Σορομίσθιοι …. ΣΤΑΘΗΣ Σ. 19.IV.2007, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ – 19/04/2007

Σορομίσθιοι …. ΣΤΑΘΗΣ Σ. 19.IV.2007, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ – 19/04/2007

«Μπήκαν στην πόλη οι οχτροί», δεν ανησύχησαν ιδιαιτέρως, κοιτώντας απ’ τα παραθυρόφυλλά τους μες στη νύχτα οι νοικοκυραίοι, «Κλαζομένιοι είναι, θα περάσουν» είπαν κι άλλαξαν πλευρό. Οσους κρέμασαν την ασπίδα τους στο Μίλιον, ακόμα κρεμάνε απ’ τα πάτερα οι Κλαζομένιοι, έτσι για την πλάκα τους – με ερμαφρόδιτη απόλαυση οι τιποτένιοι. Σάμπως, στους αιώνες, τους δίδεται συχνά η ευκαιρία να κάνουν κουμάντο και οι Κλαζομένιοι; Ερικ Χομπσμπάουμ, Ιστορικός. Απ’ τους μεγαλύτερους του 20ού αιώνα. Βρετανός -απ’ τους αγαπημένους της στήλης- Αλεξανδρινός (εκεί γεννήθηκε), δημοκρατικός κομμουνιστής, και, στα 90 του, σοφότερος παρά ποτέ. Τις απόψεις του για τα έθνη επικαλέσθηκαν στην πρόσφατη συζήτηση περί την Ιστορία (όχι μόνον για τη ΣΤ’ Δημοτικού) ορισμένοι από τους λεγόμενους «νέους» ή «αναθεωρητές» ιστορικούς, τους περί το κλίμα Ρεπούση κινούμενους. Βεβαίως, στην καλύτερη περίπτωση παρερμηνεύοντας τον Χομπσμπάουμ και στη χειρότερη παραχαράσσοντάς τον (όπως άλλωστε τον Σβορώνο και άλλους), περισσότερον πόνταραν με αυτήν την επίκληση στη δημιουργία εντυπώσεων ή στην άγνοια των ακροατών τους, παρά στη δόμηση επιχειρημάτων. Από χρόνια ο Χομπσμπάουμ έχει διαπιστώσει αυτό που στην αυτοβιογραφία του αποκαλεί «βιομηχανία της Ιστορίας» και αποσκοπεί «στην κατασκευή μιας νέας Ιστορίας στην υπηρεσία νέων καθεστώτων, κρατών, εθνικών κινημάτων και ομάδων που αναζητούν μια ταυτότητα»… Σε πρόσφατη συνέντευξή του ο μαρξιστής ιστορικός (μάλιστα σφοδρός επικριτής του μεταμοντερνισμού και της πολιτικής ορθότητας) λέει στη «Λιμπερασιόν» (ΝΕΑ 16.IV.2007, Γιώργος Αγγελόπουλος): «Εχει ανοίξει ένας εντυπωσιακός χώρος για μια εκ νέου επινόηση της Ιστορίας, ευρέως μυθολογική, επειδή η Ιστορία αυτή δεν γράφεται από τους ιστορικούς, αλλά από τις κυβερνήσεις, τα κινήματα, τις οργανώσεις, τις ομάδες πίεσης». Σε όλα αυτά έχει δίκιο ο Χομπσμπάουμ, εκτός από ένα, αυτό που λέει για τους ιστορικούς. Πάντα βρίσκονται οι ιστορικοί, υπό την προϋπόθεση ότι θα είναι β’ εθνικής, που θα κάνουν τη «βρώμικη δουλειά» γράφοντας καθ’ υπαγόρευσιν των κυβερνήσεων ή υπό το κράτος ομάδων πίεσης. Το ότι είναι β’ εθνικής συνήθως τεκμαίρεται απ’ τα λάθη που κάνουν (70 πραγματολογικά τοιαύτα αλιεύθηκαν στο περιώνυμο βιβλίο της ΣΤ’ Δημοτικού) ή απ’ τις παραχαράξεις και τις χοντράδες τους ευρύτερα στο έργο και την αρθρογραφία τους. Μετά απ’ αυτό, όλα τα άλλα είναι εύκολα. Και οι ύβρεις, ότι είναι «ψυχωσικοί» όσοι τους αντικρούουν. Και οι σταλινικές γενικεύσεις περί «αριστεροδεξιών εθνικιστών»· και η μονότονη γκαιμπελική επανάληψη αυτών των γενικεύσεων· και οι συκοφαντίες και οι αφορισμοί. Και η καταφυγή στις προστατευτικές φτερούγες της εξουσίας είναι αναμενόμενη, και οι τσιριγμοί ότι λογοκρίνονται, και η αλαζονεία να επικαλούνται ως μόνους δικαιούμενους να τους κρίνουν κάποιους επαΐοντες, και η μωρία να πιστεύουν ότι έχουν γίνει κατανοητοί μόνον από κάποιαν ελίτ (που μάλλον δεν υπερβαίνει στα δάκτυλα του ενός χεριού την παρέα τους). Λογικόν. Το μισό τού 2% του ελληνικού λαού είναι 50%. Είναι ένα μέγεθος! Ομως, αυτοί, οι επίστρατοι της κυρίας Γιαννάκου, δεν έχουν ηττηθεί· φαίνεται απλώς να χάνουν (αν τη χάσουν) μια μάχη. Αλλωστε το «καλό τους έργο» έρχεται απ’ το βάθος του χρόνου (απ’ την εποχή Σημίτη) και στοχεύει στο μέλλον. Σαν χταπόδι έχουν απλωθεί στην Εκπαίδευση γράφοντας (τα) εκπαιδευτικά βιβλία, εισηγούμενοι τις (εξίσου «νέες») μεθόδους διδασκαλίας, ελέγχοντας την πρόοδο και την καριέρα πολλών καθηγητών ανά τα ΑΕΙ της επικράτειας, οργανώνοντας τα σεμινάρια επιμόρφωσης των νέων εκπαιδευτικών. Διασυνδεδεμένοι με Εκδοτικά Συγκροτήματα, προπαγανδίζουν τις θεωρίες τους (ασκώντας, μάλιστα, όπου τους παίρνει, ιδεολογική τρομοκρατία), απομυζούν τα κοινοτικά προγράμματα κι ανοίγουν τον δρόμο για την πλήρη ιδιωτικοποίηση της εκπαίδευσης. Χαίρουν μιας ιδιότυπης ασυλίας απ’ ένα μέρος της Αριστεράς, μάλλον λόγω κοινής καταγωγικής προέλευσης και ταυτοχρόνως την αλαλιάζουν, τη λοιδορούν και την ξεφτιλίζουν – είτε κοντράροντάς την στους αγώνες της εναντίον της αναθεώρησης του άρθρου 16, είτε στους ευρύτερους αγώνες της για μια παιδεία με κέντρο τον άνθρωπο. Λυπηρό. Να δούμε πόσο θα κρατήσει. Λέει ο Χομπσμπάουμ (στην ίδια συνέντευξη): «Δεν πρέπει να προκαλεί εντύπωση, όταν μια εθνοτική ή υποτιθέμενα εθνοτική ομάδα που επιχειρεί να καθιερώσει την ταυτότητά της, καταπιάνεται να επινοήσει την Ιστορία της – (σ.σ.: λόγου χάριν, FYROM)- οι Βρυξέλλες δεν βλέπουν με κακό μάτι διεκδικήσεις αυτονομίας από περιφέρειες, επειδή η διαχείριση της Ευρώπης των περιφερειών είναι ευκολότερη απ’ τη διαχείριση μιας Ευρώπης των εθνών». Βεβαίως, κατά το στυλ της FYROM οι καθ’ ημάς «νέοι» ιστορικοί θεωρούν ότι και οι Ελληνες έχουμε επινοήσει την Ιστορία μας, όπερ έδει δείξαι, ίδια κι όμοια όλα τα λαχανάκια των Βρυξελλών. Στα πολιτικά θέματα, τα ιστορικά, τα ακαδημαϊκά τίποτα χειρότερο δεν μπορεί να συμβεί απ’ τον εκχυδαϊσμό της συζήτησης που τα αφορά. Επί παραδείγματι, η ισορροπία που εισηγείται ο Χομπσμπάουμ ανάμεσα στην ανάγκη «τα εθνικά εκπαιδευτικά προγράμματα διδασκαλίας της Ιστορίας να ενταχθούν στο πλαίσιο της παγκόσμιας Ιστορίας» και τη διαπίστωση ότι «στο κάτω-κάτω, τα εθνικά κράτη εξακολουθούν να υπάρχουν και είναι φυσιολογικό και θεμιτό οι πολίτες να λαμβάνουν μια ιστορική εκπαίδευση με άξονα αυτήν την πραγματικότητα», είναι μια ισορροπία λεπτή – που, αυτή μάλιστα, σηκώνει συζήτηση! Δεν είναι για κριάρια. Ούτε για Σορομίσθιους…

Αρέσει σε %d bloggers: