Η έκθεση-καταπέλτης της Ακαδημίας Αθηνών στό Παρόν, στις 18.3.2007)

ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΣΗΜΑΝΤΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ

-Η έκθεση-καταπέλτης της Ακαδημίας Αθηνών

http://www.paron.gr/v3/new.php?id=13019&colid=37&catid=33&dt=2007-03-18%200:0:0
18/03/2007, ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ

ΚΑΤΑΠΕΛΤΗΣ η Ακαδημία

Απέρριψε ως ανιστόρητο το βιβλίο

Αποκλείει τη λύση των διορθώσεων

Σημείο προς σημείο καταγράφονται τα ιστορικά εγκλήματα που διέπραξαν οι «ιστορικοί… χωρίς ιστορική κρίση», όπως χαρακτηρίζουν τους συντάκτες του βιβλίου οι ακαδημαϊκοί

Τρισχειρότερο το βιβλίο του δασκάλου

Η συμφωνία Γιώργου – Τζεμ οδήγησε στην παραχάραξη της ιστορίας μας

Η υπουργός Παιδείας ζήτησε γνωμοτόδοση από την Ακαδημία Αθηνών για να έχει στη διάθεσή της μια έγκυρη γνώμη από το
κορυφαίο πνευματικό ίδρυμα της χώρας και να αντιμετωπίσει «τη διόρθωση των λαθών» που υπάρχουν στο περιβόητο βιβλίο
Ιστορίας της ΣΤ΄ Δημοτικού.

Έσπευσε μάλιστα να παραδεχθεί στη Βουλή την ύπαρξη λαθών αλλά και να δηλώσει πάλι ότι δεν προτίθεται να αποσύρει το βιβλίο. Η υπουργός Παιδείας εκτίθεται επικίνδυνα με τη στάση της αυτή. Το εν λόγω βιβλίο δεν φαίνεται να σηκώνει οποιαδήποτε διόρθωση. Η γνωμοδότηση της Ακαδημίας, παρά το γεγονός ότι καταβάλλει προσπάθεια να είναι ήπια και συγκρατημένη, αποτελεί πραγματικό καταπέλτη για το βιβλίο, από την αρχή ως το τέλος.

Σε κάθε μάλιστα επίπεδο: επιστημονικό, παιδαγωγικό, δεοντολογικό. Το τελευταίο σε σχέση με τις επιταγές του Συντάγματος και του Γενικού Σχεδίου Εκπαιδευτικής Πολιτικής.
Το «ΠΑΡΟΝ» κατόρθωσε να εξασφαλίσει για τους αναγνώστες του το πλήρες κείμενο της γνωμοδοτήσεως. Το δημοσιεύει ολόκληρο για να σχηματίσει ο καθένας άποψη γι’ αυτό το σκανδαλώδες βιβλίο που έγινε προσπάθεια να παρουσιασθεί από τους συγγραφείς και τους συνηγόρους και απολογητές τους ως δήθεν καρπός νέων επιστημονικών και παιδαγωγικών μεθόδων! Το κείμενο της Ακαδημίας αναλύει ψυχρά και συστηματικά το βιβλίο, ενότητα προς ενότητα και εκφέρει κρίσεις και παρατηρήσεις που πραγματικά καταπλήσσουν. Θέτουν μάλιστα το ερώτημα ποιοι, πώς και γιατί ανέθεσαν τη συγγραφή του βιβλίου αυτού σε άτομα που δεν έχουν τις βασικές επιστημονικές και παιδαγωγικές γνώσεις και τη συγγραφική εμπειρία γι’ αυτό το έργο και διαπνέονται επιπλέον από ιδεολογίστικες σεκταριστικές απόψεις και ιδεολογήματα που φθάνουν στο σημείο να εξωραΐζουν την Τουρκοκρατία, να αποσιωπούν τις κορυφαίες στιγμές των εθνικών αγώνων και να βλέπουν στο πρόσωπο των ελλήνων βλάχων Ρουμάνους στη Μακεδονία; Παραθέτουμε ολόκληρο το κείμενο.

ΚΡΙΤΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ
ΣΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΗΣ
ΕΚΤΗΣ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ
(2η μορφή, 8 Μαρτίου 2007)

Α. ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ
ΚΑΙ ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ
Η Ακαδημία Αθηνών προβαίνει στη διατύπωση κριτικών παρατηρήσεων στο βιβλίο ιστορίας της έκτης δημοτικού βάσει αντικειμενικών κριτηρίων. Ως τοιαύτα λαμβάνει 1) τον βαθμό συμμόρφωσής του με το άρθρο 16, παρ. 2 του Συντάγματος και το Διαθεματικό Ενιαίο Πλαίσιο Προγραμμάτων Σπουδών Ιστορίας, 2) τον βαθμό συμμόρφωσής του με τους κανόνες της ιστοριογραφίας προσαρμοζομένους στις συνθήκες σχολικού βιβλίου της 6ης δημοτικού, σύμφωνα με τις αντιλήψεις αντιλήψεις της εποχής μας 3) τις διάφορες πραγματολογικές αδυναμίες του και 4) μερικές παιδαγωγικές αδυναμίες του.

Το Βιβλίο του Δασκάλου (ΔΣ) ελήφθη επίσης υπόψη.
1. Το Σύνταγμα ορίζει (άρθρο 16, παρ. 2) ότι το Κράτος έχει ως βασική αποστολή του την ανάπτυξη της εθνικής συνείδησης των Ελλήνων [Δ. Σ. και Τ. Π. Β.]. Προς τούτο προσφέρεται κατ’ εξοχήν το μάθημα της ιστορίας, άλλωστε οι περισσότερες από τις προδιαγραφές του ΔΕΠΠΣΙ, εκτός του ότι υπαγορεύονται από προφανείς λόγους ιστορικής γνώσεως, εμπνέονται επίσης από την ανωτέρω συνταγματική επιταγή. Για όλους αυτούς τους λόγους θεωρήσαμε καθήκον μας να ελέγξουμε εάν το υπό κρίση βιβλίο συμμορφώνεται με αυτήν και τις σύμφωνες με αυτήν εξειδικευμένες διατάξεις του ΔΕΠΠΣΙ, χωρίς βέβαια να παραποιεί την ιστορία (κατά παράβαση της γενικής επιστημονικής δεοντολογίας και της ειδικής ιστοριογραφικής) και να καλλιεργεί στους μαθητές αρνητικά συναισθήματα εναντίον λαών, με τους οποίους οι Έλληνες συγκρούσθηκαν κατά το παρελθόν (σ’ αντίθεση με το πνεύμα της εποχής μας, που ενστερνίζεται και η σημερινή ελληνική κοινωνία). Γενικώς διαπιστώσαμε ότι οι συγγραφείς του βιβλίου, στο ίδιο μεν δεν επέδειξαν την επιβαλλομένη μέριμνα (βλ. 0.0.0.,….), αλλά στο ΒΔ είναι προσεκτικότεροι. Κατά την κρίση μας, η ανάπτυξη της εθνικής συνειδήσεως πρέπει να γίνεται όχι μόνον διά των δασκάλων, σύμφωνα με τις οδηγίες του σχετικού βοηθήματος, αλλά και διά του βιβλίου που διαβάζουν οι μαθητές, δεδομένου ότι, πρώτον, η μάθηση εξυπηρετείται περισσότερο με την ανάγνωση παρά με την άκρη και, δεύτερον, ένα βιβλίο προσφέρεται σε επανειλημμένες αναγνώσεις. Εννοείται ότι πρέπει να υπάρχει μελετημένος συντονισμός μεταξύ του διδακτικού βιβλίου και του βιβλίου για τον δάσκαλο.
2. Ένα σχολικό βιβλίο ιστορίας πρέπει, πρώτα, να είναι ένα επιμελημένο κείμενο, δεύτερον, να μην αποκλίνει από τους ιστοριογραφικούς κανόνες, τρίτον να ελκύει τους μαθητές και, τέταρτον, να κερδίζει την εμπιστοσύνη των ίδιων, των μελών της οικογενείας τους, των δασκάλων, αλλά και των ενδεχομένων τυχαίων αναγνωστών. Το υπό κρίση βιβλίο είναι ελαττωματικό από όλες τις ανωτέρω απόψεις. Το κείμενο έχει διάφορες αδυναμίες, όπως ασάφειες (βλ. 0.0.0 -), απροσεξίες (βλ. 0.0.0….), αντιφάσεις (βλ. 0.0.0.-), Ιστοριογραφικές αδυναμίες. Οι αδυναμίες των ανωτέρω κατηγοριών δεν διεγείρουν το ενδιαφέρον του αναγνώστη, αντιθέτως κλονίζουν την εμπιστοσύνη του.
3. Μερικές από τις πραγματολογικές παρατηρήσεις μας είναι εκτενείς. Τούτο όχι επειδή κρίνουμε ότι όλα όσα επισημαίνουμε πρέπει να ενταχθούν στο κείμενο ενός σχολικού βιβλίου της 6ης δημοτικού, αλλά για να γίνουμε σαφείς.
4. Σύντομη κριτική του ΒΔ

Β. ΕΙΔΙΚΕΣ
ΠΡΑΓΜΑΤΟΛΟΓΙΚΕΣ
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ
ΚΑΤ’ ΕΝΟΤΗΤΕΣ
1η Ενότητα: Η Ευρώπη στα
νεότερα χρόνια

1.1.0. ΠΑΡΑΛΕΙΨΕΙΣ

1.1.1 Ο όρος «Αναγέννηση» μένει ένα όνομα χωρίς περιεχόμενο, αφού α) δεν αναφέρεται το γεγονός ότι εκφράζει την ιδέα μιας αναγέννησης αρχαίων (ελληνικών και ρωμαϊκών) ιδεών, αξιών και προτύπων, θ) δεν παρέχονται μερικά στοιχειώδη παραδείγματα και γ) δεν σημειώνονται οι πηγές από τις οποίες αυτό το γεγονός έλαβε τις εμπνεύσεις του: τα αρχαία ελληνικά κείμενα που έφεραν στην Δύση Έλληνες λόγιοι από το Βυζάντιο, οι οποίοι και δίδαξαν την αρχαία ελληνική γλώσσα σε λογίους των τόπων όπου εγκαταστάθηκαν.

1.1.2. Στην πραγματεία περί του «Διαφωτισμού» δεν δηλώνεται ότι οι πηγές από τις οποίες αυτός εμπνεύσθηκε τις ιδέες του ορθού λόγου και της ελευθερίας είναι αρχαίες ελληνικές.
1.1.3 Σελ. 1: Στον χάρτη της σελ. 1 δεν μνημονεύεται η Βενετία, σημαντική δύναμη που εξουσίαζε πολλά ελληνικά εδάφη [Π. Β.].
1.1.4. Τυπογραφία: Η εκτύπωση βιβλίων με τη χρήση κινητών μεταλλικών στοιχείων (σελ. 2). Για την ακρίβεια, δεν θα έπρεπε να προστεθεί ότι τα στοιχεία ήταν αρχικώς ξύλινα; [Π. Β.]
1.2.0. ΑΠΡΟΣΕΞΙΕΣ, ΛΑΘΗ
1.2.1. Η διατύπωση, στη σελ. 1 «Η εποχή αυτή είναι τόσο σημαντική, που οι ιστορικοί την ονομάζουν Νεότερη εποχή είναι ακατανόητη [Π. Β.]. Δεν θα ήταν, εάν οι συγγραφείς έδιναν τη σωστή σημασία της: Αμέσως μετά την Αναγέννηση ένας λόγιος, ο Cellarius (με χαρακτηριστικά εκλατινισμένο το γερμανικό όνομά του), χώρισε την ιστορία σε τρεις εποχές: Αρχαιότητα, Μέσοι αιώνες, Νέα εποχή.
1.2.2. Σελ. 2: Βησσαρίωνας. Σελ. 3: Βησσαρίων. [Π. Β. Π.]
1.2.3. Σελ. 5: τελευταίοι στίχοι: το πολύτιμο αυτό υλικό. Ποιο υλικό; [Π. Β.]. Πρέπει να γίνει σαφές αν πρόκειται για τα στοιχεία που αφορούν στους ιθαγενείς πολιτισμούς ή για το χρυσάφι.
1.2.4. Σελ. 11: Κάθε κυριαρχία πηγάζει από το έθνος. Διάβαζε κάθε εξουσία πηγάζει από το έθνος. [Π. Β.]
1.2.5. Στή σελ. 13 γράφεται ότι η Κα ντε Γκουζ έζησε από το 1478 μέχρι το 1793 [Π.Β]. Γράφε: 1748-1793.

2η Ενότητα:
Οι Έλληνες κάτω από
ξένη κυριαρχία.

2.1.0. ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ ΤΟΥ ΔΕΠΠΣΙ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΦΑΡΜΟΖΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟ
ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ
ΤΟΥ ΜΑΘΗΤΗ
(διατηρούνται οι επίσημες διατυπώσεις):
2.1.1. Δεν οδηγεί στην κατανόηση εκ μέρους των μαθητών των εννοιών «σκλαβιά», «τουρκοκρατία», «παιδομάζωμα», «εξισλαμισμός», «θρύλος», «παραδόσεις».
2.1.2 Δεν διακρίνει τους λόγους που οδήγησαν τον Σουλτάνο να δώσει προνόμια στην Εκκλησία και άλλους ελληνικούς οργανισμούς, καθώς και τις συνέπειές τους.
2.1.3. Δεν γνωρίζει στους μαθητές τις υποχρεώσεις και τους περιορισμούς που επιβλήθηκαν στους υποδούλους και τις ταπεινώσεις που αυτοί υφίσταντο.
2.1.4. Δεν κάνει τους μαθητές να κατανοήσουν τις διαφοροποιήσεις που υπήρχαν ή που διαμορφώθηκαν σε κάποιες κοινότητες.
2.1.5. Δεν κάνει τους μαθητές να εκτιμήσουν τον ρόλο των θρύλων, των παραδόσεων και των συμβολισμών στη διατήρηση της ιδιαιτερότητας των Ελλήνων (πβ. 2.4.1).
2.1.6. Δεν προκαλεί τον θαυμασμό των μαθητών για τον ηρωισμό των Σουλιωτισσών.
2.1.7. Δεν γνωρίζει στους μαθητές τα σημαντικότερα από τα κινήματα που έκαναν οι Έλληνες για να ανακτήσουν την ελευθερία τους (πλην αναφοράς στα Ορλωφικά) και τις αιτίες της αποτυχίας τους. [Πρβλ. ΒΔ. 43-45]
2.1.8. Δεν έχει τις προβλεπόμενες θεματικές ενότητες «Οι Έλληνες εκφράζουν τους καημούς και τις ελπίδες τους» (πβ. 2.1.7, 2. 4.1), «Σούλι, Μάνη, Σφακιά» (πβ. 2.4.1), «Εξεγέρσεις των Ελλήνων» (πβ. 2.4.1).
2.1.9. Η πραγματεία της θεματικής ενότητας «Οι ελληνικές κοινότητες και η οργάνωση τους» είναι ελλιπής και όχι ουσιαστική (πρβλ. πιο πάνω)
Σημείωση: Μερικές από τις ανωτέρω παραλείψεις διορθώνονται στο ΒΔ. Ερωτάται όμως εάν αυτό είναι σύμφωνο με το πνεύμα του ΔΕΠΠΣΙ, καθώς και εάν είναι παιδαγωγικώς αποτελεσματικό.

2.2.0. ΑΛΛΕΣ ΠΑΡΑΛΕΙΨΕΙΣ
Δεν θίγεται ένα από τα σημαντικότερα θέματα αυτής της ιστορικής περιόδου: η βαθμιαία αναβίωση της ελληνικής αυτογνωσίας έπειτα από ένα διάλειμμα δεκαπέντε αιώνων. Υπενθυμίζουμε τα βασικά δεδομένα, όχι γιατί πρέπει να μνημονευθούν σε ένα βιβλίο του δημοτικού σχολείου, αλλά επειδή οι συγγραφείς φαίνεται να τα αγνοούν. Το 1453 οι ελληνόφωνοι αυτοπροσδιορίζονται γενικά ως Ρωμαίοι (αρχίζοντας από τους πρώτους μεταχριστιανικούς αιώνες, όταν έλαβαν την ιδιότητα του Ρωμαίου πολίτη). Οι Οθωμανοί, που δεν είχαν μια έννοια ανάλογη με το «έθνος», τους κατατάσσουν θεσμικά σ’ ένα από τα «μιλιέτ» (θρησκευτική ομάδα): εκείνο των Ρουμ (=Ρωμαίων), η οποία όμως περιλαμβάνει όλους τους Ορθοδόξους της αυτοκρατορίας, ποιμενομένους από τα 4 Πατριαρχεία. Έτσι οι ελληνόφωνοι πληθυσμοί των δύο μεγάλων χερσονήσων, της Βαλκανικής και της Μικρασιατικής, είναι για μεν την κρατική διοίκηση «Ρουμ», όπως και οι υπόλοιποι Ορθόδοξοι υπήκοοι του Σουλτάνου, για δε τους ίδιους «Ρωμιοί». Η αναβίωση της ελληνικής αυτογνωσίας συντελείται με βραδύτατο βαθμό. Υπενθυμίζοντας απλώς ότι αυτό το φαινόμενο άρχισε σε ατομικό επίπεδο ήδη προ της αλώσεως, επισημαίνουμε ότι διαδόθηκε, αλλά πάντοτε στο ίδιο επίπεδο, πρώτα μεταξύ των Ελλήνων λογίων, που μετανάστευσαν στη Δύση, έπειτα μεταξύ των Ελλήνων μεταναστών, αργότερα στους Έλληνες της οθωμανικής αυτοκρατορίας που σπούδαζαν σε ευρωπαϊκά πανεπιστήμια. Μεταξύ όλων αυτών διαδίδεται ως εθνικό όνομα των Ελλήνων, νωρίτερα και ευρύτερα ο όρος «Γκραικοί», αργότερα ο όρος «Έλληνες». Σε συνάφεια με αυτή την εξέλιξη αναπτύσσεται ενδιαφέρον για την ελληνική αρχαιότητα, φαινόμενο απεικονιζόμενο και διαδιδόμενο διά μέσου βιβλίων, όπως του Γ. Κονταρή, Ιστορίαι παλαιαί και νέαι και πάνυ ωφέλιμοι της περίφημου πόλεως Αθήνης, 1676, και άλλα. Επίσης μεταφράζονται ξένα βιβλία με αρχαία ελληνικά θέματα. Όλα αυτά μνημονεύονται στη βιβλιογραφία, και μάλιστα με σχόλια από τις ειδικές μελέτες. Κατά τις τελευταίες δεκαετίες πριν από τη Μεγάλη Επανάσταση η ελληνική αυτογνωσία έχει διαδοθεί πέραν των μορφωμένων. Υδραίοι και Σπετσιώτες δίνουν στα πλοία τους ονόματα αρχαίων Ελλήνων. Σε κείμενα της Επαναστάσεως υπάρχουν αναφορές στην ελληνική αρχαιότητα, αλλά και στο Βυζάντιο.

2.2.2. Άλλο σπουδαίο ιστορικό θέμα της εποχής, ανεξαρτήτως της εθνικής σημασίας του, είναι η επιβίωση των Ελλήνων, εν μέσω δυσμενών συνθηκών. Και αυτό αγνοείται από το υπό κρίση βιβλίο. Αλλά τα σχετικά στοιχεία υπάρχουν στη βιβλιογραφία. Σε σχέση με τις δυσμενείς συνθήκες υπενθυμίζουμε συνοπτικά ότι ναι μεν η νομοθεσία του κυριάρχου ανεχόταν την ύπαρξη Χριστιανών (και Εβραίων), από την άλλη όμως μεριά τούς απωθούσε μακρυά από τις παραγωγικότερες γαίες, περιόριζε τα δικαιώματά τους και δεν τους προστάτευε από αυθαιρεσίες τοπικών αρχόντων και απλών μελών της κυρίαρχης κοινότητας. Συχνά εκδηλώνονταν μαζικές επιθέσεις και αναγκαστικοί εξισλαμισμοί, που περιόριζαν αριθμητικώς τους ελληνικούς πληθυσμούς. Έτσι π.χ. περί το 1685 ο ελληνικός πληθυσμός της Πελοποννήσου είχε συρρικνωθεί πολύ κάτω των 100.000 (απογραφή πληθυσμού κατά τη σύντομη βενετοκρατία). Σε σχέση με τους παράγοντες που επέτρεψαν στους υπόδουλους Έλληνες, αρχικώς μεν να επιβιώσουν στη δε συνέχεια να ανακτήσουν δυνάμεις και να απελευθερωθούν, τα διαθέσιμα στοιχεία δημιουργούν την εξής γενική εικόνα (για να μην εκταθούμε σε λεπτομέρειες). Ο υπόδουλος Ελληνισμός κατορθώνει να αναπτύξει άμυνα και επιθετικότητα. Από αυτή τη σκοπιά η ιστορία των Ελλήνων επί τουρκοκρατίας είναι μια περίπτωση ενός γενικοτέρου ιστορικού φαινομένου: Το ιστορικό γίγνεσθαι συντελείται διά της συνεχούς αντιπαραθέσεως «προκλήσεων» και «απαντήσεων» και επιβιώνει όποιος οργανισμός «απαντά» επιτυχώς. Στην περίπτωση που μας ενδιαφέρει ο Ελληνισμός «απαντά» επιτυχώς στις «προκλήσεις» που δέχεται από τον επικυρίαρχο σε ποικίλα κλιμάκια (από την κάθε τοπική κοινωνία έως το «γένος», δηλ. το έθνος), σε ποικίλα πεδία (από το οικονομικό έως το ιδεολογικό), καθώς και στην παραγωγή ηγεσίας. Ο Ελληνισμός εκμεταλλεύεται τα κενά και τις αδυναμίες που εμφανίζει η Οθωμανική διοίκηση, για να ανασυγκροτηθεί και κερδίζει διαρκώς έδαφος. Ο συσχετισμός δυνάμεων μεταβάλλεται διαρκώς προς όφελος των Ελλήνων. Η Μεγάλη Επανάσταση ξεσπάει και επιτυγχάνει σε μια ιστορική στιγμή που συνδυάζει εξασθένηση του επικυριάρχου και ενίσχυση του Ελληνισμού, ιδίως σε αποφασιστικότητα, ιδεολογική ωριμότητα, πλήθος και ικανότητες πολεμικών δυνάμεων κατά ξηρά και θάλασσα, εμπειρία πολιτικών και στρατιωτικών ηγετών. Η έμπειρη πολιτική ηγεσία της Μεγάλης Επανάστασης είχε προκύψει μέσα από τους θεσμούς αυτοδιοίκησης (κοινότητες και ανώτερα κλιμάκια) και τη διακυβέρνηση της Βλαχιάς και της Μολδαβίας (Φαναριώτες). Χαρακτηριστική είναι η ακόλουθη διαπίστωση: έως και την επανάσταση του 1770 τα κινήματα δεν δημιουργούσαν πολιτικές κυβερνήσεις (στην επανάσταση του 1770 υπήρξε μία εξαίρεση, που όμως οφειλόταν σε Επτανησίους που αποβιβάσθηκαν στην Ηλεία). Στην επανάσταση του 1821 όμως θα σχηματισθούν αμέσως πολλές τοπικές κυβερνήσεις και θα δημοσιευθούν αντίστοιχα κανονιστικά κείμενα, και λίγο αργότερα θα συνέλθει η πρώτη εθνοσυνέλευση που θα ψηφίσει ένα σύνταγμα δημοκρατικού χαρακτήρα. Ιδού λοιπόν ένα ιστορικό θέμα που πρέπει να θίγεται στα διδακτικά βιβλία μας σε συνδυασμό με τις ελληνικές κοινότητες της προεπαναστατικής εποχής.
2.2.3 Δεν παρουσιάζονται οι πτυχές της τουρκοκρατίας που ήσαν δυσμενείς για τους Έλληνες και συνετέλεσαν σε διαδοχικούς εξισλαμισμούς-αφελληνισμούς και δραματική μείωση του ελληνικού πληθυσμού.
2.2.4. Στα πλαίσια του ιστορικού θέματος περί της ελληνικής απαντήσεως στον ξένο επικυρίαρχο τοποθετούνται μερικά ειδικότερα, αλλά το ίδιο σπουδαία από γενική ιστορική άποψη. Αυτά είναι η στενή διασύνδεση των Ελλήνων με συγκεκριμένη Πίστη και Εκκλησία και η παιδεία τους. Οι Έλληνες ταυτίζονταν τότε ως μέλη της ορθόδοξης Εκκλησίας τόσο υποκειμενικά (αυτοπροσδιορισμός) όσο και από το περιβάλλον, επίσημο και ιδιωτικό. Οι Οθωμανοί δεν διέκριναν έθνη, αλλά «μιλιέτ», θρησκευτικές κοινότητες. Έτσι κατέτασσαν τους Έλληνες στο «μιλιέτ των Ρουμ», επικεφαλής του οποίου αναγνώριζαν τον Οικουμενικό Πατριάρχη (η σχετική αναφορά του βιβλίου, σελ. 18, περιορίζεται στην εξωτερική περιγραφή). Συνέπεια αυτών των αντιλήψεων ήταν το ότι εξισλαμισμός Ελλήνων σήμαινε και απώλεια της εθνικής ταυτότητάς τους -εκτουρκισμό. Οι εκτουρκισμένοι Έλληνες διατηρούσαν για μερικές γενεές την ελληνική γλώσσα, αλλά θεωρούσαν τους εαυτούς τους Τούρκους. Ενώ, αντίθετα, οι γλωσσικά εκτουρκιζόμενοι Έλληνες παρέμεναν μέλη της Ορθόδοξης Εκκλησίας και Ρωμιοί (= Έλληνες). Ορισμένοι κληρικοί πρόσφεραν επίσης παιδευτικό έργο, άλλοι ηγούνταν επαναστατικών κινημάτων. Και οι μεν και οι δε αναφέρονται από πηγές και έχουν απασχολήσει την έρευνα. Εν τούτοις το υπό κρίση βιβλίο αγνοεί το πρώτο από αυτά τα θέματα και αναφέρεται ανεπαρκώς στο δεύτερο.
2.2.5. Σχετικά με αυτό υπενθυμίζουμε ότι η παιδεία καλύπτει σχολεία και βιβλία. Αλλά το υπό κρίση βιβλίο δεν κάνει καμία μνεία ελληνικών τυπογραφείων (Βενετία από το 1493 και έπειτα, με μικρές διακοπές, άλλες πόλεις, όπως Κωνσταντινούπολη, Ιάσιο, Βουκουρέστι, Βιέννη, Μοσχόπολη, Σμύρνη, κατά διαστήματα), πλήθους εκδοθέντων βιβλίων (μεταξύ του 1496 και του 1821 δημοσιεύθηκαν σχεδόν 9.000 ελληνικά βιβλία, κυκλοφορίας έργων σε χειρόγραφα (επί πλέον των εντύπων κυκλοφορούσαν ανά τον ελληνικό κόσμο και πολλά χειρόγραφα κείμενα). Ως προς τα σχολεία, επισημαίνουμε μερικές ελλείψεις ενδεικτικά: Δεν μνημονεύονται τα κυριότερα από τα ελληνικά σχολεία εντός της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και εκτός αυτής, όπου ακμαίες ελληνικές κοινότητες (Ουγγαρία, Ρουμανία). Δεν αναφέρεται το γεγονός ότι πολλά από τα ελληνικά σχολεία ιδρύθηκαν και συντηρήθηκαν από ευεργέτες.

2.2.6. Άλλο σημαντικό θέμα της εποχής, οι ελληνικές παροικίες του εξωτερικού, προσεγγίζεται ανεπαρκώς από το υπό κρίση βιβλίο. Αυτό αγνοεί, μεταξύ άλλων, ότι στο σημερινό έδαφος της Ουγγαρίας δημιουργήθηκαν πολλές δεκάδες ακμαίων ελληνικών κοινοτήτων. Συνεπώς θα έπρεπε να σημειώνονταν στον χάρτη της σελ. 29 μερικά ακτινωτά βέλη γύρω από τη Βουδαπέστη.
2.2.7. Η αναφορά στο σχέδιο του Ρήγα (σελ. 34) είναι ελλιπής: παραλείπεται η μνεία των Τούρκων [Κ. Σ. 5]. Αυτή η παράλειψη, εκτός του ότι δημιουργεί μια ανακρίβεια, αφαιρεί από τον Ρήγα μια σημαντική διάσταση της πολιτικής σκέψης του
2.3.0. ΑΝΤΙΦΑΣΕΙΣ
2.3.1. Η διατύπωση «Ξένη κυριαρχία θεωρείτο, η περίοδος της ελληνικής ιστορίας που αρχίζει με την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως από τους Οθωμανούς το 1453 και καταλήγει στην ελληνική επανάσταση του 1821» (σελ. 15) αναιρείται αμέσως με την αρχή του κειμένου της επομένης σελίδας: «Οι Λατίνοι μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης (1204) κυριεύουν βυζαντινά εδάφη…». Καλύτερα: Ξένες κυριαρχίες.
2.3.2. Οι πληροφορίες για τα χρονικά όρια της ξένης κυριαρχίας της σελ. 16 συγκρούονται με εκείνες της σελ. 15.
2.4.0. ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΠΑΡΑΛΕΙΨΕΩΝ, ΑΠΡΟΣΕΞΙΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΑΔΥΝΑΜΙΩΝ.
2.4.1. Ο συνδυασμός των ανωτέρω δύο διατυπώσεων (2.3.1 και 2.3.2) σημαίνει ανακριβώς ότι τα βυζαντινά εδάφη που κατακτήθηκαν από τους Λατίνους το 1204 δεν ήσαν ελληνικά.
2.4.2. Η διατύπωση που λέει ότι η περίοδος της ξένης κυριαρχίας στα πλαίσια της ελληνικής ιστορίας λήγει το 1821 σημαίνει για τον αναγνώστη ανακριβώς ότι μετά το 1821 δεν υπάρχουν πια Έλληνες κυριαρχούμενοι από ξένα κράτη και κατά συνέπεια ότι Έλληνες ήσαν μόνο όσοι περιλαμβάνονταν μέσα στα όρια των επαναστατημένων περιοχών του έτους 1821.
2.4.3. Η επιλογή του έτους 1453 ως αρχής της ιστορικής περιόδου και ο τίτλος Οι Έλληνες κάτω από ξένη κυριαρχία ορίζονται από το αρμόδιο Πρόγραμμα Σπουδών. Ο δε συνδυασμός τους δεν δημιουργεί κανένα πρόβλημα. Τα γραφόμενα όμως στο βιβλίο προς εξήγηση της φράσεως «αρχή ξένης κυριαρχίας» συγκρούονται με την ιστορική πραγματικότητα (η περίοδος ξένης κυριαρχίας αρχίζει το 1204 και -με την εξαίρεση των μειονοτήτων που νομικά ανήκουν σε άλλη κατηγορία- λήγει το 1948, οπότε περιήλθαν στην Ελλάδα τα Δωδεκάνησα), [βλ όμως ΒΔ 32]. Αλλά και μόνον για την αρχή της τουρκικής κυριαρχία επί ελληνικών πληθυσμών, έχουμε πλήθος χρονολογιών μεταξύ της καταλήψεως της Μ. Ασίας από τους Σελτζούκους Τούρκους, το 1081, μέχρι της καταλήψεως της Τήνου από την Οθωμανική αυτοκρατορία, το 1715. Ένα σχολικό βιβλίο της 6ης δημοτικού δεν αντέχει βέβαια στον όγκο όλων των σχετικών πληροφοριών. Όταν όμως παρουσιάζει μερικές από αυτές, δίνει λανθασμένα μηνύματα. Επιπλέον τούτου οι πληροφορίες του βιβλίου σε διάφορες σελίδες είναι ασταθείς και οδηγούν σε σύγχυση, απώλεια πολύτιμου χρόνου και εξασθένηση της εμπιστοσύνης μαθητών και διδασκόντων στο διδακτικό βιβλίο. Όλη αυτή η εμπλοκή και οι συνέπειές της θα αποφεύγονταν εάν το βιβλίο έλεγε απλώς: «Μετά τό 1453 συνεχίζονται οι ξένες κυριαρχίες, που άρχισαν παλαιότερα και ολοκληρώνονται σε λίγο με την κατάκτηση από τους Τούρκους των τελευταίων ελευθέρων ελληνικών περιοχών, της Πελοποννήσου, το 1461, και του Πόντου, το ίδιο έτος».
2.5.0. ΑΔΕΞΙΟΤΗΤΕΣ
2.5.1. Είδαμε πιο πάνω ότι οι συγγραφείς δεν συμμορφώθηκαν με τις διατάξεις του οικείου «Προγράμματος» που ζητούν τη σύνταξη ειδικών θεματικών ενοτήτων. «Οι Έλληνες εκφράζουν τους καημούς και τις ελπίδες τους», «Σούλι, Μάνη, Σφακιά», «Εξεγέρσεις των Ελλήνων» (2.1.8), καθώς και να εκτιμήσουν τον ρόλο θρύλων, παραδόσεων και συμβολισμών στη διατήρηση της ιδιαιτερότητας των Ελλήνων (2.1.5). Προσπάθησαν όμως εκ των ενόντων να δημιουργήσουν την εντύπωση ότι συμμορφώθηκαν προς τις ανωτέρω διατάξεις του προγράμματος παραθέτοντας μερικές βιαστικές μνείες των τίτλων, και μόνον αυτών, των θεματικών ενοτήτων που παρέλειψαν, στις σελ. 32 και 34. Αλλά τα εκεί γραφόμενα είναι ελλιπή, παραμορφωτικά και ανούσια και οι μεταξύ τους συσχετισμοί ασαφείς, συχνά μάλιστα ακατανόητοι. Επιπλέον έχουν λάθη (π.χ. οι όροι ελεύθερη και αυτονομία λαμβάνονται ως ταυτόσημοι).
2.6.0. ΑΠΡΟΣΕΞΙΕΣ, ΛΑΘΗ
2.6.1. Σελ. 15: Κατοχή ελληνικών περιοχών από τους Λατίνους, τους Βενετούς και τους Φράγκους. Οι Φράγκοι και οι Βενετοί ήταν μέρη των Λατίνων [Π. Β.]
2.6.2.. Σελ. 23: «έως τριάκοντα επαρχίας περιήλθαν…»: διάβαζε περιήλθον. [Π. Β.]
2.6.3. Σελ. 25, εικ. 2.25: Αντί Ντοντβειλ διάβαζε Ντόντουελ. [Π. Β.]
2.6.4.. Σελ. 26, εικ. 2.27: Αντί στις αρχές διάβαζε των αρχών, [Π. Β.]
2.6.5. Στον χάρτη της σελ. 29 η Λιψία έχει τοποθετηθεί λανθασμένα στον άξονα από Μόναχο προς Άμστερνταμ. Στην πραγματικότητα βρίσκεται στη Σαξωνία (νότος της Α. Γερμανίας).
2.6.6. Στη σελ. 36 γράφεται ότι για την Πελοπόννησο «η ξένη κυριαρχία ξεκινάει το 1453». Στην πραγματικότητα έχουμε: Λατινική κυριαρχία 1204 κ.εξ. (τέλος διαφορετικό για επιμέρους περιοχές που απελευθερώνονται), Οθωμανική κυριαρχία 1461-1685/1687 (πλην ορισμένων περιοχών που μένουν βενετικές. Βενετική κυριαρχία 1685/1687-1715, Οθωμανική κυριαρχία 1715-1821.
3η Ενότητα:
Η Μεγάλη Επανάσταση

3.1.0. ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ ΤΟΥ ΔΕΠΠΣΙ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΦΑΡΜΟΖΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΤΟΥ ΜΑΘΗΤΗ (βλ. όμως ΒΔ σελ. 46) Οι αποκλίσεις του βιβλίου του μαθητή από τους στόχους και τις θεματικές ενότητες που ορίζει το ισχύον Ενιαίο Πλαίσιο Προγραμμάτων είναι και εδώ γενικευμένες και κραυγαλέες. Οι περισσότεροι στόχοι δεν επιτυγχάνονται, με ολέθριες συνέπειες σε όλα τα πεδία: της γνώσης σημαντικών ιστορικών γεγονότων της ελληνικής επαναστάσεως, της κατανόησης της ιστορίας, της πατριωτικής και ηθικής διαπαιδαγώγησης. Αποκλίσεις παρατηρούνται επίσης ως προς τις οριζόμενες θεματικές ενότητες.

3.2.0. ΑΛΛΕΣ ΠΑΡΑΛΕΙΨΕΙΣ
Και σ’ αυτή την ενότητα παρατηρούνται πολλές ελλείψεις. Μεταξύ άλλων
3.2.1. Δεν μνημονεύονται η ουσία, η ιδεολογία και οι σκοποί της Μεγάλης επανάστασης, σύμφωνα με τους ίδιους τους επαναστάτες [πρβλ. Δ.Β.], και δεν παρατίθενται σχετικά αποσπάσματα από τις πρώτες επαναστατικές διακηρύξεις, από κείμενα συνταγμάτων και από απομνημονεύματα αγωνιστών καθώς και αναφορές στην αρχαία Ελλάδα και το Βυζάντιο, από τις ίδιες πηγές [πρβλ. Β.Δ. 53].
3.2.2. Δεν μνημονεύονται σοβαρές επιχειρήσεις όπως π.χ., η εισβολή και καταστροφή του Δράμαλη. [πρβλ. όμως ΒΔ 50]
3.2.3. Δεν αναφέρεται το γεγονός ότι ο αιγυπτιακός στρατός ήταν τακτικός, οργανωμένος και γυμνασμένος κατά τα ευρωπαϊκά πρότυπα από μισθοφόρους, τέως αξιωματικούς του Ναπολέοντος, και ότι, κατά συνέπεια, οι ελληνικές δυνάμεις βρέθηκαν μπροστά σε ένα τύπο στρατού και ένα τύπο τακτικής που αγνοούσαν. Όθεν η κάμψη τους.
3.2.4. Δεν αναφέρεται η ηρωική αντίσταση της Σάμου στην τουρκική επίθεση και η επακολουθήσασα συντριπτική νίκη του ελληνικού στόλου κατά του τουρκικού, τον Αύγουστο του 1824. Πρόκειται για γεγονός αξιομνημόνευτο όχι μόνον καθαυτό, αλλά και γιατί σημειώθηκε μετά την άφιξη του αιγυπτιακού στόλου στο Αιγαίο και τις καταστροφές Κάσου και Ψαρών.
3.2.5. Παρασιωπάται επίσης η ηρωική αντίσταση των Πελοποννησίων υπό τον Κολοκοτρώνη κατά των Αιγυπτίων.
3.2.6. Η λέξη «κυβερνήτη» δε γράφεται με μαύρα γράμματα ούτε ερμηνεύεται στο γλωσσάριο (σελ. 60), όπως γίνεται κανονικά σ’ αυτό το βιβλίο για λέξεις άγνωστες ή με ειδική σημασία
3.2.7. Σελ. 40: Δεν αναφέρεται ότι ο Καποδίστριας ήταν Κερκυραίος ευγενής. [Π. Β.]
3.2.8. Στη σελ. 42, δεν λέγεται ότι πολέμησαν και μέλη του κλήρου [Κ.Σ. 6], μερικά των οποίων έγιναν θρυλικά (π.χ. Αθανάσιος Διάκος, Παπαφλέσσας).
3.2.9. Σελ. 46: {—-} «οπότε και σκοτώνεται ο ίδιος ο Καραϊσκάκης». [Κ. Σ. 7]
3.2.10. Σελ. 46: Δεν αναφέρεται ότι ο Ιμπραήμ ήταν γιος του Μωχάμετ Αλυ. [Π. Β]
3.1.11. Σελ. 54: Αφιερώνονται στο θέμα 22 γραμμές, χωρίς να υπάρχει αναφορά στα κίνητρα του φιλελληνισμού: στο ρεύμα, συγκεκριμένα, του φιλελευθερισμού που εκφράζει ρωμαλέα η ελληνική επανάσταση, στη διάκριση μεταξύ Χριστιανών και «βαρβάρων» και στις παρορμήσεις του Κλασικισμού και του Ρομαντισμού. [Κ. Σ..8.]
3.3.0. ΣΥΝΘΕΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΕΣ ΑΔΥΝΑΜΙΕΣ.
Η όλη σύνθεση δεν έχει σαφείς άξονες (κεντρικό και δευτερεύοντες) ούτε σταθερή διόρθωση, π.χ.
3.3.1. Για να διακριθούν περίοδοι πολεμικών επχειρήσεων, χρησιμοποιούνται όχι ένας γνώμων, αλλά δύο: πρωτευόντως, ένας χρονολογικός, βάσει του οποίου διακρίνονται περίοδοι 1821-1824 και 1825-1827, και, δευτερευόντως, ένας ουσιαστικός, που είναι η παρέμβαση του αιγυπτιακού πολεμικού μηχανισμού. Η αρχή αυτής της παρεμβάσεως χρονολογείται λανθασμένα το 1825, όταν έγινε η απόβαση του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο, αντί των μέσων του 1824, όταν ο αιγυπτιακός στόλος εμφανίστηκε στο Αιγαίο, καταστρέφοντας την Κάσο. Μια ορθή και παραγωγική διάρθρωση θα επέλεγε ένα μόνο γνώμονα, και αυτόν ουσιαστικό, άρα όχι μιά αλλαγή έτους, αλλά την αιγυπτιακή παρέμβαση που επιφέρει μεταβολή στον συσχετισμό δυνάμεων,
3.4.0. ΑΠΡΟΣΕΚΤΕΣ ΔΙΑΤΥΠΩΣΕΙΣ
Π.χ.
3.4.1. Στη σελ. 44, η διατύπωση που αρχίζει «Τον Μάρτιο του 1821….» και τελειώνει «της Κάσου και των Ψαρών» σημαίνει, συνειδητά ή ασυνείδητα, ότι η τουρκική αντίδραση στην έναρξη της ελληνικής επανάστασης κατέστρεψε μέσα στο έτος 1821 τη Χίο, την Κάσο και τα Ψαρά. Αλλά η Χίος καταστράφηκε το 1822, τα δύο άλλα νησιά καταστάφηκαν το 1824.
3.5.0. ΛΑΘΗ, ΑΝΑΚΡΙΒΕΙΕΣ,
ΑΝΤΙΦΑΣΕΙΣ.
Π.χ.

3.5.1. «Στις αρχές του 1825 η οθωμανική Πύλη αποφασίζει να αντιμετωπίσει… με τη βοήθεια των αιγυπτιακών στρατευμάτων» (σελ. 46). Στην πραγματικότητα αυτή η απόφαση ανάγεται πολλούς μήνες νωρίτερα και το καλοκαίρι του 1824 αιγυπτιακός στόλος δρα στο Αιγαίο (Κάσος) και αιγυπτιακά στρατεύματα αποβιβάζονται στην Κρήτη.
3.5.2. Στη φράση «και ο Ιμπραήμ τελικά καταπνίγει την επανάσταση στην Πελοπόννησο» (Σελ. 46), το ρήμα υπερβάλλει την πραγματικότητα.
3.5.3. 0 Καποδίστριας προσπάθησε να ιδρύσει όχι «ένα ισχυρό κράτος» (σελ. 60), αλλά ένα σύγχρονο κράτος με ισχυρή κυβέρνηση, ικανή να αντιμετωπίσει τις αυθαιρεσίες τοπικών παραγόντων. Η λ. «ισχυρό κράτος» μπορεί να νοηθεί ως στρατιωτικά ισχυρό, γεγονός εξωπραγματικό επί του προκειμένου [πρβλ. ΒΔ 60. Ιετική η παρουσίαση του Καποδίστρια, σελ. 60-62]
3.5.4. Το νόημα της διατύπωσης «οι Μεγάλες Δυνάμεις λαμβάνουν υπόψη και τις εδαφικές διεκδικήσεις της ελληνικής πλευράς» (σελ. 64) δεν είναι σωστό. Ακριβέστερα, οι Δυνάμεις δεν ικανοποίησαν όλες τις εδαφικές διεκδικήσεις (σύγκρινε τους δύο χάρτες της σελ. 65, όπου φαίνεται η μεγάλη διαφορά μεταξύ των διεκδικήσεων της ελληνικής πλευράς και της ικανοποίησής τους).

3.5.5. «Οι περιοχές αυτές θα αποτελέσουν και τα πρώτα σύνορα του νεοσύστατου ελληνικού κράτους» (σελ. 66). Η φράση πάσχει λογικά (τα σύνορα, μία γραμμή μεταξύ ομόρων κρατών, δεν αποτελούν περιοχές, που είναι δισδιάστατες πραγματικότητες) και ουσιαστικά δεν δόθηκε στην Ελλάδα η Σάμος που επαναστάτησε μεταξύ των πρώτων, το 1821, αντιστάθηκε σε όλες τις τουρκικές επιθέσεις και συνέχισε μόνη και μετά τον αποκλεισμό της από το ελληνικό κράτος, έως το 1834, επιτυγχάνοντας μια συμβιβαστική λύση: να γίνει αυτόνομη ηγεμονία).
3.6.0. ΛΑΘΗ
3.6.1. Σελ. 28: Οι παραδουνάβιες ηγεμονίες δεν ήταν γύρω από τον Δούναβη, αλλά μόνο βορείως του ποταμού αυτού. [Π.Β.]
3.6.2. Σελ. 30: Σουλτάνοι δεν υπήρχαν μόνο στην Οθωμανική αυτοκρατορία. [Π.Β.]
3.6.3. Σελ. 50: Π. Π. Γερμανός επίσκοπος Καλαβρύτων!!!! [Π.Β.]

4η ενότητα.
Η Ελλάδα ανεξάρτητο κράτος.
4.1.0. ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ ΤΟΥ ΔΕΠΠΣΙ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΦΑΡΜΟΖΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΤΟΥ ΜΑΘΗΤΗ
Και σ’ αυτό το κεφάλαιο δεν επιτυγχάνονται οι στόχοι που ορίζονται από το οικείο πρόγραμμα.
4.2.0. ΑΛΛΕΣ ΠΑΡΑΛΕΙΨΕΙΣ
4.2.1. Δεν υπάρχει ειδική αναφορά στη θέση και τον ρόλο του Οικουμενικού Πατριαρχείου μεταξύ του 1830 και του 1922 και από το 1924 και έπειτα [Κ.Σ. 2]
4.2.2. Δεν μνημονεύεται η δραστηριότητα του Οικουμενικού Πατριαρχείου και του Συλλόγου Κωνσταντινουπόλεως στον τομέα της ίδρυσης ελληνικών σχολείων στις τουρκοκρατούμενες επαρχίες.
4.2.3. Δεν μνημονεύεται η δραστηριότητα του «Συλλόγου προς διάδοσιν των ελληνικών γραμμάτων» (έκδοση πλήθους μορφωτικών βιβλίων).
4.2.4. Δεν αναφέρεται το μεγάλο κύμα μεγάλων ευεργετών του 19ου και του 20ού αιώνα, χάρη στο οποίο ιδρύθηκε το Εθνικό Πανεπιστήμιο (έπειτα Εθνικό και Καποδιστριακό, τώρα Πανεπιστήμιο Αθήνας), το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, το Αρσάκειο, πλήθος σχολείων (από τον Μαρασλή), η Βαλλιάνειος Εθνική Βιβλιοθήκη, το Ζάππειο, αναστηλώθηκε το Παναθηναϊκό στάδιο και έγιναν τόσα άλλα κοινωφελή έργα.
4.2.5.. Παραλείπεται η αναφορά στα πολιτικά και διπλωματικά γεγονότα που αφορούν την Ελλάδα κατά την περίοδο μεταξύ των δύο πολέμων. Ουδεμία, ειδικότερα, μνεία επιχειρείται για τον Ελευθέριο Βενιζέλο, καθώς και τόσο για την ανακήρυξη της αβασίλευτης δημοκρατίας όσο και για την παλινόρθωση της Δυναστείας το 1935 [Κ. Σ. 3].
4.2.6. Ουδεμία αναφορά επιχειρείται στη βαθύτερη δύναμη που συνετέλεσε στη διαμόρφωση της διεθνούς ζωής κατά τον 19ο και 20ο αιώνα, ήτοι την αρχή των εθνοτήτων και την αρχή της αυτοδιάθεσης των λαών [Κ.Σ. 4].
4.2.7. Ουδαμού γίνεται λόγος περί του εξωελλαδικού ελληνισμού μετά τη σύσταση του ελληνικού κράτους [Κ.Σ.1].
4.2.8. Αφιερώνονται στο θέμα 20 γραμμές χωρίς οποιαδήποτε αναφορά

Σχόλιο Π. Ήφαιστου: Η έκθεση είναι όντως ένας καταπέλτης επειδή, ακριβώς, είναι τεκμηριωμένη. Προς το παρόν τρία μόνο σχόλια: Πρώτον, φαίνεται ότι οι συνάδελφοι της Ακαδημίας αγνοούν τι ακριβώς κρύβεται πίσω από κάθε «κριτική» ανάλυση. Στο θέμα θα επανέλθω εκτενώς. Προς το παρόν, βλ. «Τα βαθύτερα αίτια των αξιώσεων για αναθεώρηση των βιβλίων της ιστορίας», πιο κάτω. Όπως γράφω αλλού ετοιμάζεται μεγαλύτερο κείμενο. Δεύτερον, εκτιμώ ότι δικαιώνεται επιστημονικά η δική μου επιχειρηματολογία τα δύο τελευταία χρόνια (βλ. πολλές άλλες σελίδες του παρόντος δικτυακού τόπου) και ελάχιστων άλλων στα μέσα ενημέρωσης ή περιοδικά γενικής ύλης. Τρίτον, για τους κακόπιστους, τα παπαγαλάκια των ΜΜΕ, τους ειδικούς της «κριτικής» ιστοριογραφικής τσαρλατανικάς και τους ξεγελασμένους η έκθεση της Ακαδημίας είναι ευκαιρία να διασωθούν με ένα τίμιο και σχετικά εύκολο να ειπωθεί «mea culpa». Τέτοια παραδοχή είναι τιμή όχι ατίμωση. Ιδιαίτερα, θα ήθελα να υπενθυμίσω στους πολλούς ξεγελασμένους της «λίστας των 450» ότι η απόσυρση της υπογραφής τους είναι ζήτημα τιμής και ορθολογισμού. Ιδιαίτερα για τους νεοεισερχόμενους που στους διαδρόμους και τα υπόγεια των πανεπιστημίων νοιώθουν καταναγκασμένοι να υπογράφουν τέτοιες λίστες, να μου επιτρέψουν να τους συμβουλεύσω ότι η απόσυρση της υπογραφής μου από την λίστα των 450 τους συμφέρει αν θέλουν να παραμείνουν στον ακαδημαϊκό χώρο με το κεφάλι ψηλά. Τέτοια λάθη επαναλαμβανόμενα σημαίνει ακαδημαϊκή αυτοεξόντωσή τους.

Αρέσει σε %d bloggers: