Πότε μπορεί να παρεμβαίνει ο ακαδημαϊκός;

Πότε παρεμβαίνει ο ακαδημαϊκός;
(Απάντηση σε σχετική ερώτηση επισκέπτη της ιστοσελίδας μου)

Συμπληρωματικά σχόλια σε σημείωμα που ανάρτησα στις 10.1.2005 και σε σχετικές αναλύσεις σε άρθρα και βιβλία

1) Μέρος της απάντησης δίνεται πιο κάτω, όταν υποστηρίζω ότι ο ακαδημαϊκός δεν μπορεί να γίνεται μαϊντανός των επιφυλλίδων. Όπως γράφω είναι νομιμοποιημένος να παρεμβαίνει μόνο όταν διακυβεύονται ζητήματα ατομικής και συλλογικής ελευθερίας και τα ιερά και τα όσια της επιστήμης του.
2) Αποστολή του ακαδημαϊκού είναι να στοχάζεται, αξιολογικά ελεύθερα και αντικειμενικά. Ιδιαίτερα στον πολύπαθο χώρο των κοινωνικών επιστημών, ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι ο προπαγανδισμός ιδεολογικών, εθνικών, συμμαχικών, παραταξιακών και σεκταριστικών συμφερόντων. Διολίσθηση στην προπαγάνδα σημαίνει ότι διαφθείρετε ο στοχασμός, ότι χάνει την έξωθεν καλή μαρτυρία για την ικανότητά ορθής και ορθολογικής ανάλυσης και ότι κύρια πρόθεση είναι να οδηγηθεί σε ακαδημαϊκά μεταμφιεσμένα κίβδηλα πορίσματα, προκατειλημμένα και αβυσσαλέα υποκειμενικά.
3) Καλή επιστήμη είναι αυτή που περιγράφει τα διλήμματα και τα προβλήματα, αναδεικνύει τις ποικίλες τους αποχρώσεις και την δυναμική τους, καθώς και τον τρόπο που σχετίζονται με τις μεγάλες και οντολογικά θεμελιωμένες κατακτήσεις του πολιτικού πολιτισμού στις ενδοκρατικές και διακρατικές σχέσεις. Ασφαλώς ο επιστημονικός προβληματισμός είναι άνευ ορίων, ακόμη και οραματικός ή ουτοπικός. Η οροφή του όμως δεν μπορεί να είναι παρά η ανθρώπινη ελευθερία και κυρίως οι οντολογικά θεμελιωμένες κατακτήσεις πολιτικού πολιτισμού που σχετίζονται με την ελευθερία.
4) Ακριβώς, όπως έχω επανειλημμένα υποστηρίξει σε βιβλία, δοκίμια κα άρθρα, τέτοιες οντολογικά θεμελιωμένες κατακτήσεις είναι α) η μετάβαση από την εποχή της βαρβαρότητας στην εποχή του συμβατού με την καθ’ έκαστη κοινωνία συλλογική ετερότητα και ανεξάρτητο Πολιτειακό βίο, β) η συντριβή των δυναστικών αυτοκρατορικών καθεστώτων και η ανάδειξη της εσωτερικής-εξωτερικής κυριαρχίας (εθνική ανεξαρτησία) κατά την διάρκεια των Νέων Χρόνων ως υπέρτατου κριτηρίου οργάνωσης των διακρατικών σχέσεων, γ) η υιοθέτηση των αντι-ηγεμονικού χαρακτήρα Υψηλών Αρχών του διεθνούς δικαίου (διακρατική ισοτιμία, μη επέμβαση, εσωτερική-εξωτερική κυριαρχία) ως θεμελιωδών προσανατολισμών του διακρατικού πολιτικού πολιτισμού και δ) η από κοινού σταδιακή ενσωμάτωση κανόνων δικαίου όπως τα ανθρώπινα δικαιώματα και τα εγκλήματα πολέμου στην ενδοκρατική δικαιοταξία. Όταν λοιπόν όλες αυτές οι μεγάλες κατακτήσεις –το σημαντικότερό ίσως παράδειγμα των Νέων Χρόνων και σίγουρα το πιο χαρακτηριστικό της ύστερης εποχής είναι το τερατούργημα του φασιστοειδούς σχεδίου Αναν–, υπονομεύονται, ο Ακαδημαϊκός που έχει νεύρα να αντέξει στις δοκιμασίες που απαιτεί η αντιπαράθεση με προπαγανδιστές, υβριστές, ψευδολόγους και χυδαιογράφους, καταθέτει δημόσια την απόφανσή του.
