ΜΚΟ και διανεμητική δικαιοσύνη: Ο κίνδυνος μετατροπής των ΜΚΟ σε εξαρτημένες μεταβλητές της ισχύος άνομων ηγεμονικών συμφερόντων
Περιεχόμενα
1) Οι εμπλεκόμενοι στους ΜΚΟ,
2) ΜΚΟ και το διεθνές σύστημα,
3) κοινωνικό φαινόμενο, πολιτικό φαινόμενο και πολιτικός ορθολογισμός,
4) διεθνές σύστημα: ΜΚΟ και το έλλειμμα κοινωνικοπολιτικής αναφοράς,
5) διεθνείς δράσεις και μεταφυσικά προσδιορισμένοι σκοποί,
6) κρατική κυριαρχία, διεθνές δίκαιο και ηγεμονικές αξιώσεις,
7) ΜΚΟ και διακρατική διαμάχη,
8) διεθνές σύστημα, ΜΚΟ και διακρατικός ορθολογισμός,
9) ΜΚΟ, οντολογικά θεμελιωμένα κριτήρια και κατακτήσεις πολιτικού πολιτισμού,
10) ΜΚΟ και κίνδυνοι υπονόμευσης των συστημάτων διανεμητικής δικαιοσύνης,
11) ΜΚΟ, μαλακή ισχύς στην στρατηγική επικυριαρχίας των ΗΠΑ και το σχέδιο Αναν για το κυπριακό,
12) ΜΚΟ: αίνιγμα και για ποιους;
_________________________
Ιούνιος 2005
Αγαπητέ ….
Ευχαριστώ θερμά για την επικοινωνία. Όπως σημείωσα στο ηλεκτρονικό μήνυμά μου, τυγχάνει, εδώ και αρκετά χρόνια, να έχω εντάξει το ζήτημα των διεθνικών δρώντων στις προτεραιότητες των θεωρητικών μου αναζητήσεων. Το εξετάζω τόσο ως ένα ευρύτερο διεθνές ζήτημα όσο και ως ζήτημα ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Το τελευταίο, ασφαλώς, εντάσσεται στο πρώτο. Για να αντιληφθείτε το αιτιολογικό του ενδιαφέροντός μου για τους ΜΚΟ είναι αναγκαίο έστω και συντομογραφικά να σκιαγραφήσω το θεωρητικό υπόβαθρο, ιδιαίτερα σε αναφορά με την «μαλακή ισχύ» της στρατηγικής συγκεκριμένων κρατών. Αναγκαστικά για να μπορέσω να είμαι αναλυτικός, οι γραμμές που ακολουθούν θα θυμίζουν περισσότερο δοκίμιο παρά επιστολή. Ίσως στον περίεργο κόσμο των ακαδημαϊκών στον οποίο ανήκω αυτό να είναι αναπόφευκτο. Βασικά, με αφορμή το κείμενό σας προέκτεινα σκέψεις που είτε κατέγραψα σε προηγούμενα έργα μου είτε κατέθεσα τον τελευταίο καιρό σε αναφορά με αποκαλύψεις ή αναλύσεις για τα επίμαχα φαινόμενα.
1. Οι εμπλεκόμενοι στους ΜΚΟ
Καταρχάς, δεδομένων των θέσεων που θα εκφραστούν πιο κάτω, προτάσσεται η άποψη ότι πρέπει να θεωρείται αδιαμφισβήτητη η προσήλωση των ατόμων που εμπλέκονται σε ΜΚΟ στις πάγιες αρχές της ανθρώπινης ελευθερίας, της δημοκρατίας, της δικαιοσύνης και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Αν συμβαίνει το αντίθετο, όπως με όλες τις κοινωνικές ομάδες, δεν μπορεί παρά να αποτελεί την εξαίρεση και όχι τον κανόνα. Κατά συνέπεια, είναι ορθό να αποσυνδέσουμε τα ενδεχομένως προβληματικά –και αναμφίβολα όχι πάντα προβληματικά– διανεμητικά αποτελέσματα των ΜΚΟ ως διεθνούς πολιτικού φαινομένου από την ατομική φιλοσοφία των εμπλεκομένων και να θεωρήσουμε ως δεδομένο ότι η συντριπτική πλειονότητα των μελών τους δεν θα ήθελαν να αποτελούν «μαλακή ισχύ» στον κρίκο της αλυσίδας άνομων στρατηγικών επιλογών που παραβιάζουν τα ανθρώπινα δικαιώματα, το διεθνές δίκαιο και την ανθρώπινη ελευθερία. Προσθέτω, αντιθέτως, ότι η συντριπτική πλειονότητα των εμπλεκόμενων ατόμων σε ΜΚΟ όπως η Green Peace, οι Γιατροί του Κόσμου, κτλ, θα ήθελαν ενδεχομένως να επεξεργαστούν περαιτέρω επιχειρήματα για το γεγονός ότι ένας ΜΚΟ εύκολα μπορεί να εκτραπεί από υπηρέτη «οικουμενικών σκοπών κοινής ωφελείας» σε όργανο άνομων και αθέμιτων συμφερόντων. Επειδή εξάλλου ολοένα και πιο συχνά αυτό αποδεικνύεται ως πραγματικός και μεγάλο κίνδυνος, λογικό είναι τα μέλη και τα στελέχη των ΜΚΟ αφενός να θέλουν να διερευνήσουν περαιτέρω τέτοια φαινόμενα και αφετέρου να ζητούν κατάλληλες νομοθετικές ρυθμίσεις που θα κατοχυρώνουν τις κοινωνικά ωφέλιμες δράσεις και θα εμποδίζουν τις κοινωνικά ζημιογόνες δραστηριότητες.
2. ΜΚΟ και το διεθνές σύστημα
Η πολιτική δράση των διεθνικών δρώντων, θέτει πολλά και κεντρικά ερωτήματα για τον χαρακτήρα και τις λειτουργίες του διεθνούς συστήματος. Πιο συγκεκριμένα, με δεδομένη την κοινωνικοπολιτική οργάνωση του κόσμου όπως διαμορφώθηκε τα νεότερα χρόνια, κάθε πολιτική δραστηριότητα που δεν γίνεται σε αναφορά με κοινωνικοπολιτικά προσδιορισμένους σκοπούς –δηλαδή, προσδιορισμένους είτε στο πλαίσιο μιας ενδοκρατικής τάξης πραγμάτων είτε στο πλαίσιο της «κοινότητας των κρατών» όπου τα κράτη από κοινού και κυρίαρχα ορίζουν διεθνείς σκοπούς και διεθνείς θεσμούς εκπλήρωσής τους– αναπόδραστα αποτελεί μια εξόχως αμφιλεγόμενη περιοχή πολιτικής δράσης. Ελάχιστη διαφωνία μπορεί να υπάρξει για τον αμφιλεγόμενο χαρακτήρα των διεθνικών φαινομένων όπως η τρομοκρατία, οι λαθρομετανάστες και οι λαθρέμποροι. Όσο όμως απομακρυνόμαστε από αυτές τις περιπτώσεις τόσο περισσότερο χρειάζεται εξειδίκευση, προσδιορισμός των αποχρώσεων και ακριβής προσδιορισμός των προβλημάτων, των δρώντων, των σκοπών τους και κυρίως της σχέσης εντολέα-εντολοδόχου των ποικίλων δράσεων των εκατοντάδων χιλιάδων ΜΚΟ.
Στον μεγάλο ενδιάμεσο χώρο μεταξύ των πιο πάνω πλήρως ανεξέλεγκτων φαινομένων και των θεσμών της κρατικής κυριαρχίας (κρατικών και διεθνών) υπάρχει ένα μεγάλο φάσμα οργανώσεων και δραστηριοτήτων που συχνά οδεύει προς τα απόκρημνα βράχια και τους γκρεμούς της ανομίας ή των καταχρηστικών και κοινωνικοπολιτικά επιζήμιων δράσεων και άλλοτε προς τα έλη της διαβουκόλησης των κρατικών θεσμών και των διεθνοπολιτικών ραδιουργιών της διακρατικής διαμάχης. Γι’ αυτό και τα διεθνικά φαινόμενα θέτουν επί τάπητος τα κεντρικά ερωτήματα της πολιτικής θεωρίας, μεταξύ άλλων, για το πλαίσιο της πολιτικής δράσης, την κοινωνικοπολιτική της αναφορά, την σχέση ατομικής ελευθερίας και υποχρεώσεων, την σχέση της πολιτικής δράσης με τις πηγές και τους φορείς εξουσίας και τα διανεμητικά αποτελέσματα των πολιτικών δραστηριοτήτων. Η προέκταση αυτών των ερωτημάτων στο διεθνές σύστημα ενέχει αναλυτικές προεκτάσεις που εντάσσονται σ’ αυτό που ονομάζεται «πολιτική φιλοσοφία των διεθνών σχέσεων», ένας δηλαδή γνωστικός τομέας ελάχιστα ή καθόλου αναπτυγμένος [οι περισσότεροι επιστήμονες των διεθνών σχέσεων ορθά περιορίζονται στην περιγραφή του διεθνούς συστήματος και ορθά μιλούν μόνο για την διεθνή τάξη και όχι για την διεθνή δικαιοσύνη –αυτό όμως δεν σημαίνει ότι, λαμβάνοντας πλήρως υπόψη τα αίτια πολέμου, πως δεν μπορούμε να προβληματιστούμε για το οντολογικά θεμελιωμένο γεγονός του έθνους-κράτους και των συμπαρομαρτούντων διεθνών θεσμών]. Η πολιτική φιλοσοφία διεθνών σχέσεων με τα λίγα βήματα που έχει ήδη κάνει συνδέει το ηθικοκανονιστικά και κοσμοθεωρητικά προικισμένο Πολιτικό γεγονός της ενδοκρατικής ζωής με το στερούμενο παγκόσμιας κοινωνίας «Πολιτικό γεγονός» ύπαρξης διακρατικών σχέσεων.
3. Κοινωνικό φαινόμενο, πολιτικό φαινόμενο και πολιτικός ορθολογισμός
Ανεξαρτήτως του κατά πόσον αναφερόμαστε στο ενδοκρατικό ή το διακρατικό επίπεδο, τα πολιτικά φαινόμενα είναι αποτέλεσμα ανθρώπινων δράσεων που αφορούν μια πολιτικά οργανωμένη συλλογική οντότητα και γι’ αυτό το Πολιτικό γεγονός είναι κοινωνικοπολιτικά ενταγμένο και κάθε πολιτική του προέκταση πνευματικών ή αισθητών διανεμητικών συνεπειών είναι κοινωνικό φαινόμενο. Πολιτικά φαινόμενα χωρίς κοινωνική αναφορά αποτελούσαν και θα συνεχίσουν να αποτελούν πολιτική ανωμαλία και πηγή πολιτικού ανορθολογισμού [Η μη κατανόηση ή η ηθελημένη παράληψη αυτής της αυταπόδεικτης αλήθειας οδηγεί στις διεθνιστικού χαρακτήρα ακρότητες όλων των επαναστατικών θεωρημάτων]. Χωρίς κοινωνία και κοινωνικοπολιτικά προσδιορισμένους σκοπούς δεν υπάρχει πολιτικό γεγονός και η πολιτικά κυρίαρχη-ανεξάρτητη κοινωνία, ακριβώς, έχει ως αίτιο την αέναη αναζήτηση εξορθολογισμού του Πολιτικού γεγονότος σε πλανητικό επίπεδο λόγω κοινωνικού κατακερματισμού σε ηθικά και κοσμοθεωρητικά διακριτές ετερογενείς συλλογικές οντότητες. Αν και κατανοώ την αμηχανία των διεθνιστικών και κοσμοπολίτικων ιδεολογημάτων και θεωρημάτων μπροστά σ’ αυτή την ιστορική αλήθεια –οντολογικά πλέον θεμελιωμένη λόγω ήττας των κατεξουσιαστικών αυτοκρατορικών αξιώσεων και ανάδειξης του έθνους-κράτους– δεν υπάρχει λόγος να συμφωνεί κάποιος με τον ανορθολογισμό που αυτά παράγουν.
Όπως υποστήριξα πρόσφατα όταν επεξεργάστηκα ακαδημαϊκά αυτή την πτυχή σε αναφορά με το διεθνές σύστημα, σ’ ένα κόσμο εντός του οποίου άτομα ή ομάδες που χαρακτηρίζονται από απέραντη ετερότητα και ετερονομία, οι Πολιτείες ή όπως σήμερα ονομάζονται τα έθνη-κράτη (και θα ίσχυε το ίδιο αν είχαμε ένα περιφερειακό ή παγκόσμιο κράτος), αποτελούν ηθικοκανονιστικές δομές στο εσωτερικό των οποίων συμψηφίζονται οι επιμέρους ατομικές ετερότητες, προσαρμόζονται οι πνευματικές και αισθητές παραδοχές στις ανάγκες του συλλογικού πολιτικού βίου και οδηγούν σε κανόνες κοινωνικοπολιτικά προσδιορισμένης διανεμητικής δικαιοσύνης.
Τουτέστιν, ανεξαρτήτως ατομικής ετερότητας ενός εκάστου ατόμου, για ένα ευρύ φάσμα λόγων που έχουν ως αφετηρία μια αρχική αξίωση συλλογικής ελευθερίας-κυριαρχίας των κοινωνιών του πλανήτη, αφενός οι άνθρωποι «ομαδοποιούνται» στις κοινωνικές ενώσεις δημιουργώντας κοινές ηθικοκανονιστικές δομές συλλογικού βίου και αφετέρου, ως συνέπεια του γεγονότος ύπαρξης πολλών διακριτών κοινωνιών, δημιουργείται ένα διεθνές σύστημα πολλών και διαφορετικών κοινωνικοπολιτικών συστημάτων προικισμένων με διακριτά συστήματα διανεμητικής δικαιοσύνης.
Με πολύ μεγάλη προσοχή και σταθμίζοντας τις λέξεις που εκφέρονται, θα έλεγα ότι οτιδήποτε βρίσκεται εκτός των κοινωνικοπολιτικά προσδιορισμένων και κοινωνικά ελεγχομένων συστημάτων διανεμητικής δικαιοσύνης και των διακρατικών θεσμών διεθνούς συνεργασίας δημιουργεί έλλειμμα ορθολογισμού. Στην διεθνή ζωή, αυτό το έλλειμμα, είναι ιδιαιτέρως οξύ για τρις κυρίως λόγους: α) λόγω αιτιών πολέμου β) λόγω ελλείμματος γνώσης για το γεγονός πως η διακρατική αστάθεια οφείλεται στα αίτια πολέμου και όχι στην ύπαρξη ελεύθερων-κυρίαρχων εθνών κρατών και γ) λόγω ελλείμματος κυβερνητικής δράσης στο ενδοκρατικό και διακρατικό επίπεδο. Ο πολιτικός ορθολογισμός στο ενδοκρατικό επίπεδο που είναι συμβατός με τον ανθρώπινο πολιτισμό μπορεί να είναι μόνο κοινωνικοπολιτικά νομιμοποιημένος και κοινωνικοπολιτικά ελεγχόμενος. Ο πολιτικός ορθολογισμός στις διεθνείς σχέσεις, αντίστοιχα, μπορεί να αφορά πολιτική δράση είτε στο πλαίσιο συντεταγμένων διακρατικών ρυθμίσεων είτε στο πλαίσιο διεθνικών δραστηριοτήτων που δεν θίγουν τα κοινωνικοπολιτικά προσδιορισμένα συστήματα διανεμητικής δικαιοσύνης των κυρίαρχων κοινωνιών [Αποτελεί τρομακτική πολιτική ανωμαλία ακόμη και η παραμικρή δυνατότητα του οποιουδήποτε κοινωνικά ανέντακτου χρηματιστή Σόρος ή των παρακολουθημάτων του που στήνουν «ιδρύματα προτάσεων πολιτικής» να επηρεάσουν τις κοινωνικές ισορροπίες και τις διακρατικές σχέσεις ή ακόμη και τα πολιτικά καθεστώτα μιας οποιασδήποτε κοινωνίας].
Συναφώς, όπως υποστηρίζεται από πολλούς αλλά και από τον υπογράφοντα, όταν κοσμοθεωρητικά και ηθικά διαμορφωμένες συλλογικές οντότητες αξιώνουν και στην συνέχεια αποφασίζουν να συμπήξουν μια «κοινωνικοπολιτική ένωση» που ενσαρκώνεται σε μια Πολιτειακή-κανονιστική δομή (σήμερα ονομάζεται «έθνος-κράτος»), ουσιαστικά εκπληρώνεται η ιστορική αξίωση των διακριτών κοινωνιών για δικαίωμα ανεξάρτητων-κυρίαρχων αποφάσεων επί ζητημάτων τάξης, δικαιωμάτων, ελευθερίας, υποχρεώσεων και δικαιοσύνης και όλων εν γένει όλου του φάσματος του συλλογικού τρόπου ζωής που εξελίσσεται αενάως στο πλαίσιο του ανεξάρτητου συλλογικού κατ’ αλήθειαν βίου μιας έκαστης κυρίαρχης κοινωνίας (βλ Οι διεθνείς σχέσεις ως αντικείμενο επιστημονικής μελέτης στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, σ. 364). Αυτό ακριβώς, εξάλλου, περιγράφει το διεθνές δίκαιο, και αυτό έχουν ως σκοπό να διασφαλίσουν οι διεθνείς θεσμοί και η συλλογική ασφάλεια.
4. Διεθνές σύστημα: ΜΚΟ και το έλλειμμα κοινωνικοπολιτικής αναφοράς
Υπό το πιο πάνω πρίσμα και με δεδομένα τα αίτια πολέμου που δημιουργούν τεράστια ελλείμματα διεθνούς συνεργασίας, στον αχανή χώρο των αναρίθμητων και ποικιλόμορφων διεθνικών δρώντων τίθεται το εύλογο ερώτημα για την σχέση πολιτικής, κοινωνίας, πολιτικής δράσης και διανεμητικής δικαιοσύνης. Οι ισχυροί κρατικοί συντελεστές, αναμενόμενα, βρίσκουν διαύλους πρόσβασης, στράτευσης και εκμετάλλευσης των δραστηριοτήτων τους προς ίδιο όφελος (τουλάχιστον όσον αφορά μερικούς εξ αυτών). Αν αυτό συμβαίνει και στον βαθμό που συμβαίνει αποτελεί οπωσδήποτε ζήτημα μεγάλης ιδεολογικής και πολιτικής σημασίας.
Για κάθε σοβαρό μελετητή ή παρατηρητή της διεθνούς πολιτικής που δεν επιθυμεί να διολισθαίνει στην κοινωνικά ανέντακτη ιδεολογικοποίηση των πάντων (ή ακόμη χειρότερα να προσαρμόζει τα πάντα στην προσωπική του υποκειμενική άβυσσο) ήταν πάντοτε προφανές ότι οι διανεμητικές συνέπειες των δρώντων ποικίλων βαθμίδων και ιεραρχήσεων είναι εξαιρετικά σημαντικό ζήτημα για την διεθνή σταθερότητα και για τις ειρηνικές συναλλαγές. Υπό το πρίσμα της αλληλεξάρτησης λόγω οικονομικών και τεχνολογικών εξελίξεων, εξάλλου, αποτελεί ίσως και το πιο προκλητικό ζήτημα των διεθνών σπουδών επιστημονικού χαρακτήρα. Γι’ αυτό οι αξιόπιστες θεωρήσεις των διεθνών σχέσεων θεωρούσαν αφελή την παραφιλολογία περί αλληλεξάρτησης, περί τεχνολογίας και περί διαβρώσεων της κυριαρχίας (ή όπως γενικεύοντας λέγεται, της παγκοσμιοποίησης), φαινόμενα τα οποία υποστήριζαν ότι τερματίζουν, δήθεν, τα κυρίαρχα συστήματα διανεμητικής δικαιοσύνης. Αφιλότιμοι, αγράμματοι και τσαρλατάνοι, εκτοξεύουν βουνά κακογραμμένων και ασυνάρτητων κειμένων που δεν περιέχουν την παραμικρή βάσιμη πρόταση για διεθνοπολιτικό τρόπο ζωής που θα διασφάλιζε την εφαρμογή των θεμελιωδών αρχών του διεθνούς δικαίου –διακρατική ισοτιμία, μη επέμβαση, εσωτερικη αυτοδιάθεση και εξυπακουόμενα ισόρροπες συναλλαγές– για τους λιγότερο ισχυρούς κρατικούς δρώντες.
Οι επαναστατικές και ισοπεδωτικές θεωρήσεις ανεξαρτήτως απόχρωσης, εκτός του ότι ακροβατούν επικίνδυνα μεταξύ μιας φασιστοειδούς ερμηνείας του πνεύματος-γράμματος του διεθνούς δικαίου και μιας αφελούς-απολιτικής αντίληψης της διεθνούς ζωής, με ευκολία παρακάμπτουν το γεγονός ότι η διάβρωση της κυριαρχίας προκαλεί διανεμητικά αποτελέσματα προς όφελος των εκάστοτε ισχυρών δρώντων και εις βάρος των εκάστοτε λιγότερο ισχυρών. Ακριβώς, εμποδίζονται ισότιμων συναλλαγών μεταξύ δρώντων άνισης ισχύος (αποκλείοντας έτσι εκ προοιμίου κάθε δυνατότητα ισόρροπων σχέσεων) ενώ ταυτόχρονα δημιουργούνται αντικίνητρα στους εκάστοτε ισχυρούς να σκεφτούν την πιθανότητα μιας λιγότερο ηγεμονικής διεθνούς διακυβέρνησης. Αποδυναμώνουν επίσης κάθε ιδέα αντιμετώπισης τεράστιων διεθνών προβλημάτων που στο βάθος χρόνου επηρεάζουν όλες τις κοινωνίες, όπως για παράδειγμα η άνιση ανάπτυξη, οι φυσικές καταστροφές, οι συνέπειες των πολέμων και τα περιβαλλοντολογικά προβλήματα. Ακριβώς, είναι υπό αυτό το πρίσμα ανωμαλιών και ελλειμμάτων της διεθνούς ζωής που άτομα ή ομάδες απεγνωσμένα επιχειρούν να συνεισφέρουν θετικά με οργανωμένες διεθνικές δράσεις στο πλαίσιο ΜΚΟ. Είναι όμως πάντοτε ευθύγραμμα ωφέλιμη η δράση τους όταν δεν είναι διαφανής ή όταν οι πρόνοιες διαφάνειας παραβιάζονται ποικιλοτρόπως και εξεζητημένα; Είναι όλοι οι ΜΚΟ –σήμερα εκατοντάδες χιλιάδες εκατοντάδες χιλιάδες ΜΚΟ αγαθών-ιεραποστολικών κινήτρων και χωρίς άνομες διασυνδέσεις;
5. Διεθνείς δράσεις και μεταφυσικά προσδιορισμένοι σκοποί
Συνεπής με αποκρυσταλλωμένες θεωρήσεις, δικών μου και άλλων συναδέλφων που υπηρετούν αξιολογικά ελεύθερα την διεθνή θεωρία, υποστηρίζω ότι, στον βαθμό που ιστορικά ο κόσμος είναι οντολογικά διαμορφωμένος και πολιτειακά οργανωμένος στην βάση του μοντέλου της κρατικής κυριαρχίας, η διανεμητική δικαιοσύνη απαιτείται να εξετάζεται υπό το πρίσμα της υπαρκτά και οντολογικά θεμελιωμένης κοινωνικοπολιτικής οργάνωσης του κόσμου. Γι’ αυτό, οι ΜΚΟ δεν μπορούν να εξετάζονται ως θεσμοί που βρίσκονται πέραν ή υπεράνω των κοινωνικοπολιτικών συστημάτων (ή καλύτερα κάτω από αυτά στα βρωμερά υπόγεια της διακρατικής διαμάχης). Δεν μπορούν επίσης να θεωρούνται απολιτικοί όταν συχνότατα η δράση τους είναι βαθύτατων διανεμητικών συνεπειών. Σε αναφορά με κάθε πολιτικό γεγονός, το ερώτημα που πάντοτε τίθεται είναι ο τρόπος που σχετίζεται αφενός με κοινωνικοπολιτικά προσδιορισμένους σκοπούς και αφετέρου με συγκεκριμένες πάγιες κατακτήσεις του ανθρώπινου πολιτισμού στις ενδοκρατικές και διακρατικές σχέσεις.
Πάγιες κατακτήσεις του πολιτικού πολιτισμού των ανθρώπων στις διακρατικές σχέσεις δεν είναι κάποιες μεταφυσικά προσδιορισμένες αρχές ή προϊόν κάποιας επέκεινα ορθολογιστικής δήθεν αντίληψης των ανθρωπίνων σχέσεων. Πρόκειται για κατακτήσεις σύμφυτες με τον ανθρώπινο πολιτισμό όπως οικοδομήθηκαν μετά την εποχή της βαρβαρότητας, από τότε δηλαδή που οι συλλογικές οντότητες άρχισαν να λειτουργούν με πολιτικά κριτήρια, δηλαδή με όρους κοινωνικοπολιτικά προσδιορισμένων σκοπών. Στις διεθνείς σχέσεις πιο συγκεκριμένα, αυτές οι σωρευμένες κατακτήσεις είναι σύμφυτες με την ίδια την ύπαρξη των κυρίαρχων κοινωνιών και την οντολογικού περιεχομένου αξίωσή τους για συλλογική ελευθερία-ανεξαρτησία. Συνοψίζονται κατά βάση στα ανθρώπινα δικαιώματα, την συλλογική ανθρώπινη ελευθερία, τις θεμελιώδεις αρχές του –ως εκ τούτου– αντι-ηγεμονικού διεθνούς δικαίου και τους θεσμούς συλλογικής ασφάλειας αποστολή των οποίων είναι να διασφαλίσουν την κυριαρχία των διακριτών κοινωνιών που κατάκτησαν την ανεξαρτησία τους και έγιναν έτσι μέλη του συστήματος κυρίαρχων Πολιτειών. Εκτός αυτών των δύο πλαισίων –δηλαδή όταν δεν εμπίπτουν είτε στις κατακτήσεις του ανθρώπινου πολιτισμού είτε στην σφαίρα κοινωνικοπολιτικά προσδιορισμένων δομών και σκοπών–, δημιουργείται πολιτικό έλλειμμα που σχεδόν πάντοτε οδηγεί σε διεθνοπολιτικές οπισθοδρομήσεις και σε ανθρώπινες καταστροφές. Σκοπός βεβαίως δεν είναι να γίνουν οι ΜΚΟ διεθνείς θεσμοί αλλά να κατοχυρωθεί και διασφαλιστεί ορθολογική διεθνική δράση με διακρατικές νομοθετικές ρυθμίσεις (η δράση και λειτουργία τέτοιων οργανώσεων στο πλαίσιο της ΕΕ ίσως να είναι παραδειγματική και να δείχνει τον προσανατολισμό των κανονιστικών ρυθμίσεων). Οι μεταφυσικά και ως εκ τούτου αυθαίρετα προσδιορισμένοι σκοποί αποτελούσαν πάντοτε αίτιο καταχρηστικών δράσεων νομοτελειακή κατάληξη των οποίων ήταν ανθρώπινες καταστροφές, εκατόμβες και ενίοτε επιστροφή στην εποχή της βαρβαρότητας.
Αναμφίβολα υπάρχει μια διεθνής πραγματικότητα που καθίσταται ολοένα και πιο αισθητή και που καλεί για κανονιστικές ρυθμίσεις: Στο ενδιάμεσο διεθνικό κόσμο που κείται μεταξύ των διεθνών θεσμών και της κρατικής κυριαρχίας βρίσκονται και ταλαντεύονται προς την μια ή προς την άλλη πλευρά χιλιάδες ομάδες που συχνά καλοπροαίρετα ή στο πλαίσιο θεμιτών διεκδικήσεων δραστηριοποιούνται για να ικανοποιήσουν ίδια συμφέροντα ή προβλήματα που είναι διεθνικού και όχι μόνο εθνικού-κρατικού χαρακτήρα. Όλων όμως η δράση ενέχει πολιτικές προεκτάσεις που απαιτείται να εκτιμώνται υπό το πρίσμα αφενός των συνεπειών για την ενδιαφερόμενη κοινωνία ή τις ενδιαφερόμενες κοινωνίες και αφετέρου υπό το πρίσμα των προαναφερθέντων πάγιων κατακτήσεων του ανθρώπινου πολιτισμού. Το έλλειμμα διεθνούς συνεργασίας δεν μπορεί να αποτελεί λόγο αποφάσεων ή ενεργειών που διευκολύνουν διεθνοαναρχικούς δρώντες οξύνοντας έτσι τα αίτια πολέμου. Αυτό ακριβώς συμβαίνει όταν ΜΚΟ σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό γίνονται εξαρτημένη μεταβλητή του κυριότερου αίτιου πολέμου, δηλαδή των ηγεμονικών αξιώσεων ή κοινωνικά ανέντακτων ιδιωτών όπως οι τρομοκράτες ή διεθνοχρηματιστές όπως ο Σόρος. Αυτές οι όντως αταλάντευτα διατυπωμένες θέσεις ίσως που θίγουν τον πυρήνα της συμβατικής σκέψης ίσως υποχρεώνουν σε περαιτέρω επεξεργασία.
6. Κρατική κυριαρχία, διεθνές δίκαιο και ηγεμονικές αξιώσεις
Η κρατική κυριαρχία ως έννοια και ως μέσο οργάνωσης του συλλογικού βίου, ασφαλώς, είναι δημιούργημα των Νέων Χρόνων. Όμως, όπως είναι γνωστό, η κυριαρχία έχει την ίδια λειτουργία και την ίδια ακριβώς έννοια με το ιδεώδες της «ανεξαρτησίας» των Πόλεων της κλασικής εποχής που ενσάρκωνε την δυνατότητα των κυρίαρχων «κοινωνικών ενώσεων» να αναπτύσσουν συλλογικό κατ’ αλήθειαν βίο και να διαμορφώνουν συλλογικό τρόπο ζωής που ενσαρκωνόνταν στις ηθικοκανονιστικές δομές της Πόλης-Πολιτείας. Μετά την κατάρρευση του κλασικού συστήματος Πολιτειών αλλά και πριν από αυτό, επαληθεύεται εμπειρικά ότι οι διακριτές κοινωνίες ποτέ δεν αποδέχθηκαν τις κατεξουσιαστικές αυτοκρατορικές δομές και ότι πάντοτε αγωνίζονταν για πολιτική κυριαρχία. Τόσο στην κλασική εποχή όσο και την Νέα Εποχή συστήματα διανεμητικής δικαιοσύνης υπήρχαν στο εσωτερικών των Πολιτειών και των κρατών αντίστοιχα. Στο διεθνές σύστημα, της κλασικής εποχής όπως και σήμερα απουσίαζαν οι κοινωνικοπολιτικές, ηθικές και κοσμοθεωρητικές βάσεις ενός παγκόσμιου συστήματος διανεμητικής δικαιοσύνης. Όλοι γνωρίζουμε τι συνέβηκε όταν ισχυρά κράτη διεκδικούσαν ότι ήσαν φορείς οικουμενικών κοσμοθεωριών –συχνά φασιστικών αξιώσεων όπως των ναζί αλλά ακόμη συχνότερα αγαθών αξιώσεων περί κοινωνικής δικαιοσύνης ή ενσάρκωσης του θείου λόγου που δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν από τους ναζί– με αποτέλεσμα να παρακάμπτουν την κοινωνική ετερότητα επιχειρώντας κοσμοθεωρητική και ηθικοκανονιστική εξομοίωση του πλανήτη. Ο επαναστατισμός, η αξίωση δηλαδή κοινωνικοπολιτικής εξομοίωσης του πλανήτη ήταν και συνεχίζει να είναι το σημαντικότερο αίτιο πολέμου. Αίτια πολέμου όπως παράγονται και από την αδυναμία των κοινωνιών να υπερασπιστούν την κυριαρχία τους καθώς και από διεθνικούς δρώντες που λειτουργούν διεθνοαναρχικά και/ή εξυπηρετικά επαναστατικών εξομοιωτικών αξιώσεων.
Το διεθνές δίκαιο, οι διεθνείς θεσμοί και οι διακρατικές συμβάσεις, αν και αποτελούν πολιτικές ρυθμίσεις διανεμητικού χαρακτήρα διακρατικά συμπεφωνημένες το κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο πάνω στο οποίο εδράζονται περιέχει τόσα συστήματα διανεμητικής δικαιοσύνης όσα και τα κυρίαρχα κράτη του διεθνούς συστήματος. Για να το θέσουμε διαφορετικά, στοιχειώδης πολιτικός ορθολογισμός επιτάσσει ότι το «διεθνές πολιτικό γεγονός» είναι «διακρατικό πολιτικό γεγονός». Για να υπάρξει παγκόσμιο πολιτικό γεγονός απαιτούνται συγκεκριμένες κοινωνικές πολιτικές προϋποθέσεις που ποτέ δεν υπήρξαν και ποτέ δεν θα υπάρξουν: Απαιτείται παγκόσμια κοινωνία και συγκρότηση παγκόσμιου κοινωνικοπολιτικού συστήματος που θα νομιμοποιεί ένα παγκόσμιο σύστημα διανεμητικής δικαιοσύνης. Αυτή ήταν και αυτή είναι η πλανητική ανθρώπινη πραγματικότητα πάνω στην οποία συντρίβονται διαρκώς όλες οι διεθνιστικές-κοσμοπολίτικες και/ή ηγεμονικές αξιώσεις. Η συντριβή, ασφαλώς, δημιουργούσε και δημιουργεί εκατόμβες χωρίς ποτέ να μια κρίσιμη μάζα ανθρώπων εντός και διαμέσου των κρατών να έχει κατανοήσει επαρκώς ότι ορθολογισμός στις διεθνείς σχέσεις σημαίνει εύρωστα ορθολογικά έθνη-κράτη, αυστηρά διακυβερνητικούς διεθνείς θεσμούς και διαφανή διεθνική δράση. Για την τελευταία, οι κανονιστικές ρυθμίσεις θα πρέπει να βρίσκονται σε συμβατότητα με την κοινωνικοπολιτική δομή του κόσμου που μόλις υπογραμμίσαμε. Φαινόμενα όπως του Σόρος και των προαναφερθέντων τερατωδών διεθνικών μειγμάτων που περιβάλλουν τις διεθνοαναρχικές δραστηριότητες του ίδιου και των ιδρυμάτων προτάσεων πολιτικής που δημιουργεί είναι πηγή ανορθολογισμού, αστάθειας και ανοικτά παράθυρα άνομων ηγεμονικών δράσεων.
Ακόμη, όπως ήδη υπαινιχθήκαμε και όπως η πείρα διδάσκει κατά την διάρκεια της μεταψυχροπολεμικής εποχής, οι ΜΚΟ μπορούν να γίνουν φορείς παντελώς ανεξέλεγκτων εξουσιών διανεμητικού χαρακτήρα. Χαρακτηριστικές είναι οι περιπτώσεις που μόλις αναφέραμε, δηλαδή τρομοκράτες και διεθνοαναρχικές χρηματοοικονομικές ροές «διεθνικών ιδιωτών» όπως ο George Soros, ο οποίος, επιπλέον, διατηρεί υπό τον έλεγχό του ένα ευρύ δίκτυο ΜΚΟ οργανισμών βαθύτατα εμπλεκομένων στην διακρατική διαμάχη (βλ. την ανάλυση και τις πληροφορίες που δίνει ο Jonathan Mowat στην ηλεκτρονική διεύθυνση http://www.onlinejournal.com /Special_Reports/031905Mowat-1/031905mowat-1.html- και πιο πρόσφατα την έρευνα του περιοδικού Άρδην τεύχος 58 Μάρτιος-Απρίλιος 2006, όπου και αναπαράγεται μεταφρασμένο ένα εξαιρετικό δοκίμιο της Heather Coffin για το φαινόμενο Σόρος). Ιδιαίτερα σ’ αυτές τις περιπτώσεις, οι ΜΚΟ δυνατό να επενεργούν διανεμητικά όχι μόνο στην σφαίρα της οικονομίας αλλά επίσης και στην σφαίρα της ανθρώπινης ελευθερίας, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Όλα αυτά λοιπόν είναι καίρια ζητήματα βαθύτατων πολιτικών προεκτάσεων που κάθε νομοθετική ρύθμιση θα πρέπει να λάβει πολύ σοβαρά υπόψη.
7. ΜΚΟ και διακρατική διαμάχη
Υποχρεωτικά απλουστεύοντας ένα πολύπλοκο και σύνθετο φαινόμενο για τους σκοπούς του παρόντος σημειώματος, θα συνόψιζα το επιχείρημα λέγοντας ότι η διανεμητική δικαιοσύνη α) στα ενδοκρατικά δρώμενα είναι κοινωνικοπολιτικά προσδιορισμένη με μεγάλες πιθανότητες να είναι συμβατή με τον ανθρώπινο πολιτισμό και β) στο διακρατικό πλαίσιο μπορεί να είναι «κοινωνικοπολιτικά προσδιορισμένη» μόνο στους τομείς εκείνους για τους οποίους η «κοινότητα των κρατών» δημιουργεί διεθνείς κανονιστικές δομές ή και κανόνες δικαίου που από κοινού ενσωματώνονται στην ενδοκρατική δικαιοταξία.
Στον ευρύτερο χώρο των παγκόσμιων-διεθνικών φαινομένων που δεν ελέγχονται ή δεν ελέγχονται επαρκώς από τους κρατικούς και διακρατικούς θεσμούς και όπου δεν υπάρχει συγκροτημένο κοινωνικοπολιτικό σύστημα, αναπτύσσονται δραστηριότητες αναρίθμητων και πολυποίκιλων διεθνικών δρώντων, των οποίων η δράση, τονίζεται ξανά, αν και διανεμητικών συνεπειών λίγο-πολύ εξαιρούνται κοινωνικοπολιτικών ελέγχων και εξισορροπήσεων. Κατά περίπτωση και συγκυρία, η δράση αυτή μπορεί να είναι ή να μην είναι συμβατή με τους προαναφερθέντες κοινωνικοπολιτικά προσδιορισμένους ενδοκρατικούς σκοπούς, με τους διακρατικά προσδιορισμένους σκοπούς και με βαθύτερες κατακτήσεις των ανθρώπων στις διακρατικές σχέσεις όπως το διεθνές δίκαιο, τα ανθρώπινα δικαιώματα και η διεθνή ποινική δικαιοσύνη.
Αν και εξαιρέσεις πάντα υπάρχουν, η τεράστια ανάπτυξη δρώντων εκτός κοινωνικοπολιτικών ή διακρατικά ρυθμιζόμενων πλαισίων, έχει ως πιθανότερο ενδεχόμενο οι δράσεις των ΜΚΟ να οδηγούν σε άναρχες-ανεξέλεγκτες και αποδιοργανωτικές συνέπειες ή να καθίσταται μέσο εξυπηρέτησης διπλωματικών σκοπιμοτήτων της διακρατικής διαμάχης. Σχετικά, ακόμη και για την μικρή και εν πολλοίς ανυποψίαστη-ανοργάνωτη –συγκριτικά με άλλα κράτη–, Ελλάδα, συγκρατώ την φράση πρώην αξιωματούχου του ελληνικού κράτους ότι η ελληνική κυβέρνηση όσον αφορά τις ΜΚ οργανώσεις «συνεργαζόταν με κάποιες που επιλέγονται, για να εφαρμόσουν τις προτεραιότητες της εξωτερικής πολιτικής, όπως αυτή σχεδιάζεται στο Υπ. Εξ και προτείνονται από αυτές τις ΜΚΟ» (verbatim-διαθέτω την ηλεκτρονικό σημείωμα που κυκλοφόρησε ευρέως στο διαδίκτυο).
Λόγω μεγέθους και εμβέλειας της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής αυτές οι επιλογές είναι ενδεχομένως ασήμαντων συνεπειών. Όμως, πιο πάνω ανέφερα ότι αναλύσεις που έρχονται ολοένα και περισσότερο στην δημοσιότητα και μάλιστα από διεθνικούς ακτιβιστές που κατανόησαν τις συνέπειες της ύπαρξης διεθνικών δράσεων, θεμελιώνουν το γεγονός της μαζικής, συστηματικής και αδιαμφισβήτητης στράτευσης μύριων ΜΚΟ στους σκοπούς της στρατηγικής επικυριαρχίας των «νεοσυντηρητικών» που κυβερνούν τις Ηνωμένες Πολιτείες τα τελευταία χρόνια [το φαινόμενο αυτό όπως ήδη αναφέρθηκε εισαγωγικά, δεν είναι νέο και ούτε αφορά μόνο τους «νεοσυντηρητικούς». Αποτελούσε πάγιο χαρακτηριστικό της μεταπολεμικής αμερικανικής στρατηγικής που οξύνθηκε τα δεκαπέντε τελευταία χρόνια. Για το θέμα αυτό θα επανέλθω πιο κάτω].
8. Διεθνές σύστημα, ΜΚΟ και διακρατικός ορθολογισμός
Εάν σταθούμε σε ΜΚΟ όπως η Green Peace, οι Γιατροί του Κόσμου, et al, ελάχιστη αμφιβολία υπάρχει ότι ο διανεμητικός τους ρόλος επαρκώς διαφανής και κατά κοινή συνείδηση-πεποίθηση –έστω και αν κατά καιρούς υπάρχουν διαβρώσεις ή μικρότερα προβλήματα όπως συνέβηκε στον πόλεμο κατά της Σερβίας ή καταχρήσεις που ευθύνονται μεμονωμένα άτομα– εξυπηρετούν ανάγκες και προβλήματα που συναρτώνται με την ανικανότητα όπως προαναφέρθηκε των κρατών να τα διαχειριστούν συλλογικά στο πλαίσιο αποτελεσματικών διακρατικών ή υπερεθνικών θεσμών (πχ περιβαλλοντολογικά προβλήματα). Σχετίζονται επίσης με ζητήματα ανθρώπινης αλληλεγγύης ως προς την οποία ποτέ δεν υπήρξαν η θα υπάρξουν κρατικά σύνορα (πχ ανθρώπινες κακουχίες, σεισμοί, τσουνάμι κτλ).
Εν τούτοις, ακόμη και για τις τελευταίες περιπτώσεις, σ’ ένα ιδεατό διεθνές σύστημα που θα στερείται αιτιών πολέμου και όπου τα κράτη θα συνεργάζονται άψογα, θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν στο πλαίσιο διακρατικών ή υπερεθνικών θεσμών που θα δεσμεύουν επαρκείς πόρους τους οποίους τα κράτη θα παραχωρούν ανάλογα με τις δυνατότητες τους. Δεν νομίζω, για παράδειγμα, να μπορεί λογικά-ορθολογιστικά να αμφισβητηθεί ότι αν υπήρχε μια εδραιωμένη διακρατική συνεργασία αντιμετώπισης των περιβαλλοντολογικών προβλημάτων σ’ ένα κόσμο από τον οποίο θα απουσίαζαν τα αίτια πολέμου, η σημερινή πρωταρχική σημασία οργανώσεων όπως η Green Peace θα καθίστατο εκ των πραγμάτων δευτερεύουσας σημασίας (και ίσως οι ίδιοι οι ζηλωτές τέτοιων καλοπροαίρετων οργανισμών σ’ αυτή την περίπτωση να αισθάνονταν ικανοποιημένοι επειδή οι σκοποί τους εξυπηρετούνται από πιο αποτελεσματικούς θεσμούς και δράσεις που διαθέτουν περισσότερα μέσα και που θα ενέτασσαν αυτούς τους σκοπούς σε μια σταθερή και διαχρονικά αναπτυσσόμενη διακρατική ή και υπερεθνική δομή – στο προηγούμενο σημείωμα που γράφτηκε μεταγενέστερα του παρόντος παραπέμπω στις θέσεις του διευθυντή της Gree peace Ελλάδας που περιέπεσαν στην αντίληψή μου).
Είναι εν τούτοις προβληματικό αν όπως συχνά παρατηρείται να θεωρείται από πολλούς η ανάγκη ιεραποστολικής δράσης για να αντιμετωπιστούν τα ελλείμματα της διακρατικής συνεργασίας ως αφορμή αφελών-απολιτικών αμφισβητήσεων της κρατικής κυριαρχίας, της βάσης δηλαδή των συστημάτων διανεμητικής δικαιοσύνης των κυρίαρχων κοινωνιών, για να εκπληρωθούν διεθνιστικά και κοσμοπολίτικα ιδεολογήματα εξόχως εξωπραγματικά. Το «πολιτικό γεγονός» είναι ανεπίστροφα υπόθεση των ελεύθερων-κυρίαρχων κοινωνιών, αυτό το αμφισβητούν μόνο τα εκάστοτε ηγεμονικά και/ή αναθεωρητικά κράτη και τα κράτη έχουν από καιρό συμφωνήσει το διεθνές δίκαιο που προβλέπει επακριβώς το πώς θα πρέπει να αντιμετωπιστούν ανεπιθύμητα διεθνικά ή άλλα φαινόμενα. Πλανητικό «πολιτικό γεγονός» σ’ ένα κοινωνικοπολιτικά κατακερματισμένο κόσμο είναι γιγαντιαία αντίφαση και αντιπαραγωγική ιδέα που οδηγεί κατευθείαν σε οπισθοδρόμηση κάθε κατάκτησης του ανθρώπινου πολιτισμού στις διεθνείς σχέσεις και ασφαλώς σε εισροή πολιτικού ανορθολογισμού. [Υπό το πρίσμα μιας τέτοιας ορθολογικής θεώρησης του διεθνούς πολιτικής για παράδειγμα, οι διαδηλωτές έξω από τα κτίρια που συνεδριάζει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου, θα πρέπει όχι να ζητούν την κατάργησή του αλλά τον εξορθολογισμό του, δηλαδή να σταματήσει να είναι εξαρτημένη μεταβλητή της ισχύος των εκάστοτε ηγεμονικών αξιώσεων]
Για να χρησιμοποιήσω τα λόγια του ίδιου στελέχους των ελληνικών κρατικών υπηρεσιών στον οποίο προαναφέρθηκα και ο οποίος διετέλεσε υπεύθυνος για τους ΜΚΟ στο ελληνικό υπουργείο εξωτερικών, «ως προς το ποια είναι η έννοια της πολιτικής σε επίπεδο συνεργασίας κράτους-ΜΚ υποκειμένων, διαβεβαιώνω πως ολοκληρωμένη απάντηση δεν έχω» (verbatim). Προσθέτω ότι εντύπωσή μου είναι πως όχι μόνο ο ειλικρινής πρώην αξιωματούχος του ελληνικού κράτους αλλά κανείς άλλος δεν έχει επαρκείς απαντήσεις και ότι επειδή οι ΜΚΟ είναι πλέον εκατοντάδες χιλιάδες αυτό συνιστά σημαντικό πρόβλημα ή σημαντικό πολιτικό έλλειμμα στις διεθνείς σχέσεις, ενόσω τουλάχιστον απουσιάζουν ορθολογιστικές κανονιστικές ρυθμίσεις που διέπουν τις διεθνικές δράσεις. Ακριβώς, εκτιμώ ότι άτομα που βρέθηκαν τόσο σε χώρους κυβερνητικής δράσης όσο και σε χώρους ΜΚ δράσης, η άποψή τους είναι πολύτιμη και ανεκτίμητη εάν και όταν –όπως ο πιο πάνω αξιωματούχος έκανε– τις εκφράζουν με πασίδηλη ανιδιοτέλεια, αντικειμενικότητα και θαυμαστή ακρίβεια. Τα συμπεράσματα για το γεγονός ύπαρξης πολιτικού ελλείμματος, όμως, δεν είναι για όλους τα ίδια. Όπως σημειώθηκε στο προηγούμενο σημείωμα, οι κριτικοί κονστρουκτιβιστές, πλειονότητα στον χώρο των ελλήνων ακαδημαϊκών, που συχνά ακαδημαϊκά μεταμφιεσμένοι μετατρέπονται σε συνειδητά εργαλεία αποσυναρμολόγησης των κυρίαρχων κοινωνιών, στοχεύουν ακριβώς σε μια αποδυνάμωση ή και σε μια ολική καταστροφή του διακρατικού συστήματος και του Πολιτειακού εξορθολογισμού που συνοδεύτηκε με την δημιουργία των εθνών κρατών.
9. ΜΚΟ, οντολογικά θεμελιωμένα κριτήρια και κατακτήσεις πολιτικού πολιτισμού
Αν και νοιώθω ότι επεκτείνομαι κάπως περισσότερο απ’ ότι ήθελα, συνοψίζω, στο πλαίσιο των πρόχειρα γραμμένων σκέψεων του παρόντος σημειώματος, ότι για τους διεθνολόγους που δεν θέλουν να στρατεύονται στην εκφορά ηγεμονικών ιδεολογικοπολιτικών εκλογικεύσεων, το ενδιαφέρον τους έγκειται στην περιγραφή των συστημάτων «διανεμητικής δικαιοσύνης» ( φορείς των οποίων είναι κυρίως τα κυρίαρχα κράτη και εν μέρει οι διεθνείς θεσμοί), η κοινωνικοπολιτική αναφορά τους, ο ορθολογικός ή ανορθολογικός χαρακτήρας των πολιτικών τους συμπεριφορών και τα ζητήματα πολιτικής φιλοσοφίας των διεθνών σχέσεων που ανακύπτουν. Γι’ αυτό θα πρέπει να αναφέρω μερικά ακόμη στοιχεία που θεμελιώνουν τον ισχυρισμό ότι η εσωτερική-εξωτερική κυριαρχία των διακριτών κοινωνιών είναι οντολογικού περιεχομένου και γι’ αυτό ηθικά αμάχητη.
Ιστορικά, οι αξιώσεις πολιτικής κυριαρχίας–συλλογικής ελευθερίας οδήγησαν την ύστερη εποχή στην οντολογική θεμελίωση της εθνικής-κρατικής δομής ως αντι-ηγεμονικού θεσμού προικισμένου με κοσμοθεωρητικές δομές που γεννιούνται στην φάση του αγώνα ανεξαρτησίας-ελευθερίας. Αυτή η βασική δομή στην βάση της οποίας κατ’ ουσία οργανώνεται κοινωνικοπολιτικά ο κόσμος, αποτελεί το θεμέλιο πάνω στο οποίο όλες οι κυρίαρχες κοινωνίες αφενός αναπτύσσουν ηθικοκανονιστικά εποικοδομήματα, μεταξύ των οποίων ή και κύριο εκ των οποίων είναι το διαρκώς αναπτυσσόμενο οικείο σύστημα διανεμητικής δικαιοσύνης κάθε κυρίαρχης κοινωνίας. Παράγωγη αν όχι νομοτελειακή συνέπεια αυτών των οντολογικά θεμελιωμένων –στις αξιώσεις πολιτικής κυριαρχίας-συλλογικής ελευθερίας– Πολιτειακών δομών είναι ακριβώς, οι –εξ αντικειμένου, επαναλαμβάνεται, αντι-ηγεμονικού χαρακτήρα– θεμελιώδεις αρχές του διεθνούς δικαίου, οι θεσμοί συλλογικής ασφάλειας και οι συμπαρομαρτούντες συμβάσεις όπως η Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Συνθήκης της Γενεύης και της Διεθνούς Ποινικής Δικαιοσύνης. Απλουστεύοντας ακόμη περισσότερο κατά τα άλλα σύνθετα διεθνή φαινόμενα, τονίζεται ότι η παρεμβολή των αιτιών πολέμου μεταξύ των διεθνών θεσμών και της ειρήνης-σταθερότητας δημιουργεί πλήθος προβλημάτων και εμποδίζει την ομαλή εφαρμογή των διεθνών υποχρεώσεων των κρατών και την δημιουργία νέων θεσμών ή την βέλτιστη χρήση των υπαρχόντων διεθνών θεσμών. Ένα από αυτά τα προβλήματα, είναι ασφαλώς, το γεγονός ότι ζητήματα τεράστιας πλανητικής σημασίας και διεθνικού χαρακτήρα που αφορούν όλους τους πολίτες όλων των κρατών, δεν τυγχάνουν επαρκούς ή και καθόλου αντιμετώπισης στο επίπεδο των διακρατικών ρυθμίσεων.
10. ΜΚΟ και κίνδυνοι υπονόμευσης των συστημάτων διανεμητικής δικαιοσύνης
Η ατομική πρωτοβουλία και η οργάνωση ομάδων που λίγο-πολύ βρίσκονται εκτός κοινωνικοπολιτικών ελέγχων και εξισορροπήσεων, όπως ήδη τόνισα, μπορεί να διαβαθμιστεί και να αξιολογηθεί κατά περίπτωση. Σε όλες τις περιπτώσεις, εν τούτοις, τίθεται το κρίσιμο και καίριο ερώτημα κατά πόσο οι χιλιάδες ιδιοτελείς ομάδες –δεν λέω ότι η ιδιοτέλεια σ’ αυτή την περίπτωση είναι κατ’ ανάγκη «πρόβλημα» ή κοινωνικά επιζήμια– τελικά δυνατό να υπονομεύσουν τους αναγκαίους και μη εξαιρετέους κοινωνικοπολιτικούς ελέγχους και εξισορροπήσεις υπό την αίρεση των οποίων βρίσκονται όλοι οι συλλογικοί και ατομικοί σκοποί της κοινωνικοπολιτικής δράσης. Ακόμη: Δυνατό να υπονομευθούν πάγιες και οντολογικά θεμελιωμένες κατακτήσεις του ανθρώπινου πολιτισμού, όπως τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα, η συλλογική ελευθερία των κυρίαρχων διακριτών κοινωνιών και τα κοινωνικοπολιτικά προσδιορισμένα διανεμητικά τους συστήματα (το σχέδιο Αναν για την Κύπρο, περίπτωση στην οποία ήδη αναφέρθηκα και στην οποία θα επανέλθω σε λίγο, είναι μια χαρακτηριστική περίπτωση επιστράτευσης ΜΚΟ κατά της ανθρώπινης ελευθερίας και κατά της δημοκρατίας).
Επειδή όπως ήδη τονίστηκε η διανεμητική δικαιοσύνη εξ αντικειμένου ιστορικά γεννιέται και αναπτύσσεται στα πλαίσια των κυρίαρχων κρατών, παραμένουν πολλά και ρευστά ερωτήματα για την διαχείριση-αντιμετώπιση παγκόσμιων προβλημάτων που αφορούν όλα τα κράτη και που υπερβαίνουν τις δυνατότητες αντιμετώπισής τους στο πλαίσιο κάθε μιας κρατικής δομής. Παραμένει ρευστό και αναπάντητο το ερώτημα κατά πόσο θα τυγχάνουν συλλογικής αντιμετώπισης-διαχείρισης στο πλαίσιο διακρατικών θεσμών –και γιατί όχι υπερεθνικών όπως η ΕΕ, όπου όμως πληρούνται στοιχειώδεις προϋποθέσεις ορθολογιστικής πολιτικής δράσης, αν και όχι πάντοτε– ή κατά πόσο θα επηρεάζονται από ΜΚΟ οργανισμούς οι οποίοι εξ αντικειμένου όταν διακινούνται διεθνικά δεν είναι πάντοτε ευδιάκριτος ο κοινωνικοπολιτικά προσδιορισμένος σκοπός που εξυπηρετούν.
11. ΜΚΟ, μαλακή ισχύς στην στρατηγική επικυριαρχίας των ΗΠΑ και το σχέδιο Αναν για το κυπριακό (βλ. επίσης σχετικές αναφορές στο προηγούμενο σημείωμα για τους κριτικούς κονστρουκτιβιστές).
Αναφορικά με τα πιο πάνω, οι μελετητές της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής γνωρίζουν ότι η «μαλακή ισχύς» («soft power») αποτελούσε πάντοτε ένα σημαντικό εργαλείο της μεταπολεμικής αμερικανικής εθνικής στρατηγικής (αλλά και άλλων κρατών, από αρχαιοτάτων μάλιστα χρόνων μέχρι και την σημερινή εποχή). Τα τελευταία χρόνια, αυτό το «εργαλείο» κατέστη κύριο μέσο του αμερικανικού Πενταγώνου στον σχεδιασμό και άσκηση της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ. Αμερικανοί συνάδελφοι στον χώρο της στρατηγικής ανάλυσης θεωρητικοποίησαν την «μαλακή ισχύ» και όλα τα στοιχεία δείχνουν ότι ενσωματώθηκε πλήρως στο «αμερικανικό διπλωματικό οπλοστάσιο», περίπου στην βάση της λογικής: «για να εκπληρώσουμε τον σκοπό ηγεμονικής επικυριαρχίας προτιμούμε μαλακή ισχύ για να εξοικονομούμε τις πολύ μεγαλύτερες δαπάνες που θα χρειάζονταν για την αγορά κανονιών που θα εκπλήρωναν τον ίδιο σκοπό». Όπως κάθε μελετητής της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής γνωρίζει, αναρίθμητοι ΜΚΟ χωρίς ίσως πολλά μέλη τους να το γνωρίζουν γίνονται εργαλείο διεθνών αλλαγών. Το ζήτημα αυτό ενέχει τεράστια σημασία και για την δική μας κοινωνία αν κανείς αναλογιστεί το γεγονός ότι κοινωνία και πολιτική ηγεσία την δεκαετία του 1990 (με αποκορύφωμα την εκδήλωση του σχεδίου Αναν αρχές της τρέχουσας δεκαετίας) εγκλωβίστηκαν σε εξόφθαλμα ανορθολογικές αντιλήψεις, θέσεις και αποφάσεις. Πολλοί ΜΚΟ δρώντες είτε το γνώριζαν είτε όχι εξυπηρετούσαν κάποια άνομα διεθνικοπολιτικά και/ή εθνικά συμφέροντα που πασίδηλα δεν οδηγούν σε ειρηνική επίλυση των διαφορών και σε περιφερειακή σταθερότητα. Ακόμη πιο σημαντικό, οδηγούσαν σε ρυθμίσεις στο κυπριακό κράτος που θα συμβίβαζαν για πάντα την ανθρώπινη ελευθερία, τα ανθρώπινα δικαιώματα και κάθε άλλη κατάκτηση πολιτισμού (για εξαιρετικές, αξιόπιστες και έγκυρες αναλύσεις που θεμελιώνουν σχεδόν πλήρως αυτή την αλήθεια βλ. ιδ. Κασιμάτης, Alfred de Zayas και Malcom Shaw). Αν και μέχρι στιγμής λίγα γνωρίζουμε όσον αφορά αυτό το ιστορικό γεγονός, δεν υπάρχει πλέον καμιά αμφιβολία ότι τα πολιτειακά τερατουργήματα που παραδόξως προτάθηκαν εξ ονόματος του θεματοφύλακα του πολιτικού πολιτισμού των διακρατικών σχέσεων, ήταν αποτέλεσμα μιας ελάχιστα διαφανούς διαδικασίας που ενέπλεξε υπαλλήλους διεθνών θεσμών, αξιωματούχους μυστικών υπηρεσιών ηγεμονικών κρατών, τον διεθνοαναρχικό χρηματιστή Σόρος, αξιωματούχους των άμεσα ενδιαφερομένων κοινωνιών και πλήθος ακαδημαϊκών –υποψιασμένων ή ανυποψίαστων, είναι επιστημονικά αδιάφορο– των οποίων ο ρόλος τελικά καταλήγει να είναι όχι η εκφορά αξιολογικά ελεύθερων θέσεων αλλά η ακαδημαϊκή μεταμφίεση ιδεολογικοπολιτικών εκλογικεύσεων που εξυπηρετούν άνομα στρατηγικά συμφέροντα ή συμφέροντα ιδιωτών όπως ο Σόρος.
Είναι ενδιαφέρον ότι σ’ αυτή την εκπληκτικά κρατικά οργανωμένη διαδικασία επιβολής της στρατηγικής της Ουάσινγκτον και του Λονδίνου στην Μέση Ανατολή, οι κεντρικοί-καταλυτικοί οργανισμοί ήταν ΜΚΟ τους οποίους χρηματοδοτούσαν κρατικές υπηρεσίες χωρών με στρατηγικά συμφέροντα και αδιαφανείς διεθνοαναρχικοί όπως ο Σόρος. Αν και σίγουρα πάρα πολλά είναι κρυμμένα στην άβυσσο των μυστικών υπηρεσιών στο πλαίσιο της διαρκούς διακρατικής διαμάχης, σε μεγάλο βαθμό ερμηνεύεται το κατά τα άλλα ανεξήγητο φαινόμενο οι υποστηρικτές του σχεδίου Αναν να μην επικαλούνται το παραμικρό βάσιμο επιχείρημα (έχω ξαναγράψει ότι το σχέδιο Αναν αποτέλεσε Βατερλώ για πολλούς που αργά ή γρήγορα θα ελεγχθούν στοχαστικά για το βαρύτατο επιστημονικό τους παράπτωμα). Το γνώριμο μοτίβο των κραυγών υπέρ του διεθνοφασιστικού σχεδίου Αναν ήταν ιστορικά διαστρεμμένες θέσεις και επίκληση κάποιας αναγκαιότητας που οφείλεται σε ανωτέρα βία στην οποία αν δεν υπέκυπταν οι κύπριοι «θα έπεφτε φωτιά να τους κάψει» (ή όπως μπλοφάροντας είπε αμερικανός αξιωματούχος σε ανάλογη περίπτωση «θα έπεφταν τόνοι τούβλα στο κεφάλι των κυπρίων»). Αυτές οι εμπαθέστατες ιδεολογικοπολιτικές κραυγές κάλυψαν την αλήθεια και έθεσαν τις πολιτικές ηγεσίες στην Κύπρο, στην Ελλάδα και ίσως στην Ευρώπη σε μια επικίνδυνη για την ελευθερία και ασφαλώς πολιτικά ανορθολογική τροχιά. Κύριοι δράστες, και με δεδομένο αυτό το γεγονός κανείς δεν έχει την πολυτέλεια να μένει αδιάφορος πολύ περισσότερο επίδοξοι διεθνικοί δρώντες οποιουδήποτε είδους, ήταν ΜΚΟ που μεταμφίεζαν τις άνομες αξιώσεις.
Η πορεία αυτή ανακόπηκε λόγω αντίστασης της ενδιαφερόμενης κοινωνίας που καταψήφισε το προταθέν πολιτειακό τερατούργημα. Δυστυχώς δεν διαθέτω ακόμη σε ηλεκτρονική μορφή, οπότε και θα μπορούσα να σας την αποστείλω, την άκρως ενδιαφέρουσα έκθεση των αξιολογητών Nathan Associates Inc όπου μέσα σε εκατοντάδες σελίδες περιγράφει επακριβώς τους σκοπούς, το σκεπτικό, τις μεθοδεύσεις και άλλες αδιαφανείς ενέργειες που αφορούσαν ευθέως την ελευθερία και τα ανθρώπινα δικαιώματα μιας ολόκληρης κοινωνίας. Το ζήτημα αυτό, όπως θα αντιληφθείτε, ανοίγει μόλις τώρα και αναπόφευκτα ενέχει μεγάλες ακαδημαϊκές, πολιτικές και διεθνοπολιτικές διαστάσεις. [συμπληρωματική διόρθωση Απρίλιος 2006: Ήδη πιο πάνω αναφέρθηκα στο περιοδικό Αρδην Μαρτίου-Απριλίου 2006 που έθεσε τον θεμέλιο λίθο μιας μεγάλης συζήτησης που μόλις αρχίζει]
12. ΜΚΟ: αίνιγμα και για ποιους;
Ο προαναφερθείς έλληνας αξιωματούχος υπεύθυνος για τους ΜΚΟ, έγραψε επίσης ότι η κοινωνικοπολιτική αναφορά των ΜΚΟ αποτελεί ακόμη αίνιγμα ή ερώτημα για πολλούς. Σίγουρα όμως, δεν αποτελεί ερώτημα για τις υπηρεσίες ισχυρών κρατών που θεωρούν πλέον τους ΜΚΟ αναπόσπαστο μέρος των στρατηγικών τους μεθοδεύσεων. Αναμφίβολα, η συντριπτική πλειονότητα των καλοπροαίρετων ακτιβιστών ή άλλων που θέλουν να ικανοποιήσουν θεμιτά «ιδιοτελή» συμφέροντα δεν θα ήθελαν να είναι κρίκος στην αλυσίδα τέτοιων στρατηγικών μεθοδεύσεων. Αυτός είναι ένας από τους χίλιους λόγους για τους οποίους το ζήτημα των ΜΚΟ είναι στοχαστικά και πολιτικά ελκυστικό και ενδιαφέρον. Σίγουρα ανήκει στην σφαίρα της παιδικής φαντασίας, κάθε ισχυρισμός ότι παραμερίζοντας τα τεράστια οικοδομήματα διανεμητικής δικαιοσύνης των κυρίαρχων κοινωνιών που διαμορφώθηκαν μέσα από αγώνες κυριαρχίας και σφυρηλατήθηκαν επί αιώνες στον αέναο αγώνα ανεξαρτησίας –αγώνας που καθίσταται επιτακτικός λόγω ύπαρξης ταυτόχρονα αναρχίας και αιτιών πολέμου στις διεθνείς σχέσεις–, θα μπορούσαν κοινωνικοπολιτικά ανεξέλεγκτες διεθνικές ομάδες να οικοδομήσουν κοσμοθεωρητικές και ηθικές προϋποθέσεις ενός παγκόσμιου κράτους ή κάποιας άλλης παραπλήσιας κανονιστικής εκδοχής. Το μόνο που θα κατορθώνουν όσοι πάσχουν από τέτοιες παιδικές στοχαστικές ασθένειες –τις οποίες ακόμη και Μαρξ εγκατέλειψε έγκαιρα μετά την κυκλοφορία του πρώτου του βιβλίου αλλά τις ανακάλυψαν και υιοθέτησαν πρόσφατα οι πολυάριθμοι λεγόμενοι «κριτικοί κονστρουκτιβιστές», βλ. πιο πάνω το προηγούμενο σημείωμα– είναι να υποκινούν ηγεμονικές αξιώσεις, να εκπληρώνουν μερικές από αυτές, να καταπολεμούν τον διακρατικό ορθολογισμό και να οξύνουν τα αίτια πολέμου.
……………
Παναγιώτης Ήφαιστος
29/5/2005
(αναθεωρήθηκε ως προ της διατύπωση κάποιων σημείων τον Μάρτιο-Απρίλιο 2006)