27.2.2012. Νόμος, νομιμοποίηση, νομιμότητα και αλλαγές της Πολιτειακής τάξης

27.2.2012. Νόμος, νομιμοποίηση, νομιμότητα και αλλαγές της Πολιτειακής τάξης

From: Hellenic Professors and PhDs Electronic Forum [mailto:HELLENIC-PROFESSORS-PHDS@HEC.GREECE.ORG] On Behalf Of Ifestos
Sent: Monday, February 27, 2012 3:36 PM
To: HELLENIC-PROFESSORS-PHDS@HEC.GREECE.ORG
Subject: Μαθηματική Εταιρεία και νόμος ΑΕΙ και η σχέση νομιμότητας και νομιμοποίησης

Όταν γράφουμε σε ένα ακαδημαϊκό χώρο η εδραία επιχειρηματολογία όσον αφορά αποχρώσεις και ειδοποιούς διαφορές είναι μια αναγκαία και μη εξαιρετέα προϋπόθεση σοβαρότητας. Το ίδιο και η αποφυγή μονολεκτικών αφορισμών. Σε αναφορά με τελευταία σχόλια για την παρέμβαση της Μαθηματικής Εταιρείας είναι ανάγκη να ειπωθούν μερικά πράγματα.

Όσον αφορά τον επίμαχο νόμο ΑΕΙ το ζήτημα που τίθεται δεν είναι μόνο ότι περιέχει πράγματα που αν εφαρμοστούν επί μακρόν θα καταστρέψει για πάντα την ακαδημαϊκή ανεξαρτησία χωρίς να την αντικαταστήσει με κάποια ευταξία ή ευνομία των διαφορετικών καταβολών και διαφορετικών διαδρομών κάποιων πανεπιστημίων του εξωτερικού (Δεν είναι όλα καλά «έξω» όπως απλουστευτικά κάποιοι υποστήριξαν). Ο νόμος αυτός δημιουργεί ένα γόρδιο δεσμό που θα καταποντίσει την ανώτατη δημόσια εκπαίδευση. Θα διαφθείρει, επιπλέον, τον σκοπό μιας ορθολογιστικής μεταρρύθμισης που η πλειονότητα των πανεπιστημιακών από καιρό υποστηρίζει και η οποία αν γίνει σωστά και όχι με ιδεολογικοπολιτικά κριτήρια θα πρέπει να είναι πολύ εκτενέστερη από αυτή που έγινε το περασμένο καλοκαίρι (4-5 πράγματα σωστά τα θίγει η Μαθηματική Εταιρεία, και είναι κεντρικά).

Τώρα, οι συζητήσεις μας έχουν κάπως εκτροχιαστεί και συχνά μοιάζουν με διαλόγους κωφαλάλων. Προσοχή: Ας μην αναμιγνύονται τα πάντα με τα πάντα. Σε μια πολιτισμένη ακαδημαϊκή συζήτηση δεν ισχύει το «anything goes”. Όσοι ασκούν κριτική με επιμέλεια τάσσονται υπέρ της πολιτειακής νομιμότητας. Ας μην ταυτίζονται, λοιπόν, όσοι κάνουν κριτική στο κείμενο που ψηφίστηκε το περασμένο καλοκαίρι με κάποιους ακατανόμαστους «φίλους της παρανομίας». Έτσι με αντιδεοντολογικό τρόπο δολοφονούνται τα επιχειρήματα της πλειονότητας που είναι επιφυλακτικοί και που δεν εμπλέκονται στο ζήτημα του πως και πότε ο διάλογος πανεπιστημίων και πολιτικής εξουσίας θα οδηγήσει στην τελική εφαρμογή όλου ή μέρους των διατάξεων ή αν θα γίνει πριν κάποια νέα νομοθετική αλλαγή. Η εφαρμογή ενός τέτοιου νόμου υπό τις περιστάσεις που έγινε και υπό το πρίσμα των πραγματικών προβλημάτων των ελληνικών πανεπιστημίων, εξάλλου, δεν είναι απλή υπόθεση και τηρουμένων των απαραίτητων νομικών αποφάσεων συναινετική αναβολή εφαρμογής για μερικές εβδομάδες δεν συνεπάγεται «λογική παρανομίας» ή «λογική ανομίας και ανυπακοής».

Υπάρχει μια τουλάχιστον ειδοποιός διαφορά με πολλά σκέλη. Η πολιτειακή νομιμότητα στην οποία όλοι οι περισσότεροι εξ ημών είμαστε προσκολλημένοι δεν αναιρεί τα εξής:
α) Ο τρόπος και χρόνος εφαρμογής ενός νόμου είναι και πολιτικό ζήτημα (όχι ζήτημα κομματικοπαραταξιακών σκοπιμοτήτων: Πολιτικό με Π κεφαλαίο). Σχετίζεται με τον ορθολογισμό των νομικών αποφάσεων στο πλαίσιο μιας δημοκρατικά νοούμενης πολιτειακής συγκρότησης. Ανά πάσα στιγμή αν υπάρχουν σοβαρά προβλήματα ως προς την συνταγματικότητά του και την εφαρμοσιμότητα –και πάντοτε στο πλαίσιο της νομιμότητας ή νέων αποφάσεων– ένας νόμος μπορεί είτε να αναβληθεί η εφαρμογή του είτε να αλλάξει με νέο νόμο πριν τεθεί σε ισχύ ή να μην εφαρμοστούν κάποιες διατάξεις με νομοθετική ρύθμιση. Ο ορισμός των εκλεκτόρων από ένα άτομο, για παράδειγμα, είναι ατομική βόμβα στα επιστημονικά-ακαδημαϊκά μας θεμέλια. Στο παρελθόν μερικοί υποστηρίξαμε πως αν υπάρχουν αμφιβολίες για τις εκλογές εκλεκτόρων όπως γίνονταν στο παρελθόν και αφού αιτιολογούνται με διαφάνεια τα επιστημονικά κριτήρια της σύνθεσης της λίστας των εκλεκτόρων την ευθύνη της κάλπης να την έχουν δικαστικοί λειτουργοί.
β) Οι συνάδελφοι που κυριολεκτικά με φανατισμό και ή ανεξήγητη σπασμωδική βιασύνη σχεδόν απαγορεύουν την άσκηση κριτικής ενός εξ αντικειμένου προβληματικού νόμου παρακάμπτουν το γεγονός ότι ακόμη και αν εφαρμοστεί αύριο την στιγμή που οι περισσότεροι πανεπιστημιακοί υποδεικνύουν ελαττώματα θα έπρεπε από μεθαύριο να αρχίσει η αναθεώρησή του. Καλά κάνουν να ακούνε με προσοχή επιχειρήματα όπως αυτά της Μαθηματικής Εταιρείας που συμβάλλουν σε ένα σοβαρό διάλογο αντί να σπεύδουν νευρικά να καταγγέλλουν όσους έχουν επιφυλάξεις πως δήθεν δεν θέλουν την «νομιμότητα». Δεν μπορούμε δηλαδή να υποστηρίξουμε την ανά πάσα στιγμή αλλαγή των προβληματικών διατάξεων πριν ή μετά την εφαρμογή ενός νόμου! Έλεος. Αυτή είναι, κατά κάποιο τρόπο, και μια έμμεση και απαράδεκτη λογοκρισία κρυμμένη μάλιστα πίσω από ένα εξαιρετικά προβληματικό νόμο ελλιπούς ακαδημαϊκής νομιμοποίησης.
γ) Ακριβώς, δεν χρειάζεται να είναι κανείς ειδικός στην φιλοσοφία του δικαίου για να γνωρίζει ότι σε κάθε δημοκρατικό πολίτευμα η επίτευξη του βέλτιστου αποτελέσματος που μεγιστοποιεί το δημόσιο συμφέρον δεν είναι κάτι το στιγμιαίο. Η Πολιτεία είναι ή πρέπει να είναι ένας ζωντανός οργανισμός και οι αλλαγές των νόμων προς το καλύτερο καθημερινό μέλημα (και όχι προϊόν νυκτερινών ψηφοφοριών!!!).
Η σχέση της νομιμότητας με την νομιμοποίηση είναι πολύ πιο σύνθετη υπόθεση απ’ ότι πολλοί υπονοούν. Για να μην πούμε ότι εδώ ο επίμαχος νόμος αφορά κάτι ακόμη πιο σημαντικό: Την ακαδημαϊκή νομιμοποίηση. Μέσα σε μια ζωντανή και δημοκρατική κοινωνία η νομιμοποίηση των νομοθετικών διατάξεων είναι ένα διαρκές άθλημα. Ακόμη περισσότερο όταν αυτό αφορά την ακαδημαϊκή, επιστημονική και δεοντολογική θεμελίωση των πανεπιστημίων.
Θα ήταν ακραία υπερβολικό αν υποστηριχθεί ότι ο επίμαχος νόμος διαθέτει πολιτική και ακαδημαϊκή νομιμοποίηση επειδή το επικαλείται διαρκώς το ένα ή άλλο μέλος του πολιτικού προσωπικού. Ξεχνάμε τι έλεγαν πολλοί πολιτικοί μόλις μερικά λεπτά πριν ψηφιστεί αυτός ο νόμος, και πριν ενός τηλεφωνήματος που κυριολεκτικά «στο πόδι» άλλαξε τα δεδομένα. Έτσι κατανοούν μερικοί την δημοκρατία, τους ελέγχους, τις ισορροπίες, την συμμετοχή των ενδιαφερομένων μελών της κοινωνίας και τον ορθολογισμό των πολιτικών αποφάσεων; Ξεχνάμε τι γράφτηκε μετά την βιαστική υπερψήφιση: «προχωράμε και αύριο θα βάλουμε τους δικούς μας ανθρώπους», ή, από κοινοβουλευτικούς: «εντάξει καθ’ οικονομία το ψηφίζουμε και στο μέλλον θα αλλάξουμε το ένα ή το άλλο». Επίσης: Υπάρχει κάποιος σοβαρά σκεπτόμενος που να πιστεύει πως αν εξηγηθεί στην ελληνική κοινωνία σωστά τι κάνει αυτός ο νόμος θα διαθέτει δημόσια νομιμοποίηση;!! Ακόμη και αν είναι απόλυτη ανάγκη να γίνουν μεταρρυθμίσεις που αναφέρονται στον επίμαχο νόμο θα πρέπει να είχε γίνει με διαφορετικό τρόπο, πνεύμα και δημοκρατική διάθεση.

Γιατί με τόση ευκολία ένα νόμο που εξ αντικειμένου διαθέτει ελάχιστη ή καθόλου ακαδημαϊκή νομιμοποίηση (και που η ρευστή κοινή γνώμη μέσα στην δημόσια σφαίρα εντυπωσιάστηκε με αντί-δεοντολογική εκτόξευση πυροτεχνημάτων του είδους «καταργούμε το άσυλο» [την στιγμή που όλοι!!!! υποστηρίζαμε την εξάλειψη της ασυδοσίας του κομματικοπαραταξιακού «ασύλου» ζητώντας μόνο άσυλο επιστημονικής και ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας που θα επιτρέψει μια γνήσια δεοντολογική, ακαδημαϊκή-επιστημονική αυτοσυγκρότηση και αυτοθέσμιση].

Δεν κατανοώ πραγματικά γιατί κάποιοι βιάζονται με τόσο πείσμα και φανατισμό να στηρίξουν μια άναρχη, ακατάστατη, τσαπατσούλικη «εφαρμογή», με ιδεολογικοπολιτικά μάλιστα κριτήρια και εν μέσω μιας απελπιστικά χυδαίας δημόσιας περιρρέουσας ατμόσφαιρας εκποίησης των πάντων που προκλήθηκε από την άναρχη χρεοκοπία του κράτους στο οποίο όλοι ανήκουμε. Θα το κατανοούσα αν ήθελαν άμεση εφαρμογή (και ίσως και ο υπογράφων να το θέλει) αν ταυτόχρονα υποστήριζαν άμεση νομοθετική αλλαγή των προβληματικών διατάξεων. Ή μήπως δεν υπάρχουν ακραία προβληματικές διατάξεις;;
Εκφράζω νομίζω πολλούς αν πω: Χρειάζεται όλοι να επιδείξουν υπευθυνότητα, ψυχραιμία και λογική. Όλοι είμαστε νομιμόφρονες και ρητά τασσόμαστε υπέρ της πολιτειακής νομιμότητας. Ανεξάρτητα του τι συμβαίνει στο διόλου τυχαία ταραχώδες πεδίο της έναρξης της εφαρμογής του επίμαχου νόμου –του οποίου απ’ ότι γνωρίζω η ίδια η τρέχουσα πολιτική εξουσία αφήνει κάποια περιθώρια περαιτέρω συζητήσεων–, ας αφεθούν να ακουστούν οι αντιρρήσεις και τα λογικά επιχειρήματα.

Στην παρούσα φάση το κύριο ζήτημα είναι άλλο. Μερικές εβδομάδες πριν τις εκλογές ας προβληματιστούμε όλοι για την προβληματική σχέση μεταξύ νομιμότητας και πολιτικής-ακαδημαϊκής νομιμοποίησης του επίμαχου νόμου. Ας αρχίσουμε να κτίζουμε συγκλίσεις για τις νομικές, πολιτικές και ακαδημαϊκές προϋποθέσεις νομοθετικών αλλαγών του νόμου που ψηφίστηκε. Για το πώς και πότε, δηλαδή, θα αλλάξει ένας νόμος που έγινε βιαστικά, με ελλειμματική διαβούλευση και με τρόπο που η πλειονότητα των πανεπιστημιακών αισθάνεται ότι επιβλήθηκε βάναυσα και με συνοδεία περιφρονητικών δηλώσεων για το ακαδημαϊκό λειτούργημα. Σε τελευταία ανάλυση σε μερικές εβδομάδες οι πολιτικές συγκυρίες αλλάζουν, οι εκατέρωθεν απόψεις έχουν ωριμάσει, οι πανεπιστημιακοί ξέρουν ποιες διατάξεις πρέπει να αλλάξουν και μιας νέα πολιτική συγκυρία μπορεί να αποτελέσει αφορμή για εξορθολογισμό και ήρεμη εφαρμογή.
Είναι νόμιμο, νομιμοποιημένο και ορθολογιστικό μια νέα πολιτική εξουσία να ακούσει τους πανεπιστημιακούς ξανά και αφού με νέα νομοθετική ρύθμιση αλλάξει τις προβληματικές διατάξεις να εφαρμόσει άμεσα τις θετικές διατάξεις συνάμα αρχίζοντας μια πορεία συνεχούς μεταρρύθμισης που θα καθιστά την ανώτατη δημόσια παιδεία ολοένα καλύτερη.
Ιδιαίτερα όταν πρόκειται για νόμους που αφορούν τον συνταγματικά ανεξάρτητο πανεπιστημιακό χώρο η ακαδημαϊκή νομιμοποίηση των διατάξεων είναι κορυφαία υπόθεση. Οι νόμοι αλλάζουν ανά πάσα στιγμή και ας επιτραπεί σε όλους το δημοκρατικό δικαίωμα να λένε τώρα και στο μέλλον για το πώς τα πράγματα μπορούν να βελτιωθούν.
Το κυριότερο χαρακτηριστικό μιας δημοκρατίας είναι η δυνατότητα διαρκών και άψογα νομιμοποιημένων αλλαγών του ηθικοκανονιστικού πλαισίου λειτουργίας του κράτους. Η Πολιτειακή συγκρότηση είναι ένα άθλημα βέλτιστης ισορροπίας μεταξύ νομιμότητας, νομιμοποίησης και διαρκών αλλαγών του κανονιστικού πλαισίου με τρόπο που μεγιστοποιείται το δημόσιο συμφέρον. Μεταρρύθμιση θα υπάρξει σίγουρα. Ακόμη και αν εφαρμοστεί πλήρως αύριο ο επίμαχος νόμος το κύριο ζήτημα είναι πως και πότε θα μεταρρυθμιστεί ξανά η τελευταία προβληματική και ελάχιστα νομιμοποιημένη μεταρρύθμιση. Αντίθετα με αυτούς που πιστεύουν ότι η εφαρμογή τερματίζει κάθε διάλογο μεταξύ των εμπλεκομένων, η αλήθεια είναι ότι η ουσιαστική συζήτηση μόλις αρχίζει. Τα ανώτατα ιδρύματα χρειάζονταν μεταρρυθμίσεις αλλά όχι για προχειρότητες που αγνοούν ή παρακάμπτουν επιδεικτικά τα πραγματικά προβλήματα των ανώτατων δημόσιων πνευματικών ιδρυμάτων.

Π. Ήφαιστος – P. Ifestos
http://www.ifestosedu.grinfo@ifestosedu.gr

Αρέσει σε %d bloggers: