ΤΟ ΔΙΑΓΓΕΛΜΑ ΤΟΥ «ΟΧΙ» του Προέδρου Παπαδόπουλου το 2004 ΓΙΑ ΤΟ ΑΝΕΛΕΥΘΕΡΟ, ΑΝΤΙΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟ ΚΑΙ ΦΑΣΙΣΤΟΕΙΔΕΣ ΣΧΕΔΙΟ ΑΝΑΝ – Και η «έκθεση του Διεθνούς Συμβουλίου Εμπειρογνωμόνων» για μια βιώσιμη λύση του Κυπριακού» συμβατή με την διεθνή και ευρωπαϊκή νομιμότητα

papadopoulosΗ παρούσα μοιραία κρίση του νεοελληνικού κράτους προαναγγέλθηκε πολλές φορές. Τα κύρια αίτια όλων των κακών των νεοελλήνων βρίσκονται στις αφετηρίες του την δεκαετία του 1820 και του 1830. Μετά την Ελληνική Επανάσταση η προσπάθεια μερικών να βρουν την χρυσή τομή μεταξύ ισχυρού σύγχρονου κράτους και δημοκρατίας απέτυχε. Των Ελλήνων οι Κοινότητες ήταν διαχρονικά δημοκρατικά συγκροτημένες πλην η αρμονική ένταξή τους σε ένα σύγχρονο κράτος δεν ήταν αυτονόητη. Πολλοί εντοπίζουν το τέλος των ελπίδων στην δολοφονία του Καποδίστρια. Εγώ θα έλεγα ότι με δεδομένη την διαφοροποίηση και την παρέμβαση των μεγάλων δυνάμεων τίποτα δεν ήταν αυτονόητο. Παραμένει ότι δύο αιώνες μετά το νεοελληνικό κράτος παραμένει πάνω στα εξαρτημένα θεμέλια που τότε κτίστηκαν.Σίγουρα θύματα είναι οι Έλληνες πολίτες που κατοικούν στο νεοελληνικό κράτος. Πασχίζουν να επιβιώσουν ενάντια σε ένα εχθρικό ξενοκρατούμενο κράτος. Δεν κατόρθωσαν να γίνουν εντολείς της εξουσίας και η νεοελληνική κοινωνία κάτοχος του κράτους σύμφωνα με τις διαχρονικές παραδόσεις του παμμέγιστου πολιτικού πολιτισμού της Ελληνικότητας. Τα μεγαλύτερα θύματα, όμως, είναι οι Έλληνες που αρχικά δεν εντάχθηκαν στο νεοελληνικό κράτος. Κυριολεκτικά, ένας μετά τον άλλο εξοντώνονται από την «εξουσία του Κολωνακίου» (ή καλύτερα του τριγώνου Εξάρχεια, Κολωνάκι, Πρεσβείες της παραπλήσιας Λεωφόρου). Τελευταίο μεγάλο θύμα οι εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες της Κύπρου.Το 1963-64 πρώτος Παπανδρέου υποσχέθηκε να κάνει πραξικόπημα στην Κύπρο (βλ. http://infognomonpolitics.blogspot.gr/2010/07/1964.html και http://www.antibaro.gr/article/7133).Προηγήθηκε, αντί αυτοδιάθεσης, η επιβολή της Ζυρίχης το 1959-60, ενός δηλαδή κρατικού συστήματος που ενσάρκωνε οτιδήποτε μπορεί να σημαίνει το αποικιοκρατικό «διαίρει και βασίλευε» (με προεκτάσεις μέχρι τις μέρες μας και ραδιουργίες για να οριστικοποιηθεί ο πλήρης έλεγχος).Εάν θελήσουμε να πάμε πιο μπροστά ήταν η άσκοπη αποδοχή της τριμερούς το 1955 οπότε και αρχίζει η εμπλοκή της Τουρκίας στο Κυπριακό ενώ οι Συνθήκες δεν της έδιναν τέτοιο δικαίωμα. Μπλοφάραμε, είπε ο Μακμίλλαν, και προς μεγάλη μας έκπληξη οι Έλληνες δέχθηκαν. Είναι αυτοί οι ίδιοι μορφικά πανομοιότυποι εγχώριοι εξουσιαστές που λένε σε όλα ΝΑΙ στους ξένους. Ακόμη χειρότερα, δουλικά, κάθονται και γράφουν με τους ξένους συμφωνίες που μας καταδικάζουν (σίγουρα αυτό έγινε όπως μάθαμε μετά με το σχέδιο Αναν σε διάφορες συναντήσεις «νέων ηγετών» και φορέων επιστημονικών τίτλων σε συναντήσεις στην Ύδρα, στο Βερολίνο, στην Οξφόρδη και στο … Υπουργείο Εξωτερικών της Ελλάδας ή εκεί κοντά). Εκατοντάδες φορείς επιστημονικών τίτλων, εξάλλου, υπέγραψαν λίστες στήριξης του φασιστικού σχεδίου Αναν. [βλ. In Memoriam Γιάννου Κρανιδιώτη. Ειρηνική επίλυση των ελληνοτουρκικών διαφορών και ο Γιάννος Κρανιδιώτης Δημοσιευμένο στο Στ. Περράκης (Επιμ.), In Memoriam Γιάννου Κρανιδιώτη (Εκδ. Σιδέρη) – http://wp.me/p3OlPy-I2%5D

Και όταν μερικοί από εμάς μαζί με ξένους συναδέλφους σε επιστημονικές συναντήσεις που κάναμε με δικά μας έξοδα γράψαμε την έκθεση εμπειρογνωμόνων για το Κυπριακό που κονιορτοποιούσε το σχέδιο Αναν κανείς δεν ζήτησε συγνώμη (παρατίθεται πιο κάτω, βρίσκεται και στην διεύθυνση  ως “Πλαίσιο Αρχών για μια δίκαιη λύση και βιώσιμη λύση του Κυπριακού με γνώμονα το Διεθνές και Ευρωπαϊκό Δίκαιο”, από… http://wp.me/p3OlPy-lc . Επίσης αναρτημένη μαζί με άλλα στην διεύθυνση  http://www.ifestosedu.gr/32RuleofLaw.htm

Σε όλα αυτά το «Μητροπολιτικό κέντρο» των νεοελλήνων πρωταγωνιστούσε. Δεν πέρασαν παρά μόνο τρία χρόνια μετά τις ραδιουργίες του 1963-64 και είχαμε τους εγκάθετους χουντικούς της επάρατης επταετίας 1967-1974.

Το 1974 η εισβολή στην Κύπρο άλλαξε θεμελιακά τους συσχετισμούς. Ο ελληνισμός της Κύπρου αντιστάθηκε μέχρι σήμερα αλλά μόνος. Να θυμίσω την φράση του Κ. Καραμανλή «Η Κύπρος είναι μακριά», δηλαδή εγκαταλείπουμε το σημαντικότερο γεωπολιτικό σημείο πλανήτη όπου ζουν εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες, αθετούμε τις υποχρεώσεις μας ως εγγυήτρια «δύναμη» και την αποδεκτή από όλους ζήτημα ότι οι ομοεθνείς ενός κράτους αποτελούν σημαντικό έρεισμα αλλά και ανθρώπινα όντα τα οποία δεν μπορούν να εγκαταλειφθούν από τους συμπατριώτες τους. Αφήνουμε τους ομοεθνείς έρμαια και ομήρους ενός επιθετικού, αναθεωρητικού και απειλητικού αντιπάλου). Στην Κύπρο βέβαια, πέραν των εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων και της γεωπολιτικής σημασίας της Μεγαλονήσου το νεοελληνικό κράτος τυγχάνει να είναι «εγγυητής» …

Το 2004 υποβάλλεται το φασιστικό, ανελεύθερο, αντιδημοκρατικό, γενοκτόνο σχέδιο Ανάν. Εκατοντάδες φορείς «επιστημονικών τίτλων» και πολλοί «διανοούμενοι»,   όπως ήδη αναφέρθηκε, υπογράφουν μακροσκελείς λίστες στήριξης του φασιστικού αυτού σχεδίου. «Ραμφικοί» επιφυλλιδογράφοι της συμφοράς των νεοελλήνων στηρίζουν με διθυράμβους το σχέδιο ως μεγαλειώδη είσοδο της ανθρωπότητας στην … «μεταεθνική εποχή». Για να εισπράξουν τον δικό μας αφορισμό ότι η «μεταεθνική εποχή» είναι αέρας κοπανιστός μέσα σε σαπουνόφουσκα που παράγει η νοσηρή μεταμοντέρνα τους φαντασία. Οι ίδιοι ή περίπου οι ίδιοι τσαρλατάνοι της «φιλοσοφίας» ή των «πολιτικών» «επιστημών» συνέχισαν να πρωταγωνιστούν και μετά το ΟΧΙ των Κυπρίων. Λίγο πριν είχαν ρίξει την Ελλάδα μέσα στον λάκκο των λεόντων της ΟΝΕ άνευ λόγου και παντελώς άσκοπα [ΟΝΕ: Ο μηχανισμός της καταστροφής και έγκαιρες προειδοποιήσεις http://wp.me/p3OlPy-CS]

Μην ρωτήσετε έναν νέο μεταξύ 15 και 30 ή και 40 τι είναι όλα τα πιο πάνω. Οι περισσότεροι δεν γνωρίζουν και το διαπιστώνω συχνά όταν ρωτώ τι είναι η «21η Απριλίου» ή ποιος ήταν ο Γρηγόρης Αυξεντίου ή τι έγινε το 1974 στην Κύπρο. Ο εθνομηδενιστικός μεταμοντερνισμός ροκάνισε ουκ ολίγους πνευματικά ενώ πλέον ούτε με κρυφά σχολεία παρόμοια με την Τουρκοκρατία δεν θα μπορούσαμε να μορφώσουμε νέους καθότι θα έχουμε πρόβλημα να βρούμε ιστορικά σωστά «ενημερωμένους» δασκάλους. Η ανθρωπολογική συρρίκνωση που αποκορυφώθηκε τη δεκαετία του 1990 απλά δεν περιγράφεται και εάν τάχιστα δεν επανέλθουμε σε μια παιδεία που θα διδάσκει την αλήθεια ίσως πλέον να είναι πολύ αργά.

Δεν είναι τυχαίο λοιπόν το γεγονός ότι η πολιτικοπνευματική και πολιτικοανθρωπολογική συρρίκνωση των νεοελλήνων οδήγησε στο επόμενο θανατηφόρο πλήγμα. Στους φανατικούς θιασώτες βίντεο, στους «ιδρυματικούς» συμβούλους τους, στους «λεφτά υπάρχουν», στους «ο τιτανικός βυθίζεται», στους μακεδονομάχους που έγιναν μνημονιολάτρες, στα ποτάμια που κύλησαν και βρόμισαν τα πάντα, στην αναβίωση φασιστικών ιδεολογημάτων με τα οποία ερωτοτροπούσαν οι … «αστοί», στους κομμουνιστές που έγιναν … διαφωτιστές και πάει λέγοντας. Περιττεύει να τα εξιστορήσουμε γιατί είναι πολύ γνωστά. Ζήμενς είπατε; Ας μην αναφέρουμε ούτε αυτή.

Σημασία έχει, δυστυχία μας, ότι το 1955 έφερε το 1959, το 1964 έφερε το 1967, το 1967 έφερε το 1974, το 1974 έφερε το 2010, το 2010 έφερε το 2012, το 2012 έφερε το 2015 και τα επόμενα χρόνια εξελίσσονται μοιραία σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που εμείς δημιουργήσαμε και που εμείς δείχνουμε αδυναμία να αντιστρέψουμε. Μοιραία χρόνια γιατί όπως υποστηρίξαμε ξανά η ελληνική κοινωνία βρίσκεται στο χείλος του γκρεμού (με τα δις χρέους να την βαραίνουν). Η πτώση φαίνεται να είναι αναπόφευκτη ενώ η «ρήξη» που θα δημιουργούσε κάποιες χαραμάδες διεξόδου δεν είναι εφικτή γιατί η ιδιωτεία κυριαρχεί, τα δελτία των 8 μιλούν για λογαριασμό ποιων (;), η εκάστοτε λεγόμενη «αντιπολίτευση» τρίβει τα χέρια από ικανοποίηση γιατί οι αντικαταστάτες τους δεν θα τα βγάλουν πέρα, πολλοί από τους νέους κυβερνήτες χαϊδεύουν τρομοκράτες και λαθρό!μετανάστες, η κορυφή της σημερινής ηγεσίας (και όχι μόνο) δηλώνει οπαδός της εποχής των δουλοπαροίκων («λαός», «μάζες» κ.τ.λ.) και οι οικονομολόγοι ψάχνουν για τον Δαρβίνο για να καταστείλει περισσότερο τους Έλληνες αυξάνοντας έτσι την … αποτελεσματικότητα της οικονομίας. Τίποτα δεν βλέπουν. Μεταναστευτική γενοκτονία των νέων μας, αυτοκτονίες, εκατομμύρια άνεργοι και κινούμενοι κάτω των ορίων φτώχειας. «Μακριά από εμένα και όπου να είναι», λένε πολλοί πλέον ξεχνώντας κάθε έννοια συλλογικότητας, αλληλεγγύης και πίστης και νομιμοφροσύνης στην κοινωνική οντότητα στην οποία ανήκουν.

24 Απριλίου ένας Έλληνας, όπως πολλοί άλλοι ηγήτορες στη διαδρομή των Εθνών όταν αξίωναν Ελευθερία, ήγειρε το ΟΧΙ. Εκείνο το διαχρονικό και προαιώνιο ΟΧΙ το οποίο, πάνω στην πλάστιγγα ΟΧΙ/Ελευθερία – Ναι/υποτέλεια/αναξιοπρέπεια/ανελευθερία/δεσποτεία, υπερισχύει, το πρώτο, το ΟΧΙ.

Αυτά δεν είναι λόγια απόρροια συναισθηματισμού. Είναι λόγια εκτάκτου ανάγκης.

Πριν το διάγγελμα του Τάσου Παπαδόπουλου και την έκθεση για το Κυπριακό του διεθνούς πάνελ εμπειρογνωμόνων, παραθέτω μερικούς τίτλους κειμένων και τους συνδέσμους. Δίνουν μια στοιχειώδη εικόνα για το πώς και γιατί η Ελλάδα το 2004 έφθασε στο κατώτατο σημείο αναξιοπρέπειας όταν ξένοί γραφειοκράτες κινούμενοι από ρευστά ηγεμονικά συμφέροντα πρότειναν την εξόντωση εκατοντάδων χιλιάδων κυπρίων. Αυτή την βάρβαρη πρόταση υποστήριξαν πολλοί, όπως αναφέραμε πιο πάνω, ενώ το 2015 όταν ο κίνδυνος επαναφοράς παρόμοιων σχεδίων είναι πολύ μεγάλος, η κατάσταση στην «Μητρόπολη» των νεοελλήνων δεν είναι καλύτερη.

  • In Memoriam Γιάννου Κρανιδιώτη. Ειρηνική επίλυση των ελληνοτουρκικών διαφορών και ο Γιάννος Κρανιδιώτης http://wp.me/p3OlPy-I2 
  • Ελληνική Εθνική Στρατηγική, έννοια, σκοποί προϋποθέσεις επιτυχούς εκπλήρωσης: η περίπτωση της ευρωπαϊκής προοπτικής… http://wp.me/p3OlPy-Ff 

Η διεθνής και ευρωπαϊκή νομιμότητα σε σχέση με το κυπριακό και το σχέδιο Αναν. Συνιστάται σε όσους δεν επιθυμούν να γίνονται έρμαιο ανελεύθερων, αντιδημοκρατικών και φασιστοειδών θέσεων και γνωμών.

Ακόμη

Π. Ήφαιστος, ΤΑ ΜΕΤΑΜΟΝΤΕΡΝΑ ΣΟΔΟΜΑ ΚΑΙ ΓΟΜΟΡΡΑ, Η «ΚΟΣΜΟΘΕΩΡΙΑ ΤΩΝ ΕΘΝΩΝ» και συνθήκες που την κατεδαφίζουν.

http://wp.me/p3OlPy-1bQ  –  http://wp.me/p3OqMa-15l

ΟΛΙΓΑΡΧΙΚΕΣ ΔΟΜΕΣ, ΜΟΝΤΕΡΝΙΣΜΟΣ, ΜΕΤΑΜΟΝΤΕΡΝΙΣΜΟΣ, ΔΕΣΠΟΤΕΙΑ VERSUS ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΣ / ΙΣΧΥΡΕΣ… http://wp.me/p3OlPy-10O 

«ΔΕΝΔΡΟ-ΦΟΒΙΑ», «ΦΥΛΛΟ-ΦΟΒΙΑ», «ΦΥΣΗ-ΦΟΒΙΑ» ΩΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΗΣ ΜΕΤΑΜΟΝΤΕΡΝΑΣ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΗΣ ΣΥΡΡΙΚΝΩΣΗΣ http://wp.me/p3OlPy-ZS 

Η ΜΕΓΑΛΗ ΚΟΝΔΥΛΕΙΑ ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΑΝΤΙΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗΣ ΠΑΛΗΣ ΠΟΥ ΠΑΓΙΔΕΥΣΕ ΤΗ ΜΟΝΤΕΡΝΑ ΣΚΕΨΗ ΚΑΙ ΟΔΗΓΗΣΕ ΣΤΟΝ ΜΕΤΑΜΟΝΤΕΡΝΙΣΜΟ http://wp.me/p3OlPy-ZB 

Μοντερνισμός, το ιδεολογικό φαινόμενο και η μεταμοντέρνα διολίσθηση προς τα ανθρωπολογικά Σόδομα και Γόμορρα. http://wp.me/p3OlPy-Zv 

Η ΑΒΑΣΤΑΚΤΗ ΕΛΑΦΡΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΤΕΧΝΟΣΦΑΙΡΑΣ http://wp.me/p3OlPy-134 

ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΈΣ ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ ΤΟΥ ΜΟΝΤΕΡΝΙΣΜΟΎ ΚΑΙ Η ΚΑΤΆΛΗΞΉ ΤΟΥ: ΚΑΤΕΞΟΥΣΙΑΣΜΟΣ ΚΕΡΔΟΣΚΟΠΩΝ,ΤΟΚΟΓΛΥΦΩΝ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΚΡΑΤΩΝ http://wp.me/p3OqMa-138

ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΑ ΜΠΕΡΔΕΜΑΤΑ ΚΑΙ Η ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΕΘΝΙΚΟΎ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΕΠΙΒΙΩΣΗΣ http://wp.me/p3OlPy-Vv 

ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΑΣΤΟΥΣ ΚΑΙ ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΥΣ. ΤΟ ΑΒΑΣΤΑΚΤΟ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΟ ΧΑΟΣ http://wp.me/p3OlPy-OE 

Tο εθνοκρατοκεντρικό διεθνές σύστημα και η διαδρομή της ανθρωποκεντρικής πολιτικής θεμελίωσης http://wp.me/p3OlPy-No 

ΖΙΑΚΑΣ: «ΤΖΟΓΑΔΟΡΟΙ ΒΡΙΣΚΟΝΤΑΙ ΠΛΕΟΝ ΣΤΟ ΤΙΜΟΝΙ ΤΟΥ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΥ. ΠΡΑΓΜΑ ΠΟΥ Η ΤΡΕΧΟΥΣΑ ΜΕΓΑΛΗ ΚΡΙΣΗ ΤΟ ΕΠΙΒΕΒΑΙΩΣΕ… http://wp.me/p3OlPy-I4 

Π. Ήφαιστος – P. Ifestos
www.ifestosedu.grinfo@ifestosedu.grΣτρατηγική Θεωρία–Κρατική Θεωρίαhttps://www.facebook.com/groups/StrategyStateTheory/
Διεθνής πολιτική 21ος  αιώνας https://www.facebook.com/groups/InternationalPolitics21century/
Ελλάδα-Τουρκία-Κύπρος: Ανισόρροπο τρίγωνοhttps://www.facebook.com/groups/GreeceTurkeyCyprusImbalance/
Διαχρονική Ελληνικότητα https://www.facebook.com/groups/Ellinikotita/
Άνθρωπος, Κράτος, Κόσμος–Πολιτικός Στοχασμόςhttps://www.facebook.com/groups/Ifestos.political.thought/
Κονδυλης Παναγιώτης– https://www.facebook.com/groups/Kondylis.Panagiotis/
Θολό βασίλειο της ΕΕhttps://www.facebook.com/groups/TholoVasileioEU/
Θουκυδίδης–Πολιτικός Στοχασμόςhttps://www.facebook.com/groups/thucydides.politikos.stoxasmos/
Μέγας Αλέξανδρος–Ιδιοφυής Στρατηγός και Στρατηλάτηςhttps://www.facebook.com/groups/M.Alexandros/
Προσωπική σελίδαhttps://www.facebook.com/p.ifestos
Πολιτισμός, Περιβάλλον, Φύση, Ψάρεμαhttps://www.facebook.com/Ifestos.DimotisBBB
«Κοσμοθεωρία των Εθνών»https://www.facebook.com/kosmothewria.ifestos
Προσωπικό προφίλhttps://www.facebook.com/panayiotis.ifestos


Πρόεδρος Παπαδόπουλος – Διάγγελμα (ΠΛΗΡΕΣ ΚΕΙΜΕΝΟ)
ΚΥΠΕ – ΛΕΥΚΩΣΙΑ-Κύπρος – 07/04/2004 22:23:57
ΔΙΑΓΓΕΛΜΑ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΑΣΣΟΥ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ
ΓΙΑ ΤΟ ΔΗΜΟΨΗΦΙΣΜΑ ΤΗΣ 24ΗΣ ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2004

Συμπατριώτισσες, Συμπατριώτες,

papadopoulosΑυτές της εξαιρετικής ιστορικής σημασίας συνθήκες, νιώθω υποχρέωσή μου να απευθυνθώ σ΄ εσάς: στον Κυρίαρχο Κυπριακό Λαό. Κάθε λαός διαμορφώνει και γράφει τη δική του ιστορία. Άλλοτε με απελευθερωτικούς και κοινωνικούς αγώνες, άλλοτε με δημοκρατικές διαδικασίες διά της ψήφου του. Τώρα καλείται ο Κυπριακός Λαός, καλούμαστε ο καθένας χωριστά και συλλογικά, να γράψουμε την ιστορία του μέλλοντος της Κύπρου.

Η πατρίδα μας, διέρχεται τις πιο δραματικές ώρες της μακραίωνης ιστορίας της. Ώρες καθοριστικές όχι μόνο για το παρόν και τη δική μας γενεά, αλλά και για το μέλλον και τις γενεές που θα έρθουν. Οι αποφάσεις που θα πάρουμε εμείς σήμερα, διαμορφώνουν και καθορίζουν τις τύχες και τα πεπρωμένα και των επερχόμενων γενεών.

Είμαι πεπεισμένος ότι ολόκληρη η πολιτική ηγεσία του τόπου, αλλά και η κάθε μιά και ο καθένας από σας, έχει πλήρη επίγνωση της σοβαρότητας της απόφασης που καλούμαστε να πάρουμε στο Δημοψήφισμα της 24ης του Απρίλη, και ότι συμμερίζεστε το βάρος της ευθύνης που αναλαμβάνουμε με την ψήφο μας. Αυτή η απόφαση ανήκει αποκλειστικά και μόνο στον Κυπριακό Λαό. Ελπίζω οι ξένοι φίλοι μας να σεβαστούν το λαό και την Κυπριακή Δημοκρατία. Ελπίζω να κατανοήσουν ότι παρεμβάσεις και πιέσεις προσβάλλουν την αξιοπρέπεια του Κυπριακού λαού, είναι αντίθετες προς ρητή πρόνοια του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και, τελικά, καταλήγουν αντιπαραγωγικές.

Η κρισιμότητα των αποφάσεων που καλούμαστε να πάρουμε συλλογικά, αλλά και ατομικά, δεν μας επιτρέπει να αποδυθούμε σε συναγωνισμό για το ποιός είναι περισσότερο ή λιγότερο πατριώτης. Όλοι έχουμε τον ίδιο στόχο και όλοι έχουμε την ίδια έγνοια για το μέλλον της πατρίδας μας.

Υπάρχουν διαφορές στις εκτιμήσεις, στην ανάλυση των περίπλοκων και, εν πολλοίς, δυσνόητων προνοιών του Σχεδίου Ανάν και των βραχυπρόθεσμων και μακροχρόνιων αποτελεσμάτων του. Καλώ όλους να λειτουργήσουμε σε πνεύμα αλληλοσεβασμού, χωρίς φανατισμό και προπηλακισμούς.

Δεν πρόκειται για πολιτικές εκλογές όπου τα Κόμματα καταμετρούν τη δύναμή τους. Δεν θα αναμετρηθούν τα Κόμματα μεταξύ τους. Θα αναμετρηθούμε με την ιστορία.

Η διαφύλαξη λοιπόν της ενότητας μας είναι ύψιστο χρέος προς την πατρίδα μας. Όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, οφείλουμε να το σεβαστούμε και η επόμενη μέρα πρέπει να μας βρει μονιασμένους και δυνατούς. Η Κύπρος θα μας χρειαστεί όλους. Δεν περισσεύει κανένας.

Σέβομαι και εκτιμώ κάθε καλόβουλη και ειλικρινή άποψη και προσπαθώ να την κρίνω με αντικειμενικότητα και να την σταθμίσω, χωρίς προκαταλήψεις, και ανεπηρέαστος από δογματισμούς ή συναισθηματική φόρτιση.

Ως Πρόεδρος της Δημοκρατίας και εκλεγμένος εκπρόσωπος της Ελληνοκυπριακής κοινότητας φέρω το αυξημένο βάρος της ευθύνης της διεξαγωγής των διαπραγματεύσεων και το χρέος να δηλώσω δημόσια, με ειλικρίνεια και παρρησία τη δική μου αποτίμηση της κατάληξης και την δική μου απόφαση. Χωρίς καμιά προσπάθεια επιβολής της δικής μου επιλογής και θέλησης αλλά ως καθοδήγηση και συνεκτίμηση από σας. Η τελική απόφαση ήταν πάντα και παραμένει δική σας. Η ετυμηγορία σας θα εκφραστεί στο Δημοψήφισμα της 24ης του Απρίλη.

Από την ημέρα που επέστρεψα από τη Λουκέρνη, αφιέρωσα όλο μου το χρόνο για να μελετήσω με τους συνεργάτες μου και τους λειτουργούς του Κράτους το τελικό Σχέδιο Ανάν, σε όλες του τις πτυχές. Άκουσα απόψεις, εκτιμήσεις και αναλύσεις. Παρακολούθησα με προσοχή τον δημόσιο διάλογο που έχει αναπτυχθεί και τα επιχειρήματα που οι διάφορες πλευρές παρέθεσαν. Έχω ζητήσει και έλαβα γνωμοδοτήσεις ξένων διεθνολόγων και συνταγματολόγων πάνω σε συγκεκριμένες πτυχές και πρόνοιες του Σχεδίου. Αξιολόγησα τις δηλώσεις διεθνών παραγόντων με νηφαλιότητα, ψυχραιμία και αντικειμενικότητα. Αξιολόγησα τις εκτιμήσεις Ελλαδικών Κομμάτων και ξένων Κυβερνήσεων με τις οποίες επικοινώνησα. Αναμένω και θα μελετήσω με προσοχή τις τελικές αποφάσεις των πολιτικών Κομμάτων της Κύπρου, τα οποία σέβομαι και εκτιμώ για την προσφορά τους στον τόπο. Κριτήριο της αξιολόγησής μου ήταν ένα και μοναδικό: η εξυπηρέτηση των συμφερόντων και δικαιωμάτων του Κυπριακού Λαού στο σύνολό του, Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. Αυτό μου επιβάλλει η συνείδησή μου. Αυτό απαιτεί το αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας, στο οποίο με τη ψήφο σας με εκλέξατε.

Ελληνικέ Κυπριακέ Λαέ,

Όταν πριν από ένα χρόνο, ζήτησα τη ψήφο σου, ανέλαβα την δέσμευση ότι θα αγωνιστώ με όλες μου τις δυνάμεις, σε κάθε επίπεδο και από κάθε βήμα που προσφέρεται, για να πετύχω, βελτιώσεις στην, τότε, εκδοχή του Σχεδίου Ανάν, με στόχο να καταστεί λειτουργικό και, άρα, βιώσιμο. Δεσμεύτηκα ότι οι απαιτήσεις μας για βελτιώσεις θα ήσαν εντός των παραμέτρων του Σχεδίου και δεν θα ανέτρεπαν την γενική φιλοσοφία του Σχεδίου, ούτε θα ανέτρεπαν ουσιώδεις και βασικές πρόνοιές του ή συμβιβασμούς που είχαν συμφωνηθεί στις συνομιλίες που είχαν προηγηθεί της εκλογής μου.

Δεσμεύτηκα, ακόμη, ότι θα επεδίωκα λύση που θα διασφάλιζε τα συμφέροντα των Ελληνοκυπρίων αλλά και των Τουρκοκυπρίων, στα πλαίσια μιας επανενωμένης Κύπρου.

Συνεπής στην πάγια πολιτική του Εθνικού Συμβουλίου, ότι η δική μας πλευρά επιδίωκε δικοινοτικές διαπραγματεύσεις υπό την αιγίδα του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών και ανταποκρινόμενος σε συνεχείς παραινέσεις της πολιτικής ηγεσίας του τόπου, δεν έπαυσα να επιζητώ και να πιέζω για επανάληψη της πρωτοβουλίας του Γενικού Γραμματέα με βάση το Σχέδιο Ανάν και κάτω από τις προϋποθέσεις που είχαν συμφωνηθεί στο Εθνικό Συμβούλιο.

Τελικά, ο Γενικός Γραμματέας μας κάλεσε στη Νέα Υόρκη στις 10 Φεβρουαρίου του 2004, για να συμφωνήσουμε σε νέα διαδικασία διεξαγωγής των διαπραγματεύσεων, θέτοντας ως όρο για την ανάληψη νέας πρωτοβουλίας, την αποδοχή διαιτητικού ρόλου του Γενικού Γραμματέα.

Αν δεν ανταποκρινόμουνα θετικά στην πρόσκληση του Γενικού Γραμματέα θα ενεργούσα αντίθετα με την πάγια πολιτική του Εθνικού Συμβουλίου και θα ήμουνα ασυνεπής στην πάγια θέση μας ότι επιδιώκουμε λύση του προβλήματος με συνομιλίες υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών.

Με τη σύμφωνη γνώμη των εκπροσώπων των, αριθμητικά, μεγαλύτερων πολιτικών δυνάμεων που με συνόδευσαν στη Νέα Υόρκη και με τη σύμφωνη γνώμη της, τότε, Κυβέρνησης και αξιωματικής αντιπολίτευσης της Ελλάδας, δεχτήκαμε αυτή την αλλαγή της διαδικασίας. Προσωπικά, δέχτηκα αυτή τη νέα διαδικασία, εφόσον στη διαιτητική απόφαση του Γενικού Γραμματέα, ο λαός της Κύπρου με την άμεση και προσωπική ψήφο του καθενός σε Δημοψήφισμα, θα είχε τον τελευταίο λόγο.

Μετά από εκτίμηση της πλειοψηφίας του Εθνικού Συμβουλίου, ότι η από μέρους μας υποβολή μαξιμαλιστικών θέσεων θα οδηγούσε σε επικρίσεις κατά της πλευράς μας, υποβάλαμε συναινετικές προτάσεις που εξυπηρετούσαν και τις δύο Κοινότητες. Διατηρήσαμε το δικαίωμα να εγείρουμε πρόσθετα θέματα, σχετικά με το εδαφικό, τις περιουσίες και την επιστροφή των εκτοπισμένων, αν η Τουρκοκυπριακή πλευρά ήγειρε τέτοια θέματα. Όντως η Τουρκοκυπριακή πλευρά ήγειρε τέτοια θέματα και η δική μας πλευρά, με έγγραφα της, ήγειρε τις ανταπαιτήσεις της, τόσο στην εδαφική πτυχή όσο και για τα δικαιώματα εκτοπισμένων και περιουσιών.

Περιοριστήκαμε στον ελάχιστο αλλά πολύ σημαντικό στόχο: στην επανένωση της πατρίδας μας και του λαού μας. Επιδιώξαμε θεσμικές αλλαγές που, από τη μια, θα ενίσχυαν τη λειτουργικότητα της λύσης και από την άλλη θα δημιουργούσαν τις προϋποθέσεις για επανένωση θεσμών και λειτουργιών.

Η αρνητική στάση και οι μαξιμαλιστικές θέσεις της Τουρκικής πλευράς, αλλά και η ανοχή που τα Ηνωμένα Έθνη επέδειξαν για απαιτήσεις της εκτός των παραμέτρων του Σχεδίου Ανάν, δεν επέτρεψαν τη διεξαγωγή ουσιαστικών διαπραγματεύσεων, παρά τη δική μας καλή θέληση.

Ο Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών, ασκώντας τη διαιτητική αρμοδιότητα του, κατάρτισε το Πέμπτο Σχέδιο Ανάν, χωρίς να προϋπάρξει συμφωνία των μερών σε οποιοδήποτε από τα θέματα που είχαν εγερθεί στις διαπραγματεύσεις, στη Λευκωσία και στην Ελβετία.

Στο Πέμπτο Σχέδιο Ανάν, περιέχονται βελτιώσεις σε σύγκριση με το Τρίτο και Τέταρτο Σχέδιο Ανάν. Αυτές οι βελτιώσεις δεν ικανοποιούν τις ελάχιστες απαιτήσεις που είχαμε υποβάλει. Ούτε όσο αφορά τη λειτουργικότητα του Σχεδίου, ούτε όσο αφορά την ετοιμότητα εφαρμογής του από την επόμενη των δημοψηφισμάτων, ούτε όσο αφορά την ουσιαστική επανένωση της πατρίδας μας στο οικονομικό, δημοσιονομικό και νομισματικό τομέα.

Αυτή δεν είναι η ώρα ούτε η ευκαιρία να προβώ σε λεπτομερή ανάλυση του Σχεδίου Ανάν. Αυτό θα γίνει στις επόμενες μέρες και μέχρι την διεξαγωγή των δημοψηφισμάτων.

Νομίζω, όμως, ότι είναι χρήσιμο να αναφερθώ, εν είδει παραδειγμάτων, σε μερικές πτυχές που φαίνεται να σας προβληματίζουν. Δεν θα επιχειρήσω ούτε «δαιμονοποίηση» ούτε εξωραϊσμό του Σχεδίου Ανάν. Δεν δέχομαι, όμως, τον ισχυρισμό ότι όποιος επισημαίνει αδυναμίες του Σχεδίου, αναγκαστικά, επιδίδεται σε παραπληροφόρηση ή ότι αυτό δεν είναι αντικειμενική ενημέρωση του Λαού.

Οι προτάσεις μας για διασφάλιση της λειτουργικότητας, δεν περιορίζονταν και δεν εξαντλούνταν στη σύνθεση του Προεδρικού Συμβουλίου ή στην ίδρυση και λειτουργία Πρωτόδικου Δικαστηρίου ή στη Συμφωνία Συνεργασίας για θέματα Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αντίθετα, επεκτείνοντο και κάλυπταν και τους επτά τομείς των προτάσεών μας, δηλαδή, τη νομοθεσία, την Κεντρική Τράπεζα, την κοινή νομισματική και δημοσιονομική πολιτική, τη σμίκρυνση των χρονικών περιόδων ανάκτησης περιουσίας, την σμίκρυνση των μεταβατικών περιόδων, τη διοικητική διάρθρωση της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης, την εκλογή των μελών των Κοινοβουλευτικών Οργάνων, τη νομοθεσία και τους μηχανισμούς λήψης αποφάσεων από διοικητικά όργανα, την εδαφική πτυχή, το θέμα των αγνοουμένων, το θέμα της Καρπασίας και άλλα. Θέλω να τονίσω εμφαντικά, ότι όλες οι απαιτήσεις μας, που υποβλήθηκαν με πλήρη τεκμηρίωση, ήσαν εντός των παραμέτρων του Σχεδίου Ανάν και δεν αφαιρούσαν δικαιώματα που το Σχέδιο Ανάν παρείχε στους Τουρκοκύπριους συμπατριώτες μας.

Αντίθετα, η Τουρκική πλευρά υπέβαλε 11 απαιτήσεις, που επηρεάζουν αρνητικά τα συμφέροντα των Ελληνοκυπρίων και οι οποίες υιοθετούνται, όλες, στο τελικό κείμενο του Σχεδίου Ανάν.

Τώρα καλούμαστε να κρίνουμε κατά πόσο το τελικό Σχέδιο Ανάν ικανοποιεί τους ελάχιστους στόχους που έχουμε θέσει. Με αντικειμενικότητα και με αίσθημα ευθύνης, καλούμαστε να κρίνουμε εάν επιτυγχάνεται η επανένωση της πατρίδας μας σε ένα ομόσπονδο κράτος που θάναι λειτουργικό, βιώσιμο, θα διασφαλίζει τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα και θα δημιουργεί συνθήκες ασφάλειας και οικονομικής ευημερίας τόσο για τους Ελληνοκύπριους, όσο και για τους Τουρκοκύπριους.

Κατά πόσο οι πρόνοιες του Σχεδίου Ανάν, όπως έχουν οριστικά διαμορφωθεί μας επιτρέπουν να μετέχουμε ενεργητικά στην Ευρωπαϊκή Ένωση και να αξιοποιήσουμε τα οφέλη που θα προκύψουν.

Με πόνο ψυχής καταλήγω στη διαπίστωση ότι ακόμα και με την πιο ελαστική, την πιο επιεική κρίση, το τελικό Σχέδιο Ανάν δεν ικανοποιεί τους ελάχιστους στόχους που θέσαμε. Οι ουσιαστικότερες των προτάσεών μας δεν έγιναν αποδεκτές. Ακόμη και στις πρόνοιες που έχουν βελτιωθεί, διαπιστώνουμε λειτουργικές δυσκολίες, περίπλοκες διαδικασίες και επικίνδυνες ασάφειες.

Η πιο βασική και θεμελιώδης ανησυχία και αγωνία μου για το μέλλον της πατρίδας μας εστιάζεται στα εξής:-

Η Τουρκοκυπριακή κοινότητα αποκτά όλα τα βασικά αιτήματα που διεκδίκησε, από την πρώτη ημέρα εφαρμογής της λύσης. Για την ακρίβεια, 24 ώρες μετά την διεξαγωγή των Δημοψηφισμάτων.

Παραμένει, ακόμα, αβέβαιο και ασαφές αν θα υπάρξει επικύρωση της Συνθήκης από το Τουρκικό Κοινοβούλιο, πριν τεθεί σε εφαρμογή η Ιδρυτική Συμφωνία.

Αναγνωρίζεται η οντότητά της ως «νόμιμο συνιστών Κράτος». Διαγράφεται η εισβολή και η κατοχή. Οι κάτοχοι της Τουρκοκυπριακής υπηκοότητας, γίνονται αποδεκτοί ως νόμιμοι πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι Τουρκοκύπριοι εξασφαλίζουν ισότιμη συμμετοχή στη διοίκηση του νέου Ομοσπονδιακού Κράτους, με το καθεστώς των ισότιμων «συμπροέδρων» και ισότιμη και ισάριθμη συμμετοχή των εκπροσώπων του Τουρκοκυπριακού συνιστώντος Κράτους, στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και σε όλες τις ειδικές Επιτροπές και Όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Αντίθετα, όλα και όσα προσδοκεί να αποκτήσει η Ελληνοκυπριακή κοινότητα, έστω και από μια κακή και οδυνηρή λύση, παραπέμπονται χωρίς εγγυήσεις στο μέλλον και εξαρτώνται από την καλή πίστη της Τουρκίας να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που αναλαμβάνει. Υπόκεινται ακόμη, στην προϋπόθεση ότι όλα θα λειτουργήσουν ομαλά.

Με λίγα λόγια «αγοράζουμε ελπίδα», με μόνο αντάλλαγμα και διασφάλιση την καλή θέληση της Τουρκικής πλευράς να τηρήσει τη συμφωνία.

Η επιστροφή των κατεχόμενων δικών μας εδαφών, θα γίνει σε περίοδο μεταξύ τρεισήμισι μηνών και τρεισήμισι χρόνων, από την υπογραφή της λύσης, χωρίς καμία εγγύηση ότι αυτό θα εφαρμοστεί. Η πρότασή μας όπως υπαχθούν τα εδάφη αυτά υπό τον έλεγχο της Ειρηνευτικής Δύναμης και όχι του τουρκικού στρατού, έχει απορριφθεί.

Η απόκτηση περιουσιών ή αποζημιώσεων το συντομότερο που θα γίνει, είναι σε περίοδο 3 χρόνων μετά την υπογραφή της λύσης και 5 χρόνων ή, περισσότερων, κατά απόφαση του Συμβουλίου Περιουσιών, και μέσα από μια περίπλοκη διαδικασία με πολλές ασάφειες και δυσμενείς οικονομικές πρόνοιες για την πλευρά μας. Το κόστος των αποζημιώσεων θα κληθούν να καταβάλουν στο μεγαλύτερο του μέρος, οι Ελληνοκύπριοι. Εγείρονται σοβαρά ερωτήματα αν το Ομοσπονδιακό Κράτος που θα εγγυηθεί το ένα τρίτο των αποζημιώσεων, θα έχει το τεκμήριο έγκυρου εγγυητή για να μην σημειωθεί πτώση στην αξία των Ομολόγων, όπως έγινε με το Χρηματιστήριο. Το ίδιο ισχύει και για τον Οργανισμό δανειοδότησης με υποθήκη για απόκτηση των περιουσιών Ελληνοκυπρίων που δεν θα επιστραφούν από Τουρκοκύπριους.

Πρόσφατα έχει αναχθεί σε μεγάλο θέμα και παρουσιάζεται ως σημαντική παραχώρηση προς τους Ελληνοκυπρίους, η ευχέρεια απόκτησης δευτερεύουσας κατοικίας στο Τουρκοκυπριακό συνιστών κράτος.

Ασφαλώς αυτό το δικαίωμα, θα είχε μεγάλη σημασία, αν ήταν αυτόματο και γενικό.

Δυστυχώς οι πρόνοιες του σχετικού Συνταγματικού Νόμου και της Πράξης Προσαρμογής που θα εγκρίνει η Ευρωπαϊκή Ένωση, καθορίζουν ότι αυτό το δικαίωμα δεν είναι αυτόματο.

Αντίθετα, το Τουρκοκυπριακό συνιστών κράτος έχει δικαίωμα και ευχέρεια, με δικό του νόμο, να ρυθμίζει και να περιορίζει αυτό το δικαίωμα για μια δεκαπενταετία ή μέχρις ότου το ακαθάριστο εθνικό προϊόν του Τουρκοκυπριακού συνιστώντος κράτους φθάσει στο 85% του κατά κεφαλή εισοδήματος του Ελληνοκυπριακού συνιστώντος κράτους.

Η επιστροφή των προσφύγων υπό Τουρκοκυπριακή διοίκηση προβλέπεται να γίνει με τέτοια χρονοδιαγράμματα και ποσοστώσεις που δεν δημιουργούν συνθήκες ασφάλειας, για να μπορέσουν με βεβαιότητα οι πρόσφυγες μας να ασκήσουν αυτό το δικαίωμα, και να έχουν βεβαιότητα ότι θα έχουν ασφάλεια ή ότι θα έχουν σχολεία για τα 3, 10 ή 20 παιδιά τους. Και δυστυχώς δεν αποκτούν όλοι οι πρόσφυγές μας το αναφαίρετο δικαίωμα της επιστροφής. Επιπλέον, οι Ελληνοκύπριοι που θα ζουν στο Τουρκοκυπριακό συνιστών Κράτος θα στερούνται των πολιτικών τους δικαιωμάτων, και του δικαιώματος ψήφου για την Γερουσία, κατά παράβαση κάθε δημοκρατικής αρχής.

Με το τελικό Σχέδιο Ανάν δεν ικανοποιήθηκαν οι Κύπριοι αλλά ικανοποιήθηκε απόλυτα η επιδίωξη της Τουρκίας να ελέγχει και να κηδεμονεύει την Κύπρο. Παραμένουν στην ουσία όλοι οι έποικοι, ενώ μετά από 19 χρόνια, εμφανής είναι η πιθανότητα της κατάργησης της παρέκκλισης του 5% Ελλήνων και Τούρκων υπηκόων που θα μπορούν να εγκατασταθούν στην Κύπρο, με ορατό τον κίνδυνο για νόμιμο μαζικό εποικισμό της Κύπρου από την Τουρκία. Διότι η συνέχιση της διασφάλισης του 5%, μετά τα 19 χρόνια, θα εξαρτάται από την έγκριση νόμου από το Προεδρικό Συμβούλιο, τη Βουλή και τη Γερουσία, όπου χρειάζεται και η συναίνεση των αντίστοιχων Τουρκοκυπριακών μελών αυτών των οργάνων.

Η παραμονή έστω και μικρού αριθμού Τουρκικών στρατευμάτων μόνιμα στην Κύπρο, με διευρυμένα παρεμβατικά δικαιώματα στο Ελληνοκυπριακό κρατίδιο χωρίς εγγυητικούς μηχανισμούς, ενώ εμείς θα έχουμε διαλύσει την Εθνική Φρουρά, δημιουργεί συνθήκες ανασφάλειας για τους Ελληνοκυπρίους. Τόσο ο εποικισμός όσο και η συνεχής παρουσία τουρκικών στρατευμάτων στην Κύπρο, δεν εξυπηρετεί βέβαια ούτε τους Ελληνοκύπριους ούτε τους Τουρκοκύπριους, παρά μόνο την Τουρκία.

Μέσα από προσεκτική μελέτη των οικονομικών πτυχών του Σχεδίου Ανάν, διαπιστώνουμε ότι είναι αμφίβολη η οικονομική βιωσιμότητά του. Η εφαρμογή των σχετικών προνοιών συνεπάγεται δυσβάστακτες οικονομικές επιπτώσεις για τους Ελληνοκύπριους, ενώ η όλη δομή του Σχεδίου θα οδηγήσει, αν όχι σε κατάρρευση της Κυπριακής οικονομίας, σίγουρα σε σοβαρή οικονομική κρίση και επιπτώσεις στο βιοτικό επίπεδο των Ελληνοκυπρίων που με τόσες θυσίες οικοδομήσαμε.

Οι λειτουργικές αδυναμίες του Σχεδίου θέτουν, μεταξύ άλλων, σε κίνδυνο την ομαλή δραστηριότητα και συμμετοχή της Κύπρου, με μια φωνή, στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ενώ με πολλές θυσίες οι Ελληνοκύπριοι κατέκτησαν την ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, πολύ εύκολα μπορεί να οδηγηθούμε σε «αδρανοποίηση» της ένταξης μέχρι την υιοθέτηση όλων των απαραίτητων ομοσπονδιακών και περιφερειακών νομοτυπικών μέτρων ή της απώλειας των ωφελημάτων της ένταξης ή της αντιμετώπισης εμποδίων στη συμμετοχή της Κύπρου στην ΟΝΕ και τους άλλους Ευρωπαϊκούς θεσμούς.

Με άλλα λόγια, το Σχέδιο Ανάν δεν καταλύει την de facto διχοτόμηση, αλλά, αντίθετα τη νομιμοποιεί και την εμβαθύνει. Το ερώτημα, λοιπόν, δεν είναι αν θέλουμε τη λύση και επανένωση της πατρίδας μας. Διότι σε αυτό το ερώτημα, η καθολική απάντηση είναι «ναι». Το πραγματικό ερώτημα είναι εάν το Σχέδιο Ανάν επιφέρει την επανένωση ή αν διαιωνίζει τη διαίρεση και, μάλιστα, με τη συγκατάθεση και υπογραφή μας.

Το Σχέδιο Ανάν, δεν οδηγεί στην επανένωση των δύο Κοινοτήτων αλλά αντίθετα προωθεί το μόνιμο διαχωρισμό με περιορισμούς στη διακίνηση, εγκατάσταση, στο δικαίωμα κτήσεως περιουσίας, στην άσκηση πολιτικών δικαιωμάτων και των άλλων χωριστικών στοιχείων του.

Ενώ η ενοποίηση της οικονομίας θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια ενοποιητική δυναμική, με κοινούς οικονομικούς στόχους, κοινά οικονομικά προβλήματα, κοινούς αγώνες και ακόμη μελλοντικά οργάνωση των εργαζομένων σε κοινές συντεχνίες, κάτι που εξυπηρετούσε την Κύπρο, τελικά επιβλήθηκε χωριστή οικονομία. Δεν θα υπάρχει κοινή νομισματική, δημοσιονομική πολιτική και δεν θα επιτρέπονται επενδύσεις Ελληνοκυπριακών Επιχειρήσεων στο Τουρκοκυπριακό συνιστών Κράτος.

Ο στόχος της επανένωσης της πατρίδας μας και του λαού της, δεν επιτυγχάνεται. Με την μετατροπή των διαιρετικών προνοιών του Σχεδίου σε πρωτογενές δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκλείπει ακόμη και η αμυδρή ελπίδα για εξέλιξη και βελτίωση μελλοντικά της λύσης. Ο στόχος της Τουρκοκυπριακής πλευράς για δύο λαούς, με δύο κράτη που θα ζουν χωριστά και απλά θα συνεργάζονται, επιτυγχάνεται απόλυτα.

Είναι σωστό ότι η διαδικασία διαπραγματεύσεων συνεπάγεται συμβιβασμούς. Μειώνοντας το χάσμα των διαφορετικών επιδιώξεων και των διαφορών. Μια διαδικασία «πάρε – δώσε».

Υπάρχουν πολλές πτυχές και πρόνοιες του Σχεδίου Ανάν, για τις οποίες δεν είμαι ικανοποιημένος από τους συμβιβασμούς που επιβλήθηκαν, χωρίς κάν να προηγηθεί διαπραγμάτευση και με πλήρη παραγνώριση των δικών μας τεκμηριωμένων απαιτήσεων.

Δεν είμαι ικανοποιημένος, για παράδειγμα, από την μείωση του αριθμού των εκτοπισμένων που θα επιστρέψουν.

Δεν είμαι ικανοποιημένος από τις ποιοτικές και ποσοστιαίες μειώσεις στα περιουσιακά δικαιώματα των νομίμων ιδιοκτητών περιουσιών στα κατεχόμενα.

Αυτά αποτελούν δυσμενέστερες πρόνοιες από αυτές που υπήρχαν στο Σχέδιο Ανάν Τρία ή στο Σχέδιο Ανάν Τέσσερα που το Εθνικό Συμβούλιο έκρινε ότι δεν ήταν αποδεκτό ως λύση, αλλά μόνο ως βάση για διαπραγμάτευση, με στόχο τη βελτίωση αυτών των προνοιών. Τώρα αυτές οι πρόνοιες έχουν γίνει δυσμενέστερες για τους Ελληνοκύπριους.

Μας ζητούν να δεχτούμε αυτές τις πιο δυσμενείς προσαρμογές, μέσα στο πνεύμα του συμβιβασμού. Μας λένε ότι δεν μπορεί να προκύψει λύση, αν δεν γίνουν τέτοιοι οδυνηροί συμβιβασμοί, και ότι πρέπει να βρεθεί η μέση λύση.

Όμως, υπάρχουν θέματα αρχών και ανθρώπινων δικαιωμάτων όπου η «μέση λύση» δεν συνιστά την σωστή απάντηση. Η ολοφάνερη και σωστή αρχή δεν είναι ο νόμιμος ιδιοκτήτης να μοιραστεί την περιουσία του με τον παράνομο εισβολέα ή να διεκδικήσει αποζημιώσεις για την αποστέρηση της περιουσίας του, που, μάλιστα, σε τελευταία ανάλυση, θα τις καταβάλει ο ίδιος, αφού το ένα τρίτο των αποζημιώσεων θα το εγγυηθεί το Ομοσπονδιακό Κράτος, οι πόροι του οποίου θα προέρχονται κατά τα εννέα δέκατα από Ελληνοκύπριους και μόνο το ένα δέκατο από τους Τουρκοκύπριους.

Το Σχέδιο Ανάν προνοεί ότι, μετά τα 19 χρόνια ή μέχρι την ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όποιο συμβεί πρώτο, οι κατοικούντες αντίστοιχα, σε κάθε ένα από τα δυό συνιστώντα κράτη οι οποίοι δεν έχουν ως μητρική γλώσσα την επίσημη γλώσσα του άλλου συνιστώντος Κράτους, δεν μπορούν να υπερβαίνουν το ένα τρίτο του συνολικού πληθυσμού εκείνου του συνιστώντος Κράτους. Δηλαδή οι ομιλούντες την ελληνική γλώσσα σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούν να υπερβαίνουν το 1/3 του συνολικού πληθυσμού του τουρκοκυπριακού κρατιδίου.

Αυτό αν και είναι θετικό, εν τούτοις αξίζει να αναφερθεί ότι στα προηγούμενα Σχέδια Ανάν δεν υπήρχε ούτε ο χρονικός ούτε ο ποσοστιαίος περιορισμός του ενός τρίτου, από την στιγμή που η Τουρκία θα καθίστατο μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Πρόσθετα, σύμφωνα με το Σχέδιο Ανάν, τώρα στο ένα τρίτο της έκτασης γης που θα μπορούν να αποκτήσουν οι Ελληνοκύπριοι στο Τουρκοκυπριακό συνιστών Κράτος (και, αντίστοιχα, οι Τουρκοκύπριοι στο Ελληνοκυπριακό συνιστών Κράτος) προστίθεται και το κριτήριο «της αξίας» του ενός τρίτου και η προϋπόθεση ότι από αυτό το ένα τρίτο, εξαιρούνται οι περιουσίες στις οποίες δικαιούται ο σημερινός Τουρκοκύπριος χρήστης.

Οι πιο σοβαρές ανησυχίες και προβληματισμοί μου για το Σχέδιο Ανάν, δεν εστιάζονται στους συμβιβασμούς που προτάθηκαν ή επιβλήθηκαν, που πολλοί κρίνουν ως άδικους για την πλευρά μας.

Άλλωστε, εδώ και πολύ χρόνο, έχω πει ότι η οποιαδήποτε λύση που θα εξευρεθεί κάτω από τη σκιά και τα τετελεσμένα της εισβολής και της παρουσίας 35,000 Τουρκικού στρατού στην Κύπρο, δεν μπορούσε να είναι δίκαιη. Αυτό το τίμημα, είμαστε έτοιμοι να το καταβάλουμε προκειμένου να βρεθεί λύση στο Κυπριακό. Αν, όμως, δεν μπορούσε να είναι δίκαιη η λύση, έπρεπε, να επιδιώξουμε να είναι τουλάχιστο λειτουργική ώστε να είναι βιώσιμη.

Χωρίς λειτουργικότητα, χωρίς αποτελεσματική διαδικασία για επίλυση των αδιεξόδων σε ένα καθεστώς όπου οι αποφάσεις πρέπει να λαμβάνονται με βάση ισοτιμίας, δηλαδή 50% με 50%, παρέχεται σε κάθε πλευρά η ευχέρεια και η δυνατότητα να δημιουργούν αδιέξοδα που θα οδηγούν σε παράλυση τις διοικητικές λειτουργίες του κράτους.

Μια παράλυση, που όταν συνεχίζεται, αναπόφευκτα θα οδηγήσει σε διάλυση της κρατικής λειτουργίας, προτού κάν εφαρμοστεί η «νέα κατάσταση πραγμάτων», το νέο Κράτος.

Να θυμούμαστε πάντα, ότι εμείς δίνουμε από την επόμενη των δημοψηφισμάτων όλα και όσα επιδιώκει η Τουρκοκύπριοι, και το Κράτος μας καταλύεται, ενώ εμείς θα αναμένουμε να εξασφαλίσουμε τα δικά μας ανταλλάγματα, όπως, επιστροφή εδαφών, περιουσίες και εγκατάσταση, στο μέλλον.

Από τριάμισυ χρόνια για επιστροφή κατεχόμενων εδαφών, σε πέντε χρόνια για την επανάκτηση περιουσίας ή αποζημίωσης για περιουσία στο Τουρκοκυπριακό συνιστών κράτος και από τρία μέχρι 19 χρόνια για σταδιακή επιστροφή στο Τουρκοκυπριακό συνιστών κράτος. Στο μεταξύ η Κυπριακή Δημοκρατία θα έχει εξαφανιστεί 24 ώρες μετά τα Δημοψηφίσματα.

Οι σοβαρές ανησυχίες μου δεν είναι γι’ αυτά τα άδικα και αβέβαια.

Οι ανησυχίες μου εστιάζονται και οφείλονται στην αβεβαιότητα για τη νέα Κύπρο που θα προκύψει από αυτό το Σχέδιο Ανάν.

Από την ευχέρεια και την δυνατότητα του νέου κράτους να εγκαθιδρυθεί και να λειτουργήσει. Από την ικανότητα του να διαδραματίσει τον σωστό ρόλο του μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση ως εποικοδομητικό μέλος και όχι ως ενοχλητικός συνεταίρος. Από την ανησυχία μου αν το νέο καθεστώς θα μπορεί, λόγω των αδιεξόδων στη λήψη αποφάσεων, να έχει ρόλο και λόγο στα Ηνωμένα Έθνη και άλλα διεθνή βήματα.

Από την αγωνία μου αν η Κυβέρνηση του Ομοσπονδιακού κράτους, θα μπορεί να διασφαλίσει στους πολίτες του την οικονομική δυνατότητα και τις ευκαιρίες για ευημερία, ευμάρεια, ειρήνη και ασφάλεια σε ένα κράτος δικαίου, δημοκρατίας, συναίνεσης, που θα σέβεται και θα προασπίζει τα ανθρώπινα δικαιώματα του κάθε πολίτη.

Αντί αυτού, το Σχέδιο Ανάν, απαιτεί από μένα να απευθύνω επιστολή στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με την οποία να ζητώ να καταστεί η Ιδρυτική Συμφωνία πρωτογενές Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έτσι που να εμποδίζεται ο κάθε Κύπριος πολίτης να διεκδικήσει τα ανθρώπινα δικαιώματα του από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

Ακόμα, απαιτεί, να απευθύνω άλλη επιστολή στο Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, με την οποία να απαιτώ, απόσυρση όλων των προσφυγών που πολίτες κατέθεσαν και εκκρεμούν σε αυτό το Δικαστήριο.

Δεν είναι δυνατό ούτε θεωρώ ότι μου είναι επιτρεπτό, ως θεματοφύλακας των ανθρώπινων δικαιωμάτων του κάθε πολίτη, να προβώ σε τέτοια ενέργεια που, στην ουσία, θα αφαιρεί από τον πολίτη το δικαίωμα να διεκδικήσει τα ανθρώπινα δικαιώματα του που είναι κατοχυρωμένα με διεθνείς συνθήκες που έχει επικυρώσει η Κυπριακή Δημοκρατία.

Με την ίδια υπευθυνότητα που πρέπει να αξιολογήσουμε τους κινδύνους από την υιοθέτηση του Σχεδίου Ανάν, πρέπει να μελετήσουμε και τις πιθανές επιπτώσεις από την απόρριψή του. Δεν συμμερίζομαι τις υπερβολές και τους εκβιασμούς που οι υποστηρικτές του Σχεδίου προβάλλουν στο λαό. Πρέπει νάμαστε έντιμοι και ειλικρινείς έναντι του λαού.

Λογικά υποβάλλεται το ερώτημα, ποιές θα είναι οι συνέπειες αν ο Λαός στο δημοψήφισμα ψηφίσει «όχι».

Αν ο κυρίαρχος λαός με τη ψήφο του απορρίψει το Σχέδιο, σε μία εβδομάδα η Κυπριακή Δημοκρατία θα καταστεί πλήρες και ισότιμο μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Θα πετύχουμε ένα στρατηγικό στόχο που από κοινού θέσαμε για να αναβαθμίσουμε και να θωρακίσουμε πολιτικά την Κυπριακή Δημοκρατία. Είναι δογματισμός και υποδηλεί άγνοια των κανόνων της διεθνούς πολιτικής, η άποψη ότι αυτή θάναι η τελευταία πρωτοβουλία για λύση του Κυπριακού. Οι βασικοί παράμετροι που επέφεραν αυτή την πρωτοβουλία θα συνεχίσουν να υπάρχουν και μετά την 25η Απριλίου. Η ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση θάναι δεδομένη. Η ενταξιακή πορεία της Τουρκίας επίσης θα συνεχιστεί και έτσι η Άγκυρα θα βρίσκεται υπό συνεχή αξιολόγηση για την υιοθέτηση και εφαρμογή του Ευρωπαϊκού Κεκτημένου. Το διεθνές ενδιαφέρον για εξομάλυνση και ειρήνευση της περιοχής μας θα συνεχίσει να υπάρχει.

Δεν υπάρχουν προϋποθέσεις για αναγνώριση του ψευδοκράτους, από χώρες που έχουν σημασία. Όπως είναι οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Γιατί αυτές, έχουν, ήδη, υπογράψει με την Κυπριακή Δημοκρατία τη Συνθήκη Ένταξης που απαγορεύει τέτοια αναγνώριση. Όσα δε λέγονται για διεθνή απομόνωση αποτελούν εκβιασμό άνευ περιεχομένου. Η Κύπρος θάναι η μόνη χώρα μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου με αναβαθμισμένο ρόλο αλλά και ευθύνες. Δεν θα επαναπαυθούμε, όμως, με την ένταξή μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Δεν θα πάψουμε να αγωνιζόμαστε για την επίλυση του Κυπριακού. Η ιστορία δεν τελειώνει την 1η Μαϊου. Θα συνεχίσουμε να αναλαμβάνουμε πρωτοβουλίες για λύση και να προωθούμε μέτρα στήριξης των συμπατριωτών μας Τουρκοκυπρίων.

Απευθυνόμενος στους συμπατριώτες μας Τουρκοκύπριους, θέλω να υπογραμμίσω την πραγματική μας έγνοια για μια λύση που να εξυπηρετεί και τα δικά τους συμφέροντα. Ουδέποτε απέβλεψα σε φαλκίδευση ή στέρηση των δικαιωμάτων τους. Οι προτάσεις που κατέθεσα στις συνομιλίες και τα μέτρα στήριξής τους που εξήγγειλα πριν από ένα περίπου χρόνο, αποτελούν απτή απόδειξη. Αυτή μου η στάση πηγάζει από την ειλικρινή μου πεποίθηση, ότι ο σεβασμός της αξιοπρέπειας και των δικαιωμάτων τους, η παραχώρηση σ΄ αυτούς ακόμη περισσοτέρων δικαιωμάτων για να νιώθουν μεγαλύτερη ασφάλεια, η αναγνώριση και η ισοτιμία τους, η ισομερής πρόοδος και ευημερία τους, αποτελούν θεμελιακές προϋποθέσεις για την ειρήνη και την ομαλότητα στην Κύπρο. Γι΄ αυτό και θα αποτελούν μόνιμο στόχο της πολιτικής μας. Εμείς δεν έχουμε ένσταση, αντίθετα υποστηρίζουμε τις προσδοκίες της Τουρκίας για καθορισμό σύντομης ημερομηνίας έναρξης των ενταξιακών διαπραγματεύσεων. Διότι μια Τουρκία που θα βρίσκεται στη διαδικασία ενταξιακών συνομιλιών, θα βρίσκεται κάτω από συνεχή πίεση, και δική μας, να αποδεικνύει συνεχώς ότι συμπεριφέρεται σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό κεκτημένο και αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Είμαστε πάντα έτοιμοι για μετάλλαξη του σημερινού Κράτους σε Ομοσπονδία που θα διέπεται καθοριστικά από δημοκρατικές αρχές και από πλήρη σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα.

Εγγύηση για την ειλικρίνεια αυτών των προσανατολισμών μας αποτελεί η ένταξή μας στον πολιτικό σύστημα και τις αρχές δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτή η εγγύηση καλύπτει αξιόπιστα και τους Τουρκοκυπρίους και τις ανάγκες ασφάλειας της Τουρκίας.

Εκείνο που ζητώ από τους συμπατριώτες μας Τουρκοκύπριους να κατανοήσουν είναι ότι, όσο δεν δέχομαι να καταπατηθούν τα δικά τους δικαιώματα και συμφέροντα, άλλο τόσο οφείλω να υπερασπιστώ τα δικαιώματα και τα συμφέροντα των Ελληνοκυπρίων.

Τις πιθανές συνέπειες από την απόρριψη του Σχεδίου, πρέπει να τις αντιπαραθέσουμε με τους κινδύνους που εμπερικλείει το Σχέδιο Ανάν όπως τους προανέφερα. Θα πρέπει ακόμη να μας προβληματίσει το τίμημα που καλούμαστε να πληρώσουμε με την αποδοχή ενός Σχεδίου που αδικεί τον Κυπριακό Ελληνισμό και δεν παρέχει σοβαρά εχέγγυα λειτουργικότητας και βιωσιμότητας. Καλούμαστε να καταλύσουμε την Κυπριακή Δημοκρατία, το μόνο έρεισμα ασφάλειας του λαού μας και εγγύηση της ιστορικής μας φυσιογνωμίας. Να καταλύσουμε την διεθνώς αναγνωρισμένη κρατική μας οντότητα ακριβώς στη στιγμή που ενισχύεται, η διεθνής πολιτική της βαρύτητα, με την ένταξη της στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Οφείλουμε να εκτιμήσουμε με σοβαρότητα τους κινδύνους από μια πιθανή κατάρρευση της νέας κατάστασης πραγμάτων, γιατί τα δεδομένα που θα δημιουργηθούν δεν θα είναι αναστρέψιμα. Κατάρρευση του Ομόσπονδου Κράτους θα οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια σ΄ αυτό που όλοι θέλουμε να αποφύγουμε: στη διχοτόμηση μέσα από τη διεθνή αναγνώριση των δύο συνιστώντων Κρατών.

Ελληνικέ Κυπριακέ Λαέ,

Ως Πρόεδρος της Δημοκρατίας και εκλεγμένος εκπρόσωπος της Ελληνοκυπριακής Κοινότητας, ανέλαβα τη βαριά ευθύνη της διεξαγωγής των διαπραγματεύσεων. Αισθάνομαι βαρύ το χρέος να δηλώσω δημόσια, με ειλικρίνεια και παρρησία τη δική μου αποτίμηση και τη δική μου απόφαση.

Ανέλαβα εξουσία, με εντολή όπως διαπραγματευθώ λύση του Κυπριακού προβλήματος βάσει του Σχεδίου Ανάν, όχι όμως και με εντολή να προσυπογράψω οποιαδήποτε λύση ήθελε προκύψει από τις διαπραγματεύσεις.

Εντολή συμμετοχής στη διακυβέρνηση της χώρας, βάσει του νέου Συντάγματος το οποίο θα προκύψει, δεν έχω, ούτε θα μπορούσε να μου είχε ανατεθεί τέτοια εντολή. Ούτε έχω εντολή να προσυπογράψω οποιοδήποτε νέο Σύνταγμα, το οποίο θα τεθεί προς κρίση από το λαό. Μόνο Πρόεδρος, στον οποίο ρητά παρέχεται εντολή να θέσει την προτεινόμενη μεταμόρφωση της Πολιτείας σε δημοψήφισμα, δικαιούται να προσυπογράψει το νέο Σύνταγμα, ως αντικείμενο κρίσης από το λαό. Πέραν τούτου, εντολή του λαού είναι απαραίτητη για την άσκηση της συμπροεδρίας στη διακυβέρνηση της χώρας με τους προτεινόμενους νέους Θεσμούς.

Τα συναισθήματά μου δεν είναι διαφορετικά από τα δικά σας. Στην υπηρεσία σας έχω τάξει τον εαυτό μου και πριν αλλά ιδιαιτέρως από την ανάδειξή μου στην προεδρία της Κυπριακής Πολιτείας. Στόχος και γνώμονας της κάθε πράξης μου είναι το συμφέρον του λαού και τίποτε άλλο, με αφοσίωση και πλήρη ανάληψη των ευθυνών μου και με παρρησία λόγου και έργου. Η τελική απόφαση ήταν πάντα και παραμένει δική σας. Η ετυμηγορία σας θα εκφραστεί στο Δημοψήφισμα της 24ης του Απρίλη.

Συνεκτιμώντας όλα τα δεδομένα με ψυχραιμία και αντικειμενικότητα αλλά και με πλήρη συναίσθηση της ιστορικότητας των στιγμών και το βάρος της ευθύνης που μου αναλογεί, λυπούμαι ειλικρινά, γιατί δεν μπορώ να αποδεχθώ και να υπογράψω το Σχέδιο Ανάν όπως, τελικά, διαμορφώθηκε.

Παρέλαβα Κράτος διεθνώς αναγνωρισμένο. Δεν θα παραδώσω «Κοινότητα» χωρίς δικαίωμα λόγου διεθνώς και σε αναζήτηση κηδεμόνα. Και όλα αυτά έναντι κενών, παραπλανητικών, δήθεν, προσδοκιών. Έναντι της ανεδαφικής ψευδαίσθησης ότι η Τουρκία θα τηρήσει τις δεσμεύσεις της.

Συμπατριώτισσες, συμπατριώτες,

Στις 24 Απριλίου θα τοποθετηθείτε με ένα ΝΑΙ ή ένα ΟΧΙ στο σχέδιο Ανάν. Θα αποφασίσετε για το παρόν και το μέλλον της Κύπρου. Για τη γενιά μας, αλλά και τις γενιές που θα έρθουν μετά από εμάς.

Έχω εμπιστοσύνη στην κρίση σας.

Είμαι βέβαιος ότι δεν σας αγγίζουν ψεύτικα διλήμματα.

Ότι δεν σας τρομάζουν απειλές για δήθεν διεθνή απομόνωση.

Ότι δεν σας πείθουν τα περί δήθεν τελευταίας ευκαιρίας.

Είμαι βέβαιος ότι εξακολουθούν να έχουν για σας νόημα οι ηθικές αρχές και αξίες του λαού μας, του πολιτισμού και του εθνικού ιστορικού μας βίου, τον οποίο θέλετε να συνεχίσουμε με ασφάλεια, δικαιοσύνη, ελευθερία και ειρήνη.

Ελληνικέ Κυπριακέ Λαέ,

Στη ζυγαριά του ΝΑΙ και του ΟΧΙ, πολύ βαρύτερες και πολύ πιο επαχθείς θα είναι οι συνέπειες του ΝΑΙ.

Σε καλώ να απορρίψεις το Σχέδιο Ανάν.

Σε καλώ να πείς στις 24 του Απρίλη ένα δυνατό ΟΧΙ.

Σε καλώ να υπερασπιστείς το δίκαιο, την αξιοπρέπεια και την ιστορία σου.

Με αίσθημα ευθύνης απέναντι στην Ιστορία, στο παρόν και το μέλλον της Κύπρου και του λαού μας, σε καλώ να μην υποθηκεύσεις το μέλλον στην πολιτική βούληση της Τουρκίας. Να προασπιστείς την Κυπριακή Δημοκρατία, λέγοντας ΟΧΙ στη κατάλυσή της. Να συστρατευτείς για μια νέα πιο ελπιδοφόρα πορεία επανένωσης της πατρίδας μας μέσα από την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Καλή Ανάσταση σε όλους!

«Πλαίσιο Αρχών για μια δίκαιη και βιώσιμη λύση του Κυπριακού με γνώμονα το Διεθνές και Ευρωπαϊκό Δίκαιο», από το Διεθνές Συμβούλιο Εμπειρογμωμόνων συκληθέν από την Πανελλήνια Επιτροπή για Ευρωπαϊκή Λύση του Κυπριακού»

Πληροφορίες και σχόλια από Παναγιώτη Ήφαιστο

Δημοσιοποίηση του κειμένου του διεθνούς συμβουλίου εμπειρογνωμόνων για τις βασικές αρχές λύσης του κυπριακού ζητήματος στην βάση του διεθνούς δικαίου και του ευρωπαϊκού νομικού και πολιτικού κεκτημένου

Περιεχόμενα (για ηλεκτρονικά κείμενα κλικ για μετάβαση στον τίτλο ή στην κορυφή της σελίδας): 1. Εισαγωγικές πληροφορίες και παρατηρήσεις.  2. Επιστημονική συζήτηση και πολιτικός ορθολογισμός. 3. Διεθνής ομάδα ειδικών, η τελική έκθεση και δημόσια επιστημονική συνηγορία

1. Εισαγωγικές πληροφορίες και παρατηρήσεις

Επισυνάπτω το κείμενο με τίτλο «Πλαίσιο αρχών για μια δίκαιη και βιώσιμη λύση του Κυπριακού με γνώμονα το Διεθνές και Ευρωπαϊκό Δίκαιο» («A principle basis for a just and lasting Cyprus settlement in the light of International and European Law»). Είναι αποτέλεσμα συλλογικής προσπάθειας που άρχισε το καλοκαίρι του 2004 και ολοκληρώθηκε αρχές Φθινοπώρου του 2005 (σημειώνεται ότι τα κείμενα είναι επίσης αναρτημένα στην ηλεκτρονική διεύθυνσηhttp://www.ifestos.edu.gr/32.htm).

Η προσπάθεια αυτή άρχισε στο πλαίσιο της «Επιστημονικής Επιτροπής» που δημιουργήθηκε από το Σωματείο «Πανελλήνια Επιτροπή για Ευρωπαϊκή Λύση στην Κύπρο» που ιδρύθηκε το 2004. Η «Επιστημονική Επιτροπή» αποτελείται από τον προεδρεύοντα Ομότιμο Καθηγητή Συνταγματικού Δικαίου Γιώργο Κασιμάτη και μέλη τους Καθηγητές του Παντείου Πανεπιστημίου Στέλιο Περράκη, Παναγιώτη Ήφαιστο και Χριστόδουλο Γιαλλουρίδη και τον Περικλή Νεάρχου, πρώην σύμβουλο επί διπλωματικών θεμάτων του Πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου. Με την Επιστημονική Επιτροπή, επίσης, συνεργάστηκαν τα μέλη του «Διεθνούς Συνδέσμου για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κύπρο». Στην συνέχεια, η «Πανελλήνια Επιτροπή για Ευρωπαϊκή λύση στην Κύπρο» συγκάλεσε το «Διεθνές Συμβούλιο εμπειρογνωμόνων για Ευρωπαϊκή λύση του κυπριακού» την τελική έκθεση του οποίου και επισυνάπτω. Λεπτομερέστερα κείμενα που παρουσιάστηκαν ως εισηγήσεις στην φάση της επεξεργασίας του τελικού επιστημονικού πορίσματος έχουν ήδη δημοσιευτεί στον τύπο και πολλές από αυτές αναρτήθηκαν στην ηλεκτρονική διεύθυνση http://www.ifestos.edu.gr/20.htm.

Εξαρχής, κύριος σκοπός ήταν ο περιορισμός των συζητήσεων περί το κυπριακό σε αυστηρά επιστημονικά πλαίσια που θα αποσύνδεαν την ανάλυση του σχεδίου Αναν και τις συζητήσεις για την λύση του κυπριακού ζητήματος από ιδεολογικά, πολιτικά, κομματικά και εθνικά κριτήρια και που θα παρήγαν αντικειμενικές εκτιμήσεις συμβατές με το υποχρεωτικό νομικό κεκτημένο του διεθνούς δικαίου και του ευρωπαϊκού δικαίου. Ο προσδιορισμός αντικειμενικών κριτηρίων είναι εφικτός επειδή η Κυπριακή Δημοκρατία είναι μέλος του ΟΗΕ και της ΕΕ. Τόσο η Κυπριακή Δημοκρατία, επίσης, όσο και όλα τα υπόλοιπα εμπλεκόμενα κράτη δεσμεύονται από τις Υψηλές Αρχές του διεθνούς δικαίου, από τους Καταστατικούς Χάρτες των διεθνών οργανισμών στους οποίους συμμετέχουν και από τις διεθνείς συμβάσεις που αφορούν τα ανθρώπινα δικαιώματα, τα εγκλήματα πολέμου και τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας.

Αυτό το πλέγμα σχέσεων και νομικών δεσμεύσεων δημιουργεί για όλα τα εμπλεκόμενα κράτη και για τους αξιωματούχους διεθνών θεσμών –όπως ο ΓΓ του ΟΗΕ, οι πολιτικοί ηγέτες της Ευρώπης και οι Επίτροποι της ΕΕ– ένα απολύτως δεσμευτικό κανονιστικό πλαίσιο (κατά το πλείστον πλήρως ενσωματωμένο στην ενδοκρατική δικαιοταξία των εμπλεκομένων κρατών). Στο σημείο αυτό, ακριβώς, τονίζεται η διάκριση μεταξύ του δεσμευτικού νομικού πλαισίου που δημιουργούν οι διεθνείς συμβάσεις και ζητημάτων που αφορούν ασαφείς γενικές αρχές διεθνούς δικαίου, οι οποίες ενόσω υπάρχουν αίτια πολέμου θα βρίσκονται υπό την αίρεση της ισχύος. Η Κύπρος και η Ελλάδα κατά την διάρκεια της περιόδου 2001-2005, ακριβώς, διέθεταν πολύ μεγαλύτερα περιθώρια πρόταξης θεμιτών, νομίμων και νομιμοποιημένων αξιώσεων εφαρμογής της διεθνούς νομιμότητας. Τόσο οι πολιτικοί επιστήμονες όσο και οι πολιτικοί ηγέτες οφείλουν να γνωρίζουν την διεθνή νομιμότητα και να την προτάσσουν. Εν τούτοις οι πλείστοι δεν το έπραξαν! Γιατί άραγε;

2. Επιστημονική συζήτηση και πολιτικός ορθολογισμός

Στον λεγόμενο ελληνικό επιστημονικό διάλογο των τελευταίων δεκαετιών, όταν κάποιος ανέλυε τους τομείς της διεθνούς ζωής που επηρεάζονται από τις σχέσεις ισχύος, συνήθως εισέπραττε ανοίκειους χαρακτηρισμούς άσχετους με την ουσία των αναλύσεων του [Για το κατά πόσο τέτοιες άθλιες «δολοφονίες (επιστημονικών) χαρακτήρων» ενδέχεται να υποκινούνταν από έξωθεν κριτήρια και συμφέροντα –σύνηθες σε κοσμοθεωρητικά αδύναμα και πολιτικά εξαρτημένα κράτη– το αφήνω στην κρίση του καθενός. Πολλοί «επιστημονικοί» ρύποι έχουν εκτοξευθεί, πάντως, από ένα ευρύ φάσμα αναλυτών του ακαδημαϊκού και δημοσιογραφικού χώρου της Ελλάδας και του εξωτερικού –συνήθως ξεπεσμένων κοσμοπολίτικων και/ή διεθνιστικών πεποιθήσεων που δημιουργούν προκαταλήψεις υπονομευτικών του επιστημονικού στοχασμού– οι οποίοι για ποικίλους λόγους δεν κατανοούν ή δεν θέλουν να κατανοήσουν την βασική δομή του κόσμου όπως θεμελιώθηκε οντολογικά τους τελευταίους αιώνες. Μερικοί από αυτούς με ιδιαίτερο και με λογικούς όρους ανεξήγητο φανατισμό υποστήριξαν μανιωδώς το σχέδιο Αναν. Το σχέδιο αυτό, εν τούτοις, αναμφίβολα εμπεριέχει την πιο αντιπροσωπευτική εκδοχή των διεθνοφασιστικών και νεοαποικιακών αξιώσεων στο κατώφλι του 21ου αιώνα. Το σχέδιο Αναν όχι μόνο αποτελεί προϊόν αναθεωρητικής-ηγεμονικής χρήσης της ισχύος αλλά επιπλέον παραβιάζει όλα τα κεκτημένα του πολιτικού και νομικού πολιτισμού στις διακρατικές σχέσεις. Ερωτώ: Πως πρέπει να κρίνει κάποιος τους υποστηρικτές αυτού του διεστραμμένου σχεδίου, ιδιαίτερα τους φανατικούς και διαχρονικά αμετανόητους;

Ένα τέτοιο σοβινιστικό και διεθνοφασιστικό κείμενο νομικά παράνομο και πολιτικά αθέμιτο δεν θα μπορούσε να εφαρμοστεί παρά μόνον αν οι ίδιοι οι ενδιαφερόμενοι το αποδέχονταν ψηφίζοντάς το, γεγονός που εξηγεί τις πρωτοφανείς αφόρητες πιέσεις των ηγεμονικών δυνάμεων και των ντόπιων νεροκουβαλητών –βλ. http://www.ifestos.edu.gr/26.htm και http://www.ifestos.edu.gr/27.htm– επί των κυπρίων από το 2001 μέχρι το 2005. Με αναλύσεις που αγγίζουν τα όρια της «επιστημονικής παραπληροφόρησης» για το περιεχόμενο του σχεδίου αυτού, με πολιτικούς εξαναγκασμούς, με τελεσίγραφα και με εκβιαστικά διλήμματα επιχειρήθηκε ο εξαναγκασμός της κυπριακής λαϊκής κυριαρχίας, χωρίς εν τούτοις αποτέλεσμα, επειδή το ένστικτο επιβίωσης και ο ορθολογισμός της κυπριακής κοινωνίας οδήγησε στην συντριπτική καταψήφισή του στις 24 Απριλίου 2004. Κατά την εκτίμησή μου, οι πιο πάνω στάσεις υπέρ του διεστραμμένου αυτού σχεδίου, αν δεν πρόκειται για απόλυτη εθελοτυφλία ή απόλυτη αγραμματοσύνη, φανερώνουν την πραγματική κοσμοθεωρητική ταυτότητα όσων κατά καιρούς ενδύονται «ιδεαλιστικούς», «μετριοπαθείς» και «ειρηνόφιλους» μανδύες για να επισκιαστεί η πραγματικότητα, δηλαδή η συμφέρουσα για την εκάστοτε επικυρίαρχη-ηγεμονική δύναμη υπονόμευση των θεσμών ελευθερίας των κυρίαρχων κοινωνιών (δηλαδή, η υπονόμευση των κρατικών δομών που εξ ορισμού αποτελούν τον κύριο στόχο των αλληλένδετων ηγεμονικών, διεθνιστικών και κοσμοπολίτικων παραδοχών όλων των αποχρώσεων). Όσοι ενέχονται φανερώθηκαν και εκτέθηκαν παντοτινά και ανεπανόρθωτα. Οι πολιτικοί επιστήμονες είναι επιστημονικά ασυγχώρητοι εάν δεν διακρίνουν την κατάφωρη παραβίαση της διεθνούς νομιμότητας και οι πολιτικοί ηγέτες που δεν την γνωρίζουν ή αμελούν να την επικαλεστούν επιδεικνύουν μεγάλη πολιτική ανευθυνότητα επειδή δεν την προτάσσουν για να στηρίξουν τα νόμιμα, θεμιτά και νομιμοποιημένα συμφέροντα της κοινωνίας που αντιπροσωπεύουν. Σε κάθε περίπτωση, εξ αντικειμένου, η πλειονότητα της μεγάλης μάζας των καλοπληρωμένων ειδικών του διεθνούς δικαίου, του συνταγματικού δικαίου, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του ευρωπαϊκού δικαίου στην Ελλάδα και στην υπόλοιπη Ευρώπη δεν εκπλήρωσαν το δεοντολογικά υποχρεωτικό γι’ αυτούς έργο ακριβούς και αντικειμενικής αναζήτησης της επιστημονικής αλήθειας αναφορικά με το κρίσιμο αυτό ζήτημα που αφορά την ανθρώπινη ελευθερία, την περιφερειακή σταθερότητα και την διεθνή ειρήνη. Πολλοί σιώπησαν, αρκετοί προτίμησαν να επιδίδονται σε «επιτήδεια ουδέτερα αναμασήματα» άσχετων και ανούσιων ιδεών για «μεταεθνικούς κόσμους» των οποίων η Κύπρος θα αποτελούσε πειραματόζωο και άλλοι προσχώρησαν στο ολισθηρό πεδίο της πολιτικής προπαγάνδας και των ιδεολογικοπολιτικών εκλογικεύσεων υπέρ ενός εξ αντικειμένου διεθνοπολιτικά εγκληματικού και επιστημονικά διεστραμμένου σχεδίου αμιγούς νεοαποικιακής έμπνευσης.

Όσον αφορά το ευρωπαϊκό κεκτημένο πιο συγκεκριμένα, θα πρόσθετα με νόημα πως μια μεγάλη «στρατιά» «ειδικών για τα ευρωπαϊκά» δεν μπορεί να περιορίζεται μόνο στην είσπραξη τεράστιων χρηματοδοτήσεων επιστημονικά ασήμαντων ζητημάτων και την χρήση βαρύγδουπων τίτλων ή την συχνότατη συμμετοχή σε πλουσιοπάροχα συνέδρια όπου αφθονούν οι πολυτέλειες αλλά σπανίζουν οι επιστημονικού χαρακτήρα αναλύσεις. Τα μέλη αυτής της «στρατιάς» που κινδυνεύει να γίνει πλέον συντεχνία, έχει επιστημονική, δεοντολογική και ηθική υποχρέωση να αναζητά διαρκώς, να θεμελιώνει και να δημοσιοποιεί την επιστημονική αλήθεια (τουλάχιστον αυτή που φαίνεται με γυμνό οφθαλμό).

Τα πιο πάνω εξηγούν πλήρως τα αίτια των ακατάσχετων εισροών πολιτικού ανορθολογισμού στον ελλαδικό, κυπριακό και ευρωπαϊκό δημόσιο διάλογο, κάτι που κάποιος θα πρέπει να είναι τυφλός για να μην το παρατηρήσει και εξαιρετικά κυνικός για να μην ανησυχήσει.

3. Διεθνής ομάδα ειδικών, η τελική έκθεση και δημόσια επιστημονική συνηγορία

Η «Επιστημονική Επιτροπή για μια Ευρωπαϊκή λύση του κυπριακού», πέραν των οικείων αναλύσεων που ήδη δημοσιοποιήθηκαν, συνεργάστηκε με την προαναφερθείσα ομάδα διακεκριμένων επιστημόνων από την υπόλοιπη Ευρώπη, οι οποίοι,  διασώζοντας έτσι την τιμή των ευρωπαίων ειδικών του διεθνούς και ευρωπαίου δικαίου μελέτησε το σχέδιο Αναν και τα κριτήρια που θα καθιστούσαν την λύση του κυπριακού συμβατή με το διεθνές δίκαιο και το ευρωπαϊκό νομικό κεκτημένο.

Το κείμενο της ομάδας αυτής δημοσιοποιείται, γεγονός που σημαίνει ότι δεν «ανήκει» μόνο στους ξένους καθηγητές και στην ολιγομελή ομάδα της ελληνικής επιστημονικής επιτροπής αλλά ότι επιπλέον αποτελεί επιστημονικό κεκτημένο στον χώρο των κοινωνικών επιστημών. Αποτελεί οπωσδήποτε κείμενο αναφοράς και βάση περαιτέρω ουσιαστικής συζήτησης για μια βιώσιμη λύση του κυπριακού ζητήματος. Οι πρώτες αντιδράσεις όλων των πολιτικών φορέων της Κύπρου μετά την επίσημη παρουσία του εκεί επιβεβαιώνουν αυτήν την εκτίμηση. Αναμένεται ότι πολλοί ακόμη ακαδημαϊκοί στα υπόλοιπα κράτη της Ευρώπης θα το συνυπογράψουν ή θα το στηρίξουν με αναφορές και περαιτέρω επεξεργασία των θεμάτων που θίγονται. Όσοι έλληνες ακαδημαϊκοί ή ελληνικής καταγωγής ακαδημαϊκοί του εξωτερικού επιθυμούν να το επιδοκιμάσουν μπορούν να αποστείλουν μήνυμα στην διεύθυνση «επιδοκιμάζω-συνυπογράφω την έκθεση της διεθνούς ομάδας ειδικών για μια ευρωπαϊκή λύση του κυπριακου» (κλικ για ανοιγμα ηλεκτρονικής επιστολής) και θα διαβιβαστεί αρμοδίως. Επισημαίνεται ότι δεν πρόκειται για τις συνήθεις ιδεολογικού περιεχομένου λίστες υπογραφών που συχνά κυκλοφορούν στην Ελλάδα αλλά για καταγραφή της επιστημονικής συνηγορίας των ελλήνων ακαδημαϊκών που συμβολίζεται με δημόσια αποδοχή συγκεκριμένων επιστημονικών θέσεων για το υποχρεωτικό διεθνές κανονιστικό πλαίσιο, τις υψηλές αρχές του διεθνούς δικαίου, τις συμβάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και το ευρωπαϊκό νομικό κεκτημένο.

Τέλος, όσοι συμφωνούν με το επιστημονικό περιεχόμενο του κειμένου που επισυνάπτω, καλούνται να το δημοσιοποιήσουν ευρύτερα στις διευθύνσεις του ηλεκτρονικού τους ταχυδρομείου, στις οργανώσεις ή θεσμούς στους οποίους ανήκουν, σε προσωπικές ή άλλες ιστοσελίδες και σε άλλα μέσα επικοινωνίας.

Π. Ήφαιστος

2.9.2005

Σημ. Το κείμενο αναρτάται στα Αγγλικά, ελληνικά, γαλλικά και γερμανικά. Η αναπαραγωγή του είναι ελεύθερη με την προϋπόθεση ότι αναφέρεται στην πηγή.

Υστερόγραφο: Το κείμενο παρουσιάστηκε πανηγυρικά στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 12 Οκτωβρίου 2005. Για μερικές πληροφορίες για τα διαμειφθέντα βλ. http://www.new-europe.info/new-europe/displaynews.asp?id=116162.

ΔΙΕΘΝΕΣ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΕΜΠΕΙΡΟΓΝΩΜΟΝΩΝ

ΣΥΓΚΛΗΘΕΝ ΑΠΟ ΤΗΝ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΙΑ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΛΥΣΗ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ

Πλαίσιο αρχών για μια δίκαιη και βιώσιμη λύση του Κυπριακού με γνώμονα το Διεθνές και Ευρωπαϊκό Δίκαιο

  Προοίμιο

1.         Ο σκοπός της έκθεσης αυτής, που ετοιμάσθηκε από ένα Διεθνές Συμβούλιο Εμπειρογνωμόνων είναι η αναζήτηση μια δίκαιης διευθέτησης του Κυπριακού, η οποία να προσφέρει ένα ειρηνικό και ευήμερο μέλλον για όλους τους κατοίκους του νησιού. Για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο πρέπει να εφαρμοστούν οι πρωταρχικές αρχές του Διεθνούς και Ευρωπαϊκού Δικαίου που αφορούν στην επίλυση διεθνών διενέξεων, συμπεριλαμβανομένων των διενέξεων που αφορούν μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι αρχές αυτές βρίσκονται στην καρδιά του Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Δικαίου. Η μη συμμόρφωση προς αυτές τις αρχές μπορεί όχι μόνον να θέσει σε κίνδυνο την επιτυχία οποιουδήποτε σχεδίου επίλυσης, ενσωματώνοντας σε αυτό στοιχεία αντικρουόμενα με το διεθνές δίκαιο και αποδυναμώνοντας την βιωσιμότητά του, αλλά και να αποτελέσει αποσταθεροποιητικό στοιχείο στο μέλλον. Μια πολιτική επίλυση αντίθετη με τις γενικά παραδεδεγμένες αρχές του διεθνούς και ευρωπαϊκού δικαίου μπορεί να αποτελέσει «προηγούμενο» σε άλλες περιπτώσεις διενέξεων με σοβαρές επιπτώσεις για την σταθερότητα της διεθνούς τάξης.

2.         Οι θεμελιώδεις αρχές του διεθνούς και ευρωπαϊκού δικαίου προσφέρουν ένα μοναδικό οδηγό και μια μεθοδολογία για την έναρξη και επιτυχή κατάληξη μιας διαδικασίας, η οποία να οδηγεί σε μία διευθέτηση του Κυπριακού μέσα στα πλαίσια ενός νέου και γνήσια Κυπριακού Συντάγματος σύμφωνα με το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης. Αυτή η διαδικασία βρίσκεται στον πυρήνα μιας Ευρωπαϊκής λύσης για την Κύπρο η οποία να είναι συμβατή με το Διεθνές και Ευρωπαϊκό Δίκαιο.

3.         Η επίλυση του Κυπριακού προβλήματος πρέπει να εξευρεθεί υιοθετώντας και εφαρμόζοντας τις βασικές αρχές πάνω στις οποίες βασίζεται το Διεθνές Δίκαιο και η Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτές είναι, συνοπτικά, η ειρηνική διευθέτηση των διαφορών, η κυριαρχία, ανεξαρτησία και ισότητα των κρατών, η απαγόρευση της επίθεσης και η μη αναγνώριση των συνεπειών της και ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της ελευθερίας, της δημοκρατίας και της αρχής του κράτους δικαίου. Τόσο η σημερινή τάξη των πραγμάτων στην Κύπρο, όσο και οι όροι που εμπεριέχονται στο τελευταίο Σχέδιο Αννάν δεν είναι συμβατοί με αυτές τις θεμελιώδεις αρχές. Είναι επίσης αναγκαίο να επιτευχθεί μία λύση η οποία να σέβεται πλήρως την ανάγκη για συμφιλίωση και συνεργασία μεταξύ των κοινοτήτων και όλων των ενδιαφερομένων πλευρών.

4.         Η Ευρωπαϊκή Ένωση καλείται να αδράξει αυτή την ιστορική ευκαιρία και να αναλάβει την ειδική ευθύνη της να βοηθήσει ενεργά την δρομολόγηση μιας διαδικασίας εκπόνησης Συντάγματος, η οποία θα επιτρέψει εν τέλει στην Κυπριακή Δημοκρατία, ως κράτος-μέλος, να επανακτήσει πλήρη κυριαρχία και ανεξαρτησία και να εγκαθιδρύσει ειρηνικά μια συνταγματική τάξη σύμφωνα με τις παραπάνω αρχές και βασισμένη στον πλήρη σεβασμό της διαφορετικότητας.

Βασικά Δεδομένα

5.         Η Δημοκρατία της Κύπρου απέκτησε την ανεξαρτησία της το 1960 δυνάμει μιας σειράς διεθνών συμφωνιών. Εντούτοις, σε αντίθεση με άλλες αποικιακές χώρες που απέκτησαν την ανεξαρτησία τους, η Κύπρος υπόκειντο σε Συνθήκη με προβλέψεις εγγυήσεων υπέρ του Ηνωμένου Βασιλείου, της Τουρκίας και της Ελλάδας. Το 1974 η Τουρκία, επικαλούμενη το πραξικόπημα της Ελληνικής χούντας εναντίον της νόμιμης Κυπριακής κυβέρνησης του Αρχιεπίσκοπου Μακαρίου, εισέβαλε στην Κύπρο και προχώρησε σε κατάληψη του Βόρειου τμήματος της. Αυτή η αρχική ενέργεια εξελίχθηκε σε μια παρατεταμένη και συνεχιζόμενη ακόμη κατοχή, που διαρκεί ήδη πάνω από 30 χρόνια και η οποία έχει προκαλέσει μια σειρά παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως επιβεβαιώνουν τα όργανα της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα[1]. Από το 1974 η Κύπρος είναι de factoδιαιρεμένη στη διεθνώς αναγνωρισμένη Κυπριακή Δημοκρατία και την «Τουρκική Δημοκρατία της Βορείου Κύπρου», μια οντότητα[2] η οποία κηρύχθηκε ανίσχυρη από τις αποφάσεις 541(1983) και 550 (1984) του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και η οποία αναγνωρίζεται και συντηρείται μόνο από την Τουρκία. Ενώ περίπου ο μισός τουρκοκυπριακός πληθυσμός μετανάστευσε μετά τα γεγονότα του 1974, με προορισμό κυρίως το Ηνωμένο Βασίλειο, πάνω από 120.000 Τούρκοι έποικοι ζούνε σήμερα στη βόρεια Κύπρο, μετατρέποντας τους Τουρκοκύπριους σε μειονότητα μέσα στη δική τους κοινότητα. Ο πληθυσμός της Κύπρου σήμερα (χωρίς τους έποικους) είναι 802.500 εκ των οποίων το 80% είναι Ελληνοκύπριοι, το 11% Τουρκοκύπριοι (έναντι 18% το 1974) και 9% Αρμένιοι, Μαρωνίτες, Λατίνοι και ξένοι διαμένοντες στην Κύπρο.

6.         Το Σχέδιο Αννάν, όπως παρουσιάστηκε στην τελευταία του εκδοχή από τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ στις 31 Μαρτίου 2004, προέβλεπε ένα ομοσπονδιακό κράτος, την «Ενωμένη Δημοκρατία της Κύπρου», αντικαθιστώντας και καταργώντας την υπάρχουσα Κυπριακή Δημοκρατία και ενσωματώνοντας τα κατεχόμενα εδάφη του βορρά. Στις 24 Απριλίου 2004, διεξήχθησαν δυο ξεχωριστά δημοψηφίσματα. Ενώ 65% των Τουρκοκυπρίων και εποίκων ψηφοφόρων στον κατεχόμενο βορρά απεδέχθησαν το Σχέδιο Αννάν, 76% των Ελληνοκύπριων κατοίκων της Κυπριακής Δημοκρατίας το απέρριψαν. Την 1η Μαΐου 2004 η Κυπριακή Δημοκρατία, στο σύνολο της, έγινε κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Με ένα Πρόσθετο Πρωτόκολλο στην Συνθήκη Προσχώρησης ανεστάλη προσωρινά η εφαρμογή του κοινοτικού κεκτημένου στην κατεχόμενη περιοχή. Η έναρξη των διαπραγματεύσεων για την ένταξη της Τουρκίας αναμένεται σύντομα.

Οι Θεμελιώδεις Αρχές

1.      Η Ειρηνική Επίλυση των Διαφορών

α)  Η Έννοια της Αρχής

7.         Το Άρθρο 2(3) του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών προβλέπει ότι «Όλα τα μέλη θα διευθετούν τις διεθνείς διενέξεις τους με ειρηνικά μέσα και με τέτοιο τρόπο ώστε να μην διακινδυνεύονται η διεθνής ειρήνη, ασφάλεια και δικαιοσύνη». Κατά συνέπεια, ένας διακανονισμός που θέτει, ή μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη διεθνή ειρήνη και σταθερότητα και δε συμβαδίζει με τα αποδεκτά πρότυπα δικαιοσύνης, δεν μπορεί να είναι συμβατός με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το Χάρτη[3] για όλα τα κράτη.

β)  Οι ανεπάρκειες του Σχεδίου Αννάν

8.         Οι όροι του Σχεδίου Αννάν στην πραγματικότητα θα ενέκλειαν την αστάθεια στον πυρήνα της επίλυσης του Κυπριακού και θα οδηγούσαν αναπόφευκτα σε αυξημένες τριβές και αποσταθεροποίηση. Αυτό υπογραμμίζεται από τις προβλέψεις σχετικά με τη θέση ξένων υπηκόων (μη Κυπρίων), οι οποίοι θα ασκούσαν αποφασιστικό έλεγχο σε βασικούς τομείς κυβερνητικής δραστηριότητας στην Κύπρο. Παραδείγματα όπου μη-Κύπριοι θα είχαν (σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ ίσου αριθμού Ελληνοκύπριων και Τουρκοκύπριων) αποτελεσματικό έλεγχο φαίνεται να αποτελούν η Επιτροπή Συμφιλίωσης, το Ανώτατο Δικαστήριο με νομοθετική και εκτελεστική εξουσία, η Κεντρική Τράπεζα, το Συμβούλιο Επαναπατρισμού, το Δικαστήριο Περιουσιών και τα όργανα του Συμβουλίου Περιουσιών. Λαμβάνοντας υπόψιν τις εμπειρίες της περιόδου 1960-63, η ανάγκη για σταθερότητα στη διάταξη των κυβερνητικών δραστηριοτήτων είναι κρίσιμη. Επιπλέον, οι παραπάνω αλλοδαποί υπήκοοι δεν θα ήταν δημοκρατικά υπόλογοι προς το λαό της Κύπρου.

9.         Οποιαδήποτε διευθέτηση μιας διεθνούς διαφοράς πρέπει να είναι συμβατή με τη δικαιοσύνη. Αυτό επισημαίνεται παρακάτω (παράγραφος 15) σε συσχέτιση με τη θεμελιώδη αρχή του σεβασμού για τα ανθρώπινα δικαιώματα.

2.      Η Κυριαρχία, Ανεξαρτησία και Ισότητα των Κρατών

α) Η Έννοια της Αρχής

10.       Το διεθνές δίκαιο, καθώς και το δίκαιο της ΕΕ, βασίζεται στην αναγνώριση ανεξάρτητων και κυρίαρχων κρατών. Στις σχετικές αρχές συμπεριλαμβάνονται η υποχρέωση μη-επέμβασης στις εσωτερικές υποθέσεις των κρατών και ο σεβασμός της εδαφικής ακεραιότητας όλων των κρατών[4]. Επιπλέον, το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης προβλέπει ότι ενόσω ο λαός ενός κράτους έχει το δικαίωμα να συμμετέχει στη διακυβέρνηση του κράτους αυτού, η ελεύθερη επιλογή του λαού του κράτους, σύμφωνα με τις βασικές διεθνείς και ευρωπαϊκές αξίες, πρέπει να γίνεται σεβαστή σε διεθνές επίπεδο.

β) Οι ανεπάρκειες του Σχεδίου Αννάν

11.       Το Σχέδιο Αννάν βασίζεται πάνω στη κατάργηση της νόμιμης και αναγνωρισμένης Κυπριακής Δημοκρατίας. Επιπλέον, το δικαίωμα της επέμβασης στις εσωτερικές υποθέσεις της Κύπρου, το οποίο διατηρούν η Ελλάδα, η Τουρκία και η Μεγάλη Βρετανία ως εγγυήτριες δυνάμεις σύμφωνα με την Ιδρυτική Συνθήκη της 16 Αυγούστου 1960 και το οποίο με το Σχέδιο Αννάν επεκτείνεται έτσι ώστε να συμπεριλαμβάνει την εδαφική ακεραιότητα, την ασφάλεια και την συνταγματική τάξη τόσο της ομοσπονδιακής » Ενωμένης Δημοκρατίας της Κύπρου» όσο και των ομόσπονδων κρατιδίων, αποτελεί σημαντικό περιορισμό της κυριαρχίας και ανεξαρτησίας της Κύπρου και προσβολή της διεθνούς και ευρωπαϊκής έννομης τάξης. Αυτό γίνεται ακόμα πιο αισθητό με την προτεινόμενη δημιουργία μιας Εποπτικής Επιτροπής, αποτελούμενης από αντιπροσώπους των εγγυητριών δυνάμεων, των ομόσπονδων κρατών και του ΟΗΕ, για να επιβλέπει την εφαρμογή της διευθέτησης του Σχεδίου Αννάν και με την δυνατότητα να κάνει συστάσεις. Επιπλέον, το Σχέδιο Αννάν προέβλεπε την μόνιμη αποστρατικοποίηση και τον αφοπλισμό του νέου Κυπριακού κράτους, δημιουργώντας ερωτήματα σχετικά με το δικαίωμα της αυτοάμυνας.

12.       Επιπλέον, παρατηρεί κανείς στο σχέδιο Αννάν το δικαίωμα του Ηνωμένου Βασιλείου σε ολοκληρωτική και ανεμπόδιστη πρόσβαση για οποιονδήποτε λόγο στα ύδατα που περιλαμβάνονται μεταξύ των περιοχών των κυρίαρχων βάσεων καθώς και το γεγονός ότι οι διαδικασίες διεθνούς δικαστικής επίλυσης ή επίλυσης μέσω τρίτου διαμεσολαβητή απαγορεύονται ρητά όταν οι διενέξεις αφορούν τις περιοχές των βάσεων. Τέτοιες διαφωνίες θα επιλύοντο από διαμεσολαβητή που θα διόριζαν οι αρχές των βάσεων.

3.      Η Απαγόρευση των Πράξεων και Συνεπειών της Επίθεσης

α) Η Έννοια της Αρχής

13.       Η απαγόρευση της επίθεσης βρίσκεται στον πυρήνα της διεθνούς έννομης τάξης. Είναι ενσωματωμένη στο ευρύτερο διεθνές δίκαιο[5], στο διεθνές ποινικό δίκαιο[6], και σε αναφορά με συγκεκριμένες καταστάσεις. Η απαγόρευση των συνεπειών της επíθεσης σημαίνει το απαράδεκτο των πλεονεκτημάτων που έχουν αποκτηθεί με τη χρήση παράνομης βίας και βρίσκεται ενσωματωμένη, για παράδειγμα, στον κανόνα αναγκαστικού δικαίου περί της μη απόκτησης περιουσιακού τίτλου που είναι αποτέλεσμα βίας. Σε σχέση με την Κύπρο το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ υιοθέτησε τις αποφάσεις 541(1983) και 550 (1984), κηρύσσοντας την υποτιθέμενη «Τουρκική Δημοκρατία της Βορείου Κύπρου» (ΤΔΒΚ) παράνομη και καλώντας όλα τα κράτη να μην την αναγνωρίσουν[7]. Επιπλέον, η εγκατάσταση Τούρκων εποίκων, σε μια προσπάθεια αλλοίωσης της δημογραφίας της νήσου Κύπρου, αντιτίθεται στις αρχές του διεθνούς δικαίου, ειδικά σε όσες είναι σχετικές με την αυτοδιάθεση και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Συγκεκριμένα, το Άρθρο 49 της ΙV Σύμβασης της Γενεύης περί Προστασίας των Πολιτών του 1949 ( η οποία επικυρώθηκε από την Κύπρο και την Τουρκία) απαγορεύει σε κατοχική δύναμη τη μεταφορά μέρους του πληθυσμού της στα κατεχόμενα εδάφη. Πρέπει, βέβαια, να σημειωθεί ότι κατόπιν της κατοχύρωσης της θέσης των εποίκων ως παράνομης, θα παραμένει το θέμα του τι θα απογίνει με τους εποίκους και τις οικογένειες τους προς διευθέτηση από τα ενδιαφερόμενα μέρη μέσα στο πλαίσιο μιας συνολικά δίκαιης και λογικής επίλυσης και με τρόπο συναφή προς το διεθνές και ευρωπαϊκό δίκαιο.

β) Οι ανεπάρκειες του Σχεδίου Αννάν

14.       Το Σχέδιο Αννάν προέβλεπε τη νομιμοποίηση των πράξεων της «ΤΔΒΚ» και κατά προέκταση της ίδιας της «ΤΔΒΚ». Το Σχέδιο διακήρυττε ότι όλες οι πράξεις οποιασδήποτε αρχής στην νήσο Κύπρο (με την εξαίρεση των περιοχών των Αγγλικών βάσεων) θα αναγνωρίζονταν ως έγκυρες, εκτός αν η υπό εξέταση συγκεκριμένη πράξη ήταν ασύμβατη με το διεθνές δίκαιο, ανεξάρτητα από το ζήτημα της νομιμότητας της σχετικής αρχής. Εξίσου σοβαρό είναι το ότι οι προβλέψεις του Σχεδίου σχετικά με τους Τούρκους έποικους δε φαίνεται να ήταν συμβατές με το διεθνές δίκαιο[8]. Κατ’ αρχήν, το Σχέδιο επέτρεπε στους εποίκους να ψηφίσουν στο Τουρκοκυπριακό δημοψήφισμα, παρόλο που οι έποικοι συνιστούν πλέον την πλειοψηφία των κατοίκων του βορρά και παρόλο που με αυτό αναγνωριζόταν με συνταγματική ισχύ μια παράνομη συνέπεια μιας παράνομης επίθεσης. Ο ΟΗΕ δεν έχει δεχθεί εποίκους να ψηφίζουν σε εσωτερικές εκλογές αυτοδιάθεσης σε άλλες περιπτώσεις, όπως στη Δυτική Όχθη και τη Γάζα, στη Δυτική Σαχάρα και στο Ανατολικό Τιμόρ. Κατά δεύτερον, η κατάσταση των εποίκων νομιμοποιείται επιπλέον από το γεγονός ότι επιτρέπεται σε ένα μεγάλο αριθμό από αυτούς να παραμείνουν στο βορρά. Είναι προφανές ότι σε οποιαδήποτε επίλυση οποιασδήποτε διαφοράς, οι έποικοι πρέπει να αντιμετωπίζονται με τρόπο συνεπή προς το διεθνές δίκαιο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Εκ των πραγμάτων το θέμα των εποίκων είναι διαφορετικό από αυτό του σημαντικού αριθμού Τουρκικών στρατευμάτων στην κατεχόμενη Βόρεια Κύπρο. Η παρουσία τέτοιων στρατευμάτων υπό την παρούσα κατάσταση αποτελεί ξεκάθαρη προσβολή προς τις αρχές της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων καθώς και σύμβολο επιθετικότητας. Θα πρέπει να αποσυρθούν.

4.      Ο Σεβασμός των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων

α) Η Έννοια της Αρχής

15.       Η Αρχή του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων απαιτεί η κυβέρνηση να προωθεί και να σέβεται πλήρως τα βασικά ατομικά δικαιώματα και τις ατομικές ελευθερίες που απορρέουν από τις διεθνείς συμβάσεις, την ευρωπαϊκή έννομη τάξη και από τα εθνικά συντάγματα. Τα ανθρώπινα δικαιώματα παίζουν έναν κρίσιμο ρόλο στο διεθνές δίκαιο και στο ευρωπαϊκό δίκαιο. Η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα δεσμεύει την Κύπρο και την Τουρκία. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έχει υποστηρίξει σε αρκετές περιπτώσεις ότι από το 1974 η Τουρκία είναι άμεσα υπεύθυνη για συνεχείς παραβιάσεις βασικών θεμελιωδών δικαιωμάτων με την κατοχή του βορείου τμήματος της Κύπρου, την παρεμπόδιση εκτοπισμένων Ελληνοκύπριων πολιτών να επιστρέψουν στα σπίτια και στην ιδιοκτησία τους ή να έχουν πρόσβαση σε αυτά και να τα απολαμβάνουν, με την έλλειψη έρευνας για τη τύχη των χιλιάδων αγνοουμένων και με την αποτυχία της να προστατέψει την ανεξιθρησκία και την ελευθερία έκφρασης. Αυτές οι αποφάσεις, των οποίων το εύρος και η βαρύτητα είναι πρωτοφανή, δεν έχουν υλοποιηθεί ακόμη[9]. Επιπλέον, τα δικαιώματα που βρίσκονται ενσωματωμένα στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση αποτελούν θεμελιώδεις αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία βασίζεται στις αρχές της ελευθερίας, της δημοκρατίας, του σεβασμού για τα ανθρώπινα δικαιώματα και στο κράτος δικαίου[10]. Η Ευρωπαϊκή έννομη τάξη, κατά συνέπεια, τόσο μέσα από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, όσο και μέσα από το κοινοτικό κεκτημένο, μας εφοδιάζει με το πιο αυστηρό και πιο αποτελεσματικό σύστημα προστασίας των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των μειονοτήτων διεθνώς. Επιπλέον, τόσο η Κύπρος όσο και η Τουρκία μετέχουν στη Διεθνή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και του Πολίτη, της οποίας το άρθρο 1 κατοχυρώνει το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης, και στη Διεθνή Σύμβαση για την Εξάλειψη των Φυλετικών Διακρίσεων.

β) Οι ανεπάρκειες του Σχεδίου Αννάν

16.       Με το Σχέδιο Αννάν, σοβαροί περιορισμοί πολιτικών και αστικών δικαιωμάτων και της ελευθερίας εγκατάστασης, παραβιάσεις της απαγόρευσης φυλετικών διακρίσεων και έντονες παραβιάσεις δικαιωμάτων ιδιοκτησίας και σεβασμού της κατοικίας, θα διατηρούνταν, ακόμα και θα διαιωνίζονταν, για όλους τους Κύπριους πολίτες και για πολλές δεκαετίες. Σε κάποιες δε περιπτώσεις, ακόμα και μόνιμα (π.χ. σε ότι αφορά το δικαίωμα επιλογής τόπου διαμονής και το δικαίωμα επιστροφής στην κατοικία). Το θέμα των εποίκων έχει αναφερθεί παραπάνω (παράγραφος 14). Το Σχέδιο Αννάν θα εμπόδιζε το δικαίωμα όλων των εκτοπισμένων Ελληνοκύπριων να επιστρέψουν στα σπίτια τους και θα μείωνε σημαντικά το δικαίωμα των Ελληνοκυπρίων οι οποίοι έχουν περιουσία στο βορρά να ανακτήσουν την περιουσία τους[11]. Επιπλέον το Σχέδιο Αννάν επιχειρούσε να αρνηθεί και να καταργήσει το δικαίωμα προσφυγής στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων από τους κατόχους περιουσίας οι οποίοι είχαν στερηθεί των δικαιωμάτων τους ( όπως καθόρισε το Δικαστήριο), ανακηρύσσοντας την «Ενωμένη Δημοκρατία της Κύπρου» ως υπεύθυνο αρμόδιο κράτος, απαλλάσσοντας έτσι την Τουρκία και ορίζοντας ότι οι ήδη υπάρχουσες πρόσφυγες θα πρέπει να παραγραφούν με το επιχείρημα ότι με το Σχέδιο Αννάν προβλέπονταν επαρκείς αποζημιώσεις. Παράλληλα, το Άρθρο 6 του Παραρτήματος ΙΧ της Ιδρυτικής Συμφωνίας που περιέχεται στο Σχέδιο Αννάν προέβλεπε να ζητηθεί η επικύρωση του σχεδίου από την ΕΕ, όπως αυτό θα γινόταν αποδεκτό από τα ενδιαφερόμενα μέρη, και η υιοθέτησή του ως πρωτογενούς δικαίου. Κάτι τέτοιο αποσκοπούσε στο να αποκλείσει το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο να κρίνει τη συμβατότητα του Σχεδίου με τις θεμελιώδεις αρχές της ΕΕ.

5.      Δημοκρατία

α) Η Σημασία της Αρχής

17.       Η δημοκρατία αφορά στην εγκαθίδρυση και συνεχή ύπαρξη μιας γνήσια αντιπροσωπευτικής κυβέρνησης υπόλογης στο λαό. Απαιτεί την αποδοχή από τους πολίτες των βασικών κανόνων που διέπουν τη δημιουργία και οργάνωση ενός κράτους και τις σχέσεις του με  τους πολίτες. Απαιτεί επιπλέον τον πλήρη σεβασμό της βούλησης του λαού, όπως αυτή εκφράζεται από τους ψηφοφόρους και/ή από τους νόμιμους αντιπροσώπους τους. Η δημοκρατία βασίζεται στον κανόνα της πλειοψηφίας, με πλήρη αναγνώριση και εφαρμογή των δικαιωμάτων του ατόμου, των μειονοτήτων και των ομάδων, όπως απαιτείται. Η αρχή της δημοκρατίας αποτελεί ένα συνεχώς αυξανόμενης σημασίας μέρος του διεθνούς δικαίου και βρίσκεται στην καρδιά του ευρωπαϊκού δικαίου. Το Άρθρο 3 του Καταστατικού Χάρτη αναφέρεται σε πλουραλιστική δημοκρατία, σεβασμό για τα ανθρώπινα δικαιώματα και το κράτος δικαίου ως αρχές του συστήματος του Συμβουλίου της Ευρώπης[12], ενώ το άρθρο 6 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση διακηρύσσει τις αρχές της ελευθερίας, της δημοκρατίας, του σεβασμού στα ανθρώπινα δικαιώματα και του κράτους δικαίου ως θεμελιώδεις αρχές της Ένωσης[13].

β) Οι ανεπάρκειες του Σχεδίου Αννάν

18.       Η διαδικασία του Σχεδίου Αννάν, σύμφωνα με την οποία συμφωνίες, συντάγματα και νόμοι επιζητείται να επιβληθούν σε ένα ανεξάρτητο κράτος χωρίς να είναι το αποτέλεσμα μιας δημοκρατικής νομοθετικής διαδικασίας ή διαλόγου, δεν μπορεί να είναι σύμφωνη με την αρχή της δημοκρατίας. Όπως σύμφωνη με την αρχή αυτή δεν μπορεί να είναι ούτε η αριθμητική εξίσωση μεταξύ δυο δημογραφικά άνισων κοινοτήτων[14]. Ένα συνταγματικό και θεσμικό πλαίσιο το οποίο απαιτεί την αμοιβαία συναίνεση των αντιπροσώπων και των δύο εθνοτικών κοινοτήτων σε όλα τα επίπεδα διακυβέρνησης και σε κάθε μία από τις τρεις παραδοσιακές εξουσίες (νομοθετική, εκτελεστική και δικαστική) εξασφαλίζει μόνιμο δικαίωμα αρνησικυρίας (βέτο) τόσο στην πλειοψηφία όσο και στην μειοψηφία. Η μετάθεση της τελικής απόφασης σε ξένους πολίτες σε περίπτωση αδιεξόδου μέσα σε όργανα βαρυσήμαντα όπως το Ανώτατο Δικαστήριο και άλλα[15] βρίσκεται σε πλήρη αντίφαση με την αρχή της δημοκρατίας.

19.       Στις 24 Απριλίου 2004 76% των ψηφοφόρων της Κυπριακής Δημοκρατίας στην περιοχή που ελέγχεται από την Κυβέρνηση απέρριψαν το Σχέδιο Αννάν. Αυτή η απόφαση πρέπει να γίνει αποδεκτή από όλους ως μια έγκυρη άσκηση της δημοκρατίας και του δικαιώματος αυτοδιάθεσης.

6.      Το Κράτος Δικαίου

α) Η Έννοια Της Αρχής

20.       Το κράτος δικαίου στο διεθνές δίκαιο προβλέπει ότι όλες οι επίσημες δραστηριότητες πρέπει να επιχειρούνται με τρόπο συμβατό με τις αρχές του δικαίου. Επίσης σημαίνει ότι νόμιμες διαδικασίες πρέπει να καθιερώνονται και να γίνονται σεβαστές προκειμένου οι αρχές του δικαίου να λειτουργούν αποτελεσματικά, έτσι ώστε, για παράδειγμα, η αρχή της δίκαιης δίκης να είναι ουσιαστική. Όπως έχει σημειωθεί παραπάνω (παράγραφος 15), τόσο το Συμβούλιο της Ευρώπης, όσο και η Ευρωπαϊκή Ένωση βασίζονται μεταξύ άλλων πάνω στην αρχή του κράτους δικαίου.

21.       Δεν μπορεί να υπάρξει διεθνής νομιμότητα σε έδαφος παράνομα κατεχόμενο από ξένη δύναμη. Πράγματι, το γεγονός ότι ένα κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης εμποδίζεται από την άσκηση της κυριαρχίας πάνω σε μέρος του διεθνώς αναγνωρισμένου εδάφους του θέτει σε αμφισβήτηση την ίδια την Ευρωπαϊκή νομιμότητα.

β) Οι ανεπάρκειες του Σχεδίου Αννάν

22.       Το Σχέδιο Αννάν πρότεινε την αντικατάσταση της Κυπριακής Δημοκρατίας με ένα νέο κράτος το οποίο δύσκολα θα μπορούσε να προσφέρει μια σταθερή κυβέρνηση, καθώς θα ενείχε το στοιχείο της αστάθειας, όπως έχει σημειωθεί παραπάνω. Επιπλέον, οι περιορισμοί των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της δυνατότητας ελεύθερης επιδίωξής τους σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και υπό το καθεστώς της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των γενικών αρχών του διεθνούς δικαίου, συμπεριλαμβανομένων των κανόνων που απορρέουν από τις διεθνείς συνθήκες που δεσμεύουν την Κύπρο (π.χ. Διεθνείς Συμβάσεις για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα), θα προσέβαλλαν σοβαρώς τις έννοιες της ορθής απονομής δικαιοσύνης και του κράτους δικαίου.

Ο Δρόμος προς τα Εμπρός : Μια Συντακτική Συνέλευση για την Κύπρο

23.       Με βάση το Σύνταγμα του 1960, η Κυπριακή Δημοκρατία είναι το μόνο διεθνώς αναγνωρισμένο και νόμιμο πολιτειακό σύστημα διακυβέρνησης της νήσου Κύπρου. Η ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση την έχει θέσει υπό την προστασία της, έτσι ώστε οποιαδήποτε λύση του Κυπριακού να πρέπει να αρχίζει με βάση τους υπάρχοντες θεσμούς και την έννομη τάξη της Κυπριακής Δημοκρατίας, όπως αυτή είναι αποδεκτή από το λαό της και διεθνώς νομιμοποιημένη. Από εκεί και πέρα πρέπει να βρεθούν πρόσφοροι τρόποι και μέσα για να προσαρμόσουν τους ήδη υπάρχοντες θεσμούς και το δίκαιο, λαμβάνοντας υπόψιν τη βούληση του λαού ως συνόλου περιλαμβάνοντας όλες τις κοινότητες, έτσι ώστε να ανακτηθεί η δημοκρατική βάση και η πλήρης κυριαρχία στο διεθνώς αναγνωρισμένο έδαφος της Δημοκρατίας.

24.       Μια δημοκρατική διαδικασία αυτόνομης σύνταξης Συντάγματος, η οποία να συμπεριλαμβάνει διάφορα βήματα, θα επέτρεπε στο λαό της Κύπρου να ξεπεράσει το παρόν αδιέξοδο και να ανακαλύψει μέσα και μέτρα τα οποία τελικά θα οδηγήσουν σε επανασύνδεση και συμφιλίωση σύμφωνη με τις προαναφερθείσες θεμελιώδεις αρχές. Η Συντακτική Συνέλευση ως όργανο δημοκρατικής συντακτικής εξουσίας έχει ήδη χρησιμοποιηθεί με επιτυχία, κυρίως στην διαδικασία αποαποικιοποίησης. Η σύνταξη Συντάγματος πρέπει να εντάσσεται σε δημοκρατικές πολιτικές διαδικασίες και όχι χωρίς αυτές.

25.       Μια Συντακτική Συνέλευση για την Κύπρο, είτε δημοκρατικά εκλεγμένη, είτε ορισμένη έτσι ώστε να αντικατοπτρίζει ορθά την βούληση των ψηφοφόρων και την προοπτική διαφορετικών κοινοτήτων όλου του νησιού, πρέπει να έχει την αποκλειστική ευθύνη για την σύνταξη και υιοθέτηση ενός νέου Συντάγματος για την Κύπρο, το οποίο να βασίζεται στο ήδη υπάρχον Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας του 1960 και το οποίο τελικά να τροποποιεί ή να υποκαθιστά.

26.       Τα μέλη της Συντακτικής Συνέλευσης πρέπει να έχουν απόλυτη ελευθερία και ευθύνη ως προς την επιλογή του πολιτεύματος, είτε αυτό είναι προεδρικό, κοινοβουλευτικό, ή ένας συνδυασμός των δύο· ως προς την εξεύρεση εδαφικών διευθετήσεων μέσω ενός κατάλληλου σχεδίου αποκέντρωσης- σε περιοχές, περιφέρειες, κοινότητες ή παρεμφερή- και ως προς την διαμόρφωση διαδικασιών ικανών να προστατεύσουν αποτελεσματικά τα δικαιώματα των μειονοτήτων και των ανθρώπων, προς όφελος του λάου όλων των κοινοτήτων της Κύπρου. Γνωματεύσεις και βοήθεια για την Συνέλευση ή τα μέλη της μπορούν να αναζητηθούν από εμπειρογνώμονες από το εσωτερικό της Κύπρου και το εξωτερικό. Τα μόνα νομικά όρια της κυρίαρχης συντακτικής εξουσίας της Συνέλευσης είναι η αυστηρή συμμόρφωση με τις Ευρωπαϊκές αρχές και το κοινοτικό κεκτημένο, και με τα διεθνή πρότυπα σχετικά με τα δικαιώματα του ανθρώπου και την προστασία των μειονοτήτων που πηγάζουν από το διεθνές δίκαιο και από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και άλλα Ευρωπαϊκά θεσμικά μέσα[16].

27.       Το νέο Σύνταγμα, όπως θα διαμορφωθεί από τη Συνέλευση, θα πρέπει να υποβληθεί σε ξεχωριστά παράλληλα δημοψηφίσματα , τα οποία θα διεξαχθούν στις δύο μεριές του νησιού, σύμφωνα με την εμπειρία της 24 Απριλίου 2004[17].  Μόνο ο λαός της Κύπρου μπορεί να επιφέρει την νομιμότητα που είναι αναγκαία για μια νέα αρχή. Οποιαδήποτε λύση του Κυπριακού πρέπει να είναι νόμιμη και νομιμοποιημένη και πρέπει να βασίζεται πάνω στη μόνη ισχύουσα συνταγματική βάση που αναγνωρίζεται από την Ευρωπαϊκή Ένωση και από την διεθνή κοινότητα, και αυτό είναι το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας του 1960. Οι διαδικασίες που θα ρυθμίζουν την εκλογή ή τον ορισμό της Συντακτικής Συνέλευσης, τη σύνθεση της και τη λειτουργία της, καθώς και την διεξαγωγή των δημοψηφισμάτων για το Σύνταγμα, θα πρέπει να προβλέπονται από τροπολογίες στο Σύνταγμα του 1960. Προτείνεται επιπλέον η διαδικασία της Συντακτικής Συνέλευσης να διεξαχθεί υπό την αιγίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Συστάσεις

28.       Το Διεθνές Συμβούλιο Εμπειρογνωμόνων αναζητά μια δίκαιη και έντιμη λύση για την Κύπρο, η οποία να επιτρέπει στις κοινότητες να επιτύχουν συμφιλίωση και ένα ειρηνικό και ευήμερο μέλλον.  Κατά συνέπεια συνιστά την τήρηση των Θεμελιωδών Αρχών του Διεθνούς και Ευρωπαϊκού Δικαίου όπως αναφέρονται παραπάνω σε όλους τους αρμόδιους διεθνείς θεσμούς, συμπεριλαμβανόμενου του ΟΗΕ, του Συμβουλίου της Ευρώπης, του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη, αλλά ιδιαίτερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση υπό το πρίσμα της ιστορικής ευκαιρίας που της παρουσιάζεται με την πρόσφατη ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας και την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Τουρκία.

29.       Το Διεθνές Συμβούλιο Εμπειρογνωμόνων συνιστά:

α) Την αναγνώριση των παραπάνω Θεμελιωδών Αρχών από τα μέρη τα οποία εμπλέκονται στην αναζήτηση ειρήνης, δικαιοσύνης και ασφάλειας στην Κύπρο.

β) Την υιοθέτηση ενός ψηφίσματος από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (και άλλους αρμόδιους διεθνείς θεσμούς)  στο οποίο να επαναβεβαιώνονται οι Θεμελιώδεις Αρχές.

γ) Τη σύσταση μέσα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (και σε άλλους αρμόδιους διεθνείς θεσμούς) ενός εποπτικού μηχανισμού μέσω του οποίου να διασφαλίζεται η συμβατότητα με τις Θεμελιώδεις Αρχές οποιουδήποτε διακανονισμού  προτείνεται για την Κύπρο.

δ) Τη δημιουργία μιας Συντακτικής Συνέλευσης υπό την αιγίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στη βάση του Κυπριακού Συντάγματος του 1960, η οποία να φέρει σε επαφή τα άμεσα ενδιαφερόμενα μέρη με σκοπό την εξεύρεση μιας επίλυσης συμβατής με τις Θεμελιώδεις Αρχές.

Συμπέρασμα

30.       Η ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχει μεταβάλει  ριζικά τους εσωτερικούς όσο και εξωτερικούς παράγοντες του Κυπριακού.  Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι είναι τώρα πια πολίτες της Ένωσης, απολαμβάνουν τα δικαιώματα που πηγάζουν από την Ευρωπαϊκή έννομη τάξη και υπόκεινται στα καθήκοντα που πηγάζουν από αυτή.  Η Κυπριακή Δημοκρατία είναι κράτος-μέλος και κατά συνέπεια είναι μία από τους «Κύριους των Συνθηκών».

31.       Εάν το Σχέδιο Αννάν είχε γίνει αποδεκτό και είχε τεθεί σε εφαρμογή πριν από την ένταξη, η ίδια η ένταξη θα είχε στηριχτεί σε πολύ ασταθείς νομικές βάσεις, καθώς η Ένωση θα είχε ενσωματώσει ένα νέο κράτος-μέλος το οποίο δεν θα είχε καν υπογράψει τη συμφωνία ένταξης, ενώ παράλληλα η Κυπριακή Δημοκρατία, η οποία θα είχε υπογράψει τη συμφωνία, θα είχε πάψει να υπάρχει.  Τώρα που η ένταξη έχει γίνει πραγματικότητα, η κατάργηση της Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω ενός αναθεωρημένου Σχεδίου Αννάν είναι εκ των πραγμάτων αδύνατη λόγω της ύπαρξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

32.       Η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται αντιμέτωπη με την ιστορική ευκαιρία και την ειδική ευθύνη να προωθήσει μια νέα διαδικασία δημοκρατικής συντακτικής διαδικασίας στην Κύπρο και να πείσει όλες τις κοινότητες να λάβουν μέρος σε αυτή τη διαδικασία.  Κατ’αυτόν τον τρόπο η Ευρωπαϊκή Ένωση  θα εξασφάλιζε την εφαρμογή των δικών της αρχών και αξιών, καθώς και αυτών του διεθνούς δικαίου γενικότερα, μέσα στα εδάφη ενός κράτους-μέλους της.

******

 

Παράρτημα : Άρθρο 6 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση

Άρθρο 6

1.   Η Ένωση βασίζεται στις αρχές της ελευθερίας, της δημοκρατίας, του σεβασμού των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών και του κράτους δικαίου, αρχές οι οποίες είναι κοινές στα κράτη μέλη.

2.   Η Ένωση σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα, όπως κατοχυρώνονται με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών, που υπογράφηκε στη Ρώμη στις 4 Νοεμβρίου 1950, και όπως προκύπτουν από τις κοινές συνταγματικές παραδόσεις των κρατών μελών, ως γενικές αρχές του κοινοτικού δικαίου.

3.   Η Ένωση σέβεται την εθνική ταυτότητα των κρατών μελών της.

4.   Η Ένωση διαθέτει τα μέσα που απαιτούνται για την επίτευξη των στόχων της και για την επιτυχή εφαρμογή των πολιτικών της.

******

 

Σύνθεση Διεθνούς Συμβουλίου Εμπειρογνωμόνων*

1.    Professor Auer Andreas, Switzerland

Professor of Constitutional Law, University of Geneva

2.    Professor Bossuyt Mark, Belgium

Professor of International Law, University of Antwerp

3.    Professor Burns Peter, Canada

Former Dean of the UBC Law Faculty,

Professor of Law, University of British Columbia, Vancouver

4.    Professor Dr. Alfred De Zayas, United States of America

Geneva School of Diplomacy

Former Secretary, UN Human Rights Committee

5.    Professor Helmons Silvio-Marcus, Belgium

Emeritus Professor of Universite Catholique de Louvain, Public International Law and Human Rights

6.    Professor Dr. Dr.h.c. Oberndoerfer Dieter, Germany

Professor Emeritus, Political Science, University of Freiburg

7.    Professor Malcolm N Shaw QC, United Kingdom

The Sir Robert Jennings Professor of International Law, University of Leicester

Τα μέλη της Επιστημονικής Ομάδας της Πανελλήνιας Επιτροπής για Ευρωπαϊκή Λύση στην Κύπρο που συμμετείχαν στο διεθνές συμβούλιο:

 

1. Γιώργος Κασσιμάτης, Πρόεδρος της Επιτροπής, Ομότιμος Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου

2. Παναγιώτης Ήφαιστος, Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων

3. Στέλιος Περράκης, Καθηγητής Διεθνούς Δικαίου

4. Χριστόδουλος Γιαλλουρίδης Αναπλ. Καθηγητή Διεθνούς Πολιτικής

5. Περικλής Νεάρχου, Φιλόλογος, Συντονιστής της Ομάδας

————————-

*Σε μερικές συνεδριάσεις συμμετείχαν, επίσης ο Δικαστής Λουκής Λουκαϊδης και μέλη του «Διεθνούς Συνδέσμου για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κύπρο».

Υποσημειώσεις


[1] Βλ. την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα που αναφερόταν σε τουρκικές παραβιάσεις της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα στις πρώτες δύο προσφυγές της Κύπρου κατά της Τουρκίας, 10 Ιουλίου 1976 και στην τρίτη προσφυγή, 4 Οκτωβρίου 1983 (δημοσιεύτηκε από την Επιτροπή Υπουργών το 1992) και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στην απόφαση του σχετικά με την τέταρτη προσφυγή Κύπρου κατά Τουρκίας, 10 Μαΐου 2001. Βλ. Επίσης παρακάτω, παρ.15.

[2] Οντότητα η οποία αναφέρεται από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ως «υφιστάμενη τοπική διοίκηση» της Τουρκίας, Λοϊζίδου κατά Τουρκίας, απόφαση 23 Φεβρουαρίου 1995,παρ.62.

[3] Βλ. Επίσης την Διακήρυξη των Αρχών του Διεθνούς Δικαίου Σχετικά με τις Φιλικές Σχέσεις, του 1970, απόφαση 2625 (ΧΧV), και την Διακήρυξη της Μανίλας περί Ειρηνικής Διευθέτησης των Διεθνών Διαφορών, απόφαση 37/590.

[4] Βλ. Το άρθρο 2 του Χάρτη ΟΗΕ και την Διακήρυξη των Αρχών του Διεθνούς Δικαίου Σχετικά με τις Φιλικές Σχέσεις του 1970.

[5] Βλ. Το Άρθρο 2(4) του Χάρτη ΟΗΕ, Κεφάλαιο VII  του Χάρτη ΟΗΕ και την απόφαση 3314(ΧΧΙΧ) περί Ορισμού της Επίθεσης

[6] Βλ. Τις Αρχές της Νυρεμβέργης και τα καταστατικά των Δικαστηρίων για τα Εγκλήματα Πολέμου για την πρώην Γιουγκοσλαβία και τη Ρουάντα και το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο.

[7] Βλ. Επίσης την απόφαση 83(13) της Επιτροπής Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης και την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στην υπόθεση Κύπρος κατά Τουρκίας , 10 Μαΐου 2001.

[8] Βλ. Γνωμοδότηση του Διεθνούς Δικαστηρίου σχετικά με τις Νόμιμες Συνέπειες της Οικοδόμησης Τείχους στα Κατεχόμενα Εδάφη της Παλαιστίνης, 9 Ιουλίου 2004, παρ. 119 και ακόλουθες.

[9] Πιο σημαντική, η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Κύπρος εναντίον Τουρκίας, 10 Μαΐου 2001.

[10] Βλ. την υπόθεση Rutili, 1975, ΕΔΑΔ 1219 και άρθρο 6 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, 1999 (βλ. και Παράρτημα αυτού του κειμένου).

[11] Αυτή η κατάσταση θα ερχόταν επίσης σε σύγκρουση με αρκετές αποφάσεις του ΟΗΕ σχετικά με το δικαίωμα επιστροφής, βλ. ειδικότερα την μελέτη της Υπό-Επιτροπής του ΟΗΕ για την Προώθηση και Προστασία των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Ειδικού Εισηγητή Awn Shawkat Al Kassawneh περί της «Διάστασης των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στις Μετακινήσεις Πληθυσμών», E/CN.4/Sub.2/1997/23.

[12] Βλ. επίσης τον Χάρτη των Παρισίων, 1990.

[13] Το οποίο αναπαράγεται στο Παράρτημα αυτού του κειμένου.  Βλ. επίσης την Διακήρυξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας σχετικά με την Αναγνώριση Νέων Κρατών,1991.

[14] Βλ. παραπάνω, παρ.5.

[15] Βλ. παραπάνω, παρ. 8.

[16] Για παράδειγμα η Σύμβαση Πλαίσιο για την Προστασία των Εθνικών Μειονοτήτων, 1995, στην οποία η Κύπρος είναι συμβαλλόμενο μέρος.

[17] Αλλά χωρίς τη συμμετοχή των Τούρκων εποίκων, βλ. παραπάνω παρ.14



Κατηγορίες:Άρθρα, ΕΕ, Εθνική Στρατηγική, Ελλάδα, Κύπρος, Παναγιώτης Ήφαιστος, Στρατηγική

Ετικέτες: , , , , , ,