21.9.2011. Νέα εποχή, νέες συγκλίσεις, νέες θέσεις

21.9.2011. Νέα εποχή, νέες συγκλίσεις, νέες θέσεις

From: Hellenic Professors and PhDs Electronic Forum [mailto:HELLENIC-PROFESSORS-PHDS@HEC.GREECE.ORG] On Behalf Of Ifestos
Sent: Wednesday, September 21, 2011 4:45 PM
To: HELLENIC-PROFESSORS-PHDS@HEC.GREECE.ORG
Subject: νέα εποχή, νέες συγκλίσεις, νέες θέσεις

Αγαπητέ και εκλεκτέ συνάδελφε και λοιποί συνάδελφοι, σίγουρα, δίκαιο έχουν όσοι λένε ότι η ουσία όλων των ανθρώπινων ενεργημάτων βρίσκεται στην ειδοποιό διαφορά. Και εδώ η ειδοποιός διαφορά έγκειται στο γεγονός ότι όσοι αντιτασσόμαστε ή όσοι συμπορευόμαστε με τον νέο νόμο,
α) δεν σημαίνει ότι κατ’ ανάγκη διαφωνούμε επί της ουσίας για μια εύτακτη γνήσια ακαδημαϊκή-επιστημονική ζωή,
β) συμφωνούμε ίσως σε κάποια σημεία του νόμου (πχ κατάργηση των κομματικοπαραταξιακών εισροών διαμέσου των φοιτητικών «παρατάξεων» ή κατάργηση του κακούς νοούμενου ασύλου) και
γ) ενδέχεται να διαφωνούμε με κάποια άλλα σημεία του νόμου και παραταύτα ενδέχεται να συμφωνήσουμε στο στάδιο είτε εφαρμογής του είτε αξίωσης από την πολιτεία για νέες μεταρρυθμίσεις προς το καλύτερο.
Αυτό το τριπλό πλαίσιο ανεξαρτήτως τι λέγαμε πριν μερικούς μήνες νομίζω ότι προδιαγράφει τι έχουμε μπροστά μας τους επόμενους μήνες και χρόνια.
Τώρα, ευχαρίστως ανασυντάσσω την φράση «Έλεος. Κανείς δεν έχει το ηθικό και δεοντολογικό δικαίωμα δολοφονικών γενικεύσεων κατά της επιστημονικής κοινότητας της χώρας.» συμπληρώνοντάς την με την δική σας φράση «Έλεος: Κανείς δεν έχει το «ηθικό και δεοντολογικό δικαίωμα δολοφονικών» για το Δημόσιο Πανεπιστήμιο ενεργειών», καθότι συμφωνώ και την θεωρώ συμπληρωματική με την δική μου.
Με όσα λέτε όταν συγκεκριμενοποιούνται και στοχεύονται πολύ πιθανό συμφωνώ. Μόνο με την γενίκευση διαφωνώ και δεν αναφέρομαι κατ’ ανάγκη σε εσάς αλλά σε πολλά άλλα κυριολεκτικά άδικα, ποτέ συγκεκριμένα και πολύ δολοφονικά που γράφονται και λέγονται τον τελευταίο καιρό (και όχι μόνο στο παρόν φόρουμ). Οι δικές σας αναφορές, από ότι θυμάμαι, είναι συνήθως συγκεκριμένες. Θα τόνιζα, σε κάθε περίπτωση, ότι για μια σειρά λόγων αυτά που συχνά αναφέρετε, δεν ευθύνεται κατ’ ανάγκη η πλειονότητα των πανεπιστημιακών. Οι περισσότεροι θέλουν να κάνουν την δουλειά τους και τίποτα άλλο, πλην, παρεμποδίζονται ποικιλοτρόπως. Δεν περιμένω, εξάλλου, επίδειξη του ίδιου «ηρωισμού» ή θάρρους από όλο τον κόσμο και σε όλες τις περιστάσεις. Ίσως θα ήταν πολύ άδικο να απαιτεί κανείς από όλους να είναι αντιστασιακοί και «ήρωες» όταν καταμαρτυρείται ότι στην ιστορική διαχρονία αυτό ποτέ δεν ίσχυε. Οι περισσότεροι σε όλες τις δύσκολες καταστάσεις αναμένουν στωικά και υπομονετικά –συχνά συνάμα και συμπλέοντας λόγω «ανθρώπινων αδυναμιών», θα έλεγε και ο Κονδύλης– με την κυρίαρχη τάση. Προσθέτω ότι σε περιπτώσεις πολλών νεότερων συναδέλφων (και όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά σε κάθε πανεπιστημιακό περιβάλλον) μετά από πολλές σπουδές οι νεοεισερχόμενοι αναμένουν πως όταν ενταχθούν ως μέλη ΔΕΠ θα αντιμετωπίσουν αναγκαίες και μη εξαιρετέες συμπληγάδες σκληρών επιστημονικών και δεοντολογικών ελέγχων. Και όταν παρατηρούν χαλαρότητα, αντιλαμβάνονται ότι έχουν μεγάλα περιθώρια παρασιτικής διευκόλυνσής τους με αναρριχήσεις, πελατειακά, ιδεολογικοπολιτικές ταυτίσεις κτλ. Διολισθαίνουν έτσι στο τέλμα καταστρέφοντας τον εαυτό τους επιστημονικά και ηθικοακαδημαϊκά. Για παράδειγμα, κρυμμένοι πίσω από κενές φράσεις όπως «πρέπει να ακούονται όλες οι απόψεις» διαβάζουν 2-3 κείμενα και αυτά πρόχειρα αντί να μελετήσουν προσεκτικά 1000 ή 2000 και καλοκάθονται επιστημονικά μεταμφιεσμένοι επικαλούμενοι το δικαίωμα ασυναρτησίας στο όνομα του … επιστημονικού πλουραλισμού. Σε συγκεκριμένες περιπτώσεις που γνωρίζω στην Εσπερία τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα. Σου λέει κάποιος με ευκολία μάλιστα που σε εκπλήττει: «Έτσι είναι εδώ η κυρίαρχη πολιτική, κρατική και ιδεολογικοπολιτική αντίληψη. Γι’ αυτό προσαρμόστηκα και όταν επαναπατριστώ θα δουλέψω λιγότερο ιδεολογικά και περισσότερο επιστημονικά». Τι του λες; Τον διώχνεις ως δειλό; Τον αποδέχεσαι «ανθρώπινα» και του δίνεις μια ευκαιρία; Τον εμπιστεύεσαι; Συνήθη αυτά τα διλήμματα εδώ και στο εξωτερικό και δεν αντιδρούμε όλοι με τον ίδιο τρόπο. Δεν είναι αυτό το μεγάλο πρόβλημα, νομίζω, αλλά το δημιουργό αίτιο τέτοιων ή παρόμοιων συμπεριφορών. Αυτά είναι «πταίσματα». Το «κακούργημα» το διαπράττουν όσοι ευθύνονται για τις κακές «δομές». Τόσο όταν ζεις μέσα σε ένα κράτος όσο και όταν συμμετέχεις μέσα σε ένα ακαδημαϊκό θεσμό στου οποίου την δημιουργία και την μεταρρύθμιση δεν μπορείς να συμμετάσχεις, το αποτέλεσμα είναι πάντα το ίδιο: Οι περισσότεροι «αντιστέκονται σιωπώντας», πολλοί προσαρμόζονται αναμένοντας και λίγοι αντιστέκονται όσο αντέξουν. Μέσα σε σαθρές δομές ακόμη και άγγελοι μπορούν να γίνουν διάβολοι. Εμείς όμως δεν είχαμε σαθρές δομές γιατί ποτέ ένα σύστημα ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας συνταγματικά κατοχυρωμένο και αποτελούμενο από χιλιάδες υψηλά καταρτισμένους ανθρώπους δεν είναι σαθρό. Είχαμε μόνο πολλές εξω-ακαδημαϊκές εισροές που προκάλεσαν φαινόμενα όπως τα προηγούμενα. Είχαμε επίσης ατονία και έλλειμμα αποφασιστικότητας (όχι όλοι βέβαια) να προτείνουμε μεταρρυθμίσεις και κατάργηση φαινομένων όπως η απαράδεκτη κομματικοποίηση των φοιτητικών δράσεων. Ποιος πράγματι θα αρνιόταν ότι όποτε και όταν ζητούσαμε κάτι αντιδρούσαν … τα κόμματα (ασφαλώς μέσω τον δήθεν «φοιτητικών» παρατάξεων). Μπορούσαμε εμείς από μόνοι μας να τα διορθώναμε αν όπως πολύ σωστά λέτε απελευθερωνόμασταν από τα δεσμά των κομματικοπαραταξιακών παρεμβάσεων διαμέσου των ίδιων των φοιτητών μας. Όχι όμως όπως πάει να γίνει τώρα με το να βάλουμε τους λύκους να προσέχουν τα αρνιά. Και όπως πολλοί άλλοι φοβάμαι αυτό θα είναι το νέο μεγάλο μας πρόβλημα αν αφήσουμε να θεσμοθετηθεί ο έλεγχος των πανεπιστημίων από το εκάστοτε κόμμα και ακόμη χειρότερα από διεθνικούς και ιδιοτελείς εξω-πολιτειακούς δρώντες.

Συναφώς με το πιο πάνω, σε προγενέστερο σημείωμα επισήμανα ότι στα πανεπιστήμια, όπως σε κάθε άλλη προσπάθεια ανθρώπινης αυτοσυγκρότησης και αυτοθέσμισης το ποιοι είναι οι «φύλακες» και ποιοι ορίζουν τους «φύλακες», καθώς και τις δομές όπως και το ηθικοκανονιστικό πλαίσιο σχέσεων «φυλάκων» και των υπολοίπων, δεν είναι εύκολο να απαντηθεί. Καταλήγω ως προς τούτο λοιπόν λέγοντας τα εξής: Σε μια κοινότητα ανθρώπων η οποία είναι συνταγματικά προικισμένη με το προνόμιο να μπορεί να αυτοσυγκροτηθεί, να αυτοθεσμιστεί, να αυτοδιοικηθεί και να θεμελιωθεί δεοντολογικά στο επιστημονικοακαδημαϊκό της πεδίο, ιδιαίτερα όταν αυτή η κοινότητα είναι κατά τεκμήριο και εξ αντικειμένου η υψηλότερη βαθμίδα επιστημονικής κατάρτισης της κοινωνίας, κανείς άλλος δεν μπορεί να ορίσει την (επιστημονική – ακαδημαϊκή) ζωή τους και τον τρόπο ανάπτυξής της. Το διοικητικό σκέλος συμφωνώ ότι είναι ευρύτερο ζήτημα. Όχι όμως το επιστημονικό-ακαδημαϊκό. Αυτό εξ αντικειμένου δικό τους προνόμιο και κάθε εξω-ακαδημαϊκή εισροή όχι μόνο είναι παράλογη αλλά και διαφθείρει. Φοβάμαι ότι ο νόμος ως προς τούτο θα δημιουργήσει περισσότερα προβλήματα σε σύγκριση με το παρελθόν (αν βέβαια εφησυχάσουμε).
Γι’ αυτό η ακαδημαϊκή ανεξαρτησία ως θέσφατο και ως προϋπόθεση σωστής ακαδημαϊκής και επιστημονικής ζωής είναι αδιαπραγμάτευτη. Γι’ αυτό επίσης οι σκηνές των πολιτικών συζητήσεων εξω-ακαδημαϊκών ατόμων που αποφασίζουν επί θεμελιακών ακαδημαϊκών ζητημάτων ερήμην μας, σχεδόν αυταρχικά και με κοσμοπλαστικές ιδεολογικές εξάρσεις, είναι ανατριχιαστικές, προκαλούν αισθητικό πρόβλημα και γιατί όχι αηδία.
Τώρα, για το τι ισχύει στο «θρυλικό έξω», βασικά στην Εσπερία, έγραψα εκτενώς και δεν νομίζω ότι μπορούν να αμφισβητηθούν πραγματολογικά στις γενικές τους γραμμές, τουλάχιστον στον δικό μου κλάδο. Ούτε αυτό, όμως, θα έχουμε: Τίποτα δεν δείχνει ότι υπάρχει κάποιος κεντρικός νους που αποφασίζει να καταστήσει τα ελληνικά πανεπιστήμια εθνοκρατοκεντρικά συναρτημένα, όπως για παράδειγμα συμβαίνει στις ΗΠΑ, μάλιστα με σχέδιο και εξεζητημένα. Εμάς μας θέλουν «διεθνοποιημένους και διεθνικοποιημένους». Διαβάστε το φοβερό Wikileaks και θα καταλάβετε. Εδώ που τα λέμε, ευτυχώς που υπάρχει το Wikileaks για να μαθαίνουμε εμείς οι Ιθαγενείς έλληνες ποιοι και τι λένε με ξένους αντιπροσώπους στα σκοτεινά περιθώρια της έμμεσης αντιπροσώπευσης και των άγνωστων σε εμάς συνάξεων με πρέσβεις, υπαλλήλους και άλλους ξένους παράγοντες.
Αδιαπραγμάτευτη λοιπόν για πολλούς λόγους η ακαδημαϊκή ανεξαρτησία και χωρίς αυτή ενδέχεται να μην μπορούμε να υπάρξουμε παρά μόνο ως εργαλειακά υποχείρια εγχώριων και ξένων εξω-ακαδημαϊκών και εξω-πολιτειακών δρώντων. Ούτε καν εξαρτήσεις με το δικό μας εθνοκράτος όπως έχουν οι ακαδημαϊκοί στα υπόλοιπα κράτη δεν θα μπορούμε να έχουμε. Τις σχέσεις θα τις ορίζει κάποια πρεσβεία; Γιατί όπως πλέον καταμαρτυρείται καθημερινά δεν έχουμε ένα κλασικά νοούμενο κράτος (εκτός και αν είναι κράτος αυτό που προκάλεσε την πλήρη αδυναμία μας και που τώρα διαπραγματεύεται την υποτέλειά μας για πολλές επερχόμενες δεκαετίες). Τρόικες είχαμε πάντοτε όχι πάντοτε ορατές. Τώρα την ανάγκη φιλοτιμία ποιούνται οι δράστες και φανερώθηκαν.
Βέβαια –και συνεκτιμώντας μια διαχρονία από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα– δεν θα είναι η πρώτη φορά που κάποιοι θα μπορούσαν να βολευτούν υπηρετώντας τον καθένα εγχώριο και υπηρετώντας τον καθένα του χαώδους και ανεξέλεγκτου διεθνικού κόσμου που τους πληρώνει (μετρήστε παρακαλώ πόσα πανεπιστήμια και ποιους καλοπληρώνει ο κακόφημος Σόρος ή Γκιουλέν και πολλοί άλλοι). Είναι βέβαια, τονίζω και πάλιν, και το Wikileaks, που μας πληροφορεί με ακρίβεια ποιοι έχουν δεδηλωμένο «συμφέρον» και ποιους συμβουλεύονται για να επιβληθεί επί των ελλήνων η μια ή άλλη διευθέτηση [12 μίλια, ΑΟΖ, Κυπριακό, Μαδεκονικό, τώρα και τα … πανεπιστήμια]. Αυτά τα λίγα που μαθαίνουμε συμπτωματικά είναι εξαιρετικά σοβαρά και γι’ αυτό διατηρώ το δικαίωμα να απορρίπτω τους εξω-ακαδημαϊκούς κοσμοπλάστες των ακαδημαϊκών και να επιμένω ότι ο «τρόπος ακαδημαϊκής-επιστημονικής ζωής» είναι υπόθεση των πανεπιστημιακών που πρέπει να είναι απολύτως ανεξάρτητοι [Αφού, τονίζω ακόμη μια φορά, καταργηθεί κάθε ανωμαλία όπως το άσυλο των εξω-ακαδημαϊκών εισβολέων μέσα στους χώρους μας και οι δομές που θεσμοθετούν και παγιδεύουν τις φοιτητικές δράσεις ως προέκταση της κομματικής ζωής].

Επί τάπητος, επί πλέον, τίθεται νομίζω ένα κοινό για όλους πρόβλημα. Ότι δηλαδή η αυτονόητα αναγκαία κατάργηση της ασυδοσίας του ασύλου των κτιρίων συνάμα και η πολύ σωστή κατάργηση των υπέρ-προνομίων των «φοιτητών» (εντός εισαγωγικών γιατί για τις παρατάξεις μιλάμε) που διέφθειραν την ακαδημαϊκή ζωή, συνοδεύτηκε με πλήθος άλλων κατασταλτικών μέτρων που ενδεχομένως οδηγούν στην αφαίρεση της δυνατότητας αυτοδύναμης επιστημονικής και ακαδημαϊκής ανάπτυξης. Αν θέλετε λέω και τούτο: Όπως σαφώς υπονόησα στις ενότητες 5,6,7 του δεύτερου σημειώματός μου πολλοί από εμάς θα θέλαμε ένα μεγαλύτερο άνοιγμα προς τους κοινωνικούς φορείς της χώρας και μια μεγαλύτερη σύνδεση των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων με το κράτος στο οποίο ανήκουμε (αυτό συμβαίνει καθολικά και ολιστικά στα άλλα κράτη). Πλην εδώ ο δεδηλωμένος προγραμματικός σκοπός της διεθνιστικής εξαέρωσης, στον ίδιο τον τίτλο του νόμου, είναι μοιραίο να προκαλέσει όχι ένα εξορθολογισμό σύμφωνα με την διεθνή πρακτική και τα αιτήματα πολλών εξ ημών που από χρόνια θέτουμε, αλλά μια εξαέρωση των πανεπιστημίων και μια ανεξέλεγκτη εισβολή ιδιοτελών ιδιωτικών, επικίνδυνων διεθνικών και απρόκλητων κομματικών εισροών και παρεμβάσεων.
[Προσωπικά, συμμετείχα εκτός Ελλάδας σε προσωρινή διοικούσα δημιουργίας ιδιωτικού πανεπιστημίου. Αν είναι να τηρούνται ανάλογες και αντίστοιχες ασφαλιστικές δικλείδες ποιοτικής διασφάλισης των θεσμών των οποίων έγινα μάρτυρας έχει καλώς. Αν όμως είναι να δημιουργηθούν δεκάδες πανεπιστήμια για να βολευτούν κάποια συμφέροντα ή οι εκάστοτε κομματικοί φίλοι ή κάποια ξένα κράτη που θα μας ευνοούν πολιτικά, τότε θα έχουμε επανάληψη αυτού που βλέπουμε τώρα: Απολύονται από τις δουλειές τους κατά εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες με διαταγή κάποιας … τρόικας. Ποιος έκανε τα πολλά τμήματα, επίσης, που τώρα δια … πολιτικού διατάγματος …συγχωνεύονται ή καταργούνται. Ξέρουν οι πολιτικοί, καλύτερα από εμάς, πως και πότε συγχωνεύονται η ιστορία με τις διεθνείς σχέσεις, οι ηλεκτρολόγοι με τους κατασκευαστές πλοίων και οι ναυπηγοί πλοίων με τις σχολές μαθηματικών σπουδών! Στο νεοελληνικό κράτος ζούμε!!]
Ένας σωστά νοούμενος διοικητικός εξορθολογισμός, εξάλλου, θα μπορούσε να γίνει χωρίς να ροκανιστεί η ακαδημαϊκή μας ανεξαρτησία και χωρίς να θεωρηθεί το κάθε πανεπιστήμιο-γκαράζ της Εσπερίας ισότιμο ή ανώτερο του δικού μας (εξ ορισμού, όπως γνωρίζουμε, για κάποιους, αρκεί μόνο το γεγονός ότι είναι «ξένο»). Τα ελληνικά πανεπιστήμια διαθέτουν ένα φοβερό επιστημονικό δυναμικό (πολλά μέλη του οποίου «ανθρώπινα» προσαρμόζονταν στις ισχύουσες δομές) και λογικό είναι να ανέμεναν «απελευθέρωση» από τα κομματικοπαραταξιακά δεσμά και όχι νέα βαρύτερα φορτία. Όπως διαμορφώθηκε το γενικότερο πλαίσιο μετά τον νέο νόμο πολλοί αισθάνονται ότι στο όνομα της αλλαγής αυτονόητων πραγμάτων που σχεδόν όλοι οι πανεπιστημιακοί ήθελαν, επιχειρείται να μετατραπούν τα ελληνικά πανεπιστήμια σε αναμορφωτήρια των πολιτικών ή και κάποιων επιστημονικά-ακαδημαϊκά άγνωστων ξένων (το ότι είναι «ξένοι», επαναλαμβάνω, αρκεί καθότι σύμφωνα με πάγιες εξαρτησιακές και ξενομανείς νεοελληνικές εκλογικεύσεις είναι καλύτεροι από τους Ιθαγενείς έλληνες).

Δεν αμφισβητούμε λοιπόν σάπιες καταστάσεις, και αναρίθμητοι από εμάς είμαστε καταγεγραμμένοι να τις στηλιτεύουμε επί δεκαετίες χωρίς φόβο και με πολύ μεγάλο κόστος. Πλην επιμένω: Οι δράστες είναι οι επίδοξοι αναμορφωτές μας (δεν προσωποποιώ, ασφαλώς, εννοώ το ευρύτερο κομματικοπαραταξιακό πλέγμα των τελευταίων δεκαετιών) και ο νέος νόμος ΑΕΙ ενδέχεται αν δεν αφυπνιστούμε να οδηγεί σε χειρότερες καταστάσεις και όχι σε καλυτέρευσή μας. Μακάρι να διαψευστώ πλην από εμάς τους ίδιους εξαρτάται αν θα διαψευστούν οι απαισιόδοξες προβλέψεις.
Η μη εισακουόμενη κριτική που πολλοί από εμάς κάναμε στο παρελθόν δεν δικαιολογεί να περιπέσουμε στο ιδιοφυές Καβάφειο «ας περιμένουμε τους Βαρβάρους» «είναι και αυτοί μια λύση». Ο καθείς μπορεί να διαβάσει την πολυσυζητημένη τότε τοποθέτησή μου με τίτλο ►Βαρβαρική εισβολή στα Πανεπιστήμια: «είναι και αυτοί μια κάποια λύση». Εκτιμώ ότι η συντριπτική πλειονότητα των ελλήνων πανεπιστημιακών θεωρούν το άσυλο αμιγώς επιστημονικό, ήθελαν να καταργηθεί το ισχύον καθεστώς αλλά όχι όμως να πυροβοληθεί το κεφάλι μας επειδή πάνω σε αυτό καθόταν μια ενοχλητική μύγα. Το ίδιο ισχύει για τα πελατειακά των εκλογών πρυτανικών συμβουλίων τις τελευταίες δεκαετίες. Κανείς μας (ή τουλάχιστον η πλειονότητα) δεν ήθελε να συνεχιστεί αυτό το αίσχος και δεν είναι δίκαιο να βάλλεται η αντίθεσή μας στον νόμο έκτρωμα που «διεθνοποιεί» τα ανώτατα πνευματικά ιδρύματα, πιθηκίζοντας κάθε τι ξένο. Είναι ένα πράγμα να ανασυγκροτηθούμε εμβαθύνοντας την ακαδημαϊκή ανεξαρτησία απαλλαγμένη πλέον από τα βαρίδια των κομματικοπαραταξιακών παρεμβάσεων και άλλο πράγμα, στο όνομα μιας δήθεν αλλαγής να εισέλθουμε σε πορεία εξαέρωσης των ΑΕΙ για να εισρεύσουν ξένα και διεθνικά συμφέροντα (βλ. και πάλιν τις αποκαλύψεις του Wikilileaks!!!).

Τώρα, αναφορικά με την καταληκτική παράγραφο του μηνύματος του κ συναδέλφου, και επειδή είναι σαφές ότι μεταξύ πολλών πανεπιστημιακών υπάρχει συμφωνία ότι τα προβλήματα είναι πολλά, τρίς καταληκτικές επισημάνσεις για να τονιστεί ότι από εδώ και πέρα απαιτείται να υπάρξει μια νέα προσέγγιση αντιμετώπισης των «τετελεσμένων».
Πρώτον, δεν ξέρω πως συγκροτείται η εκτίμηση για το ποια είναι η μειονότητα και ποια η πλειονότητα και τι πιστεύουν εκατέρωθεν. Δική μου εκτίμηση είναι ότι η συντριπτική πλειονότητα (πλην των κατά καιρούς εισβολέων της πολιτικής) είναι κατά τεκμήριο και εξ αντικειμένου λόγω σπουδών άριστοι επιστήμονες και θέλουν εύτακτη κα ευπρεπή ακαδημαϊκή ζωή στερημένη κομματικών βαριδίων. Επίσης, όλοι έχουμε προσλαμβάνουσες παραστάσεις ότι οι περισσότεροι από εμάς δεν συμφωνούσαν με τα ισχύοντα και ήθελαν αλλαγές, όπως για παράδειγμα η ασυδοσία του ασύλου βαρβαροτήτων μέσα στους χώρους του πανεπιστημίου από οποιονδήποτε και αν προερχόταν. Το ίδιο ισχύει για τις έμμεσες μέσω φοιτητών εισβολές των κομμάτων που σίγουρα προσδιόριζαν και την έκβαση των εκλογών για την επιλογή της διοίκησης. Ερωτώ όμως: Κάποιος που διαφωνούσε και ήθελε να εκλεγεί είχε επιλογή; Πολλοί λοιπόν θέλαμε να καταργηθούν όλα αυτά και σωστά τα κατάργησε ο νέος νόμος. Δεν κατάργησε μόνο αυτά, όμως. Στο όνομα της κατάργησής τους, υποκριτικά, καταργεί ή δρομολογεί την κατάργηση πολλών άλλων που συγκροτούν μια αναγκαία και μη εξαιρετέα ανεξάρτητη ακαδημαϊκή ζωή. Ανεξάρτητη ακαδημαϊκή ζωή, μάλιστα, η οποία πέραν μύριων άλλων επιστημονικών / ακαδημαϊκών λόγων που συνηγορούν για την μεγάλη της σημασία, στην Ελλάδα είναι ακόμη μεγαλύτερης σημασίας λόγω ασθενούς κράτους με το οποίο τώρα, όμως, θα συνδεθούμε άρρηκτα και ίσως επιστημονικά θανατηφόρα. Αντί λοιπόν όπως πολλοί γράφαμε να συντελεστεί μια επανάσταση επιστημονικής-ακαδημαϊκής και δεοντολογικής αυτοσυγκρότησης, αυτοδιοίκησης και αυτοθέσμισης που θα υποκινούσαν οι ίδιοι οι έλληνες ακαδημαϊκοί, έχουμε μια αλλοπρόσαλλη κρατικοποίηση ή μια παρακμιακή και αγνώστων προδιαγραφών «διεθνοποίηση» / «διεθνικοποίηση». Η μεταρρύθμιση με δικές μας πρωτοβουλίες ήταν και συνεχίζει να είναι ο μόνος τρόπος βελτίωσης των προβλημάτων για τα οποία όλοι συμφωνούμε πως υπάρχουν. Μόνο αν κάνουμε εμείς μεταρρυθμίσεις θα κινηθούμε προς τον σωστό προσανατολισμό και είναι ο μόνος τρόπος να γίνει χωρίς να μετατραπούν τα πανεπιστήμια σε παράρτημα του εκάστοτε κόμματος που κατέχει την εξουσία. Στην Δύση τα πανεπιστήμια σίγουρα συνδέονται με τα κράτη τους και την κοινωνία τους, πλην υπάρχει όπως εξήγησα μια άλλη διαφορετική και διαχρονικά σμιλευμένη παράδοση, συγκροτημένες πρακτικές και τήρηση στοιχειωδών προσχημάτων ακαδημαϊκής ευπρέπειας και επιστημονικής τάξης. Όχι διεστραμμένη «διεθνοποίηση», λοιπόν, όχι ξεπούλημα σε ξένα συμφέροντα και διεθνικούς αλήτες (με την αρχαιοελληνική έννοια) και όχι εισροή πρακτικών οι οποίες είναι ξένες με την ακαδημαϊκή μας παράδοση και με τις ισχύουσες (θλιβερά παρακμιακές) συνθήκες που ισχύουν στο νεοελληνικό κράτος (και που καθημερινά νομίζω καταμαρτυρούνται κραυγαλέα). Αντίθετα, λέμε Ναι στον ακαδημαϊκό εξορθολογισμό, Ναι στην σύνδεση με την κοινωνία και Ναι στις διασυνδέσεις με το εξωτερικό σε υψηλές όμως επιστημονικές και ακαδημαϊκές βαθμίδες. Ναι επίσης στην βαθύτερη δυνατή εσωτερική δεοντολογική θεμελίωσή μας που κανείς άλλος δεν μπορεί να κάνει παρά μόνο εμείς οι ίδιοι.
Δεύτερον, κάθε ανθρώπινη κατάσταση, ατομική, συλλογική, εθνική, κάποιας ομάδας κτλ, χαρακτηρίζεται από ετερότητα. Τα συστατικά της μέρη, επίσης, κάθε ένα ξεχωριστά, έχει την δική του ετερότητα και το τι συγκροτεί και συγκρατεί την ομάδα, καθώς και το τι την διαμορφώνει και αναπτύσσει δεν είναι πάντοτε γνωστό (ή μάλλον είναι πάντα άγνωστο). Το άθλημα ακαδημαϊκής αυτοσυγκρότησης και αυτοθέσμισης για το οποίο μιλάμε όλοι, κατά συνέπεια, δεν επιδέχεται γενικεύσεις παρά μόνο εξειδικεύσεις και μάλιστα μεταξύ μας καθότι οι έξωθεν καιροφυλακτούν να εισβάλουν. Αυτό που απαιτείται να ζητάμε είναι ένα κανονιστικό πλαίσιο που να επιτρέπει την αυτοσυγκρότηση και όχι να την καταπνίγει ή να δημιουργεί πλήθος από κερκόπορτες. Από εκεί και πέρα όριο είναι ο ουρανός για να στηλιτεύσουμε τους εξόφθαλμα λανθασμένους προσανατολισμούς και πρακτικές. Κάθε ζήτημα που τίθεται απαιτείται να ορίζεται, να εξειδικεύεται και να εντάσσεται στην λογική του όλου, του προσανατολισμού και των σκοπών. Όπως για παράδειγμα το ζήτημα της υποχρεωτικής παρακολούθησης που ήδη τέθηκε από κάποιους συναδέλφους. Εμμένω λοιπόν στην άποψη ότι μερικές χιλιάδες εξ αντικειμένου λαμπροί επιστήμονες όλοι με σπουδές 20 ή και 30 σπουδών, επειδή «ανέχονταν» (όχι όλοι, πλην οι βαθμίδες ηρωισμού δεν μετρούνται εύκολα και δεν πρέπει να τις θεωρεί κανείς ως δεδομένενο ότι μπορούν να εκδηλώνονται) τις δουλείες της κομματικοπαραταξιακής καταπίεσης τριών δεκαετιών, δεν σημαίνει ότι είναι και εθελούσια στελέχη μιας σάπιας καταστάσης (βλ. συναφείς επισημάνσεις πιο πάνω για τον «ηρωισμό» και το «θάρρος»).
Τρίτον, χωρίς, διευκρινίζω, να αναφέρομαι στον συνάδελφο που έστειλε μήνυμα με αφορμή το δικό μου, ερωτώ: γιατί αυτή η ξενομανία πολλών φανατικών υποστηρικτών του νέου νόμου! Όλοι μας λίγο πολύ έχουμε πείρα πολλών δεκαετιών τριβής και σχέσεων με πανεπιστήμια του εξωτερικού. Κάθε είδους: Προσωπικές εμπειρίες, επιστημονικές σχέσεις, εμπειρίες φοιτητών μας, προσπάθειες επαναπατρισμού συναδέλφων μας, θεσμικές σχέσεις ινστιτούτων, συμμετοχή σε συνέδρια, ανταλλαγές επιστημονικών απόψεων σε άρθρα και βιβλία, κτλ. Είναι λοιπόν δυνατό να δίνεται η εντύπωση πως τα ελληνικά πανεπιστήμια και το επιστημονικό τους δυναμικό είναι κατώτερης βαθμίδας; Συνιστά ύβρη όποιος και να το πει και πολλοί βρίζουν τον τελευταίο καιρό στα μέσα ενημέρωσης και στο διαδίκτυο. Σε σχέση με τα μέσα που διαθέτουμε, την δομή και τις χιλιάδες φοιτητές στους οποίους είμαστε υποχρεωμένοι να διδάσκουμε και να εξετάζουμε, οι έλληνες πανεπιστημιακοί ίσως οι καλύτεροι!!! Γιατί σε καμιά συζήτηση δεν μπορεί να υπάρξει συνεννόηση αν δεν τηρούνται οι αναλογίες και αντιστοιχίες. Δώστε μου τα μέσα της Οχφόρδης, είχα γράψει σε ένα σημείωμα, και θα δείτε σε ποιες βαθμίδες θα εκτιναχθούν οι έλληνες ακαδημαϊκοί. Δεν θα επεκταθώ γιατί τυγχάνει να συγγράφω κείμενο για τα πανεπιστήμια διεθνώς (την διαδρομή βασικά του δικού μου κλάδου) εδώ και τρεις!!! δεκετίες. Λέω μόνο ότι οι κρίσεις μελών ΔΕΠ στην Ελλάδα με όλα τα προβλήματα που όλοι γνωρίζουμε ότι είχαμε και που οφείλονται και πάλιν στην προπέτεια των κομματικοπαραταξιακών εισβολέων (και πολλοί γνωρίζουν τι στάσεις κρατούσαμε πολλοί όταν συνέβαιναν πράγματα που θόλωναν την κρίση και που διατάρραταν το ακαδημαϊκό μας έργο), δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν. Προσθέτω ότι με λίγη προσπάθεια οτιδήποτε και αν σημαίνει αυτό για την επιστημονική μας ανάπτυξη, οι προδιαγραφές των ελληνικών πανεπιστημίων θα μπορούσαν να είναι οι καλύτερες στον κόσμο. Αυτή η προσπάθεια συνεπάγεται, μεταξύ άλλων: Μηδέν ιδεολογικοπολιτιόα κριτήρια, μηδέν μέτρηση του όγκου και αντί αυτού εκτίμηση των ποιοτικών βαθμίδων των έργων των υποψηφίων, ανελέητοι επιστημονικοί έλεγχοι μέσα από συνέδρια και άλλες επιστημονικές συζητήσεις, αντικειμενική συγκρότηση των εκλεκτορικών σωμάτων κτλ. Καθημερινές προσλαμβάνουσες παραστάσεις είναι ότι χιλιάδες έλληνες πανεπιστημιακοί απηυδησμένοι με τις παρενοχλήσεις ανέμεναν αλλαγές που θα εξάλειφαν τα βαρίδια και που θα άνοιγαν το πεδίο της 100% αυτοσυγκρότησης, αυτοθέσμισης και δεοντολογικής θεμελίωσης στις πιο υψηλές βαθμίδες. Ο νόμος που με κάθε αντικειμενικό κριτήριο αποφασίστηκε «στο πόδι» από επιστημονικά αναρμόδιους και ενάντια στις απόψεις των περισσοτέρων ακαδημαϊκών (και που γι’ αυτό κατ’ εμένα πρέπει να διορθωθεί το ταχύτερο δυνατό με νέο νόμο) μας εξωθεί προς την αντίθετη κατεύθυνση.

Όσον με αφορά στα πολλά και εκτεταμένα σημειώματά μου εξήγησα πως πολλοί από εμάς νομίζουμε πως θα μπορούσαμε να αντισταθούμε με τον ακαδημαϊκά και πολιτειακά πρέποντα τρόπο. Ας μην εκλαμβάνουμε ως δεδομένο ότι επειδή διαφωνούμε σε ένα σημείο αυτό σημαίνει πως διαφωνούμε σε όλα ή επί της ουσίας. Αυτή θα είναι και η ουσία τους (δύσκολους) μήνες και χρόνια που έρχονται: Όσοι θέλουν ένα καλύτερο πανεπιστήμιο να πουν ακριβώς τι πρέπει να γίνει και να συμμετέχουν ενεργά στα δρώμενα. Ο νόμος είναι πολιτικό!! τετελεσμένο το οποίο αν και σωστά άλλαξε 2-3 πράγματα προκάλεσε διαστροφή ή ροκάνισε πολλά άλλα. Όπως όλα τα τετελεσμένα ποτέ δεν βρίσκονται μέσα σε πολιτικό, θεσμικό κα ανθρωπολογικό κενό και οι ενδιαφερόμενοι αγωνίζονται να τα ανατρέψουν. Τα τετελεσμένα βρίσκονται πάντοτε υπό την αίρεση των ενδιαφερομένων. Και τους μήνες και χρόνια που έρχονται οι συγκλίσεις ή διαφωνίες των πανεπιστημιακών δεν θα έχουν τον ίδιο χαρακτήρα που είχαν πριν την ψήφισή του.

Π. Ήφαιστος – P. Ifestos
http://www.ifestosedu.grinfo@ifestosedu.gr

Αρέσει σε %d bloggers: