Συναφείς δημοσιεύσεις δικές μου και άλλων
Παραθέτω εδώ χωρίς σχόλια το κείμενο του Χρήστου Γιανναρά γιατί αφορά ζωτικά ζητήματα που θίγω στο Κοσμοθεωρία των Εθνών όσον αφορά τόσο τον χαρακτήρα της Ανατολικής Ρώμης (Βυζαντίου) όσο και το μέγα ζήτημα της νοηματοδότησης της πολιτικής με όρους ισχύος ή με όρους πολιτικής (που συμπεριλαμβάνει και την μεταφυσική πίστη και άλλα πνευματικά κριτήρια ως σημαντικούς διαμορφωτικούς παράγοντες). Ούτε καν γνωρίζω πως ο ΧΓ βλέπει το ζήτημα της κοσμοσυστημικής «συγκρότησης και συγκράτησης ή την έννοια της κοσμοθεωρίας των εθνών που εγώ εισαγάγω ως θεμελιώδες υπόβαθρο ενός εθνοκρατοκεντρικού συστήματος που εδράζεται πάνω στην θεμελιώδη παραδοχή της εθνικής ανεξαρτησίας. Έννοιας της εθνικής ανεξαρτησίας που βρίσκεται στον αντίποδα της μοντερνιστικής αντίληψης περί κράτους-έθνους και που παραδέχεται, εν τούτοις, τον εθνοκρατικοκεντρικό χαρακτήρα του διεθνούς συστήματος ως αναγκαίας προϋπόθεσης στο ορατό μέλλον. Που παραδέχεται, εν τέλει, τις εθνοκρατικές οριοθετήσεις ως τετελεσμένο που προέκυψε από την πτώση-κατάλυση της Βυζαντινής Οικουμένης η οποία διαμορφωνόταν επί δύο χιλιετίες πριν την καταστρέψουν οι Σταυροφορίες και ο μοντερνιστικός υλισμός που πρόταξε την ιδεολογία στην πολιτική και που οδήγησε στην αφαίρεση των πνευματικών από την δημόσια σφαίρα (και που συνάμα εισήγαγε την κυριαρχία, την μοντερνιστική ηγεμονία-αποικιοκρατία, τον ρατσιστικό εθνικισμό κτλ). Αυτά όλα τα αναλύω, στο δικό μου κείμενο το οποίο ξαναδιαβάζω για να τοποθετηθώ όσον αφορά τα επιστημολογικά ζητήματα που τίθενται στην βάση τόσο δικών μου δεύτερων σκέψεων όσο και πολύτιμων κριτικών στοχαστών των οποίων την γνώμη εκτιμώ όλως ιδιαιτέρως. Π.Ήφ.
Επισημαίνω μόνο ότι
Xρήστος Γιανναράς
Μου ζητήθηκε να προλογίσω την ελληνική έκδοση του σεναρίου της ταινίας Αυτοκρατορίας κατάρρευση: το βυζαντινό μάθημα, του ρώσου αρχιμανδρίτη Τύχωνα Σεβκουνόφ.
Δεν είμαι ιστορικός ούτε κριτικός του κινηματογράφου. Αλλά και ο στόχος της ταινίας δεν είναι να υπηρετήσει απλώς την ιστορική έρευνα η την κινηματογραφική τέχνη. Από τις επανειλημμένες προβολές της στα ρωσικά τηλεοπτικά δίκτυα και τις καταιγιστικές αντιδράσεις και συζητήσεις που προκάλεσε, έγινε φανερός ο σκοπός της ταινίας: Να προβάλει την ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, και ειδικά τις αιτίες της κατάρρευσής της, ως άξονα αναφοράς για τη συναγωγή πολιτικών συμπερασμάτων χρήσιμων στην προοπτική του ρόλου που οραματίζονται για τη Ρωσία σήμερα οι ηγέτες της.
Σε αυτή τη συζήτηση, για τον ρόλο της Ρωσίας σήμερα στη διεθνή πολιτική σκηνή, θα ήθελα να καταθέσω ελάχιστα, προλογικά στην ταινία σχόλια:
Ούτε ο Μέγας Πέτρος, με τον ριζοσπαστικό εκδυτικισμό της Ρωσίας που επιχείρησε, ούτε ο Λένιν με τον «κομμουνιστικό» ολοκληρωτισμό των Μπολσεβίκων, απομακρύνθηκαν από το βαθειά ριζωμένο στη λαϊκή ρωσική «ψυχή» όραμα της αυτοκρατορίας. Ο Γιέλτσιν κατόρθωσε να σμπαραλιάσει εξευτελιστικά το όραμα παραδίδοντας τη ρωσική αυτοκρατορία της Σοβιετικής Ένωσης στη χλεύη της Δύσης και στις ορέξεις υπάνθρωπων μαφιόζων. Αλλά ήταν παρένθεση. Σήμερα η Ρωσία ξαναβρίσκει τη θέση της και αποκαθιστά το κύρος της στον διεθνή στίβο σταθερά και εντυπωσιακά. Την προσοχή στη διαχείριση της αποκατάστασης του οράματος της αυτοκρατορίας στη Ρωσία σήμερα καταλαβαίνω ότι θέλει να επιστήσει η ταινία του αρχιμ. Τύχωνα Σεβκουνόφ.
Όταν μιλάμε για «αυτοκρατορία» αναφερόμαστε σε πολιτειακό σχήμα ριζικά διάφορο του εθνικού η του νεώτερου «αστικού» κράτους. Η αυτοκρατορία δεν είναι καθεστώς εξουσίας ενός έθνους πάνω σε περισσότερους από έναν λαούς. Είναι τάξη πραγμάτων (ordo rerum), δηλαδή τρόπος ειρηνικής συνοχής και πολιτικής συνύπαρξης λαών και εθνών, τρόπος που τον εγγυάται (τον εξασφαλίζει) μια ισχυρή σε πολεμική ισχύ και διοικητική οργάνωση εθνότητα. Όμως ως άξονας συνοχής του πολυεθνικού σχήματος προϋποτίθεται ένας κοινός πολιτισμός, ένα κοινό νόημα βίου που το παράγει μία κοινή μεταφυσική παράδοση (απόδοση αιτίας και σκοπού στην ύπαρξη) η μία κοινή θρησκεία (religio imperii).
Αυτό το περιεχόμενο της λέξης «αυτοκρατορία» το καθόρισε και το πραγμάτωσε η Παλαιά Ρώμη, με την pax romana, Και η Νέα Ρώμη–Κωνσταντινούπολη, με την pax christiana. Επί χίλια εξακόσια χρόνια (από τον 2ο π.Χ. ως τον 15ο μ.Χ. αιώνα, περίπου) η ρωμαϊκή Οικουμένη ταυτιζόταν με τον «πολιτισμένο» κόσμο σε αντιδιαστολή προς τα «βαρβαρικά» έθνη της ανθρωπότητας.
Με βάση μια γενική (αναπόφευκτα σχηματική) θεώρηση της Ιστορίας, θα μπορούσε κανείς να ισχυρισθεί ότι κάθε απόπειρα απομίμησης του ρωμαϊκού πρωτοτύπου της αυτοκρατορίας κατέληξε σε παταγώδη αποτυχία. Ίσως ο Καρλομάγνος να είναι η εξαίρεση: Απέτυχε μεν βραχυπρόθεσμα (η Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία του Γερμανικού Έθνους επιβίωσε για ελάχιστα χρόνια), μπόλιασε όμως ολόκληρη τη μετα-ρωμαϊκή Δύση των επήλυδων στην Ευρώπη βαρβαρικών φύλων και φυλών με ανίατη αντιπαλότητα προς την εξελληνισμένη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία της Nova Roma στην Ανατολή. Είχε κατανοήσει με την πολιτική του ιδιοφυΐα ο Καρλομάγνος ότι δεύτερη αυτοκρατορία με την ίδια religio imperii της υπάρχουσας ρωμαϊκής, δεν ήταν δυνατό να συγκροτηθεί. Γι’αυτό και οδήγησε τη Δυτική Χριστιανοσύνη στην αποκοπή της από το σώμα της Καθολικής Εκκλησίας: στη δημιουργία ενός διαφορετικού Χριστιανισμού, θρησκειοποιημένου και ατομοκεντρικού, άσχετου με τον ευαγγελισμό της σωτηρίας ως μετοχής στο εκκλησιαστικό απήχημα του Τριαδικού τρόπου της υπάρξεως.
Η ταινία του αρχιμ. Τύχωνα Σεβκουνόφ επιμένει διαφωτιστικά στο απύθμενο μένος, μίσος και πάθος με το οποίο μπόλιασε η πολιτική του Καρλομάγνου τους τραγικά υπανάπτυκτους λαούς της μεσαιωνικής Δύσης ενάντια στον ελληνορωμαϊκό κόσμο της Ανατολής. Η κατάλυση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας συντελέστηκε ουσιαστικά το 1204 μ.Χ., με την άλωση και φρικώδη σφαγή και σύληση της Νέας Ρώμης από τις βαρβαρικές ορδές της Τέταρτης Σταυροφορίας. Η οθωμανική κατάκτηση, δύο αιώνες αργότερα, τρύγησε εύκολα τους καρπούς του ιστορικού εγκλήματος των Σταυροφόρων. Και ισοδύναμο έγκλημα αργότερα, αντιστάσεως μη ούσης, στον 16ο αιώνα, ήταν η χλευαστική μετονομασία της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας σε «Βυζάντιο». Ώστε να επιβιώνει ιστορικά σαν δήθεν συνέχεια της Παλαιάς και Νέας Ρώμης μόνο η πλαστογράφηση της αυτοκρατορίας από τον Καρλομάγνο.
Η χρήση του όρου «αυτοκρατορία» από τον βούλγαρο βασιλέα Συμεών και τον σέρβο βασιλέα Στέφανο Ντουσάν δεν ξεπέρασε τα χρονικά όρια του βίου των δύο φιλόδοξων ηγεμόνων. Και οι δύο άφησαν όμως στην Ιστορία ένα επικίνδυνο κατάλοιπο του οράματός τους: Τη σύνδεση της αυτοκρατορικής φιλοδοξίας με την αυθαιρεσία της απαίτησης να αναγνωριστεί η εθνική τους Εκκλησία ως Πατριαρχείο. Νόμιζαν οι άσχετοι ότι ο τίτλος και οι ευθύνες του Πατριαρχείου αντιπροσωπεύουν εξουσιαστικό θεσμό διοικητικής υπεροχής που συνάδει στην πρωτεύουσα μιας αυτοκρατορίας – δεν υποψιάζονταν τί αντιπροσωπεύει για την ενότητα της «κατά την οικουμένην» Καθολικής Εκκλησίας το Συνοδικό Σύστημα και η θεσμική ραχοκοκαλιά του: η Πενταρχία των Πρεσβυγενών Πατριαρχείων.
Δυστυχώς την υποταγή της έννοιας της αυτοκρατορίας και του θεσμού του Πατριαρχείου σε εθνικιστικές φιλοδοξίες την πέτυχε η Ρωσία μετά την άλωση της Νέας Ρώμης από τους Τούρκους. Στο βιβλίο του Οι δρόμοι της ρωσικής θεολογίας ο π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ περιγράφει τις συνθήκες υπό τις οποίες η Μόσχα, με κατάφορο εκβιασμό, πέτυχε, το 1589 μ.Χ., την προσωρινή αναγνώρισή της ως «πατριαρχείου», συμπληρώματος των οραμάτων της να διαδραματίσει ρόλο «Τρίτης Ρώμης». Έτσι άνοιξε διάπλατα ο δρόμος για την έμπρακτη ακύρωση της Ορθόδοξης Εκκλησιολογίας: Η κατά την οικουμένην ενότητα της Καθολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, βασισμένη στη συνοδικότητα της πρεσβυγενούς Πενταρχίας, κατατεμαχίστηκε τον 19ο αιώνα σε αυτοκέφαλα εθνικά Πατριαρχεία κατά το πρότυπο του εθνικιστικού κρατισμού των προτεσταντικών ομολογιών. Το εκκλησιαστικό γεγονός αλλοτριώθηκε σε «κρατική θρησκεία», υπηρετική πολιτικών και ιδεολογικών σκοπιμοτήτων, η συνέχεια της Μιάς, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας αναιρέθηκε από την αποτελεσματικότερη των αιρέσεων, τον εθνικισμό.
Η ταινία του αρχιμ. Τύχωνα Σεβκουνόφ μοιάζει να προσβλέπει στο όραμα της αυτοκρατορίας σαν σε σταυρική διαχείριση ευθύνης και όχι εξουσιαστικού προνομίου. Είναι η μόνη ρεαλιστική βάση για να διακριθεί η ανατολική εκδοχή της αυτοκρατορίας, ως επιτεύγματος πολιτισμού, από τον δυτικό ιμπεριαλισμό η από το αποικιοκρατικό σύστημα της κοινοπολιτείας.
Με απλά λόγια: Για να λειτουργήσει σήμερα η πολιτική της Ρωσίας σε προοπτική και με στρατηγικές αυτοκρατορίας στον διεθνή στίβο, χρειάζεται να καλλιεργήσει τη συνεπή παραίτηση από το τυπικά δυτικό προϊόν του εθνικισμού.: Να προσλάβει ενεργά την ελληνική εκδοχή του πολιτισμού και την εκκλησιαστική αλήθεια της κένωσης, της διακονίας. Μετά την ολοκληρωτική επικράτηση της προτεραιότητας του εθνικισμού τα τελευταία διακόσια πενήντα χρόνια, οι ιστορικές συγκυρίες ή η Πρόνοια του Θεού οδήγησαν τον σημερινό φορέα της ευθύνης για την ενότητα της κατά την οικουμένην Εκκλησίας, το Οικουμενικό Πατριαρχείο Νέας Ρώμης–Κωνσταντινουπόλεως, σε τέλεια απογύμνωση από κάθε εξουσιαστική ισχύ. Δεν διαθέτει ούτε πληθυσμική υπεροχή, ούτε στήριξη μηχανισμών εθνικού κράτους, ούτε οικονομική άνεση, ούτε δυνατότητα επαρκούς στελέχωσης, Έχει επομένως όλα τα ευαγγελικά προσόντα για να διακονήσει ως η έσχατη όλων Εκκλησία και πάντων δούλη το «πρωτείο» του «εσχάτου», που τον αναδεικνύει «πρώτον» η κένωσή του. Και το πρωτείο έγκειται στη σταυρική ευθύνη διαχείρισης δύο διακονημάτων: Να συγκαλεί το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως οικουμενικές η γενικές τοπικές συνόδους. Και να προεδρεύει σε αυτές.
Αν συμβεί και εξαφανιστεί ιστορικά αυτός ο άξονας ενότητας της Μιας Καθολικής Εκκλησίας, τότε το συνοδικό σύστημα καθεαυτό, ως προέκταση της λειτουργικής καθολικότητας της Ευχαριστίας, θα οδηγήσει σε εκκλησιαστική (όχι εξουσίας και ποσοτικής δύναμης) επανιεράρχηση των «πρωτείων». Πάντως, το να λειτουργήσει τόσο ένα πολιτειακό σχήμα ως αυτοκρατορίαόσο και μια τοπική εκκλησία ως πατριαρχείο, εξαρτάται από παράγοντες ποιότητας, όχι ποσότητας, διακονίας και όχι εξουσιαστικής υπεροχής. Τα ποσοτικά και εξουσιαστικά κριτήρια οδηγούν σε βατικάνεια διαστροφή της Εκκλησίας σε θρησκευτικό ολοκληρωτισμό, όπως ανεπανάληπτα τον ζωγράφισε στον «Μεγάλο Ιεροεξεταστή» ο Ντοστογέφσκυ.
Η ταινία του αρχιμ. Τύχωνα μοιάζει να έχει μία διορατική επικαιρότητα: Η Ρωσική Εκκλησία βγαίνει σήμερα από μια μαρτυρική δοκιμασία εβδομήντα χρόνων διωγμού και έσχατης ταπείνωσης. Και όπως πάντα η ταπείνωση, ατομική ή συλλογική, εκούσια ή ακούσια, έδωσε μίαν απρόσμενη, πανανθρώπινης εμβέλειας πνευματική καρποφορία στη Ρωσική Εκκλησία: την έκπληξη της ρωσικής θεολογίας της διασποράς, αυτό το μέγιστο δώρο του Θεού στην Εκκλησία Του κατά τον 20ο αιώνα.
Αυτή την αγιαστική καρποφορία της ταπείνωσης και του διωγμού, οι απελεύθεροι σήμερα και θωρακισμένοι με την ισχύ κρατικής εξουσίας Ρώσοι δεν μοιάζει να την εκτιμούν. Ορέγονται το τσαρικό παρελθόν της κοσμικής μεγαλειότητας, που είχε αλλοτριώσει το εκκλησιαστικό γεγονός σε θρησκευτικό θεσμό κοσμικής κυριαρχίας. Το πραξικόπημα των Μπολσεβίκων ανέκοψε βίαια μιαν αδυσώπητη φορά, που από την εποχή του Μεγάλου Πέτρου, παγίδευε στα αχνάρια των Φράγκων και της πορείας τους προς την τραγωδία του Σχίσματος (1054 μ.Χ.) τη Ρωσική Εκκλησία.
Το Σχίσμα, που απέκοψε τους Φράγκους από τη λατινική και ελληνική Ορθοδοξία, δεν ήταν γέννημα ιδεολογικών διαφορών, όσο έμπρακτης προσπάθειας να αυτονομηθεί η Δύση σε κάθε πρακτική λεπτομέρεια (επειδή την πρακτική του βίου και τη διαφορά των συμβόλων καταλαβαίνει ο λαός), σαφώς να διαφοροποιηθεί από την ελληνική τότε Ανατολή. Έφτιαξαν δικό τους σταυροκόπημα με τα πέντε δάχτυλα, ξυρισμένους κληρικούς, άζυμο άρτο και καθόλου κοινωνία οίνου στην Ευχαριστία, δική τους αρχιτεκτονική των ναών, αγάλματα στις εκκλησίες, νατουραλίστικη ζωγραφική , άλλαξαν τη μουσική. Σε ανάλογη πορεία είχε παγιδευτεί και η ρωσική Χριστιανοσύνη: Ρώσικο σχήμα του σταυρού, ρώσικο ένδυμα και κάλυμμα κεφαλής των κληρικών, ρώσικη κρεμυδόσχημη αρχιτεκτονική, νατουραλίστικη ζωγραφική, κοσμική μουσική μελωδία συνόδευαν την επιθετική αξίωση για το πρωτείο της Τρίτης Ρώμης.
Η ταινία του αρχιμ. Τύχωνα μας θυμίζει τις αληθινές προϋποθέσεις της αυτοκρατορίας και τον σεβασμό στα αινίγματα της Ιστορίας, Πολύτιμο μάθημα.
Πρόλογος του Χρήστου Γιανναρά στο σενάριο της ομώνυμης ταινίας του αρχιμ. Τύχωνα Σεβκουνόφ, Αύγουστος 2009 Αναδημοσίευση από το Αντίβαρο – Ημερομηνία δημοσίευσης: 14-10-09
Σχετικά βίντεο: [1] Η κατάρρευση της αυτοκρατορίας. Το Βυζαντινό μάθημα [2] Ανιχνεύσεις – Γιανναράς – Πολιτική, ιδεολογία και μεταφυσική στο Βυζάντιο – 27 Μαϊος 09
Το Πρώτο Θέμα, 12.7.2009, σ. 47 (ρεπορτάζ για καθηγητές ιστορίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου για τα βιβλία Ιστορίας)
Ανεπίγνωστα ή συνειδητά στρατευμένοι προπαγανδιστές – Κοσμοθεωρία των εθνών versus αποδόμηση
Παναγιώτης Ήφαιστος*
Οι κοινωνίες, ανοήτως, χρηματοδοτούν με σπάνιους πόρους τα λεγόμενα «Τμήματα Κοινωνικών Επιστημών». Μέσα στα απυρόβλητα «ακαδημαϊκά» οχυρά εδώ και αιώνες «συνωστίζονται» ανεπίγνωστα ή συνειδητά στρατευμένοιπροπαγανδιστές. Ο ρόλος τους υποστηρίζω στο βιβλίο μου Κοσμοθεωρία των Εθνών που μόλις κυκλοφόρησε ήταν πάντοτε αντικοινωνικός. Κύρια αποστολή τους ήταν να παρέχουν ευτελείς υπηρεσίες στις εκάστοτε εξουσίες: Αποικιοκρατικό έγκλημα, καταλήστευση του πλανήτη, εθνοκαθάρσεις, γενοκτονίες, περιφερειακοί και παγκόσμιοι πόλεμοι και ιδεολογική γιγαντομαχία τον 20ο αιώνα. Ουσιαστικά, κατά την διάρκεια της ιδεολογικής ηγεμονομαχίας του 20ου αιώνα από μικρομεσαίοι ιδεολογικοί μηχανισμοί μετατράπηκαν σε βιομηχανίες παραγωγής επιστημονικά μεταμφιεσμένης προπαγάνδας. Την ύστερη εποχή, η «παγκοσμιοποίηση» προκάλεσε πανδημία ιδεολογημάτων. Οι καλοπληρωμένοι θαμώνες αναμειγνύονται με διεθνικά κινούμενους εξωπολιτικούς κερδοσκόπους, αξιωματούχους ηγεμονικών δυνάμεων και αφελείς ιεραπόστολους της «παγκοσμιοποίησης». Ευέλικτα και προσαρμοστικά υπηρετούν, τώρα, τον εθνομηδενιστικό-αποδομητικό νεοταξισμό. Ενάντια τους βαίνουν τα πνευματικά κτίσματα των εθνικών κοσμοθεωριών και η ασίγαστη αξίωση των μελών των εθνών για δημοκρατία, κοινωνική και πολιτική ελευθερία και εθνική ανεξαρτησία. Όσο ο κόσμος απομακρύνεται από την αποικιοκρατία τόσο περισσότερο θα συγκροτούνται εθνοκρατοκεντρικές αντιηγεμονικές συσπειρώσεις που θα απομονώνουν τα τελευταία σκιρτήματα των πολιτικών και ιδεολογικών απογόνων του μαρκήσιου de Sade. Οι παρωχημένοι προπαγανδιστικοί μηχανισμοί παραγωγής αποδομητικού εθνομηδενισμού, όμως, μένουν. Ροκανίζουν ανθρωπολογικά τις απρόσεκτες κοινωνίες. Όσες κοινωνίες δεν προσέξουν θα πάθουν ότι τους αξίζει για μια τόσο μεγάλη απροσεξία. Αν ήμουν βουλευτής θα εισηγούμουν να τερματιστεί η χρηματοδότηση αυτών των παρωχημένων ιδεολογικών μηχανισμών. Οι σπάνιοι πόροι να διοχετευτούν για πανεπιστημιακά τμήματα κοινωνικά ωφέλιμων τομέων (γιατροί, γεωπόνοι, τεχνικοί, φιλόλογοι κτλ).
___________________
*Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς. Στο βιβλίο του Κοσμοθεωρία των Εθνών, μεταξύ πολλών άλλων, αναλύεται εκτενώς το φαινόμενο των μεταμοντέρνων ιδεολογημάτων ως ιδεολογικό εργαλείο ισχύος των ηγεμονικών δυνάμεων στην εποχή της «παγκοσμιοποίησης».
___________________
30.7.2009. Συζήτηση με συνάδελφο από τον Καναδά
(Στο ηλεκτρονικό φόρουμ HEC-Professors and PhD)
Αγαπητοί συνάδελφοι,
Η συζήτησή μας για τον κατά τα άλλα συμπαθή αλλά εκτιμώ αντιφατικό κ Γαβρά ενέχει βαθύτατες προεκτάσεις. Αισθάνομαι ότι είμαι υποχρεωμένος να πω μερικά πράγματα τα οποία για πολλούς ίσως να μην είναι αυτονόητα. Παρακαλώ όπως θεωρήσετε αυτά που ακολουθούν όχι ως διαπροσωπική αντιπαράθεση με τον συν. Καθηγ. Boundas αλλά ως ξεκάθαρα επιχειρήματα συντομογραφικά διατυπωμένα ούτως ώστε να στοιχειοθετήσω τους λόγους της διαφωνίας επί ενός ζητήματος το οποίο ενέχει βαθύτατες προεκτάσεις που αφορούν τους πνευματικούς προσανατολισμούς των ελλήνων αλλά και των άλλων εθνών. Διαφωνούμε, λοιπόν, στα εξής:
Πρώτον, ο κ Boundas γράφει: «… we cannot without qualifications … etc». Θεωρώ ως δεδομένο, σε ένα φόρουμ ακαδημαϊκών και διδακτόρων, ότι δεν λέμε προσωπικές γνώμες αλλά θέσεις τις οποίες στο παρελθόν προσπαθήσαμε να τεκμηριώσουμε σε κείμενα που δημοσιεύτηκαν και ιδιαίτερα τις θέσεις αναλύθηκαν και δημοσιεύτηκαν στην τελευταία μου δημοσίευση (Ιούλιος 2009), με τίτλο «ΚΟΣΜΟΘΕΩΡΙΑ ΤΩΝ ΕΘΝΩΝ, συγκρότηση και συγκράτηση των Κρατών, της Ευρώπης και του Κόσμου» (βλ. περιγραφή, περιεχόμενα, ευρετήριο, προλεγόμενα και τίτλους δοκιμιακών σημειώσεων εδώ). Ο όρος «λαίλαπα του μεταμοντερνισμού» που χρησιμοποίησα στο προηγούμενο σημείωμά μου αναφέρεται σε συγκεκριμένα ιστορικά γεγονότα και στις ιδεολογικές προεκτάσεις του μεταμοντέρνου ιδεολογήματος όπως εξελίσσεται τις τελευταίες δεκαετίες.
Στο Κοσμοθεωρία των Εθνών επιχείρησα και ευελπιστώ ότι στοιχειοθέτησα το γεγονός ύπαρξης μιας οργανικής σχέσης μεταξύ μοντερνισμού και μεταμοντερνισμού, καθώς και επίσης και μεταξύ υλισμού, ιδεολογίας, διεθνισμού και αποικιοκρατίας, ηγεμονισμού. Απορρέουν από την μοντερνιστική νοηματοδότηση της πολιτικής με όρους ισχύος και από το συνεπαγόμενο γεγονός ότι οι υλιστικές παραδοχές βρίσκονται στον αντίποδα της κλασικά νοούμενης Πολιτικής, στον αντίποδα, δηλαδή, του πολιτικού πολιτισμού. Οι κυρίαρχες υλιστικές παραδοχές του μοντερνισμού αυτό ενσάρκωσαν. Οδήγησαν σε τραγικά ιστορικοπολιτικά γεγονότα που καταμαρτυρούνται διυποκειμενικά και που γι’ αυτό αφενός δεν μπορούν να αμφισβητηθούν και αφετέρου δεν διασώζουν τον μοντερνισμό ως πολιτικό πρόγραμμα συμβατό με τον κλασικά νοούμενο πολιτικό πολιτισμό. Τέτοια ιστορικοπολιτικά γεγονότα είναι, για παράδειγμα i) η κατάληψη του πλανήτη, ii) η καταλήστευση των εθνών από τα υλιστικά μοντερνιστικά κράτη, iii) η δημιουργία δεσποτικών κρατών στον Δυτικό κόσμο και η επιβολή δεσποτικών καθεστώτων επί όλων σχεδόν των εθνών του πλανήτη, iv) η γένεση της εθνοσοβινιστικής μοντερνιστικής «ιδέας» («το κράτος δημιουργεί το έθνος») που προκάλεσε μύριες ανθρώπινες κακουχίες, v) οι συνεπακόλουθες γενοκτονίες-εθνοκαθάρσεις στην Βόρειο Αμερική και στην Δυτική Ευρώπη, vi) η ιστορική απάτη της δήθεν ιδεολογικής ηγεμονικής γιγαντομαχίας του 20οy αιώνα που ταλαιπώρησε όλα τα έθνη του πλανήτη, vii) το διαίρει και βασίλευε που συνεχίζεται από τα σημερινά μοντερνιστικά καθεστώτα, vii) οι νέο-αποικιακές πρακτικές και viii) τα μεταψυχροπολεμικά νεοηγεμονικά φαινόμενα, καθώς και το άνομο και καταχρηστικό επεμβατικό όργιο που τα συνόδευσε.
Όλα αυτά και πολλά άλλα συναφή μικρότερα ή μεγαλύτερα εγκλήματα, υπενθυμίζω, στηρίχθηκαν από τις λεγόμενες «κοινωνικές επιστήμες» –και κυρίως τις «ιστορικές σπουδές»– που μαζικά αν όχι βιομηχανικά παρήγαγαν ιδεολογικοπολιτικές εκλογικεύσεις που στήριζαν τους κατεξουσιασμούς, τις δεσποτείες, την αποικιοκρατία, τις γενοκτονίες, τις ηγεμονίες και τους επιθετικούς πολέμους. Αν και αυτή η υπενθύμιση προσκρούει πάνω στην περιρρέουσα συμβατική σοφία και στα παρασιτικά συμφέροντα των θαμώνων των (πανεπιστημιακών) ιδεολογικοπολιτικών εκπαιδευτηρίων –παλαιών και νέων– εύκολα στοιχειοθετείται ότι η βασική αποστολή των «κοινωνικών επιστημών» της μοντερνιστικής εποχής ήταν η παροχή ιδεολογικοπολιτικών υπηρεσιών στις εξουσίες της εκάστοτε συγκυρίας. Εκατομμύρια επιστημονικά μεταμφιεσμένοι ιδεολόγοι-προπαγανδιστές συνειδητά ή ανεπίγνωστα εξυπηρέτησαν ή συνεχίζουν να εξυπηρετούν προπαγανδιστικούς σκοπούς και ιδεολογικοπολιτικές ορθότητες εφήμερης σημασίας ή αξίας. Η κατάσταση αυτή επιτάθηκε, όπως εξηγώ στην συνέχεια, με τον μεταμοντερνισμό.
Δεύτερον, η «λαίλαπα» ως χαρακτηρισμός του μεταμοντερνισμού στο προηγούμενο μήνυμά μου δεν ήταν αξιολογικός όρος όπως φαίνεται ότι το αντιλήφθηκε ο συνάδελφος Boundas. Αναφέρεται σε βασανιστικά θεμελιωμένες ιστορικοπολιτικές συσχετίσεις που οδηγούν σε συμπεράσματα για την ολοκληρωτική αποτυχία του μοντερνισμού και την προσαρμογή όλων των ιδεολόγων του παρελθόντος στις ανάγκες της μαζικοπαραγωγής και της μαζικοκατανάλωσης (φαινόμενα τα οποία περιέγραψε εξαντλητικά ο αείμνηστος Παναγιώτης Κονδύλης στα ελληνόφωνα και γερμανόφωνα έργα του). Δεν θα επαναλάβω εδώ την ανάλυση εκατοντάδων σελίδων που κάνω στην προαναφερθείσα δημοσίευσή μου, «Κοσμοθεωρία των Εθνών». Λέω μόνο ότι οι μεταμοντέρνοι αποδομηστές κάθε είδους και κάθε απόχρωσης συνειδητά η ασυνείδητα εξωθούν στην ανθρωπολογική εκμηδένιση, τον φιλοτομαρισμό, την φιλαυτία, τον μηδενισμό και τον ευδαιμονιστικό ηδονισμό, γεγονός που με οδήγησε να ανατρέξω στους συνεπείς υλιστές La Mettrie και de Sade για να περιγράψω τις αληθείς τάσεις των εκατοντάδων αντιφατικών και συγκρουόμενων μεταμοντέρνων τάσεων εκεί που ενώνονται τα νήματά τους ίσαμε τις λογικές απολήξεις τους. Σημαντικοί έλληνες φιλόσοφοι επισημαίνουν το ίδιο πράγμα. Ο Θόδωρος Ζιάκας, για παράδειγμα, πρόσφατα όρισε αυτό το φαινόμενο ως «ολοκληρωμένο μηδενισμό». Εγώ το περιέγραψα και το όρισα ως «επιστροφή στα Σόδομα και Γόμορρα των συνεπών υλιστών La Mettrie και de Sade». Έτσι, αντικρούω την θέση του σ. Boundas όταν γράφει: «So that, if we are going to indulge in name-calling, the position that the critic of the «postmodern defends would be pre-modern «». Έχω πλήρη επίγνωση της μοντερνιστικής συμβατικής άποψης ότι οτιδήποτε δεν είναι μοντερνιστικό είναι, δήθεν, «προπολιτικό». Διαφωνώ κάθετα και οριζόντια με αυτή την θέση και επιτρέψτε μου να την εξηγήσω, εδώ, συντομογραφικά ότι ισχύει το αντίθετο: Οι εθνικές κοσμοθεωρίες και η ανθρωπολογική διαμόρφωση των κοινωνικών οντοτήτων οδηγεί σε εμβάθυνση του πολιτικού πολιτισμού ενδοκρατικά και διακρατικά ενώ οι μοντερνιστικές και μεταμοντέρνες τάσεις οδηγούν σε προπολιτικές αν όχι βαρβαρικές συνθήκες.
Μεταξύ εποχής του πολιτικού πολιτισμού και βαρβαρικής-προπολιτικής εποχής υπάρχει ένα νοερό σύνορο: Οι απαρχές του πολιτικού πολιτισμού συμβολικά εντοπίζονται στην κλασική εποχή όπου και ορθά θεωρείται ότι ενδοπολιτειακά αποκορυφώθηκε η δημοκρατία, η κοινωνική ελευθερία και η πολιτική ελευθερία. Εν πολλοίς, ενσαρκώνεται στα κείμενα (κυρίως) του Αριστοτέλη. Επάξιους σύγχρονους μεθερμηνευτές θεωρώ τους Χρήστο Γιανναρά, Γιώργο Κοντογιώργη και ελάχιστους άλλους που τιμούν όχι μόνο την ελληνική αλλά και την διεθνή στοχαστική προσπάθεια κατανόησης των δεινών που σώρευσε το μοντερνιστικό φαινόμενο, το οποίο ο καθείς εξ αυτών με τον δικό του τρόπο αντιδιαστέλλει με την κλασικά νοούμενη Πολιτική. Βιβλιογραφικά, προσθέτω πως ελάχιστοι θα διαφωνούσαν ότι στο περιγραφικό τουλάχιστον επίπεδο η συνεισφορά του Παναγιώτη Κονδύλη στην κατανόηση του μοντερνιστικού και μεταμοντέρνου φαινομένου είναι μοναδική, ανεπανάληπτη και ένας ανεξάντλητος στοχαστικός θησαυρός.
Ο Αριστοτελισμός σωστά νοούμενος περιγράφει την εμπράγματη κοινωνιοκεντρική διαμόρφωση του Κοινωνικού γεγονότος και τον συλλογικό κατ’ αλήθειαν βίο που προσδιορίζει το συμβατό με αυτό (το Κοινωνικό) Πολιτικό γεγονός. Πρόκειται για την «εμπράγματη φιλοσοφία» των μελών όλων των εθνών την οποία συνειδητά ή ανεπίγνωστα υιοθετεί η συντριπτική πλειονότητα των ανθρώπων όλων των εποχών, και με την οποία, εν τούτοις, διαφωνεί η συντριπτική πλειονότητα των μοντερνιστών φιλοσόφων (στους οποίους συμπεριλαμβάνω τους αστικοφιλελεύθερος, τους μαρξιστές, τους ναζιστές και οποιανδήποτε άλλη παραδοχή προδικάζει την πολιτική βούληση της κοινωνίας). Οι μοντερνιστές και οι μεταμοντέρνοι απόγονοί τους, μουρμουρώντας, ψιθυρίζοντας η κραυγάζοντας αναζητούν εξωπολιτικούς-μεταφυσικούς ορθολογισμούς προγραμματικού προσδιορισμού των κριτηρίων της πολιτικής οργάνωσης. Έτσι, προγραμματικά i) διχοτομούν την κοινωνία από την εξουσία και ii) εγκαθιδρύουν ένα σύστημα έμμεσης αντιπροσώπευσης (ποικίλων βαθμίδων, κατά περίπτωση ανάλογα με τις κοινωνικές ανοχές και αντιδράσεις ή επαναστάσεις). Το σύστημα αυτό κινείται με φορά όχι προς δημοκρατία αλλά προς δεσποτισμό, πατερναλιστικό κατεξουσιασμό και ασφαλώς προς αδιέξοδες υλιστικές-ιδεολογικές-διεθνιστικές-ηγεμονικές προσλήψεις της πολιτικής. Το καταμαρτυρούν οι αταξικές πολιτικοστοχαστικές ισοπεδώσεις, οι ρατσιστικές εξομοιώσεις, τα ιδεολογικά εποικοδομήματα και εσχάτως η παραφιλολογία για τα δήθεν οικουμενικά ανθρώπινα δικαιώματα που μπορούν δήθεν να ερμηνεύονται δεσμευτικά από τον κάθε Κλίντον, Μπους ή αύριο οποιοδήποτε άλλο ηγείται της μιας ή άλλης ηγεμονικής δύναμης κάθε ιστορικής συγκυρίας. Το καταμαρτυρεί επίσης η αδέκαστη καθημερινότητα σε όλα τα μοντερνιστικά καθεστώτα «έμμεσης αντιπροσώπευσης» στα οποία μόνο όσοι συγκυριακά νέμονται την εξουσία τολμούν να υποστηρίξουν τον δημοκρατικό, δήθεν, χαρακτήρα τους. Η εισβολή διεθνικών δρώντων τις τελευταίες δεκαετίες και η ανάμιξή τους με τους κατεξουσιαστές της έμμεσης αντιπροσώπευσης μεγεθύνει το δημοκρατικό έλλειμμα. Ιδιαίτερα σε εξαρτημένα κρατίδια, δεν κυβερνούν καν οι έμμεσοι κάτοχοι της εξουσίας αλλά ευαγή «ιδρύματα» στελεχωμένα από εξωπολιτικούς δρώντες επιστημονικά μεταμφιεσμένους και διασυνδεδεμένους με τις μητροπολιτικές ηγεμονικές εξουσίες (βλ. ανάλυση για το χαρακτηριστικό παράδειγμα του soft power strategy).
Η (Αριστοτελική) εμπράγματη φιλοσοφία όλων των εθνών που ασκείται ακατάπαυστα ερήμην φιλοσόφων, θεωρεί ύβρη τον εξοστρακισμό του πνεύματος από την δημόσια σφαίρα. Και όμως, όπως γνωρίζουμε, όχι μόνο την θρησκεία αλλά και το πνεύμα συνολικά επιχειρεί να εξοστρακίσει από την δημόσια σφαίρα κάθε συνεπής υλιστής, ιδεολόγος και διεθνιστής. Συγκαιρινά, ο αντιπνευματικός κατήφορος οδηγεί τον μοντερνισμό στην φυσική κατάληξή του, δηλαδή στα θεωρήματα και ιδεολογήματα του ύστερου μεταμοντέρνου συνονθυλεύματος που πλημμυρίζουν τα πανεπιστημιακά τμήματα και τους καλλιτεχνικούς χώρους. Οι παρασιτικοί θαμώνες της επιστημονικής και αισθητικής παρακμής του μεταμοντερνισμού, βεβαίως, αυτάρεσκα και εξυπηρετικά θεωρούν τους εαυτούς τους ως δήθεν «μοντέρνους» και «προοδευτικούς». Ακόμη, αθέμιτα και καταχρηστικά, οικειοποιούνται πλουραλιστικά και δήθεν δημοκρατικά πρόσημα που καμιά σχέση δεν έχουν με την έμμεση αντιπροσώπευση και τα ιδεολογήματά της.
Αναμφίβολα και ελέω διασυνδέσεων με την εξουσία, αναμενόμενα, οι υλιστές-μοντερνιστές διανοούμενοι παράγουν βουνά χαρτιού (η βιομηχανική παραγωγή των οποίων, παραδόξως, χρηματοδοτείται από σπάνιους δημόσιους πόρους) με αποτέλεσμα να κυριαρχούν στην προπαγάνδα, την εκπαίδευση των νέων και την διαιώνιση ενός άθλιου νεοαποικιακού διεθνούς περιβάλλοντος. Παραμένει αληθές, εν τούτοις, ότι το μόνο που κατορθώνουν είναι να κατασκευάζουν υλιστικούς ψευτόκοσμους και να προκαλούν ζημιές στις απρόσεκτες κοινωνίες. Ακόμη, παραμένει αληθές ότι: i) οι στοχασμοί τους στερούνται οντολογικών θεμελίων, ii) είναι εκ της φύσεως τους προπολιτικοί και iii) ο κόσμος που ποθούν είναι ανθρωπολογικά μηδενισμένος. Ουσιαστικά, η αντιπνευματική νοηματοδότηση της δημόσιας σφαίρας από τους μοντερνιστές (και της ιδιωτικής από τους μεταμοντερνιστές) σημαίνει ότι το «πολιτικό» τους σύστημα μπορεί να λειτουργήσει αν μέσα σωρεύονται και αθροίζονται μηδενισμένοι ιδιώτες και όχι ενεργοί, συνειδητοποιημένοι πολίτες-εντολείς της πολιτικής εξουσίας. Οι συγκαιρινοί απόγονοι των μοντερνιστών μισούν το πολιτικά πολιτισμένο έθνος. Είναι η ύστερη και πιο καταστροφική εκδοχή των παραδοχών οι οποίες με αφετηρία τον 16ο αιώνα, προκάλεσε την καταδυνάστευση του πλανήτη και οδήγησε στην απάτη της ιδεολογικής διαμάχης του 20ου αιώνα. Δεν είναι τυχαίο ότι συνειδητά η ανεπίγνωστα όλοι οι μεταμοντέρνοι ιδεολογόγοι-ιεραπόστολοι στήριξαν το άνομο και καταχρηστικό πλιάτσικο των ηγεμονικών δυνάμεων της μεταψυχροπολεμικής εποχής.
Τώρα, θα παρακαλούσα θερμά τον συν. Boundas, εάν συμφωνεί, να μην χάσουμε χρόνο συζητώντας για τον ένα ή άλλο μοντερνιστή διανοούμενο, τις αποχρώσεις της σκέψης του και τις βαθμίδες της ιδεολογικής σύγχυσης του. Μια ανάγνωση του πνευματικά γιγαντιαίου έργου του Παναγιώτη Κονδύλη Το Πολιτικό και ο Άνθρωπος, για παράδειγμα, καθιστά εύκολα κατανοητό ότι ταλαντευόμενοι καλόπιστοι και συμβατικά επιφανείς διανοητές όπως ο Χάμπερμανς ή ο Φουκώ στοχαστικά διαθέτουν ελλειμματικά οντολογικά θεμέλια και τα κείμενά τους είναι γεμάτα αντιφάσεις, αντιθέσεις και αναιτιολόγητες μεταστροφές. Δεν είναι επιστημονικά ή δεοντολογικά δεσμευτικό να σπαταλούμε τον σύντομο πολύτιμο βίο μας με φαντασιόπληκτους θαμώνες των «κοινωνικών επιστημών» που ήδη βαρύνονται με ένα εξαιρετικά προβληματικό επιστημονικό μητρώο.
Τρίτον, συντομογραφικά και πάλιν απαιτείται να τονίσω και τούτο: Τα έθνη ακολούθησαν την προαναφερθείσα δύσκολη, αντίξοη αλλά ανοδική πορεία κτισίματος των πνευματικών και πολιτικών τους επιτευγμάτων που αποκορυφώθηκε στην πνευματικά γεμάτη Βυζαντινή Οικουμένη. Βασικά, όσον με αφορά, θεωρώ ότι το μεγαλύτερο πλήγμα κατά του κοσμοσυστήματος εθνών της Βυζαντινής Οικουμένης συντελέστηκε όχι το 1453 μ.Χ. αλλά τις δεκαετίες του 1910 και 1940. Μια ανάγνωση του Ρήγα Φεραίου βεβαιώνει τι προϋπήρξε της μεγάλης σφαγής των Εθνών της Μικρασίας που εκτέλεσαν οι ηγεμονικές δυνάμεις οι οποίες διαχειρίστηκαν την πτώση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (μια διαχείριση της οποίας τα έθνη της περιοχής έγιναν υποχείριο, μια «ιστορία» που ακόμη δεν γράφτηκε).
Τέταρτον, συντομογραφικά επίσης υπενθυμίζω ότι, διόλου τυχαία το αντιμεταφυσικό και αντιπνευματικό υλιστικό κίνημα μετά τον 16ο αιώνα ήταν καθολικά (δονκιχωτικά και τραγικά), αντι-Αριστοτελικό. Δηλαδή ως εκ της φύσεώς του ήταν αντίθετο στην φυσιολογική κοινωνιοκεντρική θεμελίωση του Κοινωνικού και του Πολιτικού. Ουσιαστικά, μετά τον 16ο αιώνα ο υλισμός, η ιδεολογία, ο διεθνισμός, και τώρα ο μεταμοντερνισμός επιχειρούν να καταπνίξουν τον πνευματικό κόσμο των πολιτών όταν προσέρχονται μέσα στην δημόσια σφαίρα και φορτώνοντάς τους με εξωπολιτικά προσδιορισμένα δικαιώματα να τους εγκλωβίσουν μέσα στην ιδιωτική σφαίρα τους σφαίρα. Εκεί μέσα στην ιδιωτική σφαίρα ο πολίτης ακόμη και αυτά τα εξωπολιτικά προσδιορισμένα «δικαιώματα» τα απολαμβάνει μόνο ονομαστικά ή μόνο στον βαθμό που εξυπηρετείται η αδιατάραχτη ωφελιμιστική-χρησιμοθηρική λειτουργία των (υλιστικών) καθεστώτων έμμεσης αντιπροσώπευσης. Οι συνειδητοί ή ανεπίγνωστοι κράχτες του ηδονισμού και της ανθρωπολογικής αποδόμησης στον καλλιτεχνικό χώρο αυτή την χρησιμοθηρία υπηρετούν με το να συντηρούν τα δεσποτικά καθεστώτα έμμεσης αντιπροσώπευσης και με το να καταπολεμούν τα πνευματικά κτίσματα των εθνών. Αυτό που τους βολεύει είναι ένας υλιστικός δημόσιος χώρος μέσα στον οποίο συναλλάσσονται χρησιμοθηρικά ανθρωπολογικά εκμηδενισμένοι ιδιώτες.
Τώρα, ο συμπαθής κ Γαβράς, που πολλοί στο όνομα μιας ψεύτικης καλλιτεχνικής ασυλίας θέλουν να βάλουν στο απυρόβλητο της κριτικής, ενδεχομένως ανεπίγνωστα και στον βαθμό που είναι επηρεασμένος από τα συμβατικά μεταμοντέρνα ιδεολογήματα, αυτό ακριβώς κάνει: Υπηρετεί τον εξοστρακισμό του πνευματικού κόσμου των πολιτών από την δημόσια σφαίρα για να μπορεί να λειτουργεί απρόσκοπτα το καθεστώς της έμμεσης αντιπροσώπευσης και τα υλιστικά-ωφελιμιστικά πρότυπά του. Τέτοιες παραδοχές βεβηλώνουν, θα έλεγα, δεν υπερασπίζονται το οικουμενικής αξίας κάλλος ενός Παρθενώνα. Αυτές οι παραδοχές, αγαπητοί συνάδελφοι, γνωρίζετε πολύ καλά ότι αποτελούν θεμελιώδη χαρακτηριστικά του μοντερνισμού που αποκορυφώνει ο μεταμοντερνισμός. Βασικά, τώρα, συνειδητά ή ασυνείδητα οι μεταμοντέρνοι ιδεολόγοι-ιεραπόστολοι και οι συνοδοιπόροι καλλιτέχνες επιχειρούν κάτι πολύ πιο δραστικό: Τον ανθρωπολογικό μηδενισμό του πολίτη όχι μόνο μέσα στην δημόσια σφαίρα αλλά και μέσα στην ιδιωτική. Το πρόσφατο αποδομητικό όργιο της μεταμοντέρνας ιστοριογραφίας (που εγώ ονομάζω «ιστορική ανεκδοτολογία», φτωχό συγγενή των ιστοριογράφων της αποικιοκρατίας και των ηγεμονικών δυνάμεων) αυτούς τους απάνθρωπους σκοπούς είναι που –συνειδητά ή ανεπίγνωστα, είναι επιστημονικά αδιάφορο– εξυπηρετεί.
Ο ανθρωπολογικός εκμηδενισμός του πολίτη είναι αναγκαία προϋπόθεση των μεταμοντέρνων παραδοχών. Καταδικάζοντας τον «πολίτη» στην ιδιωτεία και σε μια υλιστικά νοούμενη ζωή υπηρετεί καλύτερα την μαζικοπαραγωγή και την μαζικοκατανάλωση (βλ. εκτεταμένη εξέταση αυτών των θεμάτων στα κεφάλαια 4 και 5 του Κοσμοθεωρία των Εθνών ό.π.). Ανομολόγητος τελικός σκοπός των συνειδητών μεταμοντέρνων είναι να εξοστρακίσουν παντελώς το πνεύμα από όλα τα επίπεδα για να δημιουργηθεί ένας ανθρωπολογικά ισοπεδωμένος, επίπεδος, απονευρωμένος –και εν τέλει μηχανικός– κόσμος των φαντασιώσεων των αναρίθμητων ιδεολόγων που παρήγαγε το αντιπνευματικό-υλιστικό κίνημα των τελευταίων αιώνων. Βεβαίως, ποτέ δεν καταφέρνουν να ολοκληρώσουν τέτοια κοινωνικοπολιτικά τερατουργήματα. Όμως, δημιουργούν αναρίθμητα προβλήματα στις κοινωνίες τους και στις κοινωνίες άλλων εθνών! Ή μήπως χρειάζεται πολύς κόπος για να τεκμηριωθεί πως δεν το κατάφεραν στις ΗΠΑ, στην Γαλλία, στην Ε.Ε. ή στην πρώην Σοβιετική Ένωση και πως όποτε επιχείρησαν να δημιουργήσουν υλιστικά κοινωνικοπολιτικά τερατουργήματα προκάλεσαν μεγάλες κακουχίες κατά των ιστορικών εθνών!
Μπορεί σε πολλά πανεπιστημιακά Τμήματα οι επιστημονικά μεταμφιεσμένοι ιδεολόγοι να βασανίζουν τους φοιτητές τους – και στα βιβλία, άρθρα και δοκίμια να ταλαιπωρούν αναγνώστες που εθίστηκαν να διαβάζουν άκριτα, μονόπλευρα και δογματικά-ευθύγραμμα, δηλαδή ιδεολογικά. Οι κοινωνίες, όμως, τους παρακάμπτουν και αυτοθεσμίζονται. Συγκροτούνται πολιτικά εν μέσω δυσκολιών και αναστολών που προκάλεσαν οι (ποικίλων βαθμίδων, χρωμάτων και αποχρώσεων) μοντερνιστικοί υλισμοί, ιδεολογίες και διεθνισμοί. Κυρίως, όλα ανεξαιρέτως τα έθνη κτίζουν ακατάπαυστα τις εθνικές τους κοσμοθεωρίες και την ανθρωπολογική ετερότητα των κοινωνιών τους. Διεκδικούν έτσι ολοένα και περισσότερο μια κλασικά-πολιτικά νοούμενη εθνική ανεξαρτησία που βάζει σταδιακά στο χρονοντούλαπο της ιστορίας τις εθνοσοβινιστικές μοντερνιστικές αντιλήψεις κρατικής οργάνωσης. Αυτές οι τάσεις είναι μια δύσκολη θαλασσοπορία που ανακόπηκε με την πτώση της Βυζαντινής Οικουμένης και το δυνάμωμα των οποίων θα αφήνει πίσω την μοντερνιστική ηγεμονική αντίληψη δημιουργώντας ένα ολοένα και πιο στέρεο εθνοκρατοκεντρικό διεθνές σύστημα. Η στερεότητα του εθνοκρατοκεντρικού συστήματος (που αβασάνιστα συνάγεται και μέσα από τις θεμελιώδεις αρχές του συγκαιρινού διεθνούς δικαίου), θα είναι συνάρτηση του βαθμού στον οποίο τα μέλη θα είναι προσκολλημένα στην εθνική ανεξαρτησία και που ο κοινωνιοκενρικός πολιτικός πολιτισμός θα βαθαίνει μια πραγματική και όχι μια ψευδή δημοκρατία.
Δηλαδή, α) μια δημοκρατία που θα έχει φορά σύγκλισης αν όχι ταύτισης των εντολέων πολιτών με την εντολοδόχο πολιτεία, β) ένα πολιτειακό περιβάλλον που θα εμπλουτίζεται διαρκώς από τον ανθηρό πνευματικό κόσμο των ανθρώπων που θα διαμορφώνει τις κανονιστικές δομές σύμφωνα με την ανθρωπολογική ετερότητα κάθε έθνους και γ) που θα δυναμώνει τους εθνικούς πολιτισμούς οι οποίοι έτσι εισρέοντας στην διεθνή πολιτική θα δημιουργούν ένα διεθνές πνευματικό περιβάλλον εδρασμένο πάνω στην θεμελιώδη αντιηγεμονική αρχή της εθνικής ανεξαρτησίας. Όπως εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς, δεν αναφέρομαι σε εσχατολογικά προσδιορισμένους παραδείσους γιατί αυτό είναι προνόμιο των ιδεολογιών. Εδώ απλά επισημαίνεται το διυποκειμενικά αληθές ιστορικό γεγονός –που καμιά ιστορική ανεκδοτολογία δεν μπορεί να επισκιάσει– ότι ο μοντερνισμός και τα παράγωγά του ανέκοψαν και παρεμπόδισαν την δύσκολη αλλά ανοδική πορεία των εθνών. Η αποδυνάμωση των μοντερνιστικών τάσεων επιτρέπει στα έθνη να μπουν ξανά σε μια δύσκολη μεν πολλά υποσχόμενη τροχιά διαμόρφωσης των εθνικών-ανθρωπολογικών προϋποθέσεων του κοινωνικοπολιτικού τους βίου ενδοκρατικά και διακρατικά. Αυτές οι προϋποθέσεις απαιτούν αντίκρουση των προσπαθειών ανθρωπολογικού εκμηδενισμού που βρίσκεται στον πυρήνα κάθε μοντέρνας και μεταμοντέρνας ιδεολογικοπολιτικής παραδοχής. Συνειδητά, ανεπίγνωστα ή επιπόλαια, καλλιτέχνες όπως ο κ Γαβράς με το να ισοπεδώνουν την ιστορία μας για να προτάξουν τα απλουστευτικά ιδεολογήματά τους, ενισχύουν τις παραδοχές που πρεσβεύουν ότι ο πλανήτης πρέπει να κατοικείται από ανθρωπολογικά εκμηδενισμένους ιδιώτες. Θα ήταν επιστημονικά και πολιτικά μεγάλη παράλειψη αν δεν ασκούσαμε το δικαίωμά μας για αυστηρή κριτική τέτοιων φαινομένων.
Πέμπτον, δεν με ξαφνιάζει το γεγονός ότι η κριτική του μοντερνισμού και του μεταμοντερνισμού προκαλεί ακαριαία αντιδράσεις, απορίες, δυσφορία και ενίοτε θυμό. Θα με ξάφνιαζε το αντίθετο. Αυτό γιατί είναι εκατομμύρια οι διανοούμενοι οι οποίοι τις τελευταίες δεκαετίες επιστρατεύτηκαν και συνεχίζουν να επιστρατεύονται σε ιδεολογικοπολιτικούς σκοπούς. Τα μέλη αυτού του επιστημονικά μεταμφιεσμένου όχλου των οποίων κύρια ειδίκευση είναι η ιδεολογικοπολιτική προπαγάνδα η εργολαβική παραγωγή σπουδαιοφανών όρων και εννοιών, ανερυθρίαστα επικαλούνται την ακαδημαϊκή ιδιότητα ως δήθεν αμάχητο τεκμήριο εγκυρότητας. Είναι τόσο απομακρυσμένοι από την καθημερινότητα των μελών των εθνών και από την κλασικά νοούμενη Επιστήμη όσα και τα εκατομμύρια έτη φωτός που απαιτείται για να μεταβούμε από την Γη στα αστρικά συστήματα του Γαλαξία. Ζώντας στον παρασιτικό κόσμο των ιδεολογικοπολιτικών εκπαιδευτηρίων είναι λογικό, λοιπόν, ενστικτωδώς να αντιδρούν αρνητικά όταν τους επισημαίνεις ότι εθισμένοι εξ επαγγέλματος να υπηρετούν την εκάστοτε πολιτική εξουσία δεν κάνουν επιστήμη αλλά μόνο πολιτική προπαγάνδα. [Πολύ πρόσφατα, γίναμε όλοι μάρτυρες του καταπληκτικού φαινομένου των βολικών και ευέλικτων συγκλίσεων όσων πριν μερικά μόνο χρόνια κράδαιναν άρθρα πίστεως και ορκίζονταν σε δήθεν αντιθετικές ιδεολογίες και θεωρίες. Όλοι μαζί, μουρμουρώντας, ψιθυρίζοντας ή κραυγάζοντας προπαγανδιστικά συνθήματα, στήριξαν το μεταψυχροπολεμικό επεμβατικό όργιο και τα ύστερα εγκλήματα των υλιστικών καθεστώτων. Στην Ελλάδα, εκατοντάδες «προοδευτικοί» ανερυθρίαστα στήριξαν, για παράδειγμα, το ηγεμονικής έμπνευσης φασιστοειδές (και αμιγώς μεταμοντέρνο) σχέδιο Ανάν που καταστρατηγούσε κάθε έννοια της διεθνούς και ευρωπαϊκής νομιμότητας].
Χωρίς τον παραμικρό υπαινιγμό κατά οποιουδήποτε –για ιστορικά και για πολιτικοστοχαστικά φαινόμενα μιλώ και όχι για τις προσωπικές στάσεις του καθενός που συχνότατα είναι ανεπίγνωστες ή επιπόλαιες γιατί πολλοί παρασύρονται εφήμερα από το ρέμα– ο σκοπός των μοντερνιστικών «κοινωνικών επιστημών» μετά τον 16ο αιώνα ήταν συγκεκριμένος και οριοθετημένος: α) Δημιουργία μιας περιρρέουσας συμβατικής ατμόσφαιρας που στήριζε τα καθεστώτα έμμεσης αντιπροσώπευσης, β) στήριξη της ιδεολογικοπολιτικής ορθότητας που μονίμως επιχειρεί να εξοστρακίσει τα πνευματικά ζητήματα από την δημόσια σφαίρα, γ) δημιουργία μιας αμιγώς υλιστικής δημόσιας σφαίρας, δ) προσφορά υπηρεσιών στις ηγεμονικές πολιτικές των αποικιακών δυνάμεων και στην συνέχεια νεοαποικιακών ηγεμονικών κρατών, ε) εργολαβική προσφορά υπηρεσιών στις πολιτικές εξουσίες και στ) ευέλικτη προσαρμογή στα εκάστοτε ρευστά ενδοκρατικά και διακρατικά συμφέροντα (και εσχάτως στα παντελώς αδιαφανή εξωπολιτικά διεθνικά συμφέροντα). Καλά κάνουμε, λέω ξανά, να μην αρχίσουμε να μιλάμε αποσπασματικά για τον ένα ή άλλο καλόπιστο μοντερνιστή ή μεταμοντέρνο διανοητή της μιας ή άλλης απόχρωσης. Παρά το γεγονός ότι αναμφίβολα υπάρχουν εξαιρέσεις, η συντριπτική πλειονότητα αυτών των διανοητών παρασύρεται από το ίδιο ρέμα λέγοντας συχνά μισόλογα πλήρη αντιφάσεων. Άλλοτε σχοινοβατούν στοχαστικά και προσαρμοστικά και ακόμη συχνότερα αλλάζουν «σχολές σκέψης» όπως τα πουκάμισά τους. Ακόμη πιο σημαντικό, οι στοχαστικές μεταστροφές, μεταλλαγές και προσαρμογές είναι αναιτιολόγητες και αυθαίρετες. Το κύριο χαρακτηριστικό όλων αυτών των στοχαστών –ακόμη και αν στις αναλύσεις τους παραθέτουν κάποιες ενδιαφέρουσες σκέψεις– είναι το οντολογικό έλλειμμα των θεωρήσεων τους και η ροπή προς την μεταφυσική σκέψη. Είναι σημαντικό να τονιστεί, επίσης, η φορά με την οποία κινείται η σκέψη τους. Συνειδητά ή ασυνείδητα κινούνται προς αδιέξοδους υλιστικούς-ιδεολογικούς-διεθνιστικούς προσανατολισμούς που δεν είναι συμβατή με θεμελιώδεις ιδιότητες της ανθρώπινης φύσης, κυρίως με τις πνευματικές ιδιότητες του ανθρώπου και με την ασυγκράτητη ανάγκη του να θέτει οντολογικά ερωτήματα για την μετά θάνατο κατάσταση και να επιχειρεί να τα απαντήσει. Παρακάμπτοντας αυτές τις θεμελιώδεις ιδιότητες, ο μοντερνισμός θέλει τον πολίτη όταν προσέρχεται στην δημόσια σφαίρα να απαρνείται τον πνευματικό του κόσμο. Προχωρώντας ένα βήμα ακόμη ο μεταμοντερνισμός ίσαμε τις λογικές απολήξεις του αποβλέπει στην ανθρωπολογική εκμηδένιση του πολίτη μέσα στην ιδιωτική του σφαίρα για να είναι «ιδιώτης» που θα λειτουργεί συμβατά με την υλιστική δημόσια σφαίρα.
Στο σημείο αυτό, θα μπορούσα να τονίσω, ακριβώς, ότι ιδεολογία και πολιτική είναι όροι ασύμβατοι. Πολιτική υπάρχει μόνο όταν απορρέει από τον πνευματικά πλούσιο και κοινωνιοκεντρικά εξελισσόμενο συλλογικό βίο μιας κοινωνικής οντότητας.Η ιδεολογία σε όλα της τα χρώματα και σε όλες τις αποχρώσεις αντιβαίνει στην έννοια της Πολιτικής γιατί προτάσσει κριτήρια εξωκοινωνικά και εξωπολιτικά προσδιορισμένα. Ουσιαστικά, όλες οι μοντερνιστικές ιδεολογίες είναι προπολιτικής υφής και αυτό είναι θεμελιώδες χαρακτηριστικό τους. Ίσως βεβαίως βρει κανείς κάποιους «αιρετικούς μοντερνιστές» που χρησιμεύουν ως άλλοθι το απέραντου υλιστικού κόσμου των (πανεπιστημιακών) ιδεολογικοπολιτικών εκπαιδευτηρίων. Καταπνίγονται από την συμβατική μεταμοντέρνα ατμόσφαιρα και ο πνευματικός τους ορίζοντας περικόπτεται από την ιδεολογικοπολιτικά κυριαρχούμενη συμβατική σοφία. Στο σημείο αυτό, μήπως και δεν έγινα πλήρως κατανοητός, θα ήθελα να τονίσω εμφατικά ότι δύσκολα θα βρεις στον μοντερνιστικό χώρο στοχαστές του διαμετρήματος των Γιανναρά, Κοντογιώργη, Ζιάκα ή άλλων που μιλούν αληθινά, τίμια, χειραφετημένα, ιστορικοπολιτικά βάσιμα και απαλλαγμένοι από ιδεολογικά βαρίδια. Δεν είναι ανάγκη επίσης να τονίσω την ανεκτίμητη περιγραφή του Κονδύλη γιατί είναι οικουμενικά ανυπέρβλητη. Θέση μου σε κάθε περίπτωση είναι ότι επιστημονικά χειραφετημένες κοινωνικές επιστήμες μπορούν πλέον να προέλθουν από καλλιέργειά τους στα ιστορικά έθνη τα οποία ξαναβρίσκουν την χαμένη εθνική τους ανεξαρτησία και τα οποία μπορούν ανατρέχοντας στα πάμπλουτα πνευματικά τους κτίσματα να θρέψουν μια ανθρωπολογικά συναφή πολιτική σκέψη. Πρωτίστως, ο Αριστοτέλης είναι ο στοχαστής του μέλλοντος και ο Θουκυδίδης του παρόντος. Ο Θουκυδίδης, είναι ο μόνος ασφαλής οδηγός στην διάπλευση του πλήρους αιτιών πολέμου διεθνούς συστήματος που προκάλεσε η μοντερνιστική νοηματοδότηση της πολιτικής μες όρους ισχύος τους τελευταίους αιώνες. Ο Αριστοτέλης είναι ο κύριος εκπρόσωπος των επιστημόνων που θεμελιώνει την ολοκλήρωση του πνευματικού κόσμου των πολιτών στον κοινωνικοπολιτικό βίο.
Έκτον, όσον αφορά τους μεταμοντέρνους πιο συγκεκριμένα, τους οποίους ο συν. Boundas θέλησε να υπερασπιστεί, θα πρόσθετα, πάντοτε συντομογραφικά, τα εξής: Η άναρχη κριτική, αυτοκριτική, η σκόπιμη πρόκληση σύγχυσης μέσα από αντιφατικά ή και ακατανόητα νοήματα είναι όλα οργανικά χαρακτηριστικά του μεγάλου και συνονθυλευματικού ρεύματος των μεταμοντερνιστών οι πλείστοι εκ των οποίων υπηρετώντας τον σκοπό της αποδόμησης του ανθρώπου, του κράτους και του διεθνούς συστήματος, συνειδητά ή ανεπίγνωστα προκαλούν σύγχυση και εξωθούν τους ανθρώπους σε ανθρωπολογικό μηδενισμό. Βασικά αυτό κάνει κάθε θεώρημα ή ιδεολόγημα που αντιβαίνει στην ανθρώπινη οντολογία. Κατά κάποιο τρόπο, ο μεταμοντερνισμός είναι η «θεία δίκη» της μεγαλύτερης υποκρισίας όλων των εποχών, δηλαδή των πολύ διαδεδομένων ιδεολογικών παραδοχών των διαφόρων ρευμάτων και ρυακιών του μοντερνισμού. Πρόκειται, βασικά, για ένα προγραμματικά και προδιαγεγραμμένα αυτοπαγιδευμένο, όπως είπαμε, αντι-Αριστοτελικό ιδεολογικό κίνημα που φιλοδόξησε –σε μια εποχή όπου οι διαφοροποιημένες ευρωπαϊκές κοινότητες αποτελούνταν από δουλοπάροικους– να δημιουργήσει ένα υλιστικό κόσμο πνευματικά αποστειρωμένο. Έτσι, νόμισε, θα μπορούσε να κυβερνά. Το ίδιο νόμισαν ότι μπορούσε να γίνει όταν στην αποικιοκρατική φάση κατάκτησαν στρατιωτικά τα ιστορικά έθνη του πλανήτη και το ίδιο νομίζουν και σήμερα όταν τα μεταμοντέρνα ιδεολογήματα καλλιεργούν την έννοια της «παγκοσμιοποίησης». Δηλαδή την δημιουργία προϋποθέσεων πλανητικής εξουσίας που θα διοικεί πνευματικά εκμηδενισμένους ιδιώτες που θα περιφέρονται συναλλασσόμενοι ωφελιμιστικά, χρησιμοθηρικά και μηχανικά.
Βασικά, ιστορικοπολιτικά μιλώντας, δύσκολα μπορεί να αμφισβητηθεί ότι η ακόμη πιο αντιφατική αταξική εσχατολογία αυτό που πραγματικά επιχείρησε ήταν να αντικαταστήσει το σάπιο αστικοφιλελεύθερο σύστημα της μετά-αστικής εποχής. Όλες αυτές οι πολιτικοστοχαστικά συγγενείς παραδοχές ενισχύθηκαν από το αποικιοκρατικό φαινόμενο και από την ηγεμονική επικυριαρχία των μεγάλων δυνάμεων για να μετεξελιχθούν στις μέρες μας δημιουργώντας το άναρχο και συνονθυλευματικό μεταμοντέρνο ιδεολόγημα. Το τελευταίο, στην λιγότερο οδυνηρή και ζημιογόνα εκδοχή του είναι ένα ρευστό ιδεολογικοπολιτικό κίνημα, ευδιάκριτα αφελές, ουτοπικό και φαντασιόπληκτο. Η επικινδυνότητά του συναρτάται με την δύναμη που αποκτά μέσα στα ιδεολογικοπολιτικά εκπαιδευτήρια, την έκταση που εισρέει μέσα στις κανονιστικές δομές και του βαθμού που συμμαχεί με αδιαφανείς εξωπολιτικούς διεθνικούς δρώντες και τους αξιωματούχους των «υπηρεσιών» των ηγεμονικών κρατών που περιφέρονται στα εξωπολιτικά διεθνικά καταγώγια. Λίγη μόνο προσοχή χρειάζεται για να διαπιστώσει κανείς ότι οι υπαλληλοποιημένοι διανοούμενοι κάθονται πάνω σε βουνά ψευδαισθήσεων κραδαίνοντας κοινωνικά ανέπαφα δόγματα και ψευτοθεωρίες και ότι γίνονται επικίνδυνοι για τις κοινωνίες που θα καταπιούν το ανθρωπολογικά εκμηδενιστικό πνευματικό δηλητήριό τους. Καταμαρτυρούμενα, ο φανατισμένος και αυτοαναφορικός μεταμοντέρνος στρατός γίνεται άκρως επικίνδυνος όταν μέσα από διεθνικούς δίαυλους υπηρετεί συμφέροντα των ηγεμονικών κρατών με το να επιστρατεύεται στην πολιτική και ανθρωπολογική αποδόμηση εθνών και κρατών (σχέδιο Ανάν, μεταμοντέρνα ιστοριογραφία, μεταφυσική κοινωνιολογία …).
Είναι επιστημονικά αδιάφορο το πόσοι υπηρετούν αυτές τις παραδοχές ή το πόσες ενδιάμεσες αποχρώσεις φορέων ιδεολογικών παραδοχών σχοινοβατούν ευέλικτα και ημιμαθώς. Η επιστήμη ποτέ δεν ήταν ζήτημα αριθμών. Αυτό ισχύει πρωτίστως στην μοντερνιστική ιστορική φάση όταν αδίστακτα και αντιδεοντολογικά η ιδεολογικοπολιτική επιστράτευση είναι ο κανόνας και η αξιολογικά ελεύθερη σκέψη η εξαίρεση. Συναφώς, όσον με αφορά, επιτρέψτε μου να θεωρώ την συνειδητή επιστημονικά μεταμφιεσμένη ιδεολογικοπολιτική δραστηριότητα ως μια δόλια στάση γιατί παραπλανεί τα μέλη της κοινωνίας τα οποία στην αναζήτηση της αλήθειας στο πλαίσιο του συλλογικού και του διεθνούς βίου θεωρούν τους ακαδημαϊκούς τίτλους τεκμήριο εγκυρότητας. Όμως, είναι ένα πράγμα η επιστήμη και άλλο η ιδεολογικοπολιτική προπαγάνδα.
Σταματώ εδώ, όμως, γιατί είναι ίσως άδικο να προσπαθώ να συνοψίσω αναλύσεις δεκάδων χιλιάδων σελίδων δικών μου και άλλων. Σημειώνω μόνο ότι η επιστήμη που είναι χειραφετημένη και απαλλαγμένη ιδεολογικοπολιτικών βαριδίων, εξαρτάται από την αποδυνάμωση του ηγεμονισμού. Τα ηγεμονικά κράτη καταπολεμούν την χειραφετημένη ανάλυση και ενθαρρύνουν μόνο αυτή που εξυπηρετεί τα ηγεμονικά συμφέροντά τους. Αυτό το φαινόμενο δεν είναι νέο. Έχει βαθιές ιστορικές ρίζες. Η μαζική ιδεολογικοπολιτική επιστράτευση των επιστημόνων είναι πρωτίστως φαινόμενο που άνθισε στην ιστορική φάση όταν κυριάρχησαν οι αποικιοκρατικές-ηγεμονικές υλιστικές δυνάμεις. Αυτό όπως αλλάζει, όπως είπαμε, ενόσω τα έθνη χειραφετούνται και ενόσω η επιστήμη ενθαρρύνεται να αναπτυχθεί αμιγώς επιστημονικά. Έτσι, συνοψίζω λέγοντας πως η διεστραμμένη αντιπνευματικότητα των ιδεολογικοπολιτικών εκπαιδευτηρίων της Δύσης είναι εκτός τόπου και χρόνου. Ο μοντερνισμός και ο μεταμοντερνισμός (και τα εθνοσοβινιστικά-κρατικά θεσμικά εκτρώματά τους) χάνουν έδαφος ολοένα και περισσότερο γιατί επανακάμπτει ολοένα και περισσότερο το κλασικά-πνευματικά νοούμενο έθνος με αποτέλεσμα να αναβιώνουν οι πνευματικές και πολιτικές κατακτήσεις των ανθρώπων:
1) Ακόμη και τα δυτικά μοντερνιστικά καθεστώτα κάθονται πάνω σε εθνικές κοινωνίες που προέκυψαν ερήμην των υλιστικών δομών. Είναι αναπόδραστο ακόμη και στα δυτικά υλιστικά κράτη οι πολίτες να αξιώνουν ολοένα και περισσότερο την χαμένη δημοκρατία τους. Οι μεταμοντέρνοι διανοούμενοί τους μέσα στις βιομηχανίες παραγωγής ιδεολογημάτων (οι λεγόμενες μεταμοντέρνες κοινωνικές «επιστήμες») ούτε καν υποψιάστηκαν το γεγονός της ύπαρξης εθνικών-ανθρωπολογικών προϋποθέσεων που κτίστηκαν στο εσωτερικό των μοντερνιστικών καθεστώτων εις πείσμα των υλιστικών δομών. Δεν μπορούν γιατί λόγω κεκτημένης προπαγανδιστικής ταχύτητας φορούν τις ιδεολογικοπολιτικές παρωπίδες της ψυχροπολεμικής εποχής. Στο βαθμό που αυτό θα ισχύει θα καθηλώνει και θα αποδυναμώνει τα κράτη που θα υπόκεινται τις συνέπειες των παρωχημένων υλιστικών και αντιπνευματικών παραδοχών. Κυρίως, θα απομακρύνονται ολοένα και περισσότερο από την κυρίαρχη πλέον παγκόσμια πραγματικότητα: Την αναβίωση των ιστορικών εθνών και των πνευματικών-ανθρωπολογικών προϋποθέσεών τους. Όσοι δεν κατανοήσουν ότι συντελείται η κατάρρευση του υλισμού και η αναβίωση του κόσμου των εθνών μοιραία θα αποξενωθούν, απομονωθούν και αποδυναμωθούν. Κυρίως, θα αποσυντίθενται όσοι δεν αντισταθούν και δεν αντικρούσουν τις παρωχημένες επιστημονικά μεταμφιεσμένες ιδεολογικοπολιτικές προπαγάνδες των οποίων το ιδεολογικοπολιτικό προσωπείο δεν βλέπει μόνο όποιος στερείται όρασης.
2) Στον αχανή Ευρασιατικό χώρο της πρώην Σοβιετικής Ένωσης καταμαρτυρείται ολοένα και περισσότερο ότι οι εθνικές κοσμοθεωρίες, τα πνευματικά κτίσματα και οι ανθρωπολογικές διαμορφώσεις που συντελούνταν ερήμην των υλιστικών καθεστώτων, φέρνουν ξανά τις κοινωνίες σε μια εθνική πορεία που αντιδιαστέλλεται από την εθνοσοβινιστική και ρατσιστική μοντερνιστική αντίληψη της κρατικής οργάνωσης. Σιγά-σιγά ανακαλύπτουν τον παραμερισμένο πνευματικό τους κόσμο και τον ενσωματώνουν στην δημόσια σφαίρα. Το ίδιο συμβαίνει και με τα υπόλοιπα έθνη της Ασίας και των άλλων περιφερειών του κόσμου που δεινοπάθησαν κάτω από τον αποικιακό και ηγεμονικό ζυγό του μοντερνιστικού οδοστρωτήρα που έδρασε από τον 16ο αιώνα μέχρι τον 20ό αιώνα. Ο οποιοσδήποτε Χάμπερμανς, La Mettrie, de Sade, «Μαρξ» ή κάποιος άλλος μοντερνιστής ή μεταμοντέρνος διανοητής ας ταξιδέψει στον αχανή χώρο των ενάμιση εκατομμυρίων μουσουλμάνων ή στα άλλα τόσα ή και περισσότερα δισεκατομμύρια στην Κίνα, στην Ινδία, στην Ρωσία. Ας πει εκεί στους ανθρώπους να εξοστρακίσουν τον μεταφυσικό και πνευματικό εν γένει κόσμο τους από την δημόσια σφαίρα. Θα αισθανθεί πόσο μόνος και εκτός τόπου και χρόνου είναι. Ούτε βεβαίως θα μπορούσαμε να εγγυηθούμε την σωματική ακεραιότητά του όταν τολμήσει να μιλήσει βέβηλα για τον πνευματικό κόσμο αυτών των δισεκατομμυρίων.
3) Οι συνειδητοί ή ασυνείδητοι μεταμοντέρνοι κάθε απόχρωσης εξυπηρετώντας τα εφήμερα μεταψυχροπολεμικά ηγεμονικά συμφέροντα μπορεί να νόμισαν, λόγω κεκτημένης ταχύτητας, ότι θα αποδομήσουν και θα διαλύσουν κάποια μη βιώσιμα κρατίδια της περιφέρειας μας. Όσον αφορά τον πραγματικό κόσμο της εθνικής καθημερινότητας, όμως, «λογαριάζουν χωρίς τον ξενοδόχο». Λογαριάζουν δηλαδή χωρίς τα μικρά και μεγάλα έθνη, τα περισσότερα εκ των οποίων ενόσω απομακρυνόμαστε από την αποικιοκρατία βρίσκουν ξανά την χαμένη αυτοπεποίθησή τους, χειραφετούνται και παλεύουν για την εθνική τους ανεξαρτησία. Για να είμαι πιο ακριβής, αφού ματαιωθούν τα ηγεμονικής έμπνευσης επιπόλαια μεταμοντέρνα σχέδια της μεταψυχροπολεμικής εποχής κάποιοι θα βρεθούν ζημιωμένοι και κάποιοι ωφελημένοι. Θα ζημιωθούν όσοι δεν πρόσεξαν πως ενόσω απομακρυνόμαστε από τον μοντερνισμό ο κόσμος αλλάζει ραγδαία γιατί τροχοδρομείται πάνω σε μια νέα γνήσια εθνική τροχιά και πως όσοι δεν προφυλαχθούν από τους μεταμοντέρνους «πνευματικούς φονιάδες» της εθνικής-ανθρωπολογικής ετερότητα τους θα υποστούν τις συνέπειες της απροσεξίας τους.
4) Όσον αφορά τα δυτικά έθνη, αν δεν βρουν τον πραγματικό εθνικό χαρακτήρα τους και αν κινηθούν με φορά τον δεσποτισμό και το ροκάνισμα των ανθρωπολογικών τους προϋποθέσεων (αυτό δηλαδή που προκαλεί ο συνδυασμός μεταμοντερνισμού και έμμεσης αντιπροσώπευσης), θα υποστούν τις συνέπειες της απροσεξίας τους. Καθισμένοι πάνω στο ψεύτικο βουνό των παρωχημένων ηγεμονικών ψευδαισθήσεών τους οι θαμώνες που νέμονται την εξουσία και οι παρασιτικοί διανοούμενοί της ίσως να μην κατανοούν πόσο παρωχημένα είναι τα ιδεολογήματά τους. Το ζήτημα είναι αν θα το κατανοήσουν τα μέλη της κοινωνίας. Όσα δηλαδή δυτικά έθνη δεν βρουν τον εθνικό εαυτό τους και όσα κράτη αφήσουν τις στρατιές των ακαδημαϊκά μεταμφιεσμένων μεταμοντέρνων ιδεολόγων να στρέψουν τα βέλη κατά των πολιτών τους, απλά θα αυτοδιαλυθούν και θα ανασυνταχθούν αφού υποστούν πολύ μεγάλο κόστος. Μπροστάρης στην κατηφόρα μερικών εθνών είναι σίγουρα η Ελλάδα (προσωπικά δεν έχω πλέον καμιά αμφιβολία γι’ αυτό, αν και ελπίζω να κάνω λάθος). Η Ελλάδα υπέστη μεγάλα πνευματικά πλήγματα από τον στρατό αποδομηστών που δημιούργησε το γνωστό «ευαγές Ίδρυμα» που συνδέεται με άλλα αντίστοιχα ιδρύματα στις ΗΠΑ, με διάφορες πολυεθνικές και με τον George Soros. Οι μεταμοντέρνοι αποδομηστές εξάλλου αναμίχθηκαν με τα πνευματικά ορφανά των ιδεολογικών συγκρούσεων των τελευταίων δεκαετιών, τα οποία κατακλύζουν αυτό που σήμερα ονομάζουμε ελληνική πολιτικοπαραταξιακή ζωή. Μάλλον, η Ελλάδα είναι στην κορυφή των υποψήφιων θυμάτων και αναπόδραστα θα υποστεί τις συνέπειες της ασύλληπτης απροσεξίας της.
Τώρα, έχουμε και τον συμπαθή κ Γαβρά να θέλει να κτυπήσει κάτω από την ζώνη τον πνευματικό μας κόσμο. Και να κραυγάζουν κάποιοι ότι βρίσκεται στο απυρόβλητο της κριτικής. Και να επιζητείται η φίμωση της κριτικής από την στρατιά «Συνασπισμένων» μεταμοντέρνων ιδεολόγων όλου του παρακμασμένου πολιτικοπαραταξιακού φάσματος. Και να τον πληρώνουμε ως φορολογούμενοι αδιαμαρτύρητα… Έ ΟΧΙ. Έλεος …
Επιτρέψτε μας τουλάχιστον να πούμε ότι συμφωνούμε να διαφωνούμε! Κάποιοι θα αντιστεκόμαστε ανένδοτα στην πνευματική και ανθρωπολογική αποδόμηση. Όχι μόνο την δική μας αλλά και όλων των άλλων εθνών. Αυτή δεν είναι μια αξιολογική θέση, τονίζω, αλλά μια θέση συμβατή με την ανθρώπινη οντολογία, την πάγια αξίωση αυτοθέσμισης των κοινωνικών οντοτήτων και με την πάγια αξίωση πολιτικής ελευθερίας και εθνικής ανεξαρτησίας.
Με συναδελφικούς χαιρετισμούς
Παναγιώτης Ήφαιστος
Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων – Στρατηγικών Σπουδών, Πανεπιστήμιο Πειραιώς
30 Ιουλίου 2009
ΝΒ. Αν δεν απαντήσω αμέσως σε τυχόν σχόλια θα οφείλεται στο γεγονός ότι αρμενίζω σε ελληνικές θάλασσες όπου δεν υπάρχουν δέκτες του mobile internet.
———————————
Συνέχεια της αμέσως προηγούμενης παρέμβασης έγινε και το εξής συναφές σχόλιο
Αγαπητοί συνάδελφοι,
Χρόνια Πολλά για όσους γιορτάζουν σήμερα, Δεκαπενταύγουστο.
Ενδιαφέρουσα η συζήτηση εδώ για τον κ Γαβρά αλλά οι αυτονόητοι περιορισμοί χώρου περιορίζουν και το προνόμιο των ακαδημαϊκών να επεκτείνονται, να τεκμηριώνουν και να εμβαθύνουν. Συνέχεια του δικού μου προηγούμενου μηνύματος (εκτενέστατου είναι αλήθεια, σε συνημμένο αρχείο στις 31/2009) για το επίμαχο ζήτημα του κ Γαβρά, προσθέτω, συντομογραφικά, τα εξής.
Οι παρεμβάσεις του συνάδελφου Δημήτρη Τριανταφυλλόπουλου βρίσκω ότι είναι πολύτιμες. Ταυτόχρονα, όσον αφορά το καλλιτέχνημα του κ Γαβρά, καλή είναι η διευκρίνιση που διαβάσαμε στο φόρουμ ότι λόγω της απίστευτα χαμηλής του ποιότητας και του απαράδεκτου δογματικού-ιδεολογικού χαρακτήρα των μηνυμάτων που εκπέμπει το σωστό θα ήταν να απορριφθεί τελείως –μάλιστα παταγωδώς και δημόσια ζητώντας να επιστραφούν τα λεφτά στο δημόσιο– και όχι κουτοπόνηρα, σπασμωδικά και δειλά να λογοκριθεί, κάτι που είναι, σε κάθε περίπτωση, απαράδεκτο.
Τώρα, για το «τι είναι δημοκρατία» νομίζω ότι ο περιορισμός του χώρου έπρεπε να μας είχε αποτρέψει να ανοίξουμε μια τέτοια συζήτηση σε ένα φόρουμ όπου όλοι υποχρεωτικά εκφραζόμαστε συντομογραφικά και ίσως υποχρεωτικά αφοριστικά. Υποθέτω όμως ότι εδώ όταν γράφουμε κάτι στηριζόμαστε σε ακαδημαϊκές μας δημοσιεύσεις ή σε τεκμηριωμένα και λογικά επιστημονικές δημοσιεύσεις άλλων. Πάντως, παρά το ότι εδώ δεν μπορώ να επεκταθώ θα ήθελα να εκφράσω μια απόχρωση διαφωνίας με τον συν. Δημοσθένη Κώστα ως προς τα εξής: Την πρόοδο δεν την έφερε η γενναιότητα στοχαστών όπως ο Καρτέσιος και ο Γαλιλαίος ή μερικών άλλων και στα σπήλαια κινδυνεύουμε να επιστρέψουμε για πολύ συγκεκριμένους λόγους:
Α) Πρόοδος στις τέχνες και στα γράμματα και μάλιστα πολύ μεγαλύτερη από αυτή των Νέων Χρόνων υπήρξε πολύ πριν τον 16ο αιώνα και πολύ πριν τον Καρτέσιο και τον Γαλιλαίο. Η αναφορά στον Σωκράτη και ιδιαίτερα αν αναφέρεται στην «Αριστοτελική εκδοχή του» δύσκολα συνδυάζεται με τους μοντερνιστές στοχαστές μιας και έμμεσα ή άμεσα το μοντερνιστικό κίνημα ήταν αντί-Αριστοτελικό (και συνεχίζει να είναι στην πιο προχωρημένη μεταμοντέρνα εκδοχή του).
Β) Αυτοί και μερικοί άλλοι που αντιστάθηκαν στην Θεοκρατία μίλησαν δειλά, διστακτικά και με υπονοούμενα. Οι διάδοχοί τους είναι που από την Θεοκρατία τολμηρά και με άλματα οδηγήθηκαν στην αντιπνευματικότητα, στην φυσιοκρατία και στο αδιέξοδο κυνήγι ενός φανταστικού υλιστικού κόσμου που ενσάρκωσαν οι μεταγενέστερες μοντερνιστικές ιδεολογίες.
Γ) Ο υλιστικός δρόμος που (ανυποψίαστα) δρομολόγησαν οι αφετηριακοί μοντερνιστές στοχαστές οδήγησε όχι μόνο σε υλιστικό αδιέξοδο αλλά κυρίως σε πνευματικό αδιέξοδο που διαφαίνεται ολοένα και περισσότερο σε όσους συνεχίζουν να προσκολλώνται σε αντιπνευματικές υλιστικές αντιλήψεις της ενδοκρατικής και διεθνούς πολιτικής.
Δ) Διαβάζοντας προσεκτικά αυτούς τους –κατατρομαγμένους και καταφοβισμένους από την Θεοκρατία άλλα κατά τα άλλα συγκρινόμενοι με τους συγκαιρινούς υλιστές προσεκτικούς και εμβριθείς στοχαστές– βλέπουμε ξεκάθαρα ότι ποτέ δεν θα μπορούσαν να είχαν διανοηθεί ότι οι σκέψεις τους θα οδηγούσαν στην συγκαιρινή τρομοκρατία των υλιστών που ιεραποστολικά καταπολεμούν οτιδήποτε πνευματικό. Ανεξάρτητα της ιδεολογίας στην οποία προσκολλώνται στο τέλος του δρόμου που ακολουθούν βρίσκεται η φυσιοκρατία, ο μηχανικός κόσμος των La Mettrie και de Sade και ο κατεξουσιασμός. Μιλώ για την λογική απόληξη αυτών των ιδεολογικών παραδοχών …
Ε) Οι συγκαιρινοί μεταμοντέρνοι διάδοχοι των μοντερνιστών, μεταξύ άλλων πασίδηλα οι κκ Γαβράς και οι ομοϊδεάτες κάθε είδους και κάθε απόχρωσης, αυτό που πραγματικά κάνουν είναι να επιδιώκουν –συνειδητά ή ανεπίγνωστα και σε ποια έκταση ή σε αναφορά με ποιες προθέσεις το επιδιώκουν είναι επιστημονικά και στοχαστικά αδιάφορο– κάτι που ποτέ δεν συνέβηκε στο παρελθόν και που μάλλον τώρα που καταρρέει ο υλισμός δεν θα συμβεί ξανά: Να εκδιώξουν πλήρως από την δημόσια πολιτική σφαίρα τον πνευματικό κόσμο των πολιτών και να επιτύχουν τον «διεστραμμένο» σκοπό –δεν αναφέρομαι στις προθέσεις τους αλλά στην λογική απόληξη των ιδεολογικοπολιτικών πεποιθήσεών τους– ενός αποκλειστικά υλιστικού κόσμου. Ενός δηλαδή κόσμου του οποίου τα μέλη δεν είναι πνευματικά μηδενισμένοι μόνο μέσα στην δημόσια σφαίρα, αλλά και μέσα στην ιδιωτική τους σφαίρα. Σε αυτό έγκειται εν τέλει –επαναλαμβάνω: συνειδητά ή ανεπίγνωστα και σε ποια έκταση το επιδιώκουν είναι επιστημονικά και στοχαστικά αδιάφορο– η ιδεολογικομανιασμένη ορμή για πνευματική αποδόμηση των πολιτών με ροκάνισμα των πνευματικών τους κτισμάτων. Εδώ ασφαλώς δεν χρειάζεται να τονίσω ότι δεν αναφέρομαι στην ανάγκη ιστορικής αλήθειας –όποιοι ρητά βαδίζουν πάνω στα επιστημονικά αχνάρια του άφθαστου ιστορικού και πολιτικού επιστήμονα Θουκυδίδη δεν χρειάζονται μαθήματα ιστορικής αληθείας– αλλά στην ανάγκη η διϋποκειμενική ιστορική αλήθεια να μην διαστρεβλώνεται ιδεολογικά και με χονδροειδείς σχετικοποιήσεις, όπως έχουμε στην συγκεκριμένη περίπτωση. Και έχω στον μυαλό την θέση των μεταφυσικών και των εν γένει πνευματικών στην τρισχιλιετή πορεία του ελληνικού έθνους και όλων των άλλων διαμορφωμένων και πνευματικά θεμελιωμένων εθνών. Ο λιγότερο που θα έλεγα, αυτές οι απόλυτες θέσεις και αυτά τα σχετικοποιητικά άλματα είναι δονκιχωτικά αν όχι φαιδρά.
Τώρα, τηλεσκοπικά μερικές μόνο θέσεις για το τι είναι δημοκρατία:
Πρώτον, ιδεατή δημοκρατία είναι η άμεση δημοκρατία: απευθείας σχέση του εντολέα-πολίτη με την εντολοδόχο εξουσία και διαρκής αγώνας για κοινωνική ελευθερία και την πολιτική ελευθερία. Δεν θα το εξηγήσω εδώ γιατί το υποστήριξα –όπως και τα υπόλοιπα σε εκτενέστερες δημοσιεύσεις– αλλά η θέση ότι η άμεση δημοκρατία είναι ανέφικτη είναι αναληθής. Σίγουρα αν δεν υπάρχει πνευματική συνοχή στο εσωτερικό μιας κοινωνίας η αποκέντρωση αργά ή γρήγορα οδηγεί σε πολιτειακό κατακερματισμό (κάτι που ίσως χρειάζεται να συντελείται όταν υπάρχουν τεχνητές συγκολλήσεις όπως της πρώην Σοβιετικής Ένωσης). Όμως, για τα πνευματικά θεμελιωμένα έθνη όλου του πλανήτη, το ζήτημα που τίθεται στο μέλλον είναι να συνδυαστεί η πολιτική τους αποκέντρωσή με μια κεντρική εθνική δομή που θα δυναμώνει την δημοκρατία και θα τους διασφαλίζει εξωτερικά (ως προς το τελευταίο, γι’ αυτό μιλάμε για μια εθνοκρατοκεντρική δομή, γιατί μέχρι να τερματιστούν τα αίτια πολέμου η κυριαρχία κάθε εθνοκράτους είναι η ασφάλειά του και η ελευθερία του).
Δεύτερον, δημοκρατία δεν είναι σίγουρα κάποιου είδους έμμεση αντιπροσώπευση όπου τα αστικά, στην συνέχεια τα αστικοφιλελεύθεροα, παρομοίως τα μαρξιστικά στις πρώην κομμουνιστικές χώρες και σήμερα τα δεσποτικά καθεστώτα κινούνται με φορά απομάκρυνσης από τον πολίτη και εκμηδενισμού των πολιτικών ελέγχων από τους εντολείς (πολίτες). Ο πολίτης μπορεί να ασκεί τα πολιτικά του δικαιώματα μόνο όταν είναι πνευματικά πλούσιος, πολιτικά συνειδητοποιημένος και καθημερινά ενεργός στην άσκηση των πολιτικών του δικαιωμάτων και υποχρεώσεων. Σήμερα, η έμμεση αντιπροσώπευση κινείται τάχιστα προς δεσποτισμό μιας και ολοένα εντονότερα και βαθύτερα έχουμε ένα κατεξουσιαστικό ακταρμά όπου αναμιγνύονται πολιτικά άπιαστοι γραφειοκράτες αλληλουποστηριζόμενοι στις καταχρηστικές πρακτικές με απομακρυσμένες από τον πολίτη πολιτικές ηγεσίες αλλά και εξωγενείς-εξωπολιτικούς δρώντες όπως για παράδειγμα του είδους George Soros που υπονομεύουν την δημοκρατία με το να χρηματοδοτούν για παράδειγμα «ιδρύματα προτάσεων πολιτικής», τα οποία ακυρώνουν την Πολιτική κλασικά νοούμενη ως δημοκρατία και πλήρης έλεγχος όλων των αποφάσεων από τους εντολείς πολίτες. Εύκολα κανείς διαπιστώνει ότι στις μέρες μας, ολοένα και πιο βαθιά, διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο διεθνικοί δρώντες, αυτονομημένοι πράκτορες διαφόρων «υπηρεσιών» και ποικίλοι πανεπιστημιακοί που αντί να βρίσκονται μέσα στο άσυλό τους ερευνώντας και διδάσκοντας, ασκητικά, αξιολογικά ελεύθερα και ιδεολογικά ανεπηρέαστα, παρατηρούμε ότι είναι βαθύτατα επιστρατευμένοι στις εφήμερες πολεμικές ανάγκες των άγονων και άσκοπων ιδεολογικοπολιτικών συγκρούσεων (με τελευταία εκδοχή την δήθεν ιδεολογική ηγεμονομαχία του Ψυχρού Πολέμου στην οποία επιστρατεύτηκαν εκατομμύρια).
Τρίτον –και σταματώ εδώ αν κ αι πολλά άλλα θα μπορούσα να αναφέρω–, τα περί ανέφικτου της άμεσης δημοκρατίας είναι προφάσεις εν αμαρτίαις όσων κολυμπούν άπληστα ή κινούνται δόλια κάθε είδους μέσα στους διαδρόμους και στα υπόγεια των κατεξουσιαστικών καθεστώτων:
α) Το ζήτημα των βαθμίδων δημοκρατίας δεν είναι υπόθεση εσχατολογικών υποσχέσεων όπως ύπουλα κάνουν όλες οι ιδεολογίες. Το κύριο ζήτημα είναι η φορά προς την οποία κινούνται οι πνευματικές κατακτήσεις, η κοινωνική ελευθερία και η πολιτική ελευθερία. Θα μπορούσα να αναφερθώ σε δύο πολύ διαφορετικούς στοχαστές. Ο Παναγιώτης Κονδύλης ορθότατα επισήμανε ότι για να αντιμετωπιστεί η υστερία μπροστά στον αμετάκλητο θάνατο οι ιδεολογίες νομιμοποίησαν την υστερία της ιδεολογίας (Δηλαδή: Εκτοπίζοντας το οντολογικό ερώτημα και εν τέλει τα πνευματικά από την δημόσια σφαίρα υποχρεωτικά ίσαμε τις λογικές συνέπειες οδηγούμαστε στην συρρίκνωση του ατόμου για να χωρέσει στις στενόχωρες νομικοτεχνικές δομές των υλιστικών καθεστώτων). Και ο Καβάφης πιο παραστατικά συμβούλευσε «Πάντα στο νου σου νάχεις την Ιθάκη», αλλά «να εύχεσαι να είναι μακρύς ο δρόμος» και «Ιθάκη σ’ έδωσε το ωραίο ταξίδι». Το κύριο πρόβλημα των τελευταίων αιώνων είναι η αντικατάσταση ή υποκατάσταση της Πολιτικής από την ιδεολογία. Το κύριο ζήτημα του μέλλοντος είναι πως τα χειραφετημένα πλέον έθνη –αφού ή όταν αφήσουν πίσω την αποικιοκρατία και τις προσλήψεις της πολιτικής με όρους ισχύος– θα αδράξουν τα πνευματικά τους ερείσματα που κτίζονται ακατάπαυστα και θα εμπεδώσουν την δημοκρατία με ολοένα μεγαλύτερες και βαθύτερες κατακτήσεις στον πνευματικό στίβο οδηγώντας την πολιτεία τους προς την κατεύθυνση της άμεσης δημοκρατίας.
β) Αυτό το ταξίδι των εθνών και των δημοκρατικών τους κατακτήσεων ποτέ δεν ήταν εύκολο. Μια ιστορικά-διυποκειμενικά βάσιμη σχετικοποίηση που εύκολα μπορούμε να κάνουμε είναι ότι μετά την βαρβαρότητα και την νοερή έλευση της εποχής του του πολιτικού πολιτισμού ο δρόμος των εθνών είναι μια ανηφόρα. Ήταν ένας δύσκολος ανηφορικός δρόμος πνευματικών επιτευγμάτων με αποκορύφωση, αν και όχι κορύφωση, την Βυζαντινή Οικουμένη. Ένας αγώνας για την ενσωμάτωση του πνευματικού κόσμου των ανθρώπων την Πολιτειακή και στην Κοσμοπολιτειακή Πολιτική. Τα πνευματικά επιτεύματα των εθνικών πολιτισμών οικοδομούν τόσο την Πολιτειακή όσο και την Κοσμοπολιτειακή (διεθνή) Πολιτική (και με λίγη προσοχή και με λίγη τύχη την θεμελιώνουν οντολογικά). Σε αυτή την ανηφόρα εφόρμησε ο μοντερνισμός και ο μεταμοντερνισμός, οι οποίοι νοηματοδώντας την πολιτική με όρους ισχύος και αυθαίρετα οικειοποιούμενοι την πρόοδο και τον πολιτισμό αντέστρεψαν την χιλιετή πορεία της Βυζαντινής Οικουμένης. Πρώτα την κτύπησε η Θεοκρατία και στην συνέχεια ο υλισμός. Τόσο η Θεοκρατία όσο και ο υλισμός δεν μπορούν να αντέξουν την ανθρωποκεντρική θεμελίωση του πολιτικού πολιτισμού και την συνεπαγόμενη εισροή του πνευματικού κόσμου των ανθρώπων στην δημόσια πολιτική σφαίρα.
Η συνεπακόλουθη υλιστική νοηματοδότηση της πολιτικής με όρους ισχύος, όντως, θα μπορούσε όντως να μας οδηγήσει στην εποχή των σπηλαίων (ένας πυρηνικός πόλεμος να είστε σίγουροι αυτό ακριβώς θα σήμαινε, όπως εγκυρότατες μελέτες θεμελιώνουν – και είναι κάτι που χρειάζεται πολύ σκέψη και απάντηση δύσκολων ερωτημάτων για το γεγονός ότι ο πολιτικός έλεγχος των πυρηνικών όπλων νοείται με όρους πολιτικών αδιέξοδης αυτοσυντήρησης και όχι με όρους κοσμοσυστημικής αυτοσυντήρησης).
Όσες ιδεολογικοπολιτικές εκλογικεύσεις και αν ακούσουμε, η αλήθεια για την δημοκρατία είναι μια: Πολιτική και δημοκρατική δημόσια σφαίρα χωρίς πνευματικές εισροές είναι εκμηδενισμένη ή οδηγείται προς τον εκμηδενισμό. Ασφαλώς στην προαναφερθείσα ανηφόρα τα μέλη των κοινωνικών οντοτήτων αντιστέκονται. Σίγουρα, παθαίνουν πολλές ζημιές όταν είναι απρόσεκτα, όταν ξεστρατίζουν, όταν παραμυθιάζονται, όταν εκθεμελιώνονται πνευματικά και όταν αφήσουν τις ιδεολογίες να τα αποδομήσουν ανθρωπολογικά. Αλλά η ανηφόρα μετ’ εμποδίων και αντιστροφών συνεχίζεται άλλοτε με πολύ αργούς ρυθμούς και άλλοτε γοργότερα. Αυτή είναι μια μεγάλη αλήθεια, εκτός βεβαίως και αν κανείς δεν διδάσκεται από την επικράτηση του έθνους εις πείσμα των «ιδεολογικών εποικοδομημάτων» στην πρώην Σοβιετική Ένωση και την κυριαρχία μιας εθνοκρατοκεντρικής δομής την Ευρωπαϊκή Ένωση. Καλά κάνουμε επίσης να παρακολουθήσουμε προσεκτικά την αντιφατική πορεία των ΗΠΑ γιατί εκτιμώ ότι ο ηγεμονικός-υλιστικός της κόσμος οδηγείται σε αδιέξοδο και γιατί η ανθρωπολογική της ποικιλομορφία θα αναζητήσει πνευματική και πολιτική διέξοδο.
Το γνωρίζω, μπορεί για όσους φορούν ιδεολογικοπολιτικές παρωπίδες της εποχής της δόλιας ιδεολογικής ηγεμονομαχίας (μεταλλαγμένες ποικιλόχρωμα ως προς το περιεχόμενο, είναι αλήθεια, αλλά μορφικά ίδιες) είναι δύσκολο να γίνουν παραδεκτές-αποδεκτές αυτές οι θέσεις. Τι να κάνουμε όμως, άλλοι κινούνται και ενατενίζουν μπροστά και άλλοι κοιτάζουν τα αστέρια.
Τώρα, ο κ Γαβράς. Συνειδητά ή ανεπίγνωστα αυτός και πολλοί άλλοι ομοϊδεάτες ποικίλων αποχρώσεων και χωρίς να γνωρίζουν τι ακριβώς θέλουν –μήπως θέλουν κάποια παγκόσμια πολιτική ενοποίηση, μαρξιστική, φιλελεύθερη ή κάποια ενδιάμεση, έλεος πια! …– κατά βάση νομίζουν πως ότι είναι αληθινό, δηλαδή εθνικό, είναι αντίπαλός τους. Αυτό έμαθαν, αυτό ρίζωσε στην βιοδομή τους, αυτό έπαθαν λόγω τραυματικών ιστορικών εμπειριών και τα λοιπά. Άναρχα, ακατάστατα, αντιφατικά, αντιθετικά, συγκεχυμένα και συχνά καλλιτεχνικά ή επιστημονικά μεταμφιεσμένα ενστικτωδώς επιτίθενται κατά του εθνικών πνευματικών κτισμάτων. Σχετικοποιούν αυθαίρετα και εθελοτυφλούν αυθαίρετα μπροστά στον οντολογικά θεμελιωμένο κόσμο των εθνών που κτίζεται ερήμην και εις πείσμα των ιδεολογιών των τελευταίων αιώνων. Τι άλλο να πούμε όταν χίλια χρόνια πνευματικής και πολιτικής ανόδου στην Βυζαντινή Οικουμένη ισοπεδώθηκαν από το ιδεολογικό φαινόμενο, όταν εξαφάνισαν τα πνευματικά και πολιτικά επιτεύγματα και όταν πολλοί δουλεύουν εργολαβικά για να την κακοποιήσουν πολιτικοστοχαστικά και για να αναδείξουν τα εσχατολογικά ιδεολογήματα που εξωθούν προς τον υλιστικό κόσμο των φαντασιώσεών τους …
Τον κάθε κύριο Γαβρά, δεν τον λογοκρίνεις. Προγραμματικά κάνεις ποιοτικές επιλογές: Για λόγους αυτοσυντήρησης δεν τον πληρώνεις με δημόσιους πόρους και όταν αποδειχθεί ότι απλά εκτονώθηκε ιδεολογικοπολιτικά του επιστρέφεις το κακόγουστο και ανιστόρητο καλλιτέχνημά του ως απαράδεκτο. Αν είχα κάποια αμφιβολία διάβασα την συνέντευξή του και έφριξα.
Αυτοσυντήρηση και αγώνας αντίστασης κατά των αποδομηστών του πνευματικού μας κόσμου, επαναλαμβάνω, είναι πλέον το κύριο ζήτημα που τίθεται προ των πυλών (στο νεοελληνικό κράτος εντονότερα απ’ ότι σε πολλά άλλα κράτη) …
συναδελφικά,
Παναγιώτης Ήφαιστος
15/08/2009