παράθεση θέσεων του Hedley Bull στην αφετηρία της παρούσης σελίδας). Δεύτερον, επειδή τελικά οι παρανοϊκές, ανελεύθερες, αντι-επιστημονικές και αβάσιμες σκέψεις που ενδύονται ακαδημαϊκούς μανδύες αντί να μηδενίζονται από διαρκείς επιστημονικούς ελέγχους και εξισορροπήσεις που αναπτύσσοονται στα εκλεκτορικά σώματα, στις βιβλιοκριτικές και στις ακαδημαϊκού χαρακτήρα θεσμικές διαδικασίες των πανεπιστημίων, τελικά τέτοια απαράδεκτα, αντιδεοντολογικά και θλιβερά γεγονότα αφήνονται να φανερωθούν μόνο κατά τύχη ή όταν δραστήριοι και τίμιοι δημοσιογράφοι τα εντοπίσουν και αποκαλύψουν. Μήπως μέχρι η κοινωνία μας και η ακαδημαϊκή κοινότητα επιδείξει ευαισθησία θα είμαστε υποχρεωμένοι να ακούμε όλη την προπαγάνδα που ρίχνεται στις τηλεοράσεις, στις επιφυλλίδες και δυστυχώς σε βιβλία; Μήπως μέχρι τότε θα παραμείνουμε αδιάφοροι στις αναδιανεμητικές συνέπειες τέτοιων φαινομένων που στην Κύπρο μπορεί να αναχαιτίστηκαν από το ΟΧΙ των κυπρίων στις 24.4.2004 αλλά που στην Ελλάδα κανείς δεν φαίνεται ικανός πλέον να ελέγξει; Τα περί των χρηματοδοτήσεων, υποκινήσεων, συνέργιας, συνοδοιπορίας, κτλ, γύρω από το σχέδιο Αναν ίσως μας δώσει αρκετά στοιχεία που περιγράφουν τα αίτια των πολλών προβλημάτων της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής αλλά και της ειρήνης-σταθερότητας στην περιοχή μας. Σίγουρα θα μας φωτίσουν αρκετά, επίσης, για τα αίτια της παρακμής των διεθνολογικών σπουδών στην Ελλάδα και στην υπόλοιπη Ευρώπη.
Υστερόγραφο 3.5.2005. Η αναδημοσίευση πιο κάτω του κειμένου του Jonathan Mowat που περιέχει πλήθος links προσφέρει για όποιον ενδιαφέρεται να ερευνήσει περαιτέρω τα ζητήματα αυτά σε συνάρτηση με άλλα στοιχεία που παρατίθενται σε άλλα σημεία της ιστοσελίδας.