5) Η παρέμβαση του ακαδημαϊκού στις δημόσιες πολιτικές συζητήσεις πρέπει να γίνεται κατ’ εξαίρεση και μόνο ως ζήτημα «έκτακτης ανάγκης». Αναπόδραστα, μια τέτοια παρέμβαση –έκτακτης ανάγκης– δεν μπορεί παρά να έχει κάποιες συγκεκριμένες ιδιότητες. Ο ακαδημαϊκός δεν παρεμβαίνει για να επεξεργαστεί νηφάλια κάποιες υψιπετείς θεωρίες αλλά για να καλέσει στην τάξη άτακτους συναδέλφους του και τους συνειδητούς ή αφελείς συνοδοιπόρους τους. Μια τέτοια παρέμβαση δεν είναι και δεν πρέπει να είναι «νηφάλια», «ήπια» και γενικότερα νερόβραστη όπως δηλαδή την θέλουν υποταγμένες νοοτροπίες καθωσπρεπισμού και στρατευμένοι λύκοι που υποκριτικά και ανέντιμα ντύνονται προβιές αγαθών προβάτων για να θάβουν, υβρίζουν και λοιδορούν σε δήθεν … «ήπιο» και «νηφάλιο» στιλ (και που είναι «ήπιο» και «νηφάλιο» μόνο επειδή αυτοί, έτσι, αυτοαναφορικά και αυθαίρετα, δηλώνουν πως είναι «ήπιο» και «νηφάλιο»). Οι συμβιβασμένοι, οι (επι)στρατευμένοι, οι προπαγανδιστές και κυρίως οι συνοδοιπόροι καταχρηστικών αξιώσεων ηγεμονικής ισχύος κατά μικρών και εξαρτημένων κρατών έχουν μια συγκεκριμένη αντίληψη του «δημόσιου διαλόγου». Πιο συγκεκριμένα, οι ηγεμονικές δυνάμεις, υποστήριξα σε άλλη περίπτωση, θέλουν τις κοινωνικές επιστήμες στα εξαρτημένα υποτελή κράτη εργαλείο μαλακής ισχύος καταχρηστικών αξιώσεων ισχύος. Οι ντόπιοι μεταπράτες και τοποτηρητές μέσα από «ιδρύματα», φανερές και λιγότερο φανερές υπόγειες χρηματοδοτήσεις και ποικίλες άλλες λιγότερο ορατές ενισχύσεις υιοθετούν συγκεκριμένες μεθοδεύσεις που σχετίζονται με την ακαδημαϊκή και επιστημονική δεοντολογία όπως ο δαίμονας με το λιβάνι. Αφού είναι εύκολο οι έξωθεν πάτρωνές τους να τους επιβάλουν στον δημόσιο διάλογο για να τους χρησιμοποιούν ως «μαλακή ισχύ», θέλουν στην συνέχεια να απονευρώσουν τα επιχειρήματα κάθε αντίστασης και κάθε αντίλογου. Έτσι, όταν ο δημόσιος διάλογος σε μικρά και εξαρτημένα κράτη κυριαρχείται από δύσοσμα ψέματα ξενόδουλων λύκων ντυμένων με μειλίχιες προβιές προβάτων, το «σύστημα» της παρακμής και της εξάρτησης αναζητεί άλλοθι. Αναζητούν «νηφάλιους ηλίθιους» –«χρήσιμους ηλίθιους» (Λένιν, όπως παραπέμπεται στον Κονδύλη)– και ασθενείς ψυχές που θέλουν τον μισθό τους και τίποτα άλλο. Ασθενείς ψυχές που ρέπουν σε εύκολες αναρριχητικές πρακτικές που τους τοποθετούν στα σκαλοπάτια των βολικών ανελίξεων. Γίνονται λοιπόν νομιμοποιητικά εργαλεία ενός επιφανειακού, κίβδηλου και επίπλαστου «επιστημονικού πλουραλισμού» με το να περιφέρονται σε βρωμερά προπαγανδιστικά χοιροστάσια και με το να εκφράζουν δήθεν «αντίθετες απόψεις». «Αντίθετες απόψεις» με τις οποίες κατά βάση «εξαγοράζονται» συνειδησιακά προσφέροντας μια μεταμφιεσμένη συμπλέουσα γνώμη που νομιμοποιεί μια κίβδηλη και επίπλαστη πολυφωνία. Θα έλεγα: Μια χυδαία και μακάβρια ομοφωνία που υπονομεύει τον ανεξάρτητο Πολιτειακό βίο, τις ισόρροπες σχέσεις μεταξύ των κρατών και αναπόδραστα άνομες και καταχρηστικές ανακατανομές συμφερόντων εις βάρος της δικής τους Πολιτείας την οποία μπορεί «έσχατες προδοσίες» στις ποικίλες της διαβαθμίσεις να θανατώσουν την εθνική ανεξαρτησία ολοκληρωτικά. Τι άλλο ήταν το σχέδιο Αναν, όπως ήδη γράψαμε πριν λίγες εβδομάδες, ή οι αναπόδραστες πλέον συρρικνώσεις της ελλαδικής κυριαρχίας!!!! Έτσι, μέσα στις μύριες προπαγάνδες, ανοησίες και αποβλακωτικές αφέλειες που αυτοαναφορικά αυτοδικαιώνονται και αυτοεκπληρώνονται λόγω αριθμητικής υπεροχής και υπονομεύουν τις κοινωνικές επιστήμες, ψιθυρίζεται και κάποια δήθεν «άλλη» «αντίθετη άποψη» «χρήσιμων ηλιθίων». Μύρια είναι τα επιχειρηματολογικά εργαλεία των φτηνών εκλογικεύσεων με τα οποία ο τελευταίος θα μπορούσε να αυτοδικαιωθεί στο όνομα «ηπιότητας», «πολυφωνίας», «πλουραλισμού ιδεών» και άλλες ρηχές ανοησίες που καμιά σχέση δεν έχουν με τα σκληρά και ουσιαστικά ερωτήματα των κοινωνικών επιστημών. Εξάλλου, μέσα στο βουητό των παρελάσεων του προπαγανδιστικού όχλου η χλωμή «αντίθετη άποψη» θα ακούγεται και σαν μια άλλη αλλά γραφική θέση. Τέτοια προπαγανδιστικά τερτίπια χρησιμοποιούσε και ο Γκαίμπελ, γι’ αυτό ο ακαδημαϊκός πρέπει να είναι προσεκτικός μπροστά στον κίνδυνο εργαλειακής εκμετάλλευσής του, μπροστά δηλαδή στον υποβιβασμό του σαν άνθρωπο, σαν πολίτη ενός κράτους και κυρίως σαν επιστήμονα. Ο γνήσιος ακαδημαϊκός έχει χρέος, εάν και όταν σπάνια παρεμβαίνει, να μιλά αληθινά, να λέει τα πράγματα με το όνομά τους, χωρίς βολικές χαμαιλεώντιες υποκρισίες. Επίσης, να κρατά την συζήτηση πολιτισμένη αλλά με τα πιο σκληρά και οξυμένα επιχειρήματα, ιδιαίτερα όταν αντιμετωπίζει διαφθορείς της επιστημονικής σκέψης και της επιστημονικής δεοντολογίας. Να μπήγει το στοχαστικό μαχαίρι μέχρι το κόκαλο με δηκτικά επιχειρήματα όπως αξίζει στους δυναμιτιστές της επιστήμης του. Πρότυπα τέτοιας αξιοπρεπούς, τίμιας και ταυτόχρονα μεγαλοπρεπούς επιστημονικής στάσης είναι αναμφίβολα ο Παναγιώτης Κονδύλης. Ασφαλώς, ο αξιοπρεπής επιστήμονας δεν πρέπει να έχει αναστολές απλά και μόνο μια τέτοια σθεναρή, αξιοπρεπής και τίμια στάση ενοχλεί τον όχλο των εισβολέων του λειτουργήματος που αυτός επέλεξε να αφιερώσει την ζωή του. Ο γνήσιος ακαδημαϊκός δεν κλονίζεται από οχλοκρατικές περιρρέουσες συμβατικές σοφίες. Σε τελευταία ανάλυση, η ορθότητα σε τέτοιες συζητήσεις δεν είναι υπόθεση αριθμητικών πλειοψηφιών αλλά υπόθεση βάσιμων επιχειρημάτων. Να λοιπόν ένα καλό ερώτημα: Τι κάνει ένας ακαδημαϊκός όταν διαφθαρεί ηθικά και πνευματικά το οχυρό της ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας στο οποίο ανήκει; Μιας και αυτό δεν εμπίπτει στην σφαίρα των εισαγγελικών αρμοδιοτήτων, η μάχη κατά της στοχαστικής διαφθοράς εξ αντικειμένου είναι ανελέητη. Η μάχη αν και περιορίζεται στο επίπεδο των επιχειρημάτων, απαιτείται εν τούτοις να αποκαλύπτει το ψεύδος και να αναδεικνύει την αλήθεια. Τέτοιες στάσεις όπως αυτές που περίγραψα στις γραμμές που προηγήθηκαν, σίγουρα ενοχλούν όσους δράστες δεν τηρούν πάγιους επιστημονικούς κώδικες και ακαδημαϊκές δεοντολογίες. Αναπόφευκτα, ιδιαίτερα όταν η πλάστιγγα ταλαντεύεται ενοχλεί επίσης τις ασθενείς, βολεμένες και ανασφαλείς ακαδημαϊκές ψυχές και γενικώς όλους ταλαντευόμενους φορείς ακαδημαϊκών τίτλων. Το πρόβλημα είναι πολύ βαθύ όταν πρόκειται για βολεμένους αγράμματους και ημιμαθείς που διαταράσσεται το βόλεμά τους όταν τα πράγματα λέγονται με το όνομά τους. Σ’ αυτή την περίπτωση χάνουν την ησυχία τους γιατί υποχρεώνονται να πάρουν θέση επί δεοντολογικών, επιστημονικών και επιστημολογικών θεμάτων. Όλο αυτό το αναπόφευκτο «περιφερειακό» τσούρμο ασθενών ψυχών, περιδεών αγράμματων και μίζερων χαρακτήρων αισθάνονται «παράνομοι», παρείσακτοι και υποχρεωμένοι να βρίσκονται σε μια διαρκή γλοιώδη ένταση. Περιδεείς σκέφτονται ασταμάτητα την επόμενη αναρριχητική κρίση για την εξέλιξή τους και τους κινδύνους που διατρέχει η διαρκής σχοινοβασία τους. Σκέφτονται ακόμη το πιθανό κόψιμό τους από προσοδοφόρες προπαγανδιστικές επιφυλλίδες και τις μωροφιλόδοξες προσδοκίες που αυτό συνεπάγεται και τον αποκλεισμό τους από τις συνάξεις του διεθνικού υποκόσμου και κάποια απτά υλικά συμφέροντα που αυτά συνεπάγονται. Έτσι έχουν τα πράγματα: Αν και κανείς νομιμοποιημένα μπορεί να προσβλέπει στην ιδεατή ακαδημαϊκή πολιτεία, η αλήθεια είναι ότι έτσι ήταν και έτσι θα συνεχίσει να είναι ο κόσμος. Αυτή η αδήριτη πραγματικότητα, όμως, δεν σημαίνει ότι αποτελεί εμπόδιο σε όποιον θέλει να μην περνά τις κόκκινες γραμμές της ακαδημαϊκών κωδίκων και της ακαδημαϊκής δεοντολογίας. Σε κάθε περίπτωση, τονίζω ξανά, για να παρέμβει ο ακαδημαϊκός σημαίνει ότι υπάρχει σοβαρό πρόβλημα, ότι αυτές οι κόκκινες γραμμές παραβιάστηκαν και μάλιστα μαζικά, Και όταν υπάρχει τέτοιο πρόβλημα, σημαίνει ότι αντιπαρατίθεται με άγρια θηρία και πως τσαρλατανιές, προπαγάνδες και επιστρατεύσεις σε ανελεύθερους, άνομους και εξωακαδημαϊκούς καταχρηστικούς σκοπούς πρέπει να αποκαλύπτονται και να στηλιτεύονται αλύπητα, ανελέητα και ασυμβίβαστα. Γιατί όχι, κάποια στιγμή ίσως είναι απολύτως αναγκαίο να δηλώνεται δημόσια και με παρρησία πως οι κοινωνικές επιστήμες ή θα είναι αμιγώς ακαδημαϊκή και αξιολογικά ουδέτερη ή, αυτό δεν συμβαίνει να πάψει να αντλεί σπάνιους κοινωνικούς πόρους. Αυτό γιατί από κοινωνικοπολιτικής άποψης είναι άκρως ανορθολογικό εάν και όταν άτομα που στην πραγματικότητα δεν είναι επιστήμονες αλλά προπαγανδιστές ιδιοτελών σκοπών κρύβονται στο οχυρό της ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας, και παραμένουν εκτός κοινωνικοπολιτικών ελέγχων και εξισορροπήσεων, και αυτό παρά το γεγονός πως οι δραστηριότητές τους είναι πρωτίστως πολιτική και ελάχιστα ή διόλου επιστημονική.
6) Τέλος και όχι τελευταίο, χωρίς να εξαντλώ το θέμα, επισημαίνω ότι ο ακαδημαϊκός έχει χρέος να παρέμβει και για ένα ακόμη λόγο. Όταν θα πρέπει να υπερασπιστεί τα επιστημολογικά και μεθοδολογικά ιερά και όσια του λειτουργήματός του. Ο έμπειρος ακαδημαϊκός γνωρίζει ότι, ιδιαίτερα στις λεγόμενες κοινωνικές επιστήμες, η αντιπαράθεση με την ημιμάθεια, τις ανέντιμες διαστρεβλώσεις επιστημονικών όρων και την γκαιμπελική πλοκή όρων και εννοιών για να συναχθούν προαποφασισμένα πορίσματα ήταν και θα συνεχίσει να είναι ένα μεγάλο πρόβλημα στις κοινωνικές κυρίως επιστήμες. Συχνά ίσως κανείς είναι υποχρεωμένος λόγω λύπησης να συγχωρεί ή να αποστρέφει το βλέμμα του με αηδία όταν αμαθείς και ημιμαθείς αγωνιούν να επιβιώσουν ή να αναρριχηθούν αναμασώντας ασήμαντες ξενόγλωσσες θεωρήσεις ή κάνοντας πηδηματάκια –ή και άλματα– συλλογισμών και λογικών σφαλμάτων. Όλο αυτό το συμβατικό τσούρμο, όμως, αποθρασύνεται και καθίσταται επικίνδυνο, όταν τα θλιβερά του μέλη συντάσσονται και ανασυντάσσονται ανάλογα με το προς τα πού πάει το ρέμα. Όταν δηλαδή αντί ασκητικής επιστημονικής ζωής και αξιολογικής ελευθερίας γίνεται κανόνας και όχι εξαίρεση οι πολλοί να εκτροχιάζονται, κυριαρχεί όχι ο αντικειμενικός και σοβαρός επιστημονικός λόγος αλλά οι γλοιώδεις προπαγάνδες, οι άτιμες πολιτικές (επι)στρατεύσεις, οι ανορθολογικές ιδεολογικοπολιτικές εκλογικεύσεις και οι εξυπηρετικές και πολλά αμειβόμενες «μελέτες» «μοντέρνων», «κριτικών» και «μεταμοντέρνων» που πρόθυμα χρηματοδοτούν περιφερόμενοι παράγοντες του κοινωνικοπολιτικά ανεξέλεγκτου διεθνικού υποκόσμου. Μέσα σ’ αυτό τον βρώμικο ποταμό που βασικά καθιστά το ακαδημαϊκό λειτούργημα παρασιτική ενασχόληση και τα πανεπιστήμια πάρεργα ιδιοτελών ενασχολήσεων επιβλαβή για την κοινωνία, ρέουν πλέον ρυάκια αμαθών, ημιμαθών και καιροσκόπων. Για όσους παροικούν την πανεπιστημιακή Ιερουσαλήμ γνωρίζουν ότι τέτοια παρακμιακά φαινόμενα δεν είναι σπάνια στα πανεπιστήμια εδώ και έξω. Ο κάθε μεμονωμένος ακαδημαϊκός, αν και δεν μπορεί δονκιχωτικά να προσποιείται ότι είναι Ηρακλής που θα κάνει σκοπό της ζωής του το καθάρισμα του κάθε ακαδημαϊκού στάβλου, έχει εν τούτοις χρέος, όταν τουλάχιστον παραβιάζονται κάποιες κόκκινες γραμμές, να καταθέτει την άποψή του και να λέει τα πράγματα με το όνομά τους.

Π. Ήφαιστος
25.2.2007

Αρέσει σε %d bloggers: