Παθογένειες και αδιέξοδα του σύγχρονου εθνοκρατοκεντρικού συστήματος, διεθνής διακυβέρνηση και κίνδυνος, μεταξύ άλλων, πυρηνικού ολοκαυτώματος

Το κείμενο που ακολουθεί αποτέλεσε την βάση προφορικής παρέμβασης στο Συμπόσιο της Κοσμοσυστημικής Ακαδημίας για τις προϋποθέσεις που ισχύουν στο σύγχρονο κρατοκεντρικό σύστημα και τις προοπτικές μετακρατοκεντρικών διεθνών θεσμών διεθνούς διακυβέρνησης. Το συμπόσιο όπως και άλλες διοργανώσεις της Κοσμοσυστημικής Ακαδημίας έχουν ως άξονα των παρεμβάσεων το εμβληματικό έργο του Γιώργου Κοντογιώργη για τις διαχρονικές διαδρομές, τους μεγάλους σταθμούς και τις διαμορφωτικές δυνάμεις του πολιτικού πολιτισμού και τον κοσμοϊστορικό ρόλο της Ελληνικότητας. Εξ αντικειμένου η ανάλυσή του για την χιλιετή μετακρατοκεντρική Βυζαντινή κοσμοπολιτεία είναι μοναδικές και δημιουργούν μια μεγάλη δεξαμενή σκέψης άντλησης εμπειριών για τις προϋποθέσεις νέων προσανατολισμών του σύγχρονου κρατοκεντρικού διεθνούς συστήματος. Τα ζητήματα που θίγονται στην συνέχεια έχουν εξεταστεί εκτενώς στο πρόσφατο βιβλίο «ΤΟ ΕΘΝΟΚΡΑΤΟΚΕΝΤΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΟΝ 21ο ΑΙΩΝΑ. Παθογένειες, αδιέξοδα, αίτια, πολιτικός στοχασμός. Μεταμοντέρνος εθνομηδενισμός versus Έθνος και Πολιτισμός» https://wp.me/p3OqMa-2IW. Βλ. επίσης «Διεθνής πολιτική τον 21ο αιώνα και η επιτάχυνση των στρατηγικών διενέξεων μεταξύ των ηγεμονικών δυνάμεων» https://wp.me/p3OqMa-2QP Στο τέλος παρατίθεται ομιλία του Robert Kennedy στις 10 Ιουνίου 1963 η οποία εκτιμάται ήταν προσανατολισμένη προς διεθνείς θεσμούς, στρατηγικές και σχέσεις μεταξύ των ηγεμονικών δυνάμεων σε πολύ διαφορετική βάση απ’ ότι είχαμε στην συνέχεια [με την εξαίρεση των συμφωνιών SALT / ABM που περιόριζαν τους διηπειρωτικούς πυρηνικούς πυραύλους και αντιβαλλιστικούς πυραύλους – την εκατέρωθεν απόσυρση επίσης απόσυρση των «ευρωπυραύλων» – βλ. επίσηςΟυκρανία και πυρηνικά όπλα. Το Αλφαβητάρι της πυρηνικής στρατηγικής. https://wp.me/p3OqMa-2nx ].

Αναλύοντας τα μορφικά πανομοιότυπα κρατοκεντρικά συστήματα της κλασικής εποχής και της σύγχρονης εποχής αναφύονται εξαρχής συμπλεκόμενα ζητήματα που αφορούν 1. τον ρόλο των κρατών, 2. την δομή του σύγχρονου διεθνούς συστήματος, 3. τον τρόπο που εξελίσσονται τα κράτη και το διεθνές σύστημα καθώς κινούμαστε βαθύτερα στον 21ο αιώνα, 4. του κοινούς κινδύνους όπως το ενδεχόμενο πυρηνικού ολοκαυτώματος, η όξυνση της τρομοκρατίας και ο ρόλος των αθέσπιστων διεθνικών δρώντων, 4. κοινά συμφέροντα και κοινές ανάγκες που αφορούν τις εθνικές οικονομίες και την διεθνή πολιτική οικονομία και 5. τις προϋποθέσεις που θα μπορούσαν οδηγούν σε μια νέα φάση διεθνούς διακυβέρνησης πολύ πιο προχωρημένη.

Το καίριο ερώτημα που απαιτείται να απαντάται πολιτικά ορθολογιστικά και όχι ουτοπικά είναι οι τρόποι που συμπλέκονται, διακρίνονται και αλληλοεπηρεάζονται τα τρία επίπεδα ανάλυσης, τουτέστιν, του ανθρώπου, του κράτους και της διεθνούς πολιτικής; Ποια είναι τα εγγενή αίτια που προκαλούν αντιπαραθέσεις, ανταγωνισμούς, συμμαχικές συσπειρώσεις, διενέξεις, πολέμους και ανακατανομές ισχύος, πλουτοπαραγωγικών πόρων και συνόρων; Ποιος είναι ο ρόλος των ηγεμονικών δυνάμεων, ποια είναι τα αίτια της αδιάλειπτης ηγεμονικής διαπάλης και ποιες είναι οι συνέπειες για τα υπόλοιπα κράτη;

            Η εκτίμησή μας είναι ότι επιχειρώντας να αναπτυχθεί πολιτικός στοχασμός, συγκρίνοντας το κλασικό με το σύγχρονο κρατοκεντρικό σύστημα και αναζητώντας νέους προσανατολισμούς, η μεγαλύτερη σύγχρονη παθογένεια του πολιτικού στοχασμού και της πολιτικής πράξης έγκειται στην εκκόλαψη κατά την διάρκεια των τριών τελευταίων αιώνων εσχατολογικών μετακρατικών ιδεολογικών δογμάτων που αγνοούν ή παραβλέπουν την πραγματικότητα. Που αγνοούν ή παραβλέπουν, επίσης, τις κοσμοϊστορικές εμπειρίες των προϋποθέσεων που οδήγησαν στην μετάβαση από τον κρατοκεντρισμό στην μετακρατοκεντρική Βυζαντινή κοσμοπολιτεία.

Τονίζεται και υπογραμμίζεται ότι κάνοντας αυτή την παρατήρηση 1ον, δεν επιχειρείται να τεθούν χρονοδιαγράμματα των φάσεων και σταδίων μιας παρόμοιας μελλοντικής μετάβασης σε ένα μετακρατοκεντρικά δομημένο κόσμο, 2ον, η εξέταση αυτής της πτυχής εδράζεται πάνω στην πραγματικότητα που απορρέει από το γεγονός πως τα θεμέλια του σύγχρονου κρατοκεντρικού συστήματος πλημμύρισαν από παθογένειες και αδιέξοδα και 3ον  συγκρίνοντας τις προϋποθέσεις των Μεταμεσαιωνικών χρόνων διαπιστώνεται ότι διαφέρουν ουσιωδώς από αυτές της Κλασσικής και μετά-Κλασσικής εποχής. Κατά συνέπεια, ρεαλιστικό είναι να αναζητηθούν μετακρατοκεντρικές αφετηρίες συμβατές και γι’ αυτό εφικτές με τις προϋποθέσεις του υπάρχοντος διακρατικού συστήματος.    

           

Ποιο συγκεκριμένα, ιδιαίτερα τους τρεις τελευταίους αιώνες υπάρχει μια πολιτικά και στοχαστικά ανελέητη παθογένεια: Το γεγονός ότι εντός ενός πασίδηλα εθνικά διαφοροποιημένου κόσμου κυριάρχησαν παντελώς ανυπόστατες παραδοχές περί  ενός  ανθρωπολογικά εξομοιωμένου και πολιτικά εξισωμένου πλανήτη που θα μπορούσε να υπάρξει με υλιστικές και ως εκ τούτου εγγενώς αντιπνευματικές και μηδενιστικές μετακρατικές λογικές. Ασφαλώς, κάτι τέτοιο δεν είναι μόνο ανέφικτο αλλά όπως εύστοχα υπογράμμισε ο Raymond Aron, θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί μόνο με πλανητική γενοκτονία των πολλών για να παραμείνουν οι λίγοι ιδεολογικά πεφωτισμένοι φορείς των κατά τα άλλα πολιτικά ανυπόστατων εσχατολογικών μετακρατικών ιδεολογικών δογμάτων.  

            Για να φωτιστεί καλύτερα αυτή η εξαιρετικά σημαντική πτυχή που βασικά και ουσιαστικά προσδιορίζει τις παθογένειες και τα αδιέξοδα της σύγχρονης εποχής θα μπορούσε να αναφερθεί μια καταμαρτυρούμενη διάσταση της διαχρονικής πραγματικότητας που υπογράμμισε ο κορυφαίος στοχαστής των Θουκυδίδειων αξιωμάτων Robert Gilpin. Εμφατικά υπογράμμισε το γεγονός πως κατά την διάρκεια πέντε περίπου χιλιετιών γνωστής ιστορίας ίσχυαν και συνεχίζουν να ισχύουν τα εξής:

1) Βασική μονάδα κοινωνικής οργάνωσης στον διεθνή χώρο και θεμέλιο των πολιτικών σχέσεων είναι η «ομάδα» και όχι τα άτομα ή οι τάξεις (και μάλιστα εντός ενός υποθετικού ανθρωπολογικά εξομοιωμένου πλανήτη)[1].

2) Κάθε σοβαρή συζήτηση των διεθνών σχέσεων, συνεχίζει ο Gilpin, απαιτείται να συνεκτιμά δεόντως το γεγονός ότι οι σχέσεις αυτών των «ομάδων» ήταν πάντα ανταγωνιστικού και ουσιαστικά συγκρουσιακού χαρακτήρα.

3) Στην διεθνή πολιτική κανόνας είναι η αστάθεια που απορρέει από την αναρχία και εξαίρεση η τάξη, η δικαιοσύνη και η ηθική. Αυτή η αντικειμενική διαπίστωση, συνέχισε, δεν προκρίνει την πολιτική και ηθική στάση κάποιου αλλά είναι μια ρεαλιστική εκτίμηση των διαχρονικών διεθνών σχέσεων καθ’ όλη την διάρκεια της γνωστής ιστορίας.

4) Αυτές οι πραγματικότητες σημαίνουν ότι, σε ένα κόσμο διακριτών συλλογικών οντοτήτων, και με δεδομένη την ανεπάρκεια πόρων, οι άνθρωποι βρίσκονται αντιμέτωποι για τη διανομή τους ως ομάδες και όχι ως άτομα.

5) Ο «homo sapiens» είναι είδος ανήκων σε φυλές στις οποίες, για τους περισσότερους από εμάς, η πίστη και νομιμοφροσύνη είναι υπεράνω όλων των άλλων κριτηρίων ή παραγόντων με εξαίρεση ίσως την οικογένεια.

6) Στα νεότερα χρόνια, αυτές τις ανταγωνιζόμενες ομάδες-φυλές τις ονομάσαμε “έθνη-κράτη” και την πίστη-νομιμοφροσύνη σ’ αυτά “εθνικισμό”.

7) Παρά το γεγονός ότι η μορφή και ο χαρακτήρας αυτών των ομάδων μεταβάλλεται –φυλές, βασίλεια, αυτοκρατορίες, έθνη-κράτη– η θεμελιώδης συγκρουσιακή φύση της μεταξύ τους σχέσης δεν μεταβάλλεται».

8) Ακόμη, ο Gilpin, υπενθύμισε ότι στις πολιτικές σχέσεις όλων των ειδών και όλων των επιπέδων παρατηρείται πως η ισχύς και η ασφάλεια είναι πρωταρχικής σημασίας στον προσδιορισμό των ανθρωπίνων κινήτρων.

9) Παραπέμποντας στον Θουκυδίδη, ο Gilpin συνεχίζει αναφέροντας πως η συμπεριφορά των ανθρώπων επηρεάζεται από διάφορους παράγοντες ή κριτήρια όπως τιμή, απληστία και προπαντός φόβο τα οποία συναρτώνται άμεσα με την ισχύ, την θέση και τον ρόλο.

10) Είναι αλήθεια, υποστήριξε, ότι οι άνθρωποι, επιβραβεύουν την αλήθεια, την αρετή, την καλοσύνη και την ομορφιά. Πλην όλες, όλες αυτές οι αγαθές επιδιώξεις και ηθικά κριτήρια χάνονται, εάν, υπό συνθήκες συνεχών και έντονων αγώνων ισχύος μεταξύ των κοινωνικών ομάδων, δεν διασφαλιστούν.

Η αναφορά στις πολύ γνωστές και πολύ ορθές θέσεις του Raymond Aron και του Gilpin για την διαχρονική και την σύγχρονη πραγματικότητα μας οδηγεί σε δύο επισημάνσεις που σχετίζονται με την γνωσιακά πρωτοπόρα προσπάθεια αναζήτησης διεξόδου που μπορεί να ενταχθεί μόνο στην λογική μετακρατοκεντρικών προσανατολισμών.

            Πρώτον, ο Gilpin, αναφερόταν πρωτίστως στο κλασικό και σύγχρονο άναρχο κρατοκεντρικό σύστημα (απουσία παγκόσμιας κοινωνίας, παγκόσμιου κοινωνικοπολιτικού συστήματος και νομιμοποιημένης παγκόσμιας εξουσίας). Επειδή η διάκριση μεταξύ ενδοκρατικής τάξης όπου η ισχύς θεσπίζεται και διακρατικής τάξης όπου εξ αντικειμένου λόγω κρατικής κυριαρχίας η ισχύς είναι αθέσπιστη, και σε αντίθεση με πολλούς άλλους αξιόλογους διεθνολόγους της Θουκυδίδειας παράδοσης, στα κείμενά του ο Gilpin δεν υποτιμά την θέσπιση της ισχύος ενδοκρατικά.

Δεύτερον, όπως σχεδόν το σύνολο των σύγχρονων στοχαστών –και αναφερόμαστε πρωτίστως στους επιστημονικά και όχι στους ιδεολογικά προσανατολισμένους–, ο Gilpin δεν συμπεριλαμβάνει στις θεωρήσεις του το εν πολλοίς βιβλιογραφικά ανεξερεύνητο κοσμοϊστορικό γεγονός της χιλιετούς μετακρατοκεντρικής Βυζαντινής κοσμοπολιτείας.

Εν τούτοις, η αποδυνάμωση ή και μακροχρόνια εξάλειψη των αιτιών πολέμου μπορεί να γίνει όχι στην βάση ανυπόστατων εξομοιωτικών και εξισωτικών εσχατολογικών οικουμενιστικών ιδεολογικών δογμάτων αλλά στην βάση της λογικής μετακρατοκεντρικών λογικών που για να είναι πολιτικά και θεσμικά ρεαλιστικές και εφικτές απαιτείται να συνεκτιμούν δεόντως την φυσιογνωμία, το περιεχόμενο και τους προσανατολισμούς του σύγχρονου κρατοκεντρισμού.

Κυρίως, τόσο με τις πολιτικές και στρατηγικές λογικές που σχετίζονται με την ασφάλεια και την βιωσιμότητα των κρατών εντός του σύγχρονου κρατοκεντρικού συστήματος που βασικά και ουσιαστικά είναι προκλασικών προδιαγραφών όσο και με ανθρωποκεντρικές προϋποθέσεις που αφορούν τις βαθμίδες δημοκρατικής συγκρότησης.

Τα κεντρικά ερωτήματα είναι: 1ον, αναλύοντας τον σύγχρονο κόσμο ποιος είναι ο προσανατολισμός και ποιες οι προϋποθέσεις της ισχύουσας πραγματικότητας, 2ον, μελετώντας παρελθούσες φάσεις και στάδια τι διδάσκει η κοσμοϊστορική εμπειρία όσον αφορά τις προϋποθέσεις που οδήγησαν σε μετακρατοκεντρικές επιλογές ή αντίθετα σε οπισθοδρομήσεις που επηρέαζαν αυτές τις επιλογές αρνητικά, και 3ον, εκτιμώντας δεόντως την ισχύουσα σύγχρονη ισχύουσα κρατοκεντρική πραγματικότητα μπορεί να υπάρξει προβληματισμός όχι στην βάση ανυπόστατων εσχατολογικών δογμάτων αλλά σε αναφορά με κρατικές και διακρατικές αποφάσεις για θεσμούς διεθνούς διακυβέρνησης που αφορούν κοινές ανάγκες, κοινούς κινδύνους, κοινά προβλήματα και το κόστος ή όφελος εναλλακτικών αποφάσεων που αφορούν την ευημερία, την ασφάλεια και την επιβίωση όλων των κρατών

Για παράδειγμα, αντιμετώπιση του κινδύνου πυρηνικού ολοκαυτώματος, αντιμετώπιση της τρομοκρατίας, διαχείριση των πλανητικοποιημένων και εν πολλοίς αθέσπιστων επικοινωνιακών δρώντων και ο τρόπος που επηρεάζουν οι τεχνολογίες των άνθρωπο, την υπόστασή του, την ζωή του και την οικονομία.

Για να είμαστε πιο ακριβείς και πιο συγκεκριμένοι, ενώ το ζήτημα πιθανών προσανατολισμών, προϋποθέσεων και αποφάσεων μετάβασης σε στάδια και φάσεις μετακρατοκεντρικών επιλογών διαφόρων βαθμίδων υποχρεωτικά διανοίγεται μια μεγάλη συζήτηση για τις προϋποθέσεις, τις φάσεις και τα στάδια ρεαλιστικών μετακρατοκεντρικών επιλογών που είναι εφικτές εντός του ισχύοντος κρατοκεντρικού κόσμου. Του τρόπου επίσης που αυτές οι επιλογές θα μπορούσαν να αναπτυχθούν οδηγώντας το διεθνές σύστημα σε μια νέα ιστορική φάση.

Είναι ρεαλιστικό και εφικτό, τονίζεται και υπογραμμίζεται, να διευρυνθεί η συζήτηση των αναγκαίων προϋποθέσεων εντός του υπάρχοντος κρατοκεντρικού συστήματος, αλλά όχι, όπως τα μετακρατικά ιδεολογικά δόγματα κάνουν, εντός ενός φανταστικού μελλοντικού εθνομηδενισμένου και ανθρωπολογικά εξομοιωμένου μετακρατικού κόσμου[2].

            Χρήζει να τονιστεί μια εκτίμηση, ότι όποιος στερείται εσχατολογικές μετακρατικες ιδεολογικές παρωπίδες, λογικά, όσο περισσότερο διαπιστώνει τις συχνά αβάστακτες παθογένειες, τα αδιέξοδα και τους κινδύνους εντός του σύγχρονου κρατοκεντρισμού τόσο περισσότερο προβληματίζεται για πιθανούς θεσμούς διεθνούς διακυβέρνησης στο πλαίσιο μετακρατοκεντρικών λογικών.

Αναφερόμενοι στον σύγχρονο εθνικά διαφοροποιημένο κόσμο, μια εκτίμηση που χρήζει να τονιστεί εμφαντικά, είναι ότι ενώ η γνώση των μετακρατοκεντρικών κοσμοϊστορικών εμπειριών και ιδιαίτερα του χιλιετούς Βυζαντινού παραδείγματος είναι απόλυτα αναγκαία, εξ αντικειμένου και ολοφάνερα το άμεσο και κατεπείγον ζήτημα που τίθεται δεν είναι η ξαφνική δημιουργία κοσμοπολιτειακής πλανητικής δομής αλλά οι δυνατότητες εκκόλαυσης και σμίλευσης δυνατοτήτων δημιουργίας θεσμικών δομών μετακρατοκεντρικού χαρακτήρα πέραν των διεθνών θεσμών που υπάρχουν

Όπως ήδη υπαινιχθήκαμε, επίσης, αυτό απαιτεί γνώση και επίγνωση του γεγονότος ότι οι εσχατολογικές και προγραμματικά ανυπόστατες μετακρατικές παραδοχές δεν οδηγούν σε πολιτικά και στρατηγικά εφικτές διεξόδους αλλά αντίθετα οξύνουν τις παθογένειες και πληθαίνουν τα αδιέξοδα που πασίδηλα καταμαρτύρησαν οι Μεταψυχροπολεμικές εμπειρίες με τους «ανθρωπιστικούς βομβαρδισμούς» και τους πολέμους στην Ουκρανία και την Μέση Ανατολή.

Το Βυζάντιο δεν ήταν εξομοιωμένο και εξισωμένο και πολύ πιο σημαντικά δεν ήταν εθνικά μηδενισμένο αλλά αντίθετα οι συνιστώσες κοινωνικές οντότητες εντός των πόλεών τους ήταν αυτεξούσιες και οι αντιπρόσωποί τους οι εντολείς της εντολοδόχου και ανακλητής εξουσίας στην Βασιλεύουσα Πόλη.

Όπως ήδη αναφέρθηκε η αντιμετώπιση των παθογενειών και των αδιεξόδων του σύγχρονου κρατοκεντρισμού είναι απόλυτα αναγκαίο να συνεκτιμά πλήρως την ισχύουσα πραγματικότητα και οι αποφάσεις να εδράζονται πάνω σε πολιτικό και στρατηγικό ορθολογισμό για το κόστος και το όφελος εναλλακτικών επιλογών. Κάτι τέτοιο απαιτεί αναλύσεις που έχουν στα θεμέλιά τους τα αξιώματα του κρατοκεντρικού Παραδείγματος, δηλαδή τα Θουκυδίδεια αξιώματα που ισχύουν σε κάθε κρατοκεντρικό διεθνές σύστημα.

Ριζική αλλαγή Παραδείγματος μπορεί να υπάρξει μόνο εντός μιας κοσμοπολιτείας της οποίας η αυτονομία των συνιστωσών κοινωνικών οντοτήτων είναι κύριο κριτήριο που προσδιορίζει την δομή, τις λειτουργίες και τις αρμοδιότητες. Αλλαγή Παραδείγματος επίσης θα μπορούσε να συντελεστεί -κάτι που ποτέ δεν υπήρξε και που εξ αντικειμένου μόνο στην φαντασία μπορεί να υπάρξει-, εάν ήταν εφικτή η δημιουργία μιας παγκόσμιας κοινωνίας εθνικά πολιτισμικά και ως εκ τούτου εθνικά συνεκτικής, ενός παγκόσμιου κοινωνικοπολιτικού συστήματος, ενός παγκόσμιου συστήματος διανεμητικής δικαιοσύνης και ενός παγκόσμιου συστήματος νομιμοποιημένης διακυβέρνησης.

Όπως ήδη τονίστηκε οι παθογένειες και τα αδιέξοδα που εκκολάφθηκαν τους Μεταμεσαιωνικούς χρόνους και κυρίως οι μετακρατικές εσχατολογίες πολλών ειδών και εκδοχών θόλωσαν την πολιτική σκέψη και επισκίασαν τον προσανατολισμό προς μετακρατοκεντρικές διεξόδους που είναι εφικτός μόνο εάν πληρούνται συγκεκριμένες προϋποθέσεις.

Η σύγχρονη ιδεολογική πολιτική θεολογία που διαδέχθηκε την Ρωμαιοκαθολική Θεοκρατική πολιτική θεολογία κινείται μεταφυσικά και κατά συνέπεια διατυπώνει εσχατολογικές θέσεις περί μελλοντικών προορισμών του κόσμου οι οποίες αφορούν ελάχιστα η καθόλου την ισχύουσα πραγματικότητα και τον υπαρκτό επίγειο κόσμο.

Ίσως είναι χρήσιμο να υπογραμμιστεί ότι η πολιτική θεολογία είναι δύο βασικά ειδών. Ο Παναγιώτης Κονδύλης εύστοχα υπογραμμίζει την συγγένεια των πολλών εκδοχών πολιτικής ιδεολογίας. Κυρίως της θρησκευτικής πολιτικής θεολογίας που καταλήγει σε Θεοκρατικά δόγματα και της ιδεολογικής πολιτικής θεολογίας η οποία στην βάση τους ενός ή άλλου δόγματος υποστηρίζει την ανθρωπολογική εξομοίωση και πολιτική εξίσωση του πλανήτη.

Συγκρίνοντας τα μορφικά πανομοιότυπα εσχατολογικά χαρακτηριστικά τους ο Κονδύλης υπογραμμίζει ότι όσο περισσότερο κανείς κατανοήσει τους μηχανισμούς της ουτοπικής και ιδεολογικής σκέψης τόσο περισσότερο βεβαιώνεται ότι κύριο χαρακτηριστικό της κλασικής αρχαιότητας είναι η απουσία εσχατολογίας και ευθύγραμμων αντιλήψεων για το ιστορικό γίγνεσθαι. Αντίθετα η ουτοπία είναι κύριο χαρακτηριστικό του σοσιαλιστικού μαρξισμού και του καπιταλιστικού φιλελευθερισμού.

Για να αποφευχθεί η υστερία μπροστά στον πλήρη και αμετάκλητο θάνατο, έγραψε ο Κονδύλης, νομιμοποιήθηκε κοσμοθεωρητικά η υστερία της εσχατολογίας. Αντίθετα από την πολιτική σκέψη την κλασική αρχαιότητα απουσίαζαν η εσχατολογία και οι γραμμικές ερμηνείες και η σκέψη προσηλώθηκε στην θέαση και βίωση του αΐδιου κύκλου (verbatim).

Καθώς εισερχόμαστε βαθύτερα στον 21ο αιώνα και καθώς τα κράτη και το διεθνές σύστημα εξελίσσονται  τίθενται επί τάπητος επιτακτικά ζητήματα που αφορούν μια διεθνή διακυβέρνηση όχι μετακρατικού χαρακτήρα που υποστηρίζουν όλα τα σύγχρονα διεθνιστικά δόγματα και οι μηδενιστικές παραδοχές αλλά διεπόμενη από μετακρατοκεντρικές λογικές στο πλαίσιο θεσμικών αφετηριών διεθνούς διακυβέρνησης που αντλούν από παρελθούσες κοσμοϊστορικές εμπειρίες.

Σε κάθε περίπτωση άξονας κάθε τέτοιου προβληματισμού μπορεί να αφορά μόνο ορθολογιστικές αποφάσεις ως προς το τι είναι πολιτικά και στρατηγικά συμφέρουσες επιλογές. Συνοψίζουμε μερικά ορατά διεθνή ζητήματα που αφορούν συμπλεκόμενα κοινά συμφέρονται και κοινούς κινδύνους και που ευθέως σχετίζονται με τον κρατοκεντρικά νοούμενο πολιτικό και στρατηγικό ορθολογισμό. Συνοψίζονται κριτήρια και παράγοντες που πιο πάνω αναφέρθηκαν ακροθιγώς.

Α) Ο κίνδυνος πυρηνικού ολοκαυτώματος στον οποίο ήδη προαναφέραμε και για τον οποίο αυτά που ακούστηκαν εκατέρωθεν μετά τον πόλεμο της Ουκρανίας αλλά και μετά τον πόλεμο της Μέσης Ανατολής αφήνουν κατάπληκτους όσους ασχολήθηκαν την εξέλιξη του πυρηνικού ζητήματος και των πυρηνικών στρατηγικών. Μονολεκτικά αναφέρεται ότι οι προαναφερθείσες συμφωνίες μετά το 1972-3 και δηλώσεις αρχίζοντας από τον πρόεδρο Κέννεντυ το 1973, και στην συνέχεια πολλών άλλων, εμπεριέχουν μετακρατοκεντρικές λογικές που αναφύονται για λόγους ανάγκης, κοινού συμφέροντος και κοινών κινδύνων.

Β) Αυξάνονται οι συχνά αθέατοι και εν πολλοίς ανεξέλεγκτοι –τόσο κοινωνικοπολιτικά εντός των κρατών όσο και διακυβερνητικά– διεθνικοί χρηματοοικονομικοί δρώντες. Επίσης, παρόμοια, οι διεθνικοί φορείς νέων πλανητικής εμβέλειας επικοινωνιακών μέσων. Το ίδιο τρομοκράτες που όπως είναι γνωστό δεν είναι μόνο ενδοκρατικό αλλά και διακρατικό ζήτημα. Μπορεί αυτά και άλλα παρόμοια φαινόμενα να τυγχάνουν «στιγμιαίας» εκμετάλλευσης με τρόπους που στηρίζουν συγκεκριμένες στρατηγικές αλλά ορθολογιστικά σκεπτόμενοι το μόνο λογικό και συμφέρον όλων είναι η ανάπτυξη κοινών ελέγχων στην βάση προ-συμφωνημένων και γιατί όχι θεσμικά προικισμένων νέων προσεγγίσεων. Για τους πιο πάνω δρώντες ισχύει το Αριστοτελικό αξίωμα ότι το έλλογο ανθρώπινο ον εντός πόλεως είναι πολιτικό ον αλλά εκτός πόλεμος (ή όταν παρακάμπτει ή διαφεύγει των πολιτειακών ελέγχων και όταν δεν υπάρχουν διακυβερνητικές ρυθμίσεις) εν δυνάμει είναι θηρίο. Κανένα δεν συμφέρει να φουντώνουν τέτοια φαινόμενα.

Γ) Χωρίς να εξαντλούνται τα παραδείγματα αναφέρονται επίσης μείζονος και πλανητικής σημασίας ζητήματα όπως οι λοιμοί και τα περιβαλλοντολογικά προβλήματα των οποίων η διαχείριση συναρτάται με τις τεχνολογικές εξελίξεις και με τρόπους που απαιτούν διακυβέρνηση πέραν ευχολογίων σε διεθνείς συνάξεις που προσκολλώνται σε ξεπερασμένες ανορθολογικές λογικές.

Ε) Θα μπορούσαν επίσης να αναφερθούν πιθανοί διαστημικοί κίνδυνοι κάθε είδους αλλά και το κυριότερο ίσως ζήτημα των τελευταίων αιώνων, το πώς ενδοκρατικά και διακρατικά θεσπίζεται η τεχνολογία όλων των τομέων –σε σχέση με την εκμηχάνιση, την βιομηχανοποίηση, τους εξοπλισμούς, την μαζική παραγωγή, την ποιότητα των προϊόντων, κτλ– και την θέση του ανθρώπου ως έλλογο πολιτικό ον η προσωπικότητα του οποίου όταν συρρικνώνεται ενέχει βαθύτατες προεκτάσεις για τον ίδιο και τους άλλους. Κοντολογίς, εκτιμάται ότι η τεχνολογία είναι μείζον ζήτημα για όλα τα κράτη και αφορά τα πάντα σε πλανητική μάλιστα κλίμακα.

Η τεχνολογία, όμως, αντίθετα με κάποιες περίεργες απόψεις, δεν είναι ανεξάρτητη του ανθρώπου ούτε μπορεί να αντικαταστήσει τον άνθρωπο. Απλά, το ρομπότ δεν είναι άνθρωπος και το ζητούμενο όπως και με κάθε άλλο ζήτημα της εκμηχάνισης είναι το πως υπηρετεί τον άνθρωπο και τον πολιτικό πολιτισμό και όχι το πώς τον υποδουλώνει ή αλλοιώνει.

Εν κατακλείδι, ενώ προχωρούμε βαθύτερα στον 21ο αιώνα η διαδοχή φάσεων και σταδίων εντός του πλανητικά εκτεταμένου διεθνούς συστήματος θέτει ερωτήματα για πολλά ζητήματα όπως οι βαθύτατων προεκτάσεων ταχύρρυθμες τεχνολογικές εξελίξεις. Είναι σημαντικό να υπογραμμιστεί και συνεκτιμηθεί ότι τα βασικά ζητήματα που αφορούν τον άνθρωπο και το πολιτικό γίγνεσθαι παραμένουν ακριβώς τα ίδια. Επιπλέον, η κοινή αντιμετώπιση κινδύνων, αναγκών και κοινών συμφερόντων σε συγκεκριμένους τομείς δεν σημαίνει ότι δεν συνεκτιμούν δεόντως τα διαχρονικά αίτια πολέμου του σύγχρονου κρατοκεντρισμού. Θέτουν προκλήσεις για διακρατικές αποφάσεις πολιτικά και στρατηγικά ορθολογιστικές. Ως προς αυτά και κάθε άλλο δύο τελευταίες επισημάνσεις την σύγχρονη διεθνή πολιτική: Πρώτον, καμιά πρόβλεψη δεν μπορεί να γίνει. Δεύτερον, το κράτος ήταν και παραμένει ο θεσμός συλλογικής ελευθερίας των κοινωνιών και η εθνική ανεξαρτησία η συλλογική ελευθερία της κοινωνίας και ως εκ τούτου η κοινή κοσμοθεωρία όλων των μελών όλων των κυρίαρχων κρατών. Η επιβίωση του κράτους και η ασφάλειά του είναι έσχατη λογική για τους πολίτες κάθε βιώσιμου κράτους.

            Εάν συνεχίζαμε να εξετάζαμε τα πιο πάνω στην συζήτηση συνεχώς επανέρχονται κεντρικά ερωτήματα που υποχρεωτικά εντάσσονται σε κάθε προβληματισμό για την Οδύσσεια των ανθρώπων, των κρατών και του κόσμου προς την Ιθάκη υψηλότερων βαθμίδων πολιτικού πολιτισμού που δεν είναι άλλες από τις βαθμίδες θέσπισης της ισχύος εντός και μεταξύ των κρατών.

  1. Η ισχύουσα κρατοκεντρική πραγματικότητα και σε αντίθεση με τις εσχατολογικές ιδεολογίες η ανάγκη τεκμηριωμένης ανάλυσής της.
  2. Κοσμοϊστορικές εμπειρίες για μετακρατοκεντρικούς προσανατολισμούς και προϋποθέσεις και κυρίως διδάγματα για τις προϋποθέσεις μετάβασης από το ένα στάδιο στο άλλο και από μια φάση στην άλλη.
  3. Κύρια αίτια ανοδικής τροχιάς του πολιτικού πολιτισμού και αίτια αντιστροφών και οπισθοδρομήσεων
  4. Βαθμίδες ανθρωποκεντρικής θεμελίωσης και βαθμίδες δημοκρατίας σε συνάρτηση με τις δυνατότητες εκκόλαψης μετακρατοκεντρικών λογικών.

Ομιλία του Προέδρου Κέννεντυ το 1983

Πρόεδρος John F. Kennedy. Washington, D.C. 10 Iουνίου, 1963 [για λόγους ευκολίας η μετάφραση έγινε ηλεκτρονικά και ενδέχεται κάποιες φράσεις να μπορούσαν να αποδοθούν διαφορετικά – εξ ου και στο τέλος συμπεριλαμβάνεται και το αρχικό αγγλικό]

ΤΙ ΕΙΔΟΥΣ ΕΙΡΗΝΗ ΕΝΝΟΩ; ΤΙ ΕΙΔΟΥΣ ΕΙΡΗΝΗ ΕΠΙΖΗΤΟΥΜΕ; ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ PAX AMERICANAΠΟΥ ΕΠΙΒΑΛΛΕΤΑΙ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΑΠΟ ΤΑ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΑ ΟΠΛΑ ΠΟΛΕΜΟΥ. ΌΧΙ Η ΕΙΡΗΝΗ ΤΟΥ ΤΑΦΟΥ Η Η ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΟΥ ΔΟΥΛΟΥ. ΜΙΛΩ ΓΙΑ ΓΝΗΣΙΑ ΕΙΡΗΝΗ, ΤΟ ΕΙΔΟΣ ΠΟΥ ΕΠΙΤΡΕΠΕΙ ΣΤΟΥΣ ΑΝΔΡΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΕΘΝΗ ΝΑ ΑΝΑΠΤΥΧΘΟΥΝ ΚΑΙ ΝΑ ΕΛΠΙΖΟΥΝ ΚΑΙ ΝΑ ΟΙΚΟΔΟΜΗΣΟΥΝ ΜΙΑ ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΖΩΗ ΓΙΑ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΟΥΣ

Ας επανεξετάσουμε τη στάση μας απέναντι στη Σοβιετική Ένωση. …

ΚΑΜΙΑ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΤΟΣΟ ΚΑΚΟ ΩΣΤΕ Ο ΛΑΟΣ ΤΟΥ ΝΑ ΘΕΩΡΕΙΤΑΙ ΟΤΙ ΣΤΕΡΕΙΤΑΙ ΑΡΕΤΗΣ. ΩΣ ΑΜΕΡΙΚΑΝΟΙ, … ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΧΑΙΡΕΤΙΣΟΥΜΕ ΤΟΝ ΡΩΣΙΚΟ ΛΑΟ ΓΙΑ ΤΑ ΠΟΛΛΑ ΕΠΙΤΕΥΓΜΑΤΑ ΤΟΥ – ΣΤΗΝ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΤΟ ΔΙΑΣΤΗΜΑ, ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ, ΣΤΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ ΚΑΙ ΣΤΙΣ ΠΡΑΞΕΙΣ ΘΑΡΡΟΥΣ.

Μεταξύ των πολλών κοινών χαρακτηριστικών που έχουν οι λαοί των δύο χωρών μας, κανένα δεν είναι ισχυρότερο από την ΑΜΟΙΒΑΙΑ ΑΠΟΣΤΡΟΦΗ ΜΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ. Σχεδόν μοναδικοί μεταξύ των μεγάλων παγκόσμιων δυνάμεων, δεν έχουμε βρεθεί ποτέ σε πόλεμο μεταξύ μας. Και ΚΑΝΕΝΑ ΕΘΝΟΣ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΜΑΧΗΣ ΔΕΝ ΥΠΕΦΕΡΕ ΠΟΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΑΠΟ Ο, ΤΙ ΥΠΕΦΕΡΕ Η ΣΟΒΙΕΤΙΚΗ ΈΝΩΣΗ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΟΥ ΔΕΥΤΕΡΟΥ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ. Τουλάχιστον 20 εκατομμύρια έχασαν τη ζωή τους. Αμέτρητα εκατομμύρια σπίτια και αγροκτήματα κάηκαν ή λεηλατήθηκαν. Το ένα τρίτο της επικράτειας του έθνους, συμπεριλαμβανομένων σχεδόν των δύο τρίτων της βιομηχανικής βάσης του, μετατράπηκε σε ερημιά – μια απώλεια ισοδύναμη με την καταστροφή αυτής της χώρας ανατολικά του Σικάγο.

… Είναι ειρωνικό αλλά ακριβές το γεγονός ότι οι δύο ισχυρότερες δυνάμεις είναι οι δύο που διατρέχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο καταστροφής. … Είμαστε και οι δύο παγιδευμένοι σε έναν φαύλο και επικίνδυνο κύκλο στον οποίο η καχυποψία από τη μία πλευρά γεννά καχυποψία από την άλλη, και νέα όπλα γεννούν αντιόπλα.

Εν ολίγοις, τόσο οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους, όσο και η Σοβιετική Ένωση και οι σύμμαχοί της, έχουν αμοιβαία βαθύ συμφέρον για μια δίκαιη και γνήσια ειρήνη και για τον τερματισμό της κούρσας των εξοπλισμών. Οι συμφωνίες για το σκοπό αυτό ΕΙΝΑΙ ΠΡΟΣ ΤΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ ΤΗΣ ΣΟΒΙΕΤΙΚΗΣ ΈΝΩΣΗΣ ΚΑΘΩΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣ ΤΟ ΔΙΚΟ ΜΑΣ – και ακόμη και τα πιο εχθρικά έθνη μπορούν να βασιστούν για να αποδεχτούν και να τηρήσουν αυτές τις υποχρεώσεις της συνθήκης, οι οποίες είναι προς το δικό τους συμφέρον.

Επομένως, ας μην εθελοτυφλούμε στις διαφορές μας – ΑΛΛΑ ΑΣ ΣΤΡΕΨΟΥΜΕ ΕΠΙΣΗΣ ΤΗΝ ΠΡΟΣΟΧΗ ΜΑΣ ΣΤΑ ΚΟΙΝΑ ΜΑΣ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΑ ΚΑΙ ΣΤΑ ΜΕΣΑ ΜΕ ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΕΠΙΛΥΘΟΥΝ ΑΥΤΕΣ ΟΙ ΔΙΑΦΟΡΕΣ. ΚΑΙ ΑΝ ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΤΕΡΜΑΤΙΣΟΥΜΕ ΤΩΡΑ ΤΙΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΜΑΣ, ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΒΟΗΘΗΣΟΥΜΕ ΝΑ ΓΙΝΕΙ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΑΣΦΑΛΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΚΙΛΟΜΟΡΦΙΑ. Διότι, σε τελική ανάλυση, ο πιο βασικός κοινός μας δεσμός είναι ότι όλοι κατοικούμε σε αυτόν τον μικρό πλανήτη. Όλοι αναπνέουμε τον ίδιο αέρα. Όλοι αγαπάμε το μέλλον των παιδιών μας. Και είμαστε όλοι θνητοί.

…. Πρέπει να διευθύνουμε τις υποθέσεις μας με τέτοιο τρόπο ώστε να είναι προς το συμφέρον των κομμουνιστών να συμφωνήσουν σε μια πραγματική ειρήνη. ΠΑΝΩ ΑΠ’ ΟΛΑ, ΥΠΕΡΑΣΠΙΖΟΜΕΝΕΣ ΤΑ ΔΙΚΑ ΜΑΣ ΖΩΤΙΚΑ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΑ, ΟΙ ΠΥΡΗΝΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΠΟΤΡΕΨΟΥΝ ΕΚΕΙΝΕΣ ΤΙΣ ΑΝΤΙΠΑΡΑΘΕΣΕΙΣ ΠΟΥ ΦΕΡΝΟΥΝ ΕΝΑΝ ΑΝΤΙΠΑΛΟ ΣΤΗΝ ΕΠΙΛΟΓΗ ΕΙΤΕ ΜΙΑΣ ΤΑΠΕΙΝΩΤΙΚΗΣ ΥΠΟΧΩΡΗΣΗΣ ΕΙΤΕ ΕΝΟΣ ΠΥΡΗΝΙΚΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ. Η μη υιοθέτηση μιας τέτοιας πορείας στην πυρηνική εποχή θα ήταν μόνο απόδειξη της χρεοκοπίας της πολιτικής μας – ή μιας συλλογικής επιθυμίας θανάτου για τον κόσμο.

Εν τω μεταξύ, επιδιώκουμε ΝΑ ΕΝΙΣΧΥΣΟΥΜΕ ΤΑ ΗΝΩΜΕΝΑ ΈΘΝΗ, ΝΑ ΒΟΗΘΗΣΟΥΜΕ ΣΤΗΝ ΕΠΙΛΥΣΗ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΩΝ ΤΟΥΣ, ΝΑ ΤΑ ΚΑΤΑΣΤΗΣΟΥΜΕ ΕΝΑ ΠΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟ ΜΕΣΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΙΡΗΝΗ, ΝΑ ΤΑ ΑΝΑΠΤΥΞΟΥΜΕ ΣΕ ΕΝΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ – ΕΝΑ ΣΥΣΤΗΜΑ ΙΚΑΝΟ ΝΑ ΕΠΙΛΥΕΙ ΤΙΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΒΑΣΕΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ, ΝΑ ΔΙΑΣΦΑΛΙΖΕΙ ΤΗΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΩΝ ΜΕΓΑΛΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΜΙΚΡΩΝ

Πρόεδρος John F. Kennedy. Washington, D.C. 10 Iουνίου, 1963

… Ως εκ τούτου, επέλεξα αυτή τη φορά και αυτό το μέρος για να συζητήσω ένα θέμα για το οποίο η άγνοια πολύ συχνά αφθονεί και η αλήθεια γίνεται πολύ σπάνια αντιληπτή – ωστόσο είναι το πιο σημαντικό θέμα στη γη: η παγκόσμια ειρήνη.

Τι είδους ειρήνη εννοώ; Τι είδους ειρήνη επιζητούμε; Δεν είναι μια Pax Americanaπου επιβάλλεται στον κόσμο από τα αμερικανικά όπλα πολέμου. Όχι η ειρήνη του τάφου ή η ασφάλεια του δούλου. Μιλώ για γνήσια ειρήνη, το είδος της ειρήνης που κάνει τη ζωή στη γη να αξίζει να τη ζεις, το είδος που επιτρέπει στους άνδρες και τα έθνη να αναπτυχθούν και να ελπίζουν και να οικοδομήσουν μια καλύτερη ζωή για τα παιδιά τους – όχι μόνο ειρήνη για τους Αμερικανούς αλλά ειρήνη για όλους τους άνδρες και τις γυναίκες – όχι μόνο ειρήνη στην εποχή μας, αλλά ειρήνη για πάντα.

Μιλώ για ειρήνη λόγω του νέου χαρακτήρα του πολέμου. Ο ολοκληρωτικός πόλεμος δεν έχει νόημα σε μια εποχή που οι μεγάλες δυνάμεις μπορούν να διατηρούν μεγάλες και σχετικά άτρωτες πυρηνικές δυνάμεις και να αρνούνται να παραδοθούν χωρίς να καταφεύγουν σε αυτές τις δυνάμεις. Δεν έχει νόημα σε μια εποχή όπου ένα μόνο πυρηνικό όπλο περιέχει σχεδόν δεκαπλάσια εκρηκτική δύναμη από όλες τις συμμαχικές αεροπορικές δυνάμεις στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Δεν έχει νόημα σε μια εποχή όπου τα θανατηφόρα δηλητήρια που παράγονται από μια πυρηνική ανταλλαγή θα μεταφερθούν από τον άνεμο και το νερό και το έδαφος και τους σπόρους στις μακρινές γωνιές του πλανήτη και στις γενιές που δεν έχουν ακόμη γεννηθεί.

Σήμερα, η δαπάνη δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως για όπλα που αποκτώνται με σκοπό να διασφαλιστεί ότι δεν θα χρειαστεί ποτέ να τα χρησιμοποιήσουμε είναι απαραίτητη για τη διατήρηση της ειρήνης. …

Μερικοί λένε ότι είναι ανώφελο να μιλάμε για παγκόσμια ειρήνη ή παγκόσμιο δίκαιο ή παγκόσμιο αφοπλισμό – και ότι θα είναι άχρηστο μέχρι οι ηγέτες της Σοβιετικής Ένωσης να υιοθετήσουν μια πιο φωτισμένη στάση. Ελπίζω να το κάνουν. Πιστεύω ότι μπορούμε να τους βοηθήσουμε να το κάνουν. Αλλά πιστεύω επίσης ότι πρέπει να επανεξετάσουμε τη δική μας στάση – ως άτομα και ως Έθνος – γιατί η στάση μας είναι εξίσου ουσιαστική με τη δική τους. Και κάθε απόφοιτος αυτής της σχολής, κάθε σκεπτόμενος πολίτης που απελπίζεται από τον πόλεμο και επιθυμεί να φέρει την ειρήνη, θα πρέπει να αρχίσει κοιτάζοντας προς τα μέσα – εξετάζοντας τη δική του στάση απέναντι στις δυνατότητες της ειρήνης, απέναντι στη Σοβιετική Ένωση, απέναντι στην πορεία του ψυχρού πολέμου και προς την ελευθερία και την ειρήνη εδώ στην πατρίδα του.

… Δεν αναφέρομαι στην απόλυτη, άπειρη έννοια της ειρήνης και της καλής θέλησης που ονειρεύονται ορισμένοι φαντασιώσεις και φανατικοί. Δεν αρνούμαι την αξία των ελπίδων και των ονείρων, αλλά απλώς προκαλούμε την αποθάρρυνση και τη δυσπιστία κάνοντας αυτόν τον μοναδικό και άμεσο στόχο μας.

Αντίθετα, ας επικεντρωθούμε σε μια πιο πρακτική, πιο εφικτή ειρήνη – βασισμένη όχι σε μια ξαφνική επανάσταση στην ανθρώπινη φύση αλλά σε μια σταδιακή εξέλιξη των ανθρώπινων θεσμών – σε μια σειρά συγκεκριμένων δράσεων και αποτελεσματικών συμφωνιών που είναι προς το συμφέρον όλων των ενδιαφερομένων. Δεν υπάρχει ένα ενιαίο, απλό κλειδί για αυτή την ειρήνη – καμία μεγάλη ή μαγική φόρμουλα που να υιοθετείται από μία ή δύο δυνάμεις. Η γνήσια ειρήνη πρέπει να είναι προϊόν πολλών εθνών, το άθροισμα πολλών πράξεων.

… Η παγκόσμια ειρήνη, όπως και η κοινοτική ειρήνη, δεν απαιτεί από κάθε άνθρωπο να αγαπά τον πλησίον του – απαιτεί μόνο να ζουν μαζί με αμοιβαία ανοχή, υποβάλλοντας τις διαφορές τους σε μια δίκαιη και ειρηνική διευθέτηση. Και η ιστορία μας διδάσκει ότι οι έχθρες μεταξύ των εθνών, όπως και μεταξύ των ατόμων, δεν διαρκούν για πάντα. …

Ας επανεξετάσουμε τη στάση μας απέναντι στη Σοβιετική Ένωση. …

ΚΑΜΙΑ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΤΟΣΟ ΚΑΚΟ ΩΣΤΕ Ο ΛΑΟΣ ΤΟΥ ΝΑ ΘΕΩΡΕΙΤΑΙ ΟΤΙ ΣΤΕΡΕΙΤΑΙ ΑΡΕΤΗΣ. ΩΣ ΑΜΕΡΙΚΑΝΟΙ, ΒΡΙΣΚΟΥΜΕ ΤΟΝ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟ ΒΑΘΙΑ ΑΠΟΚΡΟΥΣΤΙΚΟ …. ΑΛΛΑ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΧΑΙΡΕΤΙΣΟΥΜΕ ΤΟΝ ΡΩΣΙΚΟ ΛΑΟ ΓΙΑ ΤΑ ΠΟΛΛΑ ΕΠΙΤΕΥΓΜΑΤΑ ΤΟΥ – ΣΤΗΝ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΤΟ ΔΙΑΣΤΗΜΑ, ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ, ΣΤΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ ΚΑΙ ΣΤΙΣ ΠΡΑΞΕΙΣ ΘΑΡΡΟΥΣ.

Μεταξύ των πολλών κοινών χαρακτηριστικών που έχουν οι λαοί των δύο χωρών μας, κανένα δεν είναι ισχυρότερο από την ΑΜΟΙΒΑΙΑ ΑΠΟΣΤΡΟΦΗ ΜΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ. Σχεδόν μοναδικοί μεταξύ των μεγάλων παγκόσμιων δυνάμεων, δεν έχουμε βρεθεί ποτέ σε πόλεμο μεταξύ μας. Και ΚΑΝΕΝΑ ΕΘΝΟΣ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΜΑΧΗΣ ΔΕΝ ΥΠΕΦΕΡΕ ΠΟΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΑΠΟ Ο, ΤΙ ΥΠΕΦΕΡΕ Η ΣΟΒΙΕΤΙΚΗ ΈΝΩΣΗ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΟΥ ΔΕΥΤΕΡΟΥ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ. Τουλάχιστον 20 εκατομμύρια έχασαν τη ζωή τους. Αμέτρητα εκατομμύρια σπίτια και αγροκτήματα κάηκαν ή λεηλατήθηκαν. Το ένα τρίτο της επικράτειας του έθνους, συμπεριλαμβανομένων σχεδόν των δύο τρίτων της βιομηχανικής βάσης του, μετατράπηκε σε ερημιά – μια απώλεια ισοδύναμη με την καταστροφή αυτής της χώρας ανατολικά του Σικάγο.

… Είναι ειρωνικό αλλά ακριβές το γεγονός ότι οι δύο ισχυρότερες δυνάμεις είναι οι δύο που διατρέχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο καταστροφής. …

Είμαστε και οι δύο παγιδευμένοι σε έναν φαύλο και επικίνδυνο κύκλο στον οποίο η καχυποψία από τη μία πλευρά γεννά καχυποψία από την άλλη, και νέα όπλα γεννούν αντιόπλα.

Εν ολίγοις, τόσο οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους, όσο και η Σοβιετική Ένωση και οι σύμμαχοί της, έχουν αμοιβαία βαθύ συμφέρον για μια δίκαιη και γνήσια ειρήνη και για τον τερματισμό της κούρσας των εξοπλισμών. Οι συμφωνίες για το σκοπό αυτό ΕΙΝΑΙ ΠΡΟΣ ΤΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ ΤΗΣ ΣΟΒΙΕΤΙΚΗΣ ΈΝΩΣΗΣ ΚΑΘΩΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣ ΤΟ ΔΙΚΟ ΜΑΣ – και ακόμη και τα πιο εχθρικά έθνη μπορούν να βασιστούν για να αποδεχτούν και να τηρήσουν αυτές τις υποχρεώσεις της συνθήκης, και μόνο εκείνες τις υποχρεώσεις της συνθήκης, οι οποίες είναι προς το δικό τους συμφέρον.

Επομένως, ας μην εθελοτυφλούμε στις διαφορές μας – ΑΛΛΑ ΑΣ ΣΤΡΕΨΟΥΜΕ ΕΠΙΣΗΣ ΤΗΝ ΠΡΟΣΟΧΗ ΜΑΣ ΣΤΑ ΚΟΙΝΑ ΜΑΣ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΑ ΚΑΙ ΣΤΑ ΜΕΣΑ ΜΕ ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΕΠΙΛΥΘΟΥΝ ΑΥΤΕΣ ΟΙ ΔΙΑΦΟΡΕΣ. ΚΑΙ ΑΝ ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΤΕΡΜΑΤΙΣΟΥΜΕ ΤΩΡΑ ΤΙΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΜΑΣ, ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΒΟΗΘΗΣΟΥΜΕ ΝΑ ΓΙΝΕΙ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΑΣΦΑΛΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΚΙΛΟΜΟΡΦΙΑ. Διότι, σε τελική ανάλυση, ο πιο βασικός κοινός μας δεσμός είναι ότι όλοι κατοικούμε σε αυτόν τον μικρό πλανήτη. Όλοι αναπνέουμε τον ίδιο αέρα. Όλοι αγαπάμε το μέλλον των παιδιών μας. Και είμαστε όλοι θνητοί.

…. Πρέπει να διευθύνουμε τις υποθέσεις μας με τέτοιο τρόπο ώστε να είναι προς το συμφέρον των κομμουνιστών να συμφωνήσουν σε μια πραγματική ειρήνη. ΠΑΝΩ ΑΠ’ ΟΛΑ, ΥΠΕΡΑΣΠΙΖΟΜΕΝΕΣ ΤΑ ΔΙΚΑ ΜΑΣ ΖΩΤΙΚΑ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΑ, ΟΙ ΠΥΡΗΝΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΠΟΤΡΕΨΟΥΝ ΕΚΕΙΝΕΣ ΤΙΣ ΑΝΤΙΠΑΡΑΘΕΣΕΙΣ ΠΟΥ ΦΕΡΝΟΥΝ ΕΝΑΝ ΑΝΤΙΠΑΛΟ ΣΤΗΝ ΕΠΙΛΟΓΗ ΕΙΤΕ ΜΙΑΣ ΤΑΠΕΙΝΩΤΙΚΗΣ ΥΠΟΧΩΡΗΣΗΣ ΕΙΤΕ ΕΝΟΣ ΠΥΡΗΝΙΚΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ. Η μη υιοθέτηση μιας τέτοιας πορείας στην πυρηνική εποχή θα ήταν μόνο απόδειξη της χρεοκοπίας της πολιτικής μας – ή μιας συλλογικής επιθυμίας θανάτου για τον κόσμο.

Εν τω μεταξύ, επιδιώκουμε ΝΑ ΕΝΙΣΧΥΣΟΥΜΕ ΤΑ ΗΝΩΜΕΝΑ ΈΘΝΗ, ΝΑ ΒΟΗΘΗΣΟΥΜΕ ΣΤΗΝ ΕΠΙΛΥΣΗ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΩΝ ΤΟΥΣ, ΝΑ ΤΑ ΚΑΤΑΣΤΗΣΟΥΜΕ ΕΝΑ ΠΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟ ΜΕΣΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΙΡΗΝΗ, ΝΑ ΤΑ ΑΝΑΠΤΥΞΟΥΜΕ ΣΕ ΕΝΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ – ΕΝΑ ΣΥΣΤΗΜΑ ΙΚΑΝΟ ΝΑ ΕΠΙΛΥΕΙ ΤΙΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΒΑΣΕΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ, ΝΑ ΔΙΑΣΦΑΛΙΖΕΙ ΤΗΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΩΝ ΜΕΓΑΛΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΜΙΚΡΩΝ και να δημιουργεί συνθήκες υπό τις οποίες τα όπλα μπορούν επιτέλους να καταργηθούν.

… Είναι η ελπίδα μας – και ο σκοπός των συμμαχικών πολιτικών – να πείσουμε τη Σοβιετική Ένωση ότι και αυτή θα πρέπει να αφήσει κάθε έθνος να επιλέξει το δικό του μέλλον, εφόσον αυτή η επιλογή δεν παρεμβαίνει στις επιλογές των άλλων. …. Διότι δεν μπορεί να υπάρξει αμφιβολία ότι, αν όλα τα έθνη μπορούσαν να απέχουν από την ανάμειξη στην αυτοδιάθεση των άλλων, η ειρήνη θα ήταν πολύ πιο εξασφαλισμένη.

… Συζητήσαμε επίσης στη Γενεύη για τα άλλα μέτρα πρώτου βήματος ελέγχου των εξοπλισμών που αποσκοπούν στον περιορισμό της έντασης της κούρσας εξοπλισμών και στη μείωση των κινδύνων ακούσιου πολέμου. Το πρωταρχικό μας μακροπρόθεσμο ενδιαφέρον στη Γενεύη, ωστόσο, είναι ο γενικός και πλήρης αφοπλισμός – σχεδιασμένος να πραγματοποιηθεί σταδιακά, επιτρέποντας παράλληλες πολιτικές εξελίξεις για την οικοδόμηση των νέων θεσμών ειρήνης που θα έπαιρναν τη θέση των όπλων.

Ο ένας σημαντικός τομέας αυτών των διαπραγματεύσεων όπου το τέλος είναι ορατό, αλλά όπου χρειάζεται επειγόντως μια νέα αρχή, είναι σε μια συνθήκη για την απαγόρευση των πυρηνικών δοκιμών.

… Ο πρόεδρος Χρουστσόφ, ο πρωθυπουργός Macmillanκαι εγώ συμφωνήσαμε ότι σύντομα θα ξεκινήσουν συζητήσεις υψηλού επιπέδου στη Μόσχα με στόχο την έγκαιρη συμφωνία για μια συνολική συνθήκη απαγόρευσης των δοκιμών.

… ΚΑΜΙΑ ΣΥΝΘΗΚΗ, ΟΣΟ ΚΑΙ ΑΝ ΕΙΝΑΙ ΠΡΟΣ ΟΦΕΛΟΣ ΟΛΩΝ, ΟΣΟ ΑΥΣΤΗΡΑ ΔΙΑΤΥΠΩΜΕΝΗ ΚΑΙ ΑΝ ΕΙΝΑΙ, ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΠΑΡΕΧΕΙ ΑΠΟΛΥΤΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΕΝΑΝΤΙ ΤΩΝ ΚΙΝΔΥΝΩΝ ΕΞΑΠΑΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΥΠΕΚΦΥΓΗΣ. ΑΛΛΑ ΜΠΟΡΕΙ – ΑΝ ΕΙΝΑΙ ΑΡΚΕΤΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΕΠΙΒΟΛΗ ΤΗΣ ΚΑΙ ΑΝ ΕΙΝΑΙ ΕΠΑΡΚΩΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ ΤΩΝ ΥΠΟΓΡΑΦΟΝΤΩΝ ΤΗΣ – ΝΑ ΠΡΟΣΦΕΡΕΙ ΠΟΛΥ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΥ ΛΙΓΟΤΕΡΟΥΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥΣ ΑΠΟ ΜΙΑ ΑΜΕΙΩΤΗ, ΑΝΕΞΕΛΕΓΚΤΗ, ΑΠΡΟΒΛΕΠΤΗ ΚΟΥΡΣΑ ΕΞΟΠΛΙΣΜΩΝ.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες, όπως γνωρίζει ο κόσμος, δεν θα ξεκινήσουν ποτέ πόλεμο. Δεν θέλουμε πόλεμο. Δεν περιμένουμε τώρα πόλεμο.

ΕΝΑΡΚΤΉΡΙΑ ΟΜΙΛΊΑ ΣΤΟ AMERICAN UNIVERSITY, WASHINGTON, D.C., 10 ΙΟΥΝΊΟΥ 1963

Ακούστε την ομιλία. εικονίδιο εγγραφής ήχου Προβολή σχετικών εγγράφων. εικονίδιο φακέλου

Πρόεδρος John F. Kennedy Washington, D.C. 10 Iουνίου, 1963

Πρόεδρε Anderson, μέλη της σχολής, διοικητικό συμβούλιο, εκλεκτοί προσκεκλημένοι, ο παλιός συνάδελφός μου, γερουσιαστής Bob Byrd, ο οποίος έχει πάρει το πτυχίο του μέσα από πολλά χρόνια φοίτησης στη νυχτερινή νομική σχολή, ενώ εγώ κερδίζω το δικό μου στα επόμενα 30 λεπτά, εκλεκτοί προσκεκλημένοι, κυρίες και κύριοι:

Με μεγάλη υπερηφάνεια συμμετέχω σε αυτή την τελετή του Αμερικανικού Πανεπιστημίου, που χρηματοδοτείται από την Εκκλησία των Μεθοδιστών, που ιδρύθηκε από τον επίσκοπο John Fletcher Hurst και εγκαινιάστηκε για πρώτη φορά από τον Πρόεδρο Woodrow Wilson το 1914. Αυτό είναι ένα νέο και αναπτυσσόμενο πανεπιστήμιο, αλλά έχει ήδη εκπληρώσει τη φωτισμένη ελπίδα του επισκόπου Hurst για τη μελέτη της ιστορίας και των δημόσιων υποθέσεων σε μια πόλη αφιερωμένη στη δημιουργία ιστορίας και τη διεξαγωγή των επιχειρήσεων του κοινού. Με τη χορηγία αυτού του ιδρύματος τριτοβάθμιας εκπαίδευσης για όλους όσους επιθυμούν να μάθουν, ανεξάρτητα από το χρώμα ή το θρήσκευμά τους, οι Μεθοδιστές αυτής της περιοχής και του Έθνους αξίζουν τις ευχαριστίες του Έθνους και επαινώ όλους εκείνους που αποφοιτούν σήμερα.

Ο καθηγητής Woodrow Wilson είπε κάποτε ότι κάθε άνθρωπος που αποστέλλεται από ένα πανεπιστήμιο πρέπει να είναι ένας άνθρωπος του έθνους του, καθώς και ένας άνθρωπος της εποχής του, και είμαι βέβαιος ότι οι άνδρες και οι γυναίκες που φέρουν την τιμή να αποφοιτήσουν από αυτό το ίδρυμα θα συνεχίσουν να δίνουν από τη ζωή τους, από τα ταλέντα τους. υψηλό βαθμό δημόσιας υπηρεσίας και δημόσιας στήριξης.

«Υπάρχουν λίγα γήινα πράγματα πιο όμορφα από ένα πανεπιστήμιο», έγραψε ο John Masefieldστο αφιέρωμά του στα αγγλικά πανεπιστήμια – και τα λόγια του είναι εξίσου αληθινά σήμερα. Δεν αναφερόταν σε καμπαναριά και πύργους, σε πράσινα πανεπιστημιουπόλεις και τοίχους. Θαύμαζε την υπέροχη ομορφιά του πανεπιστημίου, είπε, επειδή ήταν «ένα μέρος όπου εκείνοι που μισούν την άγνοια μπορούν να προσπαθήσουν να γνωρίσουν, όπου εκείνοι που αντιλαμβάνονται την αλήθεια μπορούν να προσπαθήσουν να κάνουν τους άλλους να δουν».

Ως εκ τούτου, επέλεξα αυτή τη φορά και αυτό το μέρος για να συζητήσω ένα θέμα για το οποίο η άγνοια πολύ συχνά αφθονεί και η αλήθεια γίνεται πολύ σπάνια αντιληπτή – ωστόσο είναι το πιο σημαντικό θέμα στη γη: η παγκόσμια ειρήνη.

Τι είδους ειρήνη εννοώ; Τι είδους ειρήνη επιζητούμε; Δεν είναι μια Pax Americanaπου επιβάλλεται στον κόσμο από τα αμερικανικά όπλα πολέμου. Όχι η ειρήνη του τάφου ή η ασφάλεια του δούλου. Μιλώ για γνήσια ειρήνη, το είδος της ειρήνης που κάνει τη ζωή στη γη να αξίζει να τη ζεις, το είδος που επιτρέπει στους άνδρες και τα έθνη να αναπτυχθούν και να ελπίζουν και να οικοδομήσουν μια καλύτερη ζωή για τα παιδιά τους – όχι μόνο ειρήνη για τους Αμερικανούς αλλά ειρήνη για όλους τους άνδρες και τις γυναίκες – όχι μόνο ειρήνη στην εποχή μας, αλλά ειρήνη για πάντα.

Μιλώ για ειρήνη λόγω του νέου χαρακτήρα του πολέμου. Ο ολοκληρωτικός πόλεμος δεν έχει νόημα σε μια εποχή που οι μεγάλες δυνάμεις μπορούν να διατηρούν μεγάλες και σχετικά άτρωτες πυρηνικές δυνάμεις και να αρνούνται να παραδοθούν χωρίς να καταφεύγουν σε αυτές τις δυνάμεις. Δεν έχει νόημα σε μια εποχή όπου ένα μόνο πυρηνικό όπλο περιέχει σχεδόν δεκαπλάσια εκρηκτική δύναμη από όλες τις συμμαχικές αεροπορικές δυνάμεις στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Δεν έχει νόημα σε μια εποχή όπου τα θανατηφόρα δηλητήρια που παράγονται από μια πυρηνική ανταλλαγή θα μεταφερθούν από τον άνεμο και το νερό και το έδαφος και τους σπόρους στις μακρινές γωνιές του πλανήτη και στις γενιές που δεν έχουν ακόμη γεννηθεί.

Σήμερα, η δαπάνη δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως για όπλα που αποκτώνται με σκοπό να διασφαλιστεί ότι δεν θα χρειαστεί ποτέ να τα χρησιμοποιήσουμε είναι απαραίτητη για τη διατήρηση της ειρήνης. Αλλά σίγουρα η απόκτηση τέτοιων αδρανών αποθεμάτων – τα οποία μπορούν μόνο να καταστρέψουν και ποτέ να δημιουργήσουν – δεν είναι το μόνο, πόσο μάλλον το πιο αποτελεσματικό, μέσο για τη διασφάλιση της ειρήνης.

Μιλώ λοιπόν για την ειρήνη ως τον αναγκαίο λογικό σκοπό των λογικών ανθρώπων. Αντιλαμβάνομαι ότι η επιδίωξη της ειρήνης δεν είναι τόσο δραματική όσο η επιδίωξη του πολέμου – και συχνά τα λόγια του διώκτη πέφτουν στο κενό. Αλλά δεν έχουμε πιο επείγον καθήκον.

Μερικοί λένε ότι είναι ανώφελο να μιλάμε για παγκόσμια ειρήνη ή παγκόσμιο δίκαιο ή παγκόσμιο αφοπλισμό – και ότι θα είναι άχρηστο μέχρι οι ηγέτες της Σοβιετικής Ένωσης να υιοθετήσουν μια πιο φωτισμένη στάση. Ελπίζω να το κάνουν. Πιστεύω ότι μπορούμε να τους βοηθήσουμε να το κάνουν. Αλλά πιστεύω επίσης ότι πρέπει να επανεξετάσουμε τη δική μας στάση – ως άτομα και ως Έθνος – γιατί η στάση μας είναι εξίσου ουσιαστική με τη δική τους. Και κάθε απόφοιτος αυτής της σχολής, κάθε σκεπτόμενος πολίτης που απελπίζεται από τον πόλεμο και επιθυμεί να φέρει την ειρήνη, θα πρέπει να αρχίσει κοιτάζοντας προς τα μέσα – εξετάζοντας τη δική του στάση απέναντι στις δυνατότητες της ειρήνης, απέναντι στη Σοβιετική Ένωση, απέναντι στην πορεία του ψυχρού πολέμου και προς την ελευθερία και την ειρήνη εδώ στην πατρίδα του.

Πρώτον: Ας εξετάσουμε τη στάση μας απέναντι στην ίδια την ειρήνη. Πάρα πολλοί από εμάς πιστεύουν ότι είναι αδύνατο. Πάρα πολλοί το θεωρούν εξωπραγματικό. Αλλά αυτή είναι μια επικίνδυνη, ηττοπαθής πεποίθηση. Οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο πόλεμος είναι αναπόφευκτος – ότι η ανθρωπότητα είναι καταδικασμένη – ότι είμαστε παγιδευμένοι από δυνάμεις που δεν μπορούμε να ελέγξουμε.

Δεν χρειάζεται να δεχτούμε αυτή την άποψη. Τα προβλήματά μας είναι ανθρωπογενή – επομένως, μπορούν να λυθούν από τον άνθρωπο. Και ο άνθρωπος μπορεί να είναι όσο μεγάλος θέλει. Κανένα πρόβλημα του ανθρώπινου πεπρωμένου δεν είναι πέρα από τα ανθρώπινα όντα. Η λογική και το πνεύμα του ανθρώπου έχουν συχνά λύσει το φαινομενικά άλυτο – και πιστεύουμε ότι μπορούν να το κάνουν ξανά.

Δεν αναφέρομαι στην απόλυτη, άπειρη έννοια της ειρήνης και της καλής θέλησης που ονειρεύονται ορισμένοι φαντασιώσεις και φανατικοί. Δεν αρνούμαι την αξία των ελπίδων και των ονείρων, αλλά απλώς προκαλούμε την αποθάρρυνση και τη δυσπιστία κάνοντας αυτόν τον μοναδικό και άμεσο στόχο μας.

Αντίθετα, ας επικεντρωθούμε σε μια πιο πρακτική, πιο εφικτή ειρήνη – βασισμένη όχι σε μια ξαφνική επανάσταση στην ανθρώπινη φύση αλλά σε μια σταδιακή εξέλιξη των ανθρώπινων θεσμών – σε μια σειρά συγκεκριμένων δράσεων και αποτελεσματικών συμφωνιών που είναι προς το συμφέρον όλων των ενδιαφερομένων. Δεν υπάρχει ένα ενιαίο, απλό κλειδί για αυτή την ειρήνη – καμία μεγάλη ή μαγική φόρμουλα που να υιοθετείται από μία ή δύο δυνάμεις. Η γνήσια ειρήνη πρέπει να είναι προϊόν πολλών εθνών, το άθροισμα πολλών πράξεων. Πρέπει να είναι δυναμική, όχι στατική, να αλλάζει για να ανταποκρίνεται στην πρόκληση κάθε νέας γενιάς. Γιατί η ειρήνη είναι μια διαδικασία – ένας τρόπος επίλυσης προβλημάτων.

Με μια τέτοια ειρήνη, θα εξακολουθούν να υπάρχουν διαμάχες και αντικρουόμενα συμφέροντα, όπως υπάρχουν μέσα στις οικογένειες και τα έθνη. Η παγκόσμια ειρήνη, όπως και η κοινοτική ειρήνη, δεν απαιτεί από κάθε άνθρωπο να αγαπά τον πλησίον του – απαιτεί μόνο να ζουν μαζί με αμοιβαία ανοχή, υποβάλλοντας τις διαφορές τους σε μια δίκαιη και ειρηνική διευθέτηση. Και η ιστορία μας διδάσκει ότι οι έχθρες μεταξύ των εθνών, όπως και μεταξύ των ατόμων, δεν διαρκούν για πάντα. Όσο σταθερές κι αν φαίνονται οι συμπάθειες και οι αντιπάθειές μας, η παλίρροια του χρόνου και των γεγονότων θα φέρει συχνά εκπληκτικές αλλαγές στις σχέσεις μεταξύ εθνών και γειτόνων.

Ας επιμείνουμε λοιπόν. Η ειρήνη δεν χρειάζεται να είναι ανέφικτη και ο πόλεμος δεν χρειάζεται να είναι αναπόφευκτος. Ορίζοντας τον στόχο μας με μεγαλύτερη σαφήνεια, κάνοντάς τον να φαίνεται πιο διαχειρίσιμος και λιγότερο απομακρυσμένος, μπορούμε να βοηθήσουμε όλους τους λαούς να τον δουν, να αντλήσουν ελπίδα από αυτόν και να κινηθούν ακαταμάχητα προς αυτόν.

Δεύτερον: Ας επανεξετάσουμε τη στάση μας απέναντι στη Σοβιετική Ένωση. Είναι αποθαρρυντικό να πιστεύουμε ότι οι ηγέτες τους μπορεί πραγματικά να πιστεύουν αυτά που γράφουν οι προπαγανδιστές τους. Είναι αποθαρρυντικό να διαβάζει κανείς ένα πρόσφατο έγκυρο σοβιετικό κείμενο για τη Στρατιωτική Στρατηγική και να βρίσκει, σελίδα με τη σελίδα, εντελώς αβάσιμους και απίστευτους ισχυρισμούς – όπως ο ισχυρισμός ότι «οι αμερικανικοί ιμπεριαλιστικοί κύκλοι ετοιμάζονται να εξαπολύσουν διαφορετικούς τύπους πολέμων… ότι υπάρχει μια πολύ πραγματική απειλή ενός προληπτικού πολέμου που εξαπολύεται από τους Αμερικανούς ιμπεριαλιστές ενάντια στη Σοβιετική Ένωση. [και ότι] οι πολιτικοί στόχοι των αμερικανών ιμπεριαλιστών είναι να υποδουλώσουν οικονομικά και πολιτικά τις ευρωπαϊκές και άλλες καπιταλιστικές χώρες. [και] να επιτύχει την παγκόσμια κυριαρχία . . . μέσω επιθετικών πολέμων».

Αληθινά, όπως γράφτηκε πολύ καιρό πριν: «Οι πονηροί φεύγουν όταν κανένας άνθρωπος δεν καταδιώκει». Ωστόσο, είναι λυπηρό να διαβάζουμε αυτές τις σοβιετικές δηλώσεις – να συνειδητοποιούμε την έκταση του χάσματος μεταξύ μας. Αλλά είναι επίσης μια προειδοποίηση – μια προειδοποίηση προς τον αμερικανικό λαό να μην πέσει στην ίδια παγίδα με τους Σοβιετικούς, να μην δει μόνο μια διαστρεβλωμένη και απελπισμένη άποψη της άλλης πλευράς, να μην δει τη σύγκρουση ως αναπόφευκτη, τον συμβιβασμό ως αδύνατο και την επικοινωνία ως τίποτα περισσότερο από μια ανταλλαγή απειλών.

Καμία κυβέρνηση ή κοινωνικό σύστημα δεν είναι τόσο κακό ώστε ο λαός του να θεωρείται ότι στερείται αρετής. Ως Αμερικανοί, βρίσκουμε τον κομμουνισμό βαθιά αποκρουστικό ως άρνηση της προσωπικής ελευθερίας και αξιοπρέπειας. Αλλά μπορούμε ακόμα να χαιρετίσουμε τον ρωσικό λαό για τα πολλά επιτεύγματά του – στην επιστήμη και το διάστημα, στην οικονομική και βιομηχανική ανάπτυξη, στον πολιτισμό και στις πράξεις θάρρους.

Μεταξύ των πολλών κοινών χαρακτηριστικών που έχουν οι λαοί των δύο χωρών μας, κανένα δεν είναι ισχυρότερο από την αμοιβαία αποστροφή μας για τον πόλεμο. Σχεδόν μοναδικοί μεταξύ των μεγάλων παγκόσμιων δυνάμεων, δεν έχουμε βρεθεί ποτέ σε πόλεμο μεταξύ μας. Και κανένα έθνος στην ιστορία της μάχης δεν υπέφερε ποτέ περισσότερο από ό, τι υπέφερε η Σοβιετική Ένωση κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Τουλάχιστον 20 εκατομμύρια έχασαν τη ζωή τους. Αμέτρητα εκατομμύρια σπίτια και αγροκτήματα κάηκαν ή λεηλατήθηκαν. Το ένα τρίτο της επικράτειας του έθνους, συμπεριλαμβανομένων σχεδόν των δύο τρίτων της βιομηχανικής βάσης του, μετατράπηκε σε ερημιά – μια απώλεια ισοδύναμη με την καταστροφή αυτής της χώρας ανατολικά του Σικάγο.

Σήμερα, αν ξεσπάσει ξανά ολοκληρωτικός πόλεμος – ανεξάρτητα από το πώς – οι δύο χώρες μας θα γίνουν οι πρωταρχικοί στόχοι. Είναι ειρωνικό αλλά ακριβές το γεγονός ότι οι δύο ισχυρότερες δυνάμεις είναι οι δύο που διατρέχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο καταστροφής. Όλα όσα έχουμε χτίσει, όλα όσα έχουμε δουλέψει, θα καταστραφούν τις πρώτες 24 ώρες. Και ακόμη και στον ψυχρό πόλεμο, ο οποίος φέρνει βάρη και κινδύνους σε τόσα πολλά έθνη, συμπεριλαμβανομένων των στενότερων συμμάχων αυτού του έθνους – οι δύο χώρες μας φέρουν τα βαρύτερα βάρη. Διότι και οι δύο αφιερώνουμε τεράστια χρηματικά ποσά σε όπλα που θα μπορούσαν να αφιερωθούν καλύτερα στην καταπολέμηση της άγνοιας, της φτώχειας και των ασθενειών. Είμαστε και οι δύο παγιδευμένοι σε έναν φαύλο και επικίνδυνο κύκλο στον οποίο η καχυποψία από τη μία πλευρά γεννά καχυποψία από την άλλη, και νέα όπλα γεννούν αντιόπλα.

Εν ολίγοις, τόσο οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους, όσο και η Σοβιετική Ένωση και οι σύμμαχοί της, έχουν αμοιβαία βαθύ συμφέρον για μια δίκαιη και γνήσια ειρήνη και για τον τερματισμό της κούρσας των εξοπλισμών. Οι συμφωνίες για το σκοπό αυτό είναι προς το συμφέρον της Σοβιετικής Ένωσης καθώς και προς το δικό μας – και ακόμη και τα πιο εχθρικά έθνη μπορούν να βασιστούν για να αποδεχτούν και να τηρήσουν αυτές τις υποχρεώσεις της συνθήκης, και μόνο εκείνες τις υποχρεώσεις της συνθήκης, οι οποίες είναι προς το δικό τους συμφέρον.

Επομένως, ας μην εθελοτυφλούμε στις διαφορές μας – αλλά ας στρέψουμε επίσης την προσοχή μας στα κοινά μας συμφέροντα και στα μέσα με τα οποία μπορούν να επιλυθούν αυτές οι διαφορές. Και αν δεν μπορούμε να τερματίσουμε τώρα τις διαφορές μας, τουλάχιστον μπορούμε να βοηθήσουμε να γίνει ο κόσμος ασφαλής για την ποικιλομορφία. Διότι, σε τελική ανάλυση, ο πιο βασικός κοινός μας δεσμός είναι ότι όλοι κατοικούμε σε αυτόν τον μικρό πλανήτη. Όλοι αναπνέουμε τον ίδιο αέρα. Όλοι αγαπάμε το μέλλον των παιδιών μας. Και είμαστε όλοι θνητοί.

Τρίτον: Ας επανεξετάσουμε τη στάση μας απέναντι στον ψυχρό πόλεμο, ενθυμούμενοι ότι δεν συμμετέχουμε σε μια συζήτηση, επιδιώκοντας να συσσωρεύσουμε σημεία συζήτησης. Δεν αποδίδουμε εδώ ευθύνες ούτε δείχνουμε με το δάχτυλο την κρίση. Πρέπει να αντιμετωπίσουμε τον κόσμο όπως είναι, και όχι όπως θα ήταν αν η ιστορία των τελευταίων 18 ετών ήταν διαφορετική.

Πρέπει, συνεπώς, να επιμείνουμε στην αναζήτηση της ειρήνης με την ελπίδα ότι οι εποικοδομητικές αλλαγές στο εσωτερικό του κομμουνιστικού μπλοκ θα μπορούσαν να φέρουν εφικτές λύσεις που τώρα φαίνονται πέρα από εμάς. Πρέπει να διευθύνουμε τις υποθέσεις μας με τέτοιο τρόπο ώστε να είναι προς το συμφέρον των κομμουνιστών να συμφωνήσουν σε μια πραγματική ειρήνη. Πάνω απ’ όλα, υπερασπιζόμενες τα δικά μας ζωτικά συμφέροντα, οι πυρηνικές δυνάμεις πρέπει να αποτρέψουν εκείνες τις αντιπαραθέσεις που φέρνουν έναν αντίπαλο στην επιλογή είτε μιας ταπεινωτικής υποχώρησης είτε ενός πυρηνικού πολέμου. Η υιοθέτηση μιας τέτοιας πορείας στην πυρηνική εποχή θα ήταν μόνο απόδειξη της χρεοκοπίας της πολιτικής μας – ή μιας συλλογικής επιθυμίας θανάτου για τον κόσμο.

Για να εξασφαλιστούν αυτοί οι σκοποί, τα όπλα της Αμερικής είναι μη προκλητικά, προσεκτικά ελεγχόμενα, σχεδιασμένα για να αποτρέπουν και ικανά για επιλεκτική χρήση. Οι στρατιωτικές μας δυνάμεις είναι αφοσιωμένες στην ειρήνη και πειθαρχημένες στην αυτοσυγκράτηση. Οι διπλωμάτες μας έχουν εντολή να αποφεύγουν περιττούς εκνευρισμούς και καθαρά ρητορική εχθρότητα.

Γιατί μπορούμε να επιδιώξουμε μια χαλάρωση της έντασης χωρίς να χαλαρώσουμε την επαγρύπνησή μας. Και, από την πλευρά μας, δεν χρειάζεται να χρησιμοποιήσουμε απειλές για να αποδείξουμε ότι είμαστε αποφασισμένοι. Δεν χρειάζεται να μπλοκάρουμε ξένες εκπομπές από φόβο ότι η πίστη μας θα διαβρωθεί. Είμαστε απρόθυμοι να επιβάλουμε το σύστημά μας σε οποιονδήποτε απρόθυμο λαό – αλλά είμαστε πρόθυμοι και ικανοί να εμπλακούμε σε ειρηνικό ανταγωνισμό με οποιονδήποτε λαό στη γη.

Εν τω μεταξύ, επιδιώκουμε να ενισχύσουμε τα Ηνωμένα Έθνη, να βοηθήσουμε στην επίλυση των οικονομικών προβλημάτων τους, να τα καταστήσουμε ένα πιο αποτελεσματικό μέσο για την ειρήνη, να τα αναπτύξουμε σε ένα πραγματικό παγκόσμιο σύστημα ασφάλειας – ένα σύστημα ικανό να επιλύει τις διαφορές βάσει του νόμου, να διασφαλίζει την ασφάλεια των μεγάλων και των μικρών και να δημιουργεί συνθήκες υπό τις οποίες τα όπλα μπορούν επιτέλους να καταργηθούν.

Ταυτόχρονα, επιδιώκουμε να διατηρήσουμε την ειρήνη στο εσωτερικό του μη κομμουνιστικού κόσμου, όπου πολλά έθνη, όλα τους φίλοι μας, είναι διχασμένα για ζητήματα που αποδυναμώνουν τη δυτική ενότητα, που καλούν σε κομμουνιστική επέμβαση ή που απειλούν να ξεσπάσουν σε πόλεμο. Οι προσπάθειές μας στη Δυτική Νέα Γουινέα, στο Κονγκό, στη Μέση Ανατολή και στην ινδική υποήπειρο υπήρξαν επίμονες και υπομονετικές παρά την κριτική και από τις δύο πλευρές. Προσπαθήσαμε επίσης να δώσουμε το παράδειγμα στους άλλους – επιδιώκοντας να προσαρμόσουμε μικρές αλλά σημαντικές διαφορές με τους δικούς μας πλησιέστερους γείτονες στο Μεξικό και τον Καναδά.

Μιλώντας για άλλα έθνη, θα ήθελα να καταστήσω σαφές ένα σημείο. Είμαστε δεμένοι με πολλά έθνη με συμμαχίες. Αυτές οι συμμαχίες υπάρχουν επειδή η ανησυχία μας και η δική τους ουσιαστικά αλληλεπικαλύπτονται. Η δέσμευσή μας να υπερασπιστούμε τη Δυτική Ευρώπη και το Δυτικό Βερολίνο, για παράδειγμα, παραμένει αμείωτη λόγω της ταυτότητας των ζωτικών συμφερόντων μας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα κάνουν καμία συμφωνία με τη Σοβιετική Ένωση εις βάρος άλλων εθνών και άλλων λαών, όχι μόνο επειδή είναι εταίροι μας, αλλά και επειδή τα συμφέροντά τους και τα δικά μας συγκλίνουν.

Τα συμφέροντά μας, ωστόσο, συγκλίνουν όχι μόνο στην υπεράσπιση των συνόρων της ελευθερίας, αλλά και στην επιδίωξη των δρόμων της ειρήνης. Είναι η ελπίδα μας – και ο σκοπός των συμμαχικών πολιτικών – να πείσουμε τη Σοβιετική Ένωση ότι και αυτή θα πρέπει να αφήσει κάθε έθνος να επιλέξει το δικό του μέλλον, εφόσον αυτή η επιλογή δεν παρεμβαίνει στις επιλογές των άλλων. Η κομμουνιστική προσπάθεια να επιβάλουν το πολιτικό και οικονομικό τους σύστημα σε άλλους είναι η κύρια αιτία της παγκόσμιας έντασης σήμερα. Διότι δεν μπορεί να υπάρξει αμφιβολία ότι, αν όλα τα έθνη μπορούσαν να απέχουν από την ανάμειξη στην αυτοδιάθεση των άλλων, η ειρήνη θα ήταν πολύ πιο εξασφαλισμένη.

Αυτό θα απαιτήσει μια νέα προσπάθεια για την επίτευξη του παγκόσμιου δικαίου – ένα νέο πλαίσιο για παγκόσμιες συζητήσεις. Θα απαιτήσει αυξημένη κατανόηση μεταξύ των Σοβιέτ και ημών. Και η αυξημένη κατανόηση θα απαιτήσει αυξημένη επαφή και επικοινωνία. Ένα βήμα προς αυτή την κατεύθυνση είναι η προτεινόμενη διευθέτηση για μια απευθείας γραμμή μεταξύ Μόσχας και Ουάσιγκτον, ώστε να αποφευχθούν από κάθε πλευρά οι επικίνδυνες καθυστερήσεις, παρεξηγήσεις και παρερμηνείες των ενεργειών της άλλης που μπορεί να συμβούν σε μια περίοδο κρίσης.

Συζητήσαμε επίσης στη Γενεύη για τα άλλα μέτρα πρώτου βήματος ελέγχου των εξοπλισμών που αποσκοπούν στον περιορισμό της έντασης της κούρσας εξοπλισμών και στη μείωση των κινδύνων ακούσιου πολέμου. Το πρωταρχικό μας μακροπρόθεσμο ενδιαφέρον στη Γενεύη, ωστόσο, είναι ο γενικός και πλήρης αφοπλισμός – σχεδιασμένος να πραγματοποιηθεί σταδιακά, επιτρέποντας παράλληλες πολιτικές εξελίξεις για την οικοδόμηση των νέων θεσμών ειρήνης που θα έπαιρναν τη θέση των όπλων. Η επιδίωξη του αφοπλισμού είναι μια προσπάθεια αυτής της κυβέρνησης από τη δεκαετία του 1920. Έχει ζητηθεί επειγόντως από τις τρεις προηγούμενες κυβερνήσεις. Και όσο αμυδρές κι αν είναι οι προοπτικές σήμερα, σκοπεύουμε να συνεχίσουμε αυτή την προσπάθεια – να τη συνεχίσουμε έτσι ώστε όλες οι χώρες, συμπεριλαμβανομένης της δικής μας, να μπορέσουν να κατανοήσουν καλύτερα ποια είναι τα προβλήματα και οι δυνατότητες του αφοπλισμού.

Ο ένας σημαντικός τομέας αυτών των διαπραγματεύσεων όπου το τέλος είναι ορατό, αλλά όπου χρειάζεται επειγόντως μια νέα αρχή, είναι σε μια συνθήκη για την απαγόρευση των πυρηνικών δοκιμών. Η σύναψη μιας τέτοιας συνθήκης, τόσο κοντά αλλά και τόσο μακριά, θα αναχαιτίσει την κλιμακούμενη κούρσα εξοπλισμών σε έναν από τους πιο επικίνδυνους τομείς της. Θα έδινε στις πυρηνικές δυνάμεις τη δυνατότητα να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικότερα έναν από τους μεγαλύτερους κινδύνους που αντιμετωπίζει ο άνθρωπος το 1963, την περαιτέρω εξάπλωση των πυρηνικών όπλων. Θα αύξανε την ασφάλειά μας – θα μείωνε τις προοπτικές πολέμου. Σίγουρα αυτός ο στόχος είναι αρκετά σημαντικός ώστε να απαιτεί τη σταθερή επιδίωξή μας, υποκύπτοντας ούτε στον πειρασμό να εγκαταλείψουμε την όλη προσπάθεια ούτε στον πειρασμό να εγκαταλείψουμε την επιμονή μας σε ζωτικές και υπεύθυνες διασφαλίσεις.

Δράττομαι της ευκαιρίας, επομένως, για να ανακοινώσω δύο σημαντικές αποφάσεις εν προκειμένω.

Πρώτον: Ο πρόεδρος Χρουστσόφ, ο πρωθυπουργός Macmillanκαι εγώ συμφωνήσαμε ότι σύντομα θα ξεκινήσουν συζητήσεις υψηλού επιπέδου στη Μόσχα με στόχο την έγκαιρη συμφωνία για μια συνολική συνθήκη απαγόρευσης των δοκιμών. Οι ελπίδες μας πρέπει να μετριαστούν με την προσοχή της ιστορίας – αλλά μαζί με τις ελπίδες μας πηγαίνουν και οι ελπίδες όλης της ανθρωπότητας.

Δεύτερον: Για να καταστήσω σαφή την καλή μας πίστη και τις επίσημες πεποιθήσεις μας επί του θέματος, δηλώνω τώρα ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν προτείνουν τη διεξαγωγή πυρηνικών δοκιμών στην ατμόσφαιρα όσο άλλα κράτη δεν το πράττουν. Δεν θα είμαστε οι πρώτοι που θα συνεχίσουμε. Μια τέτοια δήλωση δεν υποκαθιστά μια επίσημη δεσμευτική συνθήκη, αλλά ελπίζω ότι θα μας βοηθήσει να την επιτύχουμε. Ούτε μια τέτοια συνθήκη θα μπορούσε να υποκαταστήσει τον αφοπλισμό, αλλά ελπίζω ότι θα μας βοηθήσει να τον επιτύχουμε.

Τέλος, συμπατριώτες μου Αμερικανοί, ας εξετάσουμε τη στάση μας απέναντι στην ειρήνη και την ελευθερία εδώ στην πατρίδα μας. Η ποιότητα και το πνεύμα της δικής μας κοινωνίας πρέπει να δικαιολογούν και να στηρίζουν τις προσπάθειές μας στο εξωτερικό. Πρέπει να το δείξουμε με την αφοσίωση της ζωής μας – όπως πολλοί από εσάς που αποφοιτάτε σήμερα θα έχετε μια μοναδική ευκαιρία να κάνετε, υπηρετώντας χωρίς αμοιβή στο Ειρηνευτικό Σώμα στο εξωτερικό ή στο προτεινόμενο Εθνικό Σώμα Υπηρεσίας εδώ στην πατρίδα σας.

Αλλά όπου κι αν βρισκόμαστε, πρέπει όλοι, στην καθημερινή μας ζωή, να ζούμε σύμφωνα με την πανάρχαια πίστη ότι η ειρήνη και η ελευθερία βαδίζουν μαζί. Σε πάρα πολλές από τις πόλεις μας σήμερα, η ειρήνη δεν είναι ασφαλής επειδή η ελευθερία είναι ελλιπής.

Είναι ευθύνη της εκτελεστικής εξουσίας σε όλα τα επίπεδα διακυβέρνησης – τοπικό, κρατικό και εθνικό – να παρέχει και να προστατεύει αυτή την ελευθερία για όλους τους πολίτες μας με όλα τα μέσα που βρίσκονται εντός της εξουσίας τους. Είναι ευθύνη της νομοθετικής εξουσίας σε όλα τα επίπεδα, όπου αυτή η εξουσία δεν είναι τώρα επαρκής, να την καταστήσει επαρκή. Και είναι ευθύνη όλων των πολιτών σε όλα τα τμήματα αυτής της χώρας να σέβονται τα δικαιώματα όλων των άλλων και να σέβονται το δίκαιο της χώρας.

Όλα αυτά δεν είναι άσχετα με την παγκόσμια ειρήνη. «Όταν οι οδοί ενός ανθρώπου ευαρεστούν τον Κύριο», μας λένε οι Γραφές, «κάνει ακόμη και τους εχθρούς του να έχουν ειρήνη μαζί του». Και δεν είναι η ειρήνη, σε τελική ανάλυση, βασικά ζήτημα ανθρωπίνων δικαιωμάτων – το δικαίωμα να ζούμε τη ζωή μας χωρίς φόβο καταστροφής – το δικαίωμα να αναπνέουμε αέρα όπως την παρείχε η φύση – το δικαίωμα των μελλοντικών γενεών σε μια υγιή ύπαρξη;

Ενώ προχωρούμε στη διασφάλιση των εθνικών μας συμφερόντων, ας διασφαλίσουμε και τα ανθρώπινα συμφέροντα. Και η εξάλειψη του πολέμου και των εξοπλισμών είναι σαφώς προς το συμφέρον και των δύο. Καμία συνθήκη, όσο και αν είναι προς όφελος όλων, όσο αυστηρά διατυπωμένη και αν είναι, δεν μπορεί να παρέχει απόλυτη ασφάλεια έναντι των κινδύνων εξαπάτησης και υπεκφυγής. Αλλά μπορεί – αν είναι αρκετά αποτελεσματική στην επιβολή της και αν είναι επαρκώς προς το συμφέρον των υπογραφόντων της – να προσφέρει πολύ περισσότερη ασφάλεια και πολύ λιγότερους κινδύνους από μια αμείωτη, ανεξέλεγκτη, απρόβλεπτη κούρσα εξοπλισμών.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες, όπως γνωρίζει ο κόσμος, δεν θα ξεκινήσουν ποτέ πόλεμο. Δεν θέλουμε πόλεμο. Δεν περιμένουμε τώρα πόλεμο. Αυτή η γενιά των Αμερικανών έχει ήδη βαρεθεί -περισσότερο από αρκετό- τον πόλεμο, το μίσος και την καταπίεση. Θα είμαστε προετοιμασμένοι αν το επιθυμούν άλλοι. Θα είμαστε σε εγρήγορση για να προσπαθήσουμε να το σταματήσουμε. Αλλά θα κάνουμε επίσης αυτό που μας αναλογεί για να οικοδομήσουμε έναν κόσμο ειρήνης όπου οι αδύναμοι θα είναι ασφαλείς και οι ισχυροί δίκαιοι. Δεν είμαστε αβοήθητοι μπροστά σε αυτό το έργο ή απελπισμένοι για την επιτυχία του. Με αυτοπεποίθηση και χωρίς φόβο, εργαζόμαστε – όχι προς μια στρατηγική εξόντωσης, αλλά προς μια στρατηγική ειρήνης.

https://www.jfklibrary.org/archives/other-resources/john-f-kennedy-speeches/american-university-19630610?fbclid=IwAR17f8u58oRxS8IEz8WZhbknRRWIEiIFoLoVRgP7YfWSfOwLdMlHewirzWY

COMMENCEMENT ADDRESS AT AMERICAN UNIVERSITY, WASHINGTON, D.C., JUNE 10, 1963

Listen to the speechsound recording icon   View related documentsfolder icon

President John F. Kennedy
Washington, D.C.
June 10, 1963

President Anderson, members of the faculty, board of trustees, distinguished guests, my old colleague, Senator Bob Byrd, who has earned his degree through many years of attending night law school, while I am earning mine in the next 30 minutes, distinguished guests, ladies and gentlemen:

It is with great pride that I participate in this ceremony of the American University, sponsored by the Methodist Church, founded by Bishop John Fletcher Hurst, and first opened by President Woodrow Wilson in 1914. This is a young and growing university, but it has already fulfilled Bishop Hurst’s enlightened hope for the study of history and public affairs in a city devoted to the making of history and the conduct of the public’s business. By sponsoring this institution of higher learning for all who wish to learn, whatever their color or their creed, the Methodists of this area and the Nation deserve the Nation’s thanks, and I commend all those who are today graduating.

Professor Woodrow Wilson once said that every man sent out from a university should be a man of his nation as well as a man of his time, and I am confident that the men and women who carry the honor of graduating from this institution will continue to give from their lives, from their talents, a high measure of public service and public support.

«There are few earthly things more beautiful than a university,» wrote John Masefield in his tribute to English universities–and his words are equally true today. He did not refer to spires and towers, to campus greens and ivied walls. He admired the splendid beauty of the university, he said, because it was «a place where those who hate ignorance may strive to know, where those who perceive truth may strive to make others see.»

I have, therefore, chosen this time and this place to discuss a topic on which ignorance too often abounds and the truth is too rarely perceived–yet it is the most important topic on earth: world peace.

What kind of peace do I mean? What kind of peace do we seek? Not a Pax Americana enforced on the world by American weapons of war. Not the peace of the grave or the security of the slave. I am talking about genuine peace, the kind of peace that makes life on earth worth living, the kind that enables men and nations to grow and to hope and to build a better life for their children–not merely peace for Americans but peace for all men and women–not merely peace in our time but peace for all time.

I speak of peace because of the new face of war. Total war makes no sense in an age when great powers can maintain large and relatively invulnerable nuclear forces and refuse to surrender without resort to those forces. It makes no sense in an age when a single nuclear weapon contains almost ten times the explosive force delivered by all the allied air forces in the Second World War. It makes no sense in an age when the deadly poisons produced by a nuclear exchange would be carried by wind and water and soil and seed to the far corners of the globe and to generations yet unborn.

Today the expenditure of billions of dollars every year on weapons acquired for the purpose of making sure we never need to use them is essential to keeping the peace. But surely the acquisition of such idle stockpiles–which can only destroy and never create–is not the only, much less the most efficient, means of assuring peace.

I speak of peace, therefore, as the necessary rational end of rational men. I realize that the pursuit of peace is not as dramatic as the pursuit of war–and frequently the words of the pursuer fall on deaf ears. But we have no more urgent task.

Some say that it is useless to speak of world peace or world law or world disarmament–and that it will be useless until the leaders of the Soviet Union adopt a more enlightened attitude. I hope they do. I believe we can help them do it. But I also believe that we must reexamine our own attitude–as individuals and as a Nation–for our attitude is as essential as theirs. And every graduate of this school, every thoughtful citizen who despairs of war and wishes to bring peace, should begin by looking inward–by examining his own attitude toward the possibilities of peace, toward the Soviet Union, toward the course of the cold war and toward freedom and peace here at home.

First: Let us examine our attitude toward peace itself. Too many of us think it is impossible. Too many think it unreal. But that is a dangerous, defeatist belief. It leads to the conclusion that war is inevitable–that mankind is doomed–that we are gripped by forces we cannot control.

We need not accept that view. Our problems are manmade–therefore, they can be solved by man. And man can be as big as he wants. No problem of human destiny is beyond human beings. Man’s reason and spirit have often solved the seemingly unsolvable–and we believe they can do it again.

I am not referring to the absolute, infinite concept of peace and good will of which some fantasies and fanatics dream. I do not deny the value of hopes and dreams but we merely invite discouragement and incredulity by making that our only and immediate goal.

Let us focus instead on a more practical, more attainable peace– based not on a sudden revolution in human nature but on a gradual evolution in human institutions–on a series of concrete actions and effective agreements which are in the interest of all concerned. There is no single, simple key to this peace–no grand or magic formula to be adopted by one or two powers. Genuine peace must be the product of many nations, the sum of many acts. It must be dynamic, not static, changing to meet the challenge of each new generation. For peace is a process–a way of solving problems.

With such a peace, there will still be quarrels and conflicting interests, as there are within families and nations. World peace, like community peace, does not require that each man love his neighbor–it requires only that they live together in mutual tolerance, submitting their disputes to a just and peaceful settlement. And history teaches us that enmities between nations, as between individuals, do not last forever. However fixed our likes and dislikes may seem, the tide of time and events will often bring surprising changes in the relations between nations and neighbors.

So let us persevere. Peace need not be impracticable, and war need not be inevitable. By defining our goal more clearly, by making it seem more manageable and less remote, we can help all peoples to see it, to draw hope from it, and to move irresistibly toward it.

Second: Let us reexamine our attitude toward the Soviet Union. It is discouraging to think that their leaders may actually believe what their propagandists write. It is discouraging to read a recent authoritative Soviet text on Military Strategy and find, on page after page, wholly baseless and incredible claims–such as the allegation that «American imperialist circles are preparing to unleash different types of wars . . . that there is a very real threat of a preventive war being unleashed by American imperialists against the Soviet Union . . . [and that] the political aims of the American imperialists are to enslave economically and politically the European and other capitalist countries . . . [and] to achieve world domination . . . by means of aggressive wars.»

Truly, as it was written long ago: «The wicked flee when no man pursueth.» Yet it is sad to read these Soviet statements–to realize the extent of the gulf between us. But it is also a warning–a warning to the American people not to fall into the same trap as the Soviets, not to see only a distorted and desperate view of the other side, not to see conflict as inevitable, accommodation as impossible, and communication as nothing more than an exchange of threats.

No government or social system is so evil that its people must be considered as lacking in virtue. As Americans, we find communism profoundly repugnant as a negation of personal freedom and dignity. But we can still hail the Russian people for their many achievements–in science and space, in economic and industrial growth, in culture and in acts of courage.

Among the many traits the peoples of our two countries have in common, none is stronger than our mutual abhorrence of war. Almost unique among the major world powers, we have never been at war with each other. And no nation in the history of battle ever suffered more than the Soviet Union suffered in the course of the Second World War. At least 20 million lost their lives. Countless millions of homes and farms were burned or sacked. A third of the nation’s territory, including nearly two thirds of its industrial base, was turned into a wasteland–a loss equivalent to the devastation of this country east of Chicago.

Today, should total war ever break out again–no matter how–our two countries would become the primary targets. It is an ironic but accurate fact that the two strongest powers are the two in the most danger of devastation. All we have built, all we have worked for, would be destroyed in the first 24 hours. And even in the cold war, which brings burdens and dangers to so many nations, including this Nation’s closest allies–our two countries bear the heaviest burdens. For we are both devoting massive sums of money to weapons that could be better devoted to combating ignorance, poverty, and disease. We are both caught up in a vicious and dangerous cycle in which suspicion on one side breeds suspicion on the other, and new weapons beget counterweapons.

In short, both the United States and its allies, and the Soviet Union and its allies, have a mutually deep interest in a just and genuine peace and in halting the arms race. Agreements to this end are in the interests of the Soviet Union as well as ours–and even the most hostile nations can be relied upon to accept and keep those treaty obligations, and only those treaty obligations, which are in their own interest.

So, let us not be blind to our differences–but let us also direct attention to our common interests and to the means by which those differences can be resolved. And if we cannot end now our differences, at least we can help make the world safe for diversity. For, in the final analysis, our most basic common link is that we all inhabit this small planet. We all breathe the same air. We all cherish our children’s future. And we are all mortal.

Third: Let us reexamine our attitude toward the cold war, remembering that we are not engaged in a debate, seeking to pile up debating points. We are not here distributing blame or pointing the finger of judgment. We must deal with the world as it is, and not as it might have been had the history of the last 18 years been different.

We must, therefore, persevere in the search for peace in the hope that constructive changes within the Communist bloc might bring within reach solutions which now seem beyond us. We must conduct our affairs in such a way that it becomes in the Communists’ interest to agree on a genuine peace. Above all, while defending our own vital interests, nuclear powers must avert those confrontations which bring an adversary to a choice of either a humiliating retreat or a nuclear war. To adopt that kind of course in the nuclear age would be evidence only of the bankruptcy of our policy–or of a collective death-wish for the world.

To secure these ends, America’s weapons are nonprovocative, carefully controlled, designed to deter, and capable of selective use. Our military forces are committed to peace and disciplined in self- restraint. Our diplomats are instructed to avoid unnecessary irritants and purely rhetorical hostility.

For we can seek a relaxation of tension without relaxing our guard. And, for our part, we do not need to use threats to prove that we are resolute. We do not need to jam foreign broadcasts out of fear our faith will be eroded. We are unwilling to impose our system on any unwilling people–but we are willing and able to engage in peaceful competition with any people on earth.

Meanwhile, we seek to strengthen the United Nations, to help solve its financial problems, to make it a more effective instrument for peace, to develop it into a genuine world security system–a system capable of resolving disputes on the basis of law, of insuring the security of the large and the small, and of creating conditions under which arms can finally be abolished.

At the same time we seek to keep peace inside the non-Communist world, where many nations, all of them our friends, are divided over issues which weaken Western unity, which invite Communist intervention or which threaten to erupt into war. Our efforts in West New Guinea, in the Congo, in the Middle East, and in the Indian subcontinent, have been persistent and patient despite criticism from both sides. We have also tried to set an example for others–by seeking to adjust small but significant differences with our own closest neighbors in Mexico and in Canada.

Speaking of other nations, I wish to make one point clear. We are bound to many nations by alliances. Those alliances exist because our concern and theirs substantially overlap. Our commitment to defend Western Europe and West Berlin, for example, stands undiminished because of the identity of our vital interests. The United States will make no deal with the Soviet Union at the expense of other nations and other peoples, not merely because they are our partners, but also because their interests and ours converge.

Our interests converge, however, not only in defending the frontiers of freedom, but in pursuing the paths of peace. It is our hope– and the purpose of allied policies–to convince the Soviet Union that she, too, should let each nation choose its own future, so long as that choice does not interfere with the choices of others. The Communist drive to impose their political and economic system on others is the primary cause of world tension today. For there can be no doubt that, if all nations could refrain from interfering in the self-determination of others, the peace would be much more assured.

This will require a new effort to achieve world law–a new context for world discussions. It will require increased understanding between the Soviets and ourselves. And increased understanding will require increased contact and communication. One step in this direction is the proposed arrangement for a direct line between Moscow and Washington, to avoid on each side the dangerous delays, misunderstandings, and misreadings of the other’s actions which might occur at a time of crisis.

We have also been talking in Geneva about the other first-step measures of arms control designed to limit the intensity of the arms race and to reduce the risks of accidental war. Our primary long range interest in Geneva, however, is general and complete disarmament– designed to take place by stages, permitting parallel political developments to build the new institutions of peace which would take the place of arms. The pursuit of disarmament has been an effort of this Government since the 1920’s. It has been urgently sought by the past three administrations. And however dim the prospects may be today, we intend to continue this effort–to continue it in order that all countries, including our own, can better grasp what the problems and possibilities of disarmament are.

The one major area of these negotiations where the end is in sight, yet where a fresh start is badly needed, is in a treaty to outlaw nuclear tests. The conclusion of such a treaty, so near and yet so far, would check the spiraling arms race in one of its most dangerous areas. It would place the nuclear powers in a position to deal more effectively with one of the greatest hazards which man faces in 1963, the further spread of nuclear arms. It would increase our security–it would decrease the prospects of war. Surely this goal is sufficiently important to require our steady pursuit, yielding neither to the temptation to give up the whole effort nor the temptation to give up our insistence on vital and responsible safeguards.

I am taking this opportunity, therefore, to announce two important decisions in this regard.

First: Chairman khrushchev, Prime Minister Macmillan, and I have agreed that high-level discussions will shortly begin in Moscow looking toward early agreement on a comprehensive test ban treaty. Our hopes must be tempered with the caution of history–but with our hopes go the hopes of all mankind.

Second: To make clear our good faith and solemn convictions on the matter, I now declare that the United States does not propose to conduct nuclear tests in the atmosphere so long as other states do not do so. We will not be the first to resume. Such a declaration is no substitute for a formal binding treaty, but I hope it will help us achieve one. Nor would such a treaty be a substitute for disarmament, but I hope it will help us achieve it.

Finally, my fellow Americans, let us examine our attitude toward peace and freedom here at home. The quality and spirit of our own society must justify and support our efforts abroad. We must show it in the dedication of our own lives–as many of you who are graduating today will have a unique opportunity to do, by serving without pay in the Peace Corps abroad or in the proposed National Service Corps here at home.

But wherever we are, we must all, in our daily lives, live up to the age-old faith that peace and freedom walk together. In too many of our cities today, the peace is not secure because the freedom is incomplete.

It is the responsibility of the executive branch at all levels of government–local, State, and National–to provide and protect that freedom for all of our citizens by all means within their authority. It is the responsibility of the legislative branch at all levels, wherever that authority is not now adequate, to make it adequate. And it is the responsibility of all citizens in all sections of this country to respect the rights of all others and to respect the law of the land.

All this is not unrelated to world peace. «When a man’s ways please the Lord,» the Scriptures tell us, «he maketh even his enemies to be at peace with him.» And is not peace, in the last analysis, basically a matter of human rights–the right to live out our lives without fear of devastation–the right to breathe air as nature provided it–the right of future generations to a healthy existence?

While we proceed to safeguard our national interests, let us also safeguard human interests. And the elimination of war and arms is clearly in the interest of both. No treaty, however much it may be to the advantage of all, however tightly it may be worded, can provide absolute security against the risks of deception and evasion. But it can–if it is sufficiently effective in its enforcement and if it is sufficiently in the interests of its signers–offer far more security and far fewer risks than an unabated, uncontrolled, unpredictable arms race.

The United States, as the world knows, will never start a war. We do not want a war. We do not now expect a war. This generation of Americans has already had enough–more than enough–of war and hate and oppression. We shall be prepared if others wish it. We shall be alert to try to stop it. But we shall also do our part to build a world of peace where the weak are safe and the strong are just. We are not helpless before that task or hopeless of its success. Confident and unafraid, we labor on–not toward a strategy of annihilation but toward a strategy of peace.

Πηγή https://www.jfklibrary.org/archives/other-resources/john-f-kennedy-speeches/american-university-19630610?fbclid=IwAR17f8u58oRxS8IEz8WZhbknRRWIEiIFoLoVRgP7YfWSfOwLdMlHewirzWY

Μερικές συναφείς αναρτήσεις

Ουκρανία και πυρηνικά όπλα. Το Αλφαβητάρι της πυρηνικής στρατηγικής. https://wp.me/p3OqMa-2nx )

Πόλεμος και πυρηνικά όπλα: Σκοπός, πολιτική και ο πόλεμος στο κατώφλι του 21ου αιώνα https://piotita.gr/2017/03/29/%cf%80-%ce%ae%cf%86%ce%b1%ce%b9%cf%83%cf%84%ce%bf%cf%82-%cf%80%cf%8c%ce%bb%ce%b5%ce%bc%ce%bf%cf%82-%ce%ba%ce%b1%ce%b9-%cf%80%cf%85%cf%81%ce%b7%ce%bd%ce%b9%ce%ba%ce%ac-%cf%8c%cf%80%ce%bb%ce%b1/

ΠΥΡΗΝΙΚΗ ΙΣΧΥΣ: ΤΟ ΜΕΓΑ ΖΗΤΗΜΑ ΤΟΥ ΠΑΡΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ https://piotita.gr/2017/04/16/%cf%80-%ce%ae%cf%86%ce%b1%ce%b9%cf%83%cf%84%ce%bf%cf%82-%cf%80%cf%85%cf%81%ce%b7%ce%bd%ce%b9%ce%ba%ce%b7-%ce%b9%cf%83%cf%87%cf%85%cf%83-%cf%84%ce%bf-%ce%bc%ce%b5%ce%b3%ce%b1-%ce%b6%ce%b7%cf%84/

 Διαδρομή-αδιέξοδα της πυρηνικής εποχής, η σύγχρονη διεθνής πολιτική και η Ελλάδα https://piotita.gr/2015/06/13/%cf%80-%ce%ae%cf%86%ce%b1%ce%b9%cf%83%cf%84%ce%bf%cf%82-%ce%b4%ce%b9%ce%b1%ce%b4%cf%81%ce%bf%ce%bc%ce%ae-%ce%b1%ce%b4%ce%b9%ce%ad%ce%be%ce%bf%ce%b4%ce%b1-%cf%84%ce%b7%cf%82-%cf%80%cf%85%cf%81%ce%b7/

 Ο Κώστας Τσίπης: Ο μεγάλος Έλληνας επιστήμονας που μίλησε για τον πυρηνικό χειμώνα και η συντρέχουσα κρίση https://bit.ly/3D8GXMi


[1] Ο Martin Wight, αναφέρει τρεις ευδιάκριτες και αλληλένδετες τάσεις μετακρατικά προσανατολισμένες. Πρώτο, την δογματική ομοιομορφία με βασικό εκφραστή τον Kant (δομική συμμορφία και ιδεολογική ομοιογένεια μεταξύ των κρατών), δεύτερο, τον δογματικό ιμπεριαλισμό (κατά καιρούς, μεγάλα ιδεολογικά δόγματα τα οποία συνήθως οικειοποιείται ή σφετερίζεται μια μεγάλη δύναμη επιχειρώντας να επιβάλει την παγκόσμια ομοιομορφία), και τον κοσμοπολιτισμό (ο οποίος απορρίπτει την ιδέα της κοινωνίας των κρατών και με ιδεολογικό φανατισμό, διαφόρων κατά περίπτωση εντάσεων, υποστηρίζει την παγκόσμια κοινωνία ατόμων). Η ιστορική εμπειρία του παρελθόντος αλλά και η σύγχρονη καταμαρτυρεί ότι αυτό είναι ανέφικτο και οδηγεί σε αβάστακτες συμφορές. Στο όνομα της συμμόρφωσης στο εκάστοτε εξομοιωτικό και εξισωτικό δόγμα, υπογραμμίζει ο Martin Wight, η ιστορία είναι γεμάτη μεγάλα νεκροταφεία. Ακόμη και εάν αυτό και τα συμπαρομαρτούντα δεν είναι πάντα ρητά διατυπωμένα (όπως η εκτόπιση του «ταραχοποιού πνεύματος» από την δημόσια σφαίρα), έτσι προσανατολίζονται, με λογική απόληξη την εξομοίωση και την εξίσωση εντός μετακρατικών και τελικά υπεκρατικών δομών όπως καταμαρτυρήθηκε στην πρώην Σοβιετική Ένωση και ολοφάνερα πλέον και στην Ευρώπη όπου η υλιστική-λειτουργιστική ολοκλήρωση παρήγαγε υπερκρατικές τεχνοκρατικές δομές, όπως ακριβώς προειδοποιούσε ο Ντε Γκολ, όταν αντιδιάστελλε τις υπερκρατικές τεχνοδομές «απάτριδων τεχνοκρατών» (ελάχιστα ή καθόλου κοινωνικοπολιτικά ενταγμένες) με την «Ευρώπη των εθνών και των πατρίδων».

[2] Μια άλλη διάσταση είναι αυτή που περιγράφει ο Edward H. Carr 2000 περιγράφει τεκμηριωμένα ότι κάθε οικουμενισμός κάθε ιστορικής εποχής συμπεριλαμβανομένης της σύγχρονης εποχής χρησιμοποιεί διεθνιστικά-οικουμενιστικά επιχειρήματα ως μεταμφιέσεις των εκάστοτε ηγεμονικών αξιώσεων ισχύος. Εκτός του ότι στο σύγχρονο διεθνές σύστημα αυτό ισχύει πλήρως, πασίδηλα και καταμαρτυρούμενα, η μελέτη της διένεξης Στάλιν-Τρόσκι όταν δημιουργήθηκε η Κοινωνία των Εθνών -βλ. Ήφαιστος 2001 τελευταίο κεφάλαιο- και ο Στάλιν στην βάση του δόγματος «σοσιαλισμός σε ένα κράτος», το επιβεβαίωσε ακόμη μια φορά

Π. Ήφαιστος – P. Ifestos

www.ifestos.edu.gr  www.ifestosedu.gr  ifestosedu@gmail.com

Twitter https://twitter.com/ifestosedu

Linkedin https://www.linkedin.com/in/panayiotis-ifestos-0b9382131/

Instagram https://www.instagram.com/p.ifestos/

Προσωπικό προφίλ https://www.facebook.com/panayiotis.ifestos

Στρατηγική Θεωρία–Κρατική Θεωρία https://www.facebook.com/groups/StrategyStateTheory/

Θουκυδίδης–Πολιτικός Στοχασμός https://www.facebook.com/groups/thucydides.politikos.stoxasmos/

«Κοσμοθεωρία των Εθνών» https://www.facebook.com/kosmothewria.ifestos

«ΤΟ ΕΘΝΟΚΡΑΤΟΚΕΝΤΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΟΝ 21ο ΑΙΩΝΑ. Παθογένειες, αδιέξοδα, αίτια, πολιτικός στοχασμός, μεταμοντέρνος εθνομηδενισμός versus Έθνος και Πολιτισμός» https://piotita.gr/?p=41774

Φιλοπατρία, Δημοκρατία, Ελευθερία https://www.facebook.com/groups/philopatria/

Προσωπική σελίδα https://www.facebook.com/p.ifestos

Πολιτισμός, Περιβάλλον, Φύση, Ψάρεμα https://www.facebook.com/Ifestos.DimotisBBB

Διεθνής πολιτική 21ος  αιώνας https://www.facebook.com/groups/InternationalPolitics21century/

ΗΠΑ: Ιστορία, Διπλωματία, Στρατηγική https://www.facebook.com/groups/USAHistDiplStrat/

Ελλάδα-Τουρκία-Κύπρος: Ανισόρροπο τρίγωνο https://www.facebook.com/groups/GreeceTurkeyCyprusImbalance/

Διαχρονική Ελληνικότητα https://www.facebook.com/groups/Ellinikotita/

Άνθρωπος, Κράτος, Κόσμος–Πολιτικός Στοχασμός https://www.facebook.com/groups/Ifestos.political.thought/

Παναγιώτης Κονδύλης https://www.facebook.com/groups/Kondylis.Panagiotis/

Θολό βασίλειο της ΕΕ https://www.facebook.com/groups/TholoVasileioEU/

Μέγας Αλέξανδρος–Ιδιοφυής Στρατηγός και Στρατηλάτης https://www.facebook.com/groups/M.Alexandros/

Εκλεκτά βιβλία που αξίζουν να διαβαστούν https://www.facebook.com/groups/eklektavivlia/

Ειρηνική πολιτική επανάσταση https://www.facebook.com/groups/PolitPeacefulRevolution/

Τίτλοι-σύνδεσμοι αναρτημένων δοκιμίων, άρθρων https://wp.me/p3OqMa-26x

Πίνακες διαλέξεων και σημειώσεις διαλέξεωνπίνακες συντομογραφικής απεικόνισης πτυχών του διεθνούς συστήματος  https://wp.me/p3OqMa-1GG



Κατηγορίες:Edward Carr, πόλεμος, στρατηγική θεωρία, Βυζαντινή κοσμοπολιτεία, διεθνείος θ εσμοί, μετακρατοκεντρικές αφετηρίες, Martin Wight, Robert Gilpin

Ετικέτες: , , , ,