Πληροφορίες και σχόλια από Παναγιώτη Ήφαιστο

«Πλαίσιο Αρχών για μια δίκαιη λύση και βιώσιμη λύση του Κυπριακού με γνώμονα το Διεθνές και Ευρωπαϊκό Δίκαιο», από το Διεθνές Συμβούλιο Εμπειρογμωμόνων συκληθέν από την Πανελλήνια Επιτροπή για Ευρωπαϊκή Λύση του Κυπριακού»

Πληροφορίες και σχόλια από Παναγιώτη Ήφαιστο
Δημοσιοποίηση του κειμένου του διεθνούς συμβουλίου εμπειρογνωμόνων για τις βασικές αρχές λύσης του κυπριακού ζητήματος στην βάση του διεθνούς δικαίου και του ευρωπαϊκού νομικού και πολιτικού κεκτημένου

Περιεχόμενα: 1. Εισαγωγικές πληροφορίες και παρατηρήσεις. 2. Επιστημονική συζήτηση και πολιτικός ορθολογισμός. 3. Διεθνής ομάδα ειδικών, η τελική έκθεση και δημόσια επιστημονική συνηγορία

1. Εισαγωγικές πληροφορίες και παρατηρήσεις

Επισυνάπτω το κείμενο με τίτλο «Πλαίσιο αρχών για μια δίκαιη και βιώσιμη λύση του Κυπριακού με γνώμονα το Διεθνές και Ευρωπαϊκό Δίκαιο» («A principle basis for a just and lasting Cyprus settlement in the light of International and European Law»). Είναι αποτέλεσμα συλλογικής προσπάθειας που άρχισε το καλοκαίρι του 2004 και ολοκληρώθηκε αρχές Φθινοπώρου του 2005.
Η προσπάθεια αυτή άρχισε στο πλαίσιο της «Επιστημονικής Επιτροπής» που δημιουργήθηκε από το Σωματείο «Πανελλήνια Επιτροπή για Ευρωπαϊκή Λύση στην Κύπρο» που ιδρύθηκε το 2004. Η «Επιστημονική Επιτροπή» αποτελείται από τον προεδρεύοντα Ομότιμο Καθηγητή Συνταγματικού Δικαίου Γιώργο Κασιμάτη και μέλη τους Καθηγητές του Παντείου Πανεπιστημίου Στέλιο Περράκη, Παναγιώτη Ήφαιστο και Χριστόδουλο Γιαλλουρίδη και τον Περικλή Νεάρχου, πρώην σύμβουλο επί διπλωματικών θεμάτων του Πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου. Με την Επιστημονική Επιτροπή, επίσης, συνεργάστηκαν τα μέλη του «Διεθνούς Συνδέσμου για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κύπρο». Στην συνέχεια, η «Πανελλήνια Επιτροπή για Ευρωπαϊκή λύση στην Κύπρο» συγκάλεσε το «Διεθνές Συμβούλιο εμπειρογνωμόνων για Ευρωπαϊκή λύση του κυπριακού» την τελική έκθεση του οποίου και επισυνάπτω.
Εξαρχής, κύριος σκοπός ήταν ο περιορισμός των συζητήσεων περί το κυπριακό σε αυστηρά επιστημονικά πλαίσια που θα αποσύνδεαν την ανάλυση του σχεδίου Αναν και τις συζητήσεις για την λύση του κυπριακού ζητήματος από ιδεολογικά, πολιτικά, κομματικά και εθνικά κριτήρια και που θα παρήγαν αντικειμενικές εκτιμήσεις συμβατές με το υποχρεωτικό νομικό κεκτημένο του διεθνούς δικαίου και του ευρωπαϊκού δικαίου. Ο προσδιορισμός αντικειμενικών κριτηρίων είναι εφικτός επειδή η Κυπριακή Δημοκρατία είναι μέλος του ΟΗΕ και της ΕΕ. Τόσο η Κυπριακή Δημοκρατία, επίσης, όσο και όλα τα υπόλοιπα εμπλεκόμενα κράτη δεσμεύονται από τις Υψηλές Αρχές του διεθνούς δικαίου, από τους Καταστατικούς Χάρτες των διεθνών οργανισμών στους οποίους συμμετέχουν και από τις διεθνείς συμβάσεις που αφορούν τα ανθρώπινα δικαιώματα, τα εγκλήματα πολέμου και τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας.
Αυτό το πλέγμα σχέσεων και νομικών δεσμεύσεων δημιουργεί για όλα τα εμπλεκόμενα κράτη και για τους αξιωματούχους διεθνών θεσμών –όπως ο ΓΓ του ΟΗΕ, οι πολιτικοί ηγέτες της Ευρώπης και οι Επίτροποι της ΕΕ– ένα απολύτως δεσμευτικό κανονιστικό πλαίσιο (κατά το πλείστον πλήρως ενσωματωμένο στην ενδοκρατική δικαιοταξία των εμπλεκομένων κρατών). Στο σημείο αυτό, ακριβώς, τονίζεται η διάκριση μεταξύ του δεσμευτικού νομικού πλαισίου που δημιουργούν οι διεθνείς συμβάσεις και ζητημάτων που αφορούν ασαφείς γενικές αρχές διεθνούς δικαίου, οι οποίες ενόσω υπάρχουν αίτια πολέμου θα βρίσκονται υπό την αίρεση της ισχύος. Η Κύπρος και η Ελλάδα κατά την διάρκεια της περιόδου 2001-2005, ακριβώς, διέθεταν πολύ μεγαλύτερα περιθώρια πρόταξης θεμιτών, νομίμων και νομιμοποιημένων αξιώσεων εφαρμογής της διεθνούς νομιμότητας. Τόσο οι πολιτικοί επιστήμονες όσο και οι πολιτικοί ηγέτες οφείλουν να γνωρίζουν την διεθνή νομιμότητα και να την προτάσσουν. Εν τούτοις οι πλείστοι δεν το έπραξαν! Γιατί άραγε;

2. Επιστημονική συζήτηση και πολιτικός ορθολογισμός

Στον λεγόμενο ελληνικό επιστημονικό διάλογο των τελευταίων δεκαετιών, όταν κάποιος ανέλυε τους τομείς της διεθνούς ζωής που επηρεάζονται από τις σχέσεις ισχύος, συνήθως εισέπραττε ανοίκειους χαρακτηρισμούς άσχετους με την ουσία των αναλύσεων του [Για το κατά πόσο τέτοιες άθλιες «δολοφονίες (επιστημονικών) χαρακτήρων» ενδέχεται να υποκινούνταν από έξωθεν κριτήρια και συμφέροντα –σύνηθες σε κοσμοθεωρητικά αδύναμα και πολιτικά εξαρτημένα κράτη– το αφήνω στην κρίση του καθενός. Πολλοί «επιστημονικοί» ρύποι έχουν εκτοξευθεί, πάντως, από ένα ευρύ φάσμα αναλυτών του ακαδημαϊκού και δημοσιογραφικού χώρου της Ελλάδας και του εξωτερικού –συνήθως ξεπεσμένων κοσμοπολίτικων και/ή διεθνιστικών πεποιθήσεων που δημιουργούν προκαταλήψεις υπονομευτικών του επιστημονικού στοχασμού– οι οποίοι για ποικίλους λόγους δεν κατανοούν ή δεν θέλουν να κατανοήσουν την βασική δομή του κόσμου όπως θεμελιώθηκε οντολογικά τους τελευταίους αιώνες. Μερικοί από αυτούς με ιδιαίτερο και με λογικούς όρους ανεξήγητο φανατισμό υποστήριξαν μανιωδώς το σχέδιο Αναν. Το σχέδιο αυτό, εν τούτοις, αναμφίβολα εμπεριέχει την πιο αντιπροσωπευτική εκδοχή των διεθνοφασιστικών και νεοαποικιακών αξιώσεων στο κατώφλι του 21ου αιώνα. Το σχέδιο Αναν όχι μόνο αποτελεί προϊόν αναθεωρητικής-ηγεμονικής χρήσης της ισχύος αλλά επιπλέον παραβιάζει όλα τα κεκτημένα του πολιτικού και νομικού πολιτισμού στις διακρατικές σχέσεις. Ερωτώ: Πως πρέπει να κρίνει κάποιος τους υποστηρικτές αυτού του διεστραμμένου σχεδίου, ιδιαίτερα τους φανατικούς και διαχρονικά αμετανόητους;
Ένα τέτοιο σοβινιστικό και διεθνοφασιστικό κείμενο νομικά παράνομο και πολιτικά αθέμιτο δεν θα μπορούσε να εφαρμοστεί παρά μόνον αν οι ίδιοι οι ενδιαφερόμενοι το αποδέχονταν ψηφίζοντάς το, γεγονός που εξηγεί τις πρωτοφανείς αφόρητες πιέσεις των ηγεμονικών δυνάμεων και των ντόπιων νεροκουβαλητών επί των κυπρίων από το 2001 μέχρι το 2005. Με αναλύσεις που αγγίζουν τα όρια της «επιστημονικής παραπληροφόρησης» για το περιεχόμενο του σχεδίου αυτού, με πολιτικούς εξαναγκασμούς, με τελεσίγραφα και με εκβιαστικά διλήμματα επιχειρήθηκε ο εξαναγκασμός της κυπριακής λαϊκής κυριαρχίας, χωρίς εν τούτοις αποτέλεσμα, επειδή το ένστικτο επιβίωσης και ο ορθολογισμός της κυπριακής κοινωνίας οδήγησε στην συντριπτική καταψήφισή του στις 24 Απριλίου 2004. Κατά την εκτίμησή μου, οι πιο πάνω στάσεις υπέρ του διεστραμμένου αυτού σχεδίου, αν δεν πρόκειται για απόλυτη εθελοτυφλία ή απόλυτη αγραμματοσύνη, φανερώνουν την πραγματική κοσμοθεωρητική ταυτότητα όσων κατά καιρούς ενδύονται «ιδεαλιστικούς», «μετριοπαθείς» και «ειρηνόφιλους» μανδύες για να επισκιαστεί η πραγματικότητα, δηλαδή η συμφέρουσα για την εκάστοτε επικυρίαρχη-ηγεμονική δύναμη υπονόμευση των θεσμών ελευθερίας των κυρίαρχων κοινωνιών (δηλαδή, η υπονόμευση των κρατικών δομών που εξ ορισμού αποτελούν τον κύριο στόχο των αλληλένδετων ηγεμονικών, διεθνιστικών και κοσμοπολίτικων παραδοχών όλων των αποχρώσεων). Όσοι ενέχονται φανερώθηκαν και εκτέθηκαν παντοτινά και ανεπανόρθωτα. Οι πολιτικοί επιστήμονες είναι επιστημονικά ασυγχώρητοι εάν δεν διακρίνουν την κατάφωρη παραβίαση της διεθνούς νομιμότητας και οι πολιτικοί ηγέτες που δεν την γνωρίζουν ή αμελούν να την επικαλεστούν επιδεικνύουν μεγάλη πολιτική ανευθυνότητα επειδή δεν την προτάσσουν για να στηρίξουν τα νόμιμα, θεμιτά και νομιμοποιημένα συμφέροντα της κοινωνίας που αντιπροσωπεύουν. Σε κάθε περίπτωση, εξ αντικειμένου, η πλειονότητα της μεγάλης μάζας των καλοπληρωμένων ειδικών του διεθνούς δικαίου, του συνταγματικού δικαίου, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του ευρωπαϊκού δικαίου στην Ελλάδα και στην υπόλοιπη Ευρώπη δεν εκπλήρωσαν το δεοντολογικά υποχρεωτικό γι’ αυτούς έργο ακριβούς και αντικειμενικής αναζήτησης της επιστημονικής αλήθειας αναφορικά με το κρίσιμο αυτό ζήτημα που αφορά την ανθρώπινη ελευθερία, την περιφερειακή σταθερότητα και την διεθνή ειρήνη. Πολλοί σιώπησαν, αρκετοί προτίμησαν να επιδίδονται σε «επιτήδεια ουδέτερα αναμασήματα» άσχετων και ανούσιων ιδεών για «μεταεθνικούς κόσμους» των οποίων η Κύπρος θα αποτελούσε πειραματόζωο και άλλοι προσχώρησαν στο ολισθηρό πεδίο της πολιτικής προπαγάνδας και των ιδεολογικοπολιτικών εκλογικεύσεων υπέρ ενός εξ αντικειμένου διεθνοπολιτικά εγκληματικού και επιστημονικά διεστραμμένου σχεδίου αμιγούς νεοαποικιακής έμπνευσης.
Όσον αφορά το ευρωπαϊκό κεκτημένο πιο συγκεκριμένα, θα πρόσθετα με νόημα πως μια μεγάλη «στρατιά» «ειδικών για τα ευρωπαϊκά» δεν μπορεί να περιορίζεται μόνο στην είσπραξη τεράστιων χρηματοδοτήσεων επιστημονικά ασήμαντων ζητημάτων και την χρήση βαρύγδουπων τίτλων ή την συχνότατη συμμετοχή σε πλουσιοπάροχα συνέδρια όπου αφθονούν οι πολυτέλειες αλλά σπανίζουν οι επιστημονικού χαρακτήρα αναλύσεις. Τα μέλη αυτής της «στρατιάς» που κινδυνεύει να γίνει πλέον συντεχνία, έχει επιστημονική, δεοντολογική και ηθική υποχρέωση να αναζητά διαρκώς, να θεμελιώνει και να δημοσιοποιεί την επιστημονική αλήθεια (τουλάχιστον αυτή που φαίνεται με γυμνό οφθαλμό).

Τα πιο πάνω εξηγούν πλήρως τα αίτια των ακατάσχετων εισροών πολιτικού ανορθολογισμού στον ελλαδικό, κυπριακό και ευρωπαϊκό δημόσιο διάλογο, κάτι που κάποιος θα πρέπει να είναι τυφλός για να μην το παρατηρήσει και εξαιρετικά κυνικός για να μην ανησυχήσει.

3. Διεθνής ομάδα ειδικών, η τελική έκθεση και δημόσια επιστημονική συνηγορία

Η «Επιστημονική Επιτροπή για μια Ευρωπαϊκή λύση του κυπριακού», πέραν των οικείων αναλύσεων που ήδη δημοσιοποιήθηκαν, συνεργάστηκε με την προαναφερθείσα ομάδα διακεκριμένων επιστημόνων από την υπόλοιπη Ευρώπη, οι οποίοι, διασώζοντας έτσι την τιμή των ευρωπαίων ειδικών του διεθνούς και ευρωπαίου δικαίου μελέτησε το σχέδιο Αναν και τα κριτήρια που θα καθιστούσαν την λύση του κυπριακού συμβατή με το διεθνές δίκαιο και το ευρωπαϊκό νομικό κεκτημένο.
Το κείμενο της ομάδας αυτής δημοσιοποιείται, γεγονός που σημαίνει ότι δεν «ανήκει» μόνο στους ξένους καθηγητές και στην ολιγομελή ομάδα της ελληνικής επιστημονικής επιτροπής αλλά ότι επιπλέον αποτελεί επιστημονικό κεκτημένο στον χώρο των κοινωνικών επιστημών. Αποτελεί οπωσδήποτε κείμενο αναφοράς και βάση περαιτέρω ουσιαστικής συζήτησης για μια βιώσιμη λύση του κυπριακού ζητήματος. Οι πρώτες αντιδράσεις όλων των πολιτικών φορέων της Κύπρου μετά την επίσημη παρουσία του εκεί επιβεβαιώνουν αυτήν την εκτίμηση. Αναμένεται ότι πολλοί ακόμη ακαδημαϊκοί στα υπόλοιπα κράτη της Ευρώπης θα το συνυπογράψουν ή θα το στηρίξουν με αναφορές και περαιτέρω επεξεργασία των θεμάτων που θίγονται. Όσοι έλληνες ακαδημαϊκοί ή ελληνικής καταγωγής ακαδημαϊκοί του εξωτερικού επιθυμούν να το επιδοκιμάσουν μπορούν να αποστείλουν μήνυμα στην διεύθυνση «επιδοκιμάζω-συνυπογράφω την έκθεση της διεθνούς ομάδας ειδικών για μια ευρωπαϊκή λύση του κυπριακου» (κλικ για ανοιγμα ηλεκτρονικής επιστολής) και θα διαβιβαστεί αρμοδίως. Επισημαίνεται ότι δεν πρόκειται για τις συνήθεις ιδεολογικού περιεχομένου λίστες υπογραφών που συχνά κυκλοφορούν στην Ελλάδα αλλά για καταγραφή της επιστημονικής συνηγορίας των ελλήνων ακαδημαϊκών που συμβολίζεται με δημόσια αποδοχή συγκεκριμένων επιστημονικών θέσεων για το υποχρεωτικό διεθνές κανονιστικό πλαίσιο, τις υψηλές αρχές του διεθνούς δικαίου, τις συμβάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και το ευρωπαϊκό νομικό κεκτημένο.
Τέλος, όσοι συμφωνούν με το επιστημονικό περιεχόμενο του κειμένου που επισυνάπτω, καλούνται να το δημοσιοποιήσουν ευρύτερα στις διευθύνσεις του ηλεκτρονικού τους ταχυδρομείου, στις οργανώσεις ή θεσμούς στους οποίους ανήκουν, σε προσωπικές ή άλλες ιστοσελίδες και σε άλλα μέσα επικοινωνίας.

Π. Ήφαιστος
2.9.2005
Σημ. Το κείμενο αναρτάται στα Αγγλικά, ελληνικά, γαλλικά και γερμανικά. Η αναπαραγωγή του είναι ελεύθερη με την προϋπόθεση ότι αναφέρεται στην πηγή.

Υστερόγραφο: Το κείμενο παρουσιάστηκε πανηγυρικά στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 12 Οκτωβρίου 2005. Για μερικές πληροφορίες για τα διαμειφθέντα βλ. http://www.new-europe.info/new-europe/displaynews.asp?id=116162.

Αρέσει σε %d bloggers: