Το θανατηφόρο σχέδιο Αναν και οι «χαμένες ευκαιρίες»
Το θανατηφόρο σχέδιο Ανάν και οι «χαμένες ευκαιρίες»
ΠΟΛΙΤΗΣ – 20/01/2008, Σελίδα: 17
http://www.politis.com.cy/cgibin/hweb?-A=768232&-V=columns&-p
Παναγιώτης Ήφαιστος
Ο κουρνιαχτός της κατά τα άλλα θεμιτής προεκλογικής προπαγάνδας για τις προεδρικές του Φεβρουαρίου 2008 επισκιάζει κρίσιμα ζητήματα ο φωτισμός των οποίων είναι προϋπόθεση ενός ορθολογιστικού δημόσιου διαλόγου και ορθολογιστικών κινήσεων τους μήνες που έρχονται. Για ένα ακόμη λόγο, αυτές οι Προεδρικές εκλογές είναι οι κρισιμότερες της μακραίωνης ιστορίας των κυπρίων: Κρίνεται το α) κατά πόσο θα παραμείνουν ελεύθεροι ή αντίθετα θα καταστούν παντοτινά υποτελείς και υπόδουλοι, β) το κατά πόσο όπως όλοι οι άλλοι λαοί δικαιούνται να είναι ανεξάρτητοι και γ) το κατά πόσο ο δικός τους τρόπος ζωής, η δική τους δημοκρατία, η δική τους λαϊκή κυριαρχία, ο δικός τους πολιτισμός και η δική τους ταυτότητα θα προσδιοριστούν από τους ίδιους ή από κάποιους περιφερόμενους εντολοδόχους των διεθνοπολιτικών παρασκηνίων τύπου Χάνεϊ και ντε Σότο.
Παραλείψεις, αστοχίες, αδυναμία και εμφύλιοι που δεν είναι του παρόντος να αναλυθούν, οδήγησαν στην παράνομη εισβολή και στα τετελεσμένα του 1974. Δεν θα κατανοήσουμε ποτέ τι μας συμβαίνει –και τα προεκλογικά συνθήματα θα είναι άνευ νοήματος– αν δεν κατανοήσουμε τους λόγους για τους οποίους έγινε η υποβολή αίτησης ένταξης πριν ενάμιση περίπου δεκαετία, το που βρεθήκαμε το 2001-2003, τι λάθη διαπράχτηκαν σ’ εκείνη την φάση, που βρισκόμαστε σήμερα, ποιες είναι οι δυνατότητές μας και ποιες οι προοπτικές. Σήμερα όσο ποτέ άλλοτε, είναι επιτακτικό να κατανοήσουμε ότι η υποβολή αίτησης ένταξης της ΚΔ στην ΕΕ έγινε για να υπερβούμε τις λεγόμενες «συμφωνίες» του 1977 και 1979 από την διχοτομική λογική των οποίων, παρά τις τουρκικές υπαναχωρήσεις, εμφανιζόμασταν αδύναμοι να αποκολληθούμε. Εν ολίγοις, δεν αρκούσαν οι διαδοχικοί κύκλοι ενδοκυπριακών συνομιλιών όπου σταθερά και επαναλαμβανόμενα οι Τούρκοι πρότασσαν συνομοσπονδία-διχοτόμηση και εμείς την διεθνή νομιμότητα και το βιώσιμο Ενιαίο Κράτος. Συντομογραφικά, οι βασικοί άξονες της στρατηγικής μας –που καταπολεμήθηκε λυσσαλέα από ξένους συνωμότες, «χρήσιμους (ντόπιους) ηλίθιους», ξενόβαλτα ελλαδικά ευαγή ιδρύματα και εγχώριους ιδεολογικοπολιτικούς αντιπάλους της προσχώρησης στην ΕΕ– ήταν οι εξής:
Πρώτον, ο συνδυασμός στρατιωτικής εξισορρόπησης και υποβολής αίτησης ένταξης, αφενός θα μας διασφάλιζε νέες διπλωματικές πρωτοβουλίες κατά στρατιωτικών εκβιασμών, και αφετέρου, η προοπτική ένταξης θα δημιουργούσε δομή βιώσιμης λύσης συμφέρουσας για όλους τους εμπλεκόμενους συμπεριλαμβανομένης της Τουρκίας.
Δεύτερον, η ένταξη «ανεξαρτήτως λύσης» ήταν αναπόδραστη γιατί η ΕΕ δεν είχε την νομικοπολιτική δυνατότητα ενοχοποίησης του θύματος, δηλαδή της ΚΔ, όταν άλλοι παραβίαζαν τις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας, το διεθνές δίκαιο, και στο σύνολό τους τις διεθνείς και ευρωπαϊκές συμβάσεις.
Τρίτον, η προοπτική ειρηνικής βιώσιμης λύσης του κυπριακού ήταν και συνεχίζει να είναι ισχυρή και πραγματική: τα δικαιώματα που βρίσκονται ενσωματωμένα στην ΕΕ και στις άλλες ευρωπαϊκές συμβάσεις είναι καταστατικής σημασίας και δεσμευτικά. Δεσμεύουν κράτη και συμπεριφορές στην βάση των αρχών της ελευθερίας, της δημοκρατίας, του σεβασμού για τα ανθρώπινα δικαιώματα και στο κράτος δικαίου. Η ένταξή στην ΕΕ και οι υποχρεώσεις των συμβάσεων –η Τουρκία θέλει να ενταχθεί στην πρώτη και δεσμεύεται από τις δεύτερες–, κατά συνέπεια, δεσμεύει και ταυτόχρονα εφοδιάζει με το πιο αυστηρό και το πιο αποτελεσματικό σύστημα προστασίας των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των μειονοτήτων διεθνώς.
Τέταρτον, η ένταξη όταν ολοκληρώθηκε, υπογράφηκε και επικυρώθηκε το 2001-3, δημιουργούσε δεσμευτικό πλαίσιο συμφωνιών επί όλων σχεδόν των πρακτικών πτυχών που επί δεκαετίες συζητούσαμε: Ελεύθερη κυκλοφορία και εγκατάσταση, κράτος δικαίου για όλους, απαγόρευση διακρίσεων και ισόρροπη ευημερία για όλο τον κυπριακό λαό. Η προοπτική αυτή αποτελούσε και λογικά πρέπει να συνεχίζει να αποτελεί ισχυρό έρεισμα και ισχυρό κίνητρο για όλους τους Κυπρίους που έχουν έτσι την δυνατότητα να ζήσουν ειρηνικά σε ένα ενιαίο δημοκρατικό κράτος απολαμβάνοντας την ετερότητά τους, τον πολιτισμό τους, την θρησκεία και την εθνική τους ταυτότητα.
Πέμπτον, για την Τουρκία και την Ελλάδα, πρόσφερε μοναδική ευκαιρία πλήρους απαγκίστρωσης από την Κύπρο και, σε συνδυασμό με πιθανές εγγυήσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας, μια πραγματική αποστρατικοποίηση κατευνάζει τις τουρκικές αιτιάσεις επί ζητημάτων εθνικής της ασφαλείας. Στις δύο εθνικές μητροπόλεις, εξάλλου, το 200-3 αποτελούσε ευκαιρία για μια μεγάλη διαπραγμάτευση που θα επίλυε το σύνολο των μεταξύ τους προβλημάτων συμπεριλαμβανομένου ασφαλώς και του κυπριακού. Έτσι και μόνο έτσι μπορούσαν οι ευρωπαϊκές φιλοδοξίες της Τουρκίας να τύχουν ελληνικής υποστήριξης. Όχι τζάμπα και βερεσέ.
Αντί λοιπόν να θρέψουμε τους καρπούς της στρατηγικής μας για ένταξη και ειρηνική επίλυση του κυπριακού και των ελληνοτουρκικών –είναι αλήθεια ότι ο θάνατος του αείμνηστου Γιάννου Κρανιδιώτη που γνώριζε όλα αυτά στην Ελλάδα αποδυνάμωσε τα πολιτικά αντανακλαστικά, η πολιτική μας ηγεσία και οι διανοούμενοί μας εξανέμισαν τα ερείσματά μας. Ταυτόχρονα, η απόρριψη των ραδιουργιών του Χάνεϊ από τον κυπριακό λαό τον Απρίλιο του 2004 μας προκάλεσε ένα αλλόκοτο και παράδοξο διεθνές πολιτικό βάρος από το οποίο τώρα θα πρέπει να απαλλαγούμε.
Εν συντομία, το 2001-3 προσφέρθηκε μοναδική ευκαιρία γόνιμης διαπραγμάτευσης για συνολική και σφαιρική ειρηνική επίλυση των προβλημάτων. Έπρεπε όμως να προτάξουμε τα ερείσματά μας: Την διεθνή και ευρωπαϊκή νομιμότητα, τουτέστιν, τις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας, τις Υψηλές Αρχές του Διεθνούς Δικαίου, το δεσμευτικό δίκαιο των Συμβάσεων της Γενεύης και των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και ασφαλώς το σύνολο της ευρωπαϊκής νομικής και πολιτικής τάξης. Το αντίθετο έγινε: Προτάθηκε η παντοτινή κατάργηση της Κυπριακής ανεξαρτησίας, η καταστολή της δημοκρατίας, της λαϊκής κυριαρχίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και η μετατροπή του νησιού σε παντοτινό αβύθιστο αεροπλανοφόρο του ιμπεριαλισμού.
Τα λάθη αυτά δεν είναι χωρίς συνέπειες. Ο δρόμος μπροστά μας είναι ακανθώδης. Πιο επικίνδυνη, όμως, είναι η επαναφορά των ίδιων ή παρόμοιων ιδεών. Το ζητούμενο στις εκλογές, λοιπόν, δεν είναι εν ονόματι «κομματικών πειθαρχιών» να ψηφιστούν ανανόπληκτοι αλλά να αποφασιστεί μια νέα πορεία προσεκτικής διαχείρισης των ερεισμάτων της ένταξης, να διαχειριστούμε προσεκτικά τα συμφέροντα των συντοπιτών μας τουρκοκυπρίων (χωρίς όμως να χάσουμε την Κυπριακή Δημοκρατία) και να καιροφυλακτούμε για μια συνολική και γόνιμη διαπραγμάτευση οριοθετημένη από την διεθνή και ευρωπαϊκή νομιμότητα. Οτιδήποτε άλλο αποτελεί αυτοκτονία. Και δεν αυτοκτονείς σήμερα από φόβο μήπως πεθάνεις αύριο ή μεθαύριο. Σε κάθε περίπτωση διαθέτουμε την ανεξαρτησία που μας προσφέρει η Κυπριακή Δημοκρατία για να παλεύουμε για ένα Ενιαίο κράτος (και όχι «Ενωμένο Κράτος», όπως λένε κάποιοι ανανάπληκτοι οι οποίοι χωρίς ίσως να το κατανοούν επιχειρούν να χρυσώσουν το χάπι της διχοτόμησης και να προωθήσουν εγκαθίδρυση μιας παντοτινής αγγλοτουρκικής επικυριαρχίας